Η μεγάλη κινητικότητα στο πολιτικό σκηνικό της τελευταίας οκταετίας άφησε εκτός συζήτησης την ουσία του ελληνικού προβλήματος. Κραταιές παρατάξεις εξαφανίστηκαν, κόμματα εξουσίας κατέστησαν περιθωριακά, δυναστείες εκτοπίστηκαν, άλλες προσπαθούν να επιβιώσουν παρά την οικτρή ανεπάρκεια των γόνων τους και τις τεράστιες ευθύνες τους για την χρεωκοπία της χώρας. Νέα σχήματα αναδείχθηκαν από την κρίση, τα περισσότερα θνησιγενή, εφήμερα ή ακραία. Και όλα αυτά μέσα σε μία ατελείωτη φλυαρία και δημαγωγία άνευ ουσίας.
Διότι συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα γιά την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας, τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης και την ριζική πολιτική μεταρρύθμιση, που θα καταστήσουν την Ελλάδα από failed state κράτος, κανείς δεν διατυπώνει. Τα κόμματα της Μεταπολίτευσης, από την ΝΔ έως τον ΣΥΡΙΖΑ, υπονόμευσαν και ακύρωσαν σε αγαστή ομοφωνία κάθε εκσυγχρονιστικό μέτρο, παρά την τρομακτική πίεση. Διότι φοβήθηκαν (και εύλογα) ότι, εάν η Ελλάδα γίνει κανονική χώρα, θα χάσουν τα κληρονομικά, ολιγαρχικά και άλλα τους προνόμια, την πελατειακή πηγή της εκλογικής τους επιρροής και την οιονεί φεουδαλική τους εξουσία. Πχ μείωση των υπουργείων σημαίνει μείωση των προνομίων, κατάργηση των πολυάριθμων ΔΕΚΟ και δημοσίων οργανισμών σημαίνει μη δυνατότητα διορισμών, ενώ απαλλαγή των επενδύσεων από τα δεσμά της γραφειοκρατίας σημαίνει απώλεια του (επωφελούς) ελέγχου της οικονομίας.
Ο ελληνικός λαός αντέδρασε σε αυτό το βραχυκύκλωμα αμφίθυμα. Ένα μέρος του εσιώπησε και απομακρύνθηκε από την πολιτική με αισθήματα αποστροφής, κάτι που αποτυπώνεται στα τεράστια ποσοστά αποχής στις δημοσκοπήσεις. Ένα άλλο, το πιο δυναμικό τμήμα της νέας γενιάς, αυτό που πιθανώς θα μπορούσε να δώσει την λύση, μετανάστευσε στο εξωτερικό. Αυτά ασφαλώς παρέτειναν την επιβίωση του πολιτικού συστήματος που οδήγησε την χώρα σε συνολική χρεωκοπία.
Η (υποτίθεται) ιθύνουσα τάξη της χώρας, επιχειρηματίες, επιστήμονες, διανοούμενοι και όσοι ασκούν ευρύτερη κοινωνική επιρροή, αποδείχθηκαν ανίκανοι να παραγάγουν μία σοβαρή πολιτική λύση. Το 1910 η τότε αστική τάξη ανέδειξε τον Ελευθέριο Βενιζέλο και ανασυγκρότησε εκ βάθρων το αποτυχημένο, ηττημένο και χρεωκοπημένο ελληνικό κρατίδιο. Το 1951 η κεντροδεξιά στοιχήθηκε γύρω από τον στρατάρχη Παπάγο, αρχιστράτηγο δύο πολέμων, για να ανοικοδομήσει την Ελλάδα μετά από μία κατοχή και έναν εμφύλιο. Σήμερα αντιθέτως επικρατεί παραίτηση και αίσθημα ματαιότητας σε αυτούς που διαθέτουν την παιδεία, την εμπειρία και τους πόρους.
