Η Ενέργεια είναι ίσως το πιο σημαντικό ζήτημα της εποχής μας. Η παραγωγή «καθαρής» Ενέργειας, η διαχείριση και αποθήκευσή της, η σταδιακή απανθρακοποίηση στις μεταφορές, η είσοδος του υδρογόνου και εν γένει το ενεργειακό μας σύστημα, ήταν το αντικείμενο της συζήτησης που είχαμε με τον καθηγητή του ΕΜΠ, Σταύρο Παπαθανασίου, αρμόδιο για ενεργειακά θέματα.
Κύριε καθηγητά βρισκόμαστε σε μια εποχή που το ενεργειακό, θα έλεγα, ότι είναι το φλέγον ζήτημα της εποχής. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πόσο μπορούν να διεισδύσουν στο ελληνικό σύστημα; Ποια είναι η αλήθεια; Πού βρισκόμαστε;
Καλά ρωτάτε. Τίθεται θέμα να πούμε ότι η ενέργεια δεν είναι κεντρικής σημασίας για τη ζωή μας; Πάντοτε ήταν, αλλά ιστορικά τη θεωρούσαμε δεδομένη. Από τη Βιομηχανική Επανάσταση έπαιξε τεράστιο ρόλο στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, αλλά εξελισσόταν με πολύ αργούς ρυθμούς.
Και ενώ το ενεργειακό σύστημα που έχουμε σήμερα διαμορφώθηκε μέσα σε ενάμιση αιώνα, τώρα καλούμαστε να διαχειριστούμε έναν νέο μετασχηματισμό του, μέσα σε μια-δύο δεκαετίες και με στόχο την ταχεία απανθρακοποίησή του, γεγονός που δημιουργεί αναστάτωση στον χώρο της ενέργειας, αλλά και στην οικονομία και την κοινωνία γενικότερα.
Κατά τα λοιπά, η διείσδυση των ΑΠΕ στο ελληνικό ενεργειακό σύστημα εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς. Ήδη καλύπτουν το 40-45% σε επίπεδο ηλεκτροπαραγωγής, με συνεχώς αυξανόμενη διείσδυση, η οποία υπαγορεύεται από παράγοντες, όπως η κλιματική αλλαγή, η ασφάλεια εφοδιασμού αλλά και η οικονομική ανταγωνιστικότητα, οι οποίοι καθορίζουν τη μετεξέλιξη του ενεργειακού συστήματος.
Ναι, αλλά ανακαλύψαμε τώρα την κλιματική αλλαγή; Δηλαδή εγώ από ότι θυμάμαι, ηλεκτρικά αυτοκίνητα είχαμε και πριν από έναν αιώνα; Γιατί δεν προχωρήσαμε και πήγαμε στην εύκολη λύση, που δεν ήταν και εύκολη τελικά, στην εξόρυξη ορυκτών καυσίμων;
Ηταν πολύ πρώιμα βήματα αυτά. Η απαραίτητη τεχνολογία δεν ήταν εκεί και η ανάγκη δεν υπήρχε ακόμα. Μη ξεχνάμε ότι και μέχρι πριν πολύ λίγα χρόνια ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη -και ίσως ένα μέρος ακόμα να εξακολουθεί- αρνούνταν την ύπαρξη κλιματικής αλλαγής.
Τότε, λοιπόν, οι αναγκαιότητες και η εξέλιξη της τεχνολογίας δεν υπήρχαν σε τέτοιο βαθμό ώστε να υιοθετηθούν λύσεις που σήμερα φαντάζουν όχι εύκολες, αλλά αναπόδραστες.
Πιστεύετε ότι υπήρξαν συμφέροντα που δεν άφηναν να προχωρήσουμε σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας;
Αναμφίβολα υπήρχαν. Η ενέργεια είναι οικονομία, είναι οικονομική δραστηριότητα και στην οικονομία υπάρχουν πάντοτε επενδεδυμένα συμφέροντα και κατεστημένες αντιλήψεις. Αυτά τα πράγματα για να αλλάξουν απαιτείται ένας πολύ ισχυρός εξωτερικός driver, ο οποίος υπάρχει τώρα, αλλά δεν ήταν δεδομένος τα προηγούμενα χρόνια, και ακόμη και τώρα εξακολουθεί να υπάρχει μία μεγάλη διελκυστίνδα.
