Η ευρωπαϊκή περιφέρεια και η ανάγκη για μια νέα βιομηχανική πολιτική

Να μην αφεθούν οι περιφερειακές περιοχές σε παραγωγικές εξειδικεύσεις χαμηλής προστιθέμενης αξίας που εμποδίζουν τη σύγκλιση και βλάπτουν τις τοπικές κοινωνίες
Open Image Modal
Monty Rakusen via Getty Images

* Helena Drdlová, MSocSC, Υποψήφια Διδάκτωρ Διεθνούς Πολιτικής στη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι [drdlovah@helsinki.fi]

Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση που κλόνισε την ευρωπαϊκή οικονομία την προηγούμενη δεκαετία, άφησε τα κράτη-μέλη της Νότιας Ευρώπης να παλεύουν με τις συνέπειες της κρίσης χρέους και τις μετασοσιαλιστικές χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης να στερούνται τις ξένες επενδύσεις που τροφοδοτούσαν την ανάπτυξή τους. Μια δεκαετία αργότερα, οι επιπτώσεις της κρίσης είναι ακόμη αισθητές ενώ το έδαφος συνεχίζει να δονείται: η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως οι ανεξέλεγκτες πυρκαγιές και οι ακραίες πλημμύρες, όλα προκαλούν περισσότερη αστάθεια.

Όταν προστεθούν και οι πολιτικές που προκαλούν διαρθρωτικές αλλαγές, όπως η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση, ορισμένες χώρες φαίνεται να είναι σε εξαιρετικά δυσμενή θέση για να ανταπεξέλθουν στις αναταράξεις που αντιμετωπίζουν. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις δύο ευρωπαϊκές περιφέρειες, τη Νότια Ευρώπη και την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, οι οποίες έχουν λιγότερους πόρους και αυτονομία στη διάθεσή τους από ό,τι ο ευρωπαϊκός πυρήνας.

Τι μας καταδεικνύει όμως η εξέταση των δύο αυτών περιφερειών για τις διαρθρωτικές ανισότητες στην οικονομία της ΕΕ και τι πρέπει να γίνει για να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα;

Η Μελέτη «Κριτική συγκριτική ανάλυση της οικονομικής περιφέρειας της Κεντρικής και της Νότιας Ευρώπης»1 εμπνεύστηκε από το πρόγραμμα FORCE2 του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ENA, το οποίο μελετά τον αντίκτυπο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης στην ευρωπαϊκή οικονομία και κοινωνία. Το άρθρο συγκρίνει και αξιολογεί τα μοντέλα οικονομικής μεγέθυνσης των δύο ευρωπαϊκών οικονομικών περιφερειών και εξετάζει τα διαρθρωτικά αίτια των δυσκολιών τους να συγκλίνουν με τον ευρωπαϊκό πυρήνα.

Η σκοτεινή πλευρά της εξωστρεφούς ανάπτυξης

Πολλά έχουν γραφτεί για το τι συνέβη κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους και πώς διαμόρφωσε ένα νέο τοπίο την Ευρώπη μετά την κρίση. Η ανάλυση των κινητήριων παραγόντων της ανάπτυξης δείχνει ότι αυτό που ακολούθησε ήταν μια αποφασιστική κίνηση προς την ανάπτυξη με γνώμονα την αύξηση των εξαγωγών. Ενώ μια τέτοια στρατηγική είναι κατάλληλη για τις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα, αποφέρει πολύ λιγότερα οφέλη στις περιφερειακές χώρες. Αλλά εκείνες ωθούνται να την ακολουθήσουν παρ′ όλα αυτά.

Τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόστηκαν στη Νότια Ευρώπη την ανάγκασαν να ακολουθήσει μια δική της εκδοχή της εξωστρεφούς ανάπτυξης. Δεδομένου ότι ο τομέας της μεταποίησης δεν ήταν αρκετά ανεπτυγμένος για να υποστηρίξει την ανάπτυξη, ο τουρισμός ενίσχυσε τη θέση του ως κύρια πηγή εξωτερικών εσόδων. Ωστόσο, όπως είναι πλέον σαφές, η υποβάθμιση της Νότιας Ευρώπης σε απλά «τουριστικά θεματικά πάρκα» ενέχει σοβαρές κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές συνέπειες.