Το χειρότερο είναι ότι ένα μέρος του ελληνικού λαού παραμένει εγκλωβισμένο σε μία ψυχολογία υποτέλειας σε τριτοκοσμικά «τζάκια», παλαιοκομματικούς κομματάρχες τύπου Μαυρογυαλούρου και εν γένει πρόσωπα που είναι απολύτως υπεύθυνα για την χρεωκοπία της χώρας. Η αφοσίωση αυτή οφείλεται σε δεσμούς αλληλεξάρτησης, που σφυρηλατήθηκαν μέσω των πελατειακών δικτύων, της γενικευμένης διαφθοράς και της αμοιβαίας συνενοχής.
Όλα όμως στην ζωή έχουν κόστος. Κόστος κατ’ αρχάς έχει η αναξιοκρατία. Τα διάφορα κόμματα της Μεταπολίτευσης εξελίχθηκαν σε φυτώρια μετριοτήτων, κολάκων και οσφυοκαμπτών. Οι περισσότεροι υπουργοί της τελευταίας εικοσαετίας είναι κομματικά στελέχη χωρίς πραγματικές εμπειρίες. Τέτοιοι άνθρωποι είναι εντελώς ανίκανοι να δώσουν οποιαδήποτε λύση. Τα μόνα ζητήματα που τους απασχολούν είναι οι πελατειακές τους ανάγκες, η ψηφοθηρία, η δημαγωγία, ο ξύλινος λόγος, οι τηλεοπτικές εμφανίσεις, οι «ισορροπίες», ο τρόμος του πολιτικού κόστους και η επανεκλογή τους.
Τεράστιο κόστος έχει ασφαλώς η διαφθορά. Ένας διεφθαρμένος αξιωματούχος δεν θα δώσει την εθνικά και κοινωνικά επωφελή λύση, αλλά την επωφελή γιά τον ίδιον. Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου, στο συνέδριο Δημοκρατία και Διαφθορά, δήλωσε ότι «Η ελληνική οικονομία σήμερα αντιμετωπίζει την χειρότερη κρίση στην ιστορία της και γνωρίζουμε όλοι ότι αιτία αυτής της κρίσης είναι η οριζόντια και κάθετη διαφθορά.» Επίσης δήλωσε ότι «δεν υπάρχει φορέας για τον οποίο να μην έχει έρθει στην Δικαιοσύνη υπόθεση διαφθοράς» και ότι «Εάν έχουμε δημοκρατία δεν έχουμε διαφθορά κι αν έχουμε διαφθορά δεν έχουμε δημοκρατία» [«Εστία», 27/4/2018].
Το κόστος της πολυετούς διακυβέρνησης της χώρας από μία διεφθαρμένη και ανίκανη νομενκλατούρα είναι η χρεωκοπία και η εν συνεχεία παρατεταμένη αδυναμία εξόδου από την βαρειά ύφεση. Τις τελευταίες ημέρες οι εταίροι και δανειστές μας κατέστησαν σαφές ότι δεν πρόκειται να καταργηθεί η στενή εποπτεία, ότι η ΕΚΤ δεν θα δέχεται ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρα για την παροχή ρευστότητας στις τράπεζες εάν δεν υπάρξει προληπτική γραμμή στήριξης, ότι δεν πρόκειται η Ελλάδα να συμμετάσχει στο πρόγραμμα ποσοτικής επέκτασης της ΕΚΤ, ότι δεν πρόκειται να υπάρξει ελάφρυνση του χρέους χωρίς σκληρά μέτρα, ότι θα συνεχίζονται τακτικές αξιολογήσεις κλπ. Και όλα αυτά μετά από οκτώ χρόνια πρωτοφανούς υπερφορολόγησης, συνεχούς μείωσης μισθών και συντάξεων, ανεργίας-ρεκόρ, ολικής καταστροφής της βιομηχανίας, της βιοτεχνίας, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελευθέρων επαγγελματιών, κατάρρευσης του βιοτικού επιπέδου, μαζικής μετανάστευσης, εκποίησης της ακίνητης περιουσίας, εκπτώχευσης.
Πολύ σύντομα, ίσως και μέσα στο καλοκαίρι, το ελληνικό κράτος πρόκειται να τεθεί προ του οδυνηρού διλήμματος να δεχθεί Τέταρτο Μνημόνιο πολύ σκληρότερο από τα προηγούμενα με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ή να εγκαταλείψει την ευρωζώνη.