Οι ορυκτοί πόροι δεν έχουν καταθέσει τα όπλα. Χώρες όπως η Αμερική και η Κίνα δεν προσχωρούν στις κλιματικές συνθήκες.
Εχουμε μία Ευρώπη η οποία κάνει τεράστιες προσπάθειες να προαγάγει λύσεις καθαρής ενέργειας, συχνά αναλαμβάνοντας υψηλό κόστος, αλλά αντιπροσωπεύει μόλις το 5% - 10% της συνολικής παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας. Αυτό νομίζω ότι όλος ο πλανήτης το παρακολουθεί.
Αν δείτε την εξέλιξη της διείσδυσης των ΑΠΕ τα τελευταία 20 χρόνια παγκοσμίως, η απανθρακοποίηση στον αναπτυσσόμενο κόσμο γίνεται με πολύ αργούς ρυθμούς, σε βαθμό που ορισμένοι αναρωτιούνται κατά πόσο η υπερπροσπάθεια που καταβάλλει η Ευρώπη πραγματικά αξίζει και αντανακλά το κόστος που αναλαμβάνει.
Δηλαδή ρωτάμε αν τελικά μπορεί η Ευρώπη να σώσει τον πλανήτη;
Δυστυχώς ναι. Βεβαίως οι αναπτυσσόμενες οικονομίες έχουν το επιχείρημα ότι ο οικονομικά αναπτυγμένος κόστος έφτασε στο σημερινό επίπεδο ευημερίας αξιοποιώντας και ορυκτά καύσιμα, διεκδικώντας αντίστοιχο «προνόμιο» και γι’ αυτές.
Γι αυτό τίθεται το θέμα του ποιος θα καλύψει το πρόσθετο κόστος της ενεργειακής μετάβασης για τις χώρες του τρίτου κόσμου. Κόστος που είναι αναγκαίο να καλυφθεί σε σημαντικό βαθμό από τις ανεπτυγμένες οικονομίες, ώστε να καλυφθεί το χάσμα που σήμερα διαπιστώνεται στην ανάληψη σε πραγματικά παγκόσμιο επίπεδο των δεσμεύσεων και δράσεων που απαιτούνται για την αποτροπή της κλιματικής καταστροφής.
Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ωραία. Είχαμε το φυσικό αέριο το οποίο το διοξείδιο του άνθρακα που παράγει είναι λιγότερο σε σχέση με τη βενζίνη και το πετρέλαιο. Μετά το φυσικό αέριο πηγαίνουμε στην ενέργεια που παράγεται από τον ήλιο και τον αέρα. Αυτό το μίγμα είναι σε ικανοποιητικό βαθμό αυτή τη στιγμή στη χώρα μας;
Οι αλλαγές στην ενέργεια παίρνουν πολύ μεγάλο χρόνο. Δεν υπάρχουν παραδείγματα χωρών που κατάφεραν σε 5-10 χρόνια να μετασχηματιστούν. Το ότι έχουμε σήμερα διείσδυση των ΑΠΕ στο ηλεκτρικό σύστημα της Ελλάδας, της τάξης του 40%, δεν είναι αμελητέο επίτευγμα. Θα μπορούσε να είναι πιο γρήγορη η πρόοδος στον τομέα αυτό, θα έλεγα όχι μόνο για λόγους αειφορίας αλλά και για λόγους οικονομικής βιωσιμότητας.
Οι ΑΠΕ, πλέον, δεν είναι μόνο η καθαρή πηγή ενέργειας, αλλά και η πλέον οικονομική σε όρους κόστους παραγωγής. Περάσαμε τα τελευταία 20 χρόνια, με τη διαμάχη μεταξύ των οπαδών των ΑΠΕ, που προέτασσαν το αύριο ή το μεθαύριο του πλανήτη έναντι της οικονομικής πραγματικότητας του σήμερα, δηλαδή της επίπτωσης στην ανταγωνιστικότητα των οικονομιών λόγω του υψηλότερου κόστους των καθαρών αυτών πηγών, όπως έδειξε η ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών στα πρώτα χρόνια της, πριν από μία δεκαετία.
Σήμερα είναι, πλέον, δεδομένο ότι οι ΑΠΕ είναι ταυτόχρονα καθαρές και φτηνές. Το ζητούμενο είναι το πώς θα μπορέσουμε, όσο γίνεται πιο γρήγορα, να τις ενσωματώσουμε σε ένα ενεργειακό σύστημα το οποίο είναι εν πολλοίς άκαμπτο.