Στην Ελλάδα, συζητείται πλέον πώς ο μαζικός τουρισμός βλάπτει τους φυσικούς πόρους των μικρών νησιών και πώς οι τοπικές κοινότητες υποφέρουν από το υψηλό κόστος διαβίωσης που προκαλείται από τον μη βιώσιμο αριθμό ξένων επισκεπτών.

Ταυτόχρονα, η έντονη εστίαση στον τουρισμό απομακρύνει πόρους, όπως επενδύσεις και εργατικό δυναμικό, από άλλους τομείς με μεγαλύτερες προοπτικές, καθιστώντας δύσκολο για την οικονομία να ξεπεράσει την εξάρτησή της από τον τουρισμό.

Η εξαγωγική ανάπτυξη που βασίζεται και στη μεταποίηση φαίνεται να είναι μια πιο επιθυμητή απάντηση για τον εξαρτώμενο από τον τουρισμό Νότο. Ωστόσο, η εμπειρία της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης μας δείχνει ότι ούτε αυτή η επιλογή αποτελεί μια πραγματικά μακροπρόθεσμη στρατηγική. Οι μετασοσιαλιστικές χώρες εξελίχθηκαν σε μια ολοκληρωμένη παραγωγική περιφέρεια στη δεκαετία του 1990: με το υψηλό μερίδιο της μεταποίησης στο ΑΕΠ, τις ισχυρές εισροές ξένων κεφαλαίων και έναν από τους υψηλότερους δείκτες εξαγωγών προς ΑΕΠ στον κόσμο, συνέδεσαν την οικονομική τους επιτυχία με εκείνη της Γερμανίας. Αλλά αυτή η στρατηγική έχει πλέον εξαντλήσει τη χρησιμότητά της.

Το πρόβλημα ονομάζεται φαινόμενο της διττής οικονομίας: μια κατάσταση κατά την οποία πραγματοποιείται ένα είδος διχοτόμησης της οικονομίας μεταξύ του εγχώριου τμήματός της, που συνήθως αποτελείται από τομείς υπηρεσιών με χαμηλότερους μισθούς και αυξήσεις της παραγωγικότητας, και του μεταποιητικού τομέα που ανήκει σε ξένους επενδυτές. Ενώ στα χαρτιά ο τελευταίος τροφοδοτεί την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, μοιράζεται ελάχιστα τα οφέλη που αποκομίζει: οι αυξήσεις της παραγωγικότητας δεν διαχέονται στην υπόλοιπη οικονομία και τα κέρδη συγκεντρώνονται στις «τσέπες» των ξένων επενδυτών.

Συνεπώς, οι χώρες αυτές έχουν μετατραπεί σε στάσιμες «πλατφόρμες συναρμολόγησης», αδυνατώντας να μεταπηδήσουν σε παραγωγικές δραστηριότητες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.

Και τα δύο μοντέλα ανάπτυξης δείχνουν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία είναι βαθιά άνιση, από την κατανομή των παραγωγικών δραστηριοτήτων έως τη διανομή του πλούτου που προκύπτει. Αυτή η ανισότητα βλάπτει σοβαρά την ευρωπαϊκή ενότητα. 

Βιομηχανική πολιτική που λειτουργεί για ολόκληρη την Ευρώπη

Το 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε μια νέα στρατηγική για τη βιομηχανική πολιτική της. Αν και η επιστροφή της βιομηχανικής πολιτικής στο λεξιλόγιο των Ευρωπαίων οικονομολόγων και των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής συνιστά μια στροφή προς το καλύτερο, αυτή η πρόοδος είναι ανεπαρκής από τη σκοπιά των περιφερειακών περιοχών. Η Ευρώπη χρειάζεται μια αναπτυξιακή στρατηγική που θα αντιμετωπίζει τα προβλήματα των περιφερειών της και θα κατανοεί καλύτερα τις κοινωνικές και αναπτυξιακές επιπτώσεις των διαφόρων παραγωγικών εξειδικεύσεων που υιοθετούν τα κράτη-μέλη της.