Ο τρόπος με τον οποίο καταναλώνουμε είναι ανελαστικός και έτσι καλούμαστε να εξυπηρετήσουμε ένα ανελαστικό προφίλ κατανάλωσης από στοχαστικές πηγές ή πηγές των οποίων η παραγωγή δεν ελέγχεται αλλά καθορίζεται από τη διαθεσιμότητα του φυσικού πόρου.
Αυτός ο συμβιβασμός, η γεφύρωση της μεταβλητής στοχαστικής παραγωγής με την ντετερμινιστική ζήτηση, είναι το μεγάλο ζητούμενο. Και εδώ έρχεται η αποθήκευση ενέργειας.
Κι ενώ έχουμε ένα περίπου 40% διείσδυσης των ΑΠΕ στο σύστημα, αν διαβάσει κάποιος αυτά τα οποία λέμε τώρα, θα αναρωτιέται μα γιατί δεν φθηναίνει το ρεύμα, αφού είναι πιο φθηνή η ενέργεια από τις ανανεώσιμες πηγές; Γιατί βλέπω στο τιμολόγιο μου υψηλά ποσά;
Εύλογο το ερώτημα. Αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί, όσο οι ΑΠΕ διεισδύουν περισσότερο στο σύστημα, τόσο οι τιμές στην αγορά γίνονται χαμηλότερες.
Άρα υπάρχει θετική επίπτωση. Θα μπορούσε να καταποντιστεί η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στα επίπεδα του κόστους παραγωγής των φωτοβολταϊκών και των αιολικών, γύρω στα 50 ευρώ ανά MWh; Άμεσα όχι, για δύο λόγους.
Πρώτον, γιατί περίπου τα δύο τρίτα των ηλεκτρικών μας αναγκών εξακολουθούν να καλύπτονται από συμβατικές πηγές και αυτός είναι ο κυρίαρχος ακόμα πόρος
Δεύτερον, με το σημερινό μοντέλο οργάνωσης των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, η τιμή καθορίζεται από τις ελεγχόμενες συμβατικές μονάδες παραγωγής, ακόμα και σε διαστήματα όπου κυριαρχεί η παραγωγή των ΑΠΕ.
Οι αγορές έχουν δομηθεί γύρω από το μεταβλητό κόστος με το οποίο παράγουν οι συμβατικές μονάδες και ο μετασχηματισμός του υποδείγματος αυτού είναι ένα από τα μεγάλα ζητούμενα της ενεργειακής μετάβασης.
Κι αν το ερώτημα μέχρι πριν κάποια χρόνια ήταν πώς θα αναπτύξουμε ΑΠΕ, εξίσου μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα αποθηκεύσουμε αυτή την ενέργεια. Πώς θα την έχουμε διαθέσιμη ανά πάσα στιγμή.
Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα. Πώς θα γεφυρώσουμε το χάσμα μεταξύ της τυχαιότητας της παραγωγής ΑΠΕ και του τρόπου με τον οποίο καταναλώνουμε, όπως είπαμε πριν.
Εδώ έρχεται λοιπόν η αποθήκευση, η οποία είναι η γέφυρα μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, δίνοντας την αναγκαία ελαστικότητα, χωρίς την οποία δεν θα μπορέσουμε να απανθρακοποιήσουμε το ενεργειακό μας σύστημα.
Η αποθήκευση δεν είναι κάτι καινούργιο και το ελληνικό σύστημα, όπως και όλα τα ηλεκτρικά συστήματα εδώ και έναν αιώνα, ήδη αποθηκεύουν ηλεκτρική ενέργεια μέσω αντλησιοταμίευσης.
Αντλίες ανεβάζουν νερό σε ύψος εκατοντάδων μέτρων όταν υπάρχει περίσσευμα ηλεκτροπαραγωγής, και το νερό αυτό πέφτει και παράγει ηλεκτρική ενέργεια σε διαστήματα έλλειψης ή υψηλού κόστους.
Αυτός είναι ένας κλασικός, πολύ αποτελεσματικός και οικονομικός τρόπος αποθήκευσης, ο οποίος πρέπει να πλαισιωθεί και από νεότερες τεχνολογίες αποθήκευσης ώστε να επεκταθεί η συνολική αποθηκευτική ικανότητα των συστημάτων τις.
Σήμερα έχουμε τις μπαταρίες, οι οποίες γνώρισαν μία πολύ εντυπωσιακή μείωση κόστους την προηγούμενη δεκαετία, αν και είναι γεγονός ότι φέτος αντιμετωπίζουμε μια -ελπίζουμε παροδική- επιστροφή σε υψηλά κόστη, ως απόρροια της αναστάτωσης των διεθνών αγορών μετά την έξοδο από την πανδημία και λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Αύριο θα έρθουν νέες τεχνολογίες αποθήκευσης, όπως το υδρογόνο και άλλες οι οποίες σήμερα είναι σε εμβρυικό στάδιο έρευνας και ορισμένες από αυτές θα επιβιώσουν στον στίβο της τεχνολογικής εξέλιξης και θα δώσουν αποτελεσματικές λύσεις.
Κι επειδή μιλάμε για αποθήκευση, αν πάρω το κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας που έχει κάνει τρομερή εξέλιξη, υπάρχουν πιλοτικά πολλά συστήματα όπου ένας πάροχος ενέργειας δίνει ενέργεια στο αυτοκίνητο και το αυτοκίνητο μπορεί να την επιστρέψει, όταν δεν τη χρειάζεται, στο σπίτι ή σε ηλεκτρικές συσκευές, όπως σε μία ψησταριά.
Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον. Δηλαδή αγοράζεις ένα αυτοκίνητο και μαζί με αυτό μία μεγάλη οικιακή μπαταρία, 50 έως 100 κιλοβατωρών, δηλαδή 5-10 φορές μεγαλύτερη μπαταρία από αυτή που θα πλήρωνες για το φωτοβολταϊκό του σπιτιού σου.
Η μπαταρία αυτή ένα μεγάλο μέρος του χρόνου απλά μένει συνδεδεμένη στο δίκτυο, στην πρίζα του ηλεκτρικού οχήματος, όπου φορτίζει με έναν χαμηλό ρυθμό.
Οπότε τίθεται το ερώτημα γιατί να μη χρησιμοποιηθεί ώστε να διακινήσει ενέργεια με την εγκατάσταση του καταναλωτή και με το δίκτυο;
Η λειτουργικότητα αυτή είναι γνωστή με τον όρο vehicle-to-grid ή V2G. Πράγματι, πρόκειται για καλή και σημαντική ιδέα. Aν κάθε σπίτι έχει και μία τόσο μεγάλη μπαταρία, δημιουργείται μία τεράστια αποθηκευτική ικανότητα που ξεπερνά κατά πολύ το μέγεθος των στοχευμένων ενεργειακών επενδύσεων σε αποθήκευση δικτύου και η οποία επιπλέον έχει συνέργειες με τις μετακινήσεις και άλλες χρήσεις, άρα θα στοιχίσει σίγουρα φθηνότερα.
Ωστόσο, η γενικευμένη εφαρμογή της ιδέας αυτής ακόμα απέχει σημαντικά, ως τεχνική πραγματικότητα. Οι κατασκευαστές έχουν επιφυλάξεις για το αν -υποβάλλοντας τις μπαταρίες του αυτοκινήτου σε αυξημένους κύκλους φόρτισης-εκφόρτισης για να εξυπηρετήσουν άλλες ανάγκες πέρα από τη μετακίνηση- θα προκαλέσουν την πρόωρη φθορά τους, καθώς οι μπαταρίες των οχημάτων είναι σχεδιασμένες για σχετικά μικρό αριθμό κύκλων. Επίσης τίθενται ζητήματα ως προς τη δυνατότητα του δικτύου διανομής να εξυπηρετήσει απρόσκοπτα τη γενικευμένη αυτή λειτουργικότητα.
Σε κάθε περίπτωση, τα τελευταία χρόνια γίνονται σημαντικά βήματα. Ορισμένοι κατασκευαστές αυτοκινήτων έχουν ανοίξει σε ένα περιορισμένο αριθμό μοντέλων τη χρήση των μπαταριών των αυτοκινήτων για λειτουργίες V2G, ενώ και οι διαχειριστές των δικτύων μελετούν τις επιπτώσεις από την ευρείας κλίμακας ενσωμάτωση ηλεκτρικών οχημάτων και τις πρόσθετες λειτουργίες που αυτά μπορεί να έχουν. Ταυτόχρονα, αναπτύσσεται σταδιακά η αναγκαία τεχνική τυποποίηση, αλλά και οι λύσεις για τη συμμετοχή των πόρων αυτών στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας.