Σύμφωνα με το σημερινό παράδειγμα πολιτικής, η έρευνα αιχμής στη βιοτεχνολογία ή την τεχνητή νοημοσύνη (και οι δύο αποτελούν τομείς προηγμένων τεχνολογιών υψηλής προτεραιότητας για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) αντιμετωπίζεται ως να μην έχουν στην πράξη διαφορετικές αναπτυξιακές προοπτικές σε σύγκριση με τη συναρμολόγηση αυτοκινήτων ή τις υπηρεσίες που παρέχονται σε ένα τουριστικό θέρετρο. Η πραγματικότητα είναι προφανώς οδυνηρά διαφορετική, καθώς η άνιση κατανομή των παραγωγικών εξειδικεύσεων στην ευρωπαϊκή επικράτεια οδηγεί σε διεύρυνση των παραγωγικών και εισοδηματικών ανισοτήτων εντός της ΕΕ.

Η ανάλυση των αναπτυξιακών στρατηγικών των δύο περιφερειών δείχνει ότι πολλά θα μπορούσαν να βελτιωθούν και σε εγχώριο επίπεδο. Οι εθνικές αρχές καταρτίζουν ασαφή αναπτυξιακά σχέδια και συχνά αποτυγχάνουν στην υλοποίησή τους. Αντί να οικοδομήσουν εγχώριους τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας που θα καλύψουν τη ζήτηση για νέες τεχνολογίες και θα αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες της 4η βιομηχανικής επανάστασης, υπάρχει μια ισχυρή τάση να ακολουθούν τη συνήθη πρακτική και να μην βλέπουν πιο μακριά από το τέλος του εκλογικού κύκλου.

Στην ελληνική περίπτωση, για παράδειγμα, αυτό σημαίνει έμφαση στον τουρισμό, τα ακίνητα και τον κατασκευαστικό τομέα -μια στρατηγική που δεν προσφέρει πολλές προοπτικές για τη σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό πυρήνα. Η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού φάνηκε επίσης κατά την κατάρτιση των εθνικών σχεδίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Παρά το άνευ προηγουμένου ύψος της οικονομικής βοήθειας για την ανάκαμψη των οικονομιών μετά τον COVID-19, οι περιφερειακές χώρες δεν επέδειξαν την απαιτούμενη καινοτομική σκέψη σε ό,τι αφορά το σχεδιασμό για την κατανομή και τη φύση των επενδύσεων.

Εντούτοις, η ευρωπαϊκή διάσταση του προβλήματος παραμένει κρίσιμη και πρέπει να συζητηθεί. Οι περιφερειακές περιοχές δεν μπορούν να αφεθούν σε παραγωγικές εξειδικεύσεις χαμηλής προστιθέμενης αξίας που εμποδίζουν ουσιαστικά τη σύγκλισή τους και βλάπτουν τις τοπικές κοινωνίες, τον πολιτισμό και το περιβάλλον. Μια πραγματικά ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική πρέπει όχι μόνο να αναγνωρίζει αυτό το πρόβλημα, αλλά και να εστιάζει στην επίλυσή του. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να ευδοκιμήσει η Ευρώπη ως ενιαίο σύνολο.





 

 

1 Drdlová, Η. (2023), “Critical comparative analysis of the Central & Southern European economic peripheries”, ENA Institute, 1/8/2023. Διαθέσιμο στο: https://www.enainstitute.org/en/publication/critical-comparative-analysis-of-the-central-southern-european-economic-peripheries/

2 Project FORCE (Fourth Industrial Revolution: Challenges & Opportunities for Europe): https://enaforce.eu/