Μιλήσατε για τη φθορά των μπαταριών. Αυτό το οποίο βλέπουμε εσχάτως με την επαγωγική φόρτιση, που δοκιμάζεται διεθνώς, είναι ότι το αυτοκίνητο κάθεται πάνω σε μία πλατφόρμα και φορτίζει σε 5-10 λεπτά. Αυτή η ταχεία φόρτιση με τόσα kW δε δημιουργεί φθορά;
Το μεγάλο θέμα με το ηλεκτρικό αυτοκίνητο είναι ότι, ενώ με συμβατικό καύσιμο ο ανεφοδιασμός στο πρατήριο διαρκεί λίγα λεπτά, η ηλεκτρική φόρτιση διαρκεί πολλαπλάσιο χρόνο, ο οποίος αντιμετωπίζεται επιδιώκοντας μεγάλη ισχύ φόρτισης, με συνέπειες στην καταπόνηση της μπαταρίας αλλά και στις ηλεκτρικές υποδομές δικτύου και φορτιστών.
Οι λύσεις αυτές αφορούν κατά βάση την ενσύρματη φόρτιση, από την πρίζα. Η ασύρματη φόρτιση εξασφαλίζει μεγάλη ευκολία, αλλά μέσω αυτής μπορούν να μεταφερθούν γενικά πολύ μικρότερες ποσότητες ενέργειας, που με τα σημερινά δεδομένα δεν επιτρέπουν την ταχεία φόρτιση των οχημάτων και είναι ερωτηματικό αν η ασύρματη φόρτιση στο άμεσο μέλλον θα μπορέσει να φτάσει σε αυτά τα επίπεδα ισχύος, καθώς μπαίνουν διάφορα ζητήματα, όπως π.χ. του προκύπτοντος ηλεκτρομαγνητικού πεδίου και της διασποράς του.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν εφαρμογές φόρτισης όπου η ταχύτητα δεν είναι κρίσιμη (π.χ. κατά τη διάρκεια πολύωρης παραμονής στον χώρο εργασίας ή κατοικίας) και εκεί η επαγωγική φόρτιση θα δώσει λύσεις. Ενδεχομένως επίσης και σε εφαρμογές φόρτισης κατά τη διάρκεια της κίνησης των οχημάτων στον δρόμο.
YDROGONO
Να σας πάω στο μεγάλο νέο που έρχεται, στο υδρογόνο. Στον τομέα του αυτοκινήτου, το θυμάμαι εδώ και 25 - 30 χρόνια. Εκαναν δοκιμές και αρχικά το πρόβλημα ήταν η αποθήκευση και η μεταφορά.Λύθηκαν αυτά τα ζητήματα;
Τίποτα δεν έχει λυθεί ακόμα, αλλά η τεχνολογία υπάρχει και οι λύσεις διαρκώς εξελίσσονται και βελτιώνονται. Το υδρογόνο είναι μια πολύ μεγάλη υπόσχεση.
Πρόκειται για φορέα ενέργειας και όχι πηγή ενέργειας, ο οποίος μπορεί να αναβαθμίσει τις αποθηκευτικές δυνατότητες του ενεργειακού συστήματος και να επιτρέψει την απανθρακοποίηση δύσκολων χρήσεων, ας πούμε στη βιομηχανία ή στις μεταφορές μεγάλων αποστάσεων, που είναι πολύ δύσκολο να εξηλεκτρισθούν με τις σημερινές μπαταρίες.
Υπάρχουν ακόμα θέματα παραγωγής πράσινου υδρογόνου με οικονομικό τρόπο σε ευρεία κλίμακα, θέματα μεταφοράς και αποθήκευσης του υδρογόνου και θέματα τεχνικών υποδομών διάθεσης του αποθηκευμένου υδρογόνου. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα: η ανάπτυξη των αναγκαίων υποδομών για ευρείας κλίμακας ανάπτυξη των τεχνολογιών υδρογόνου.
Τεχνολογικά το προσεγγίζουμε, αλλά ακόμη υπάρχουν πολλά και δύσκολα προβλήματα. Π.χ. σε σχέση με την παραγωγή πράσινου υδρογόνου, βλέπετε τις τεράστιες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε στην απανθρακοποίηση του ηλεκτρικού συστήματος, το οποίο είναι το εύκολο κομμάτι του όλου ενεργειακού συστήματος.
Οι προκλήσεις αφορούν το πού θα εγκατασταθούν τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά, τα δίκτυα στα οποία θα συνδεθούν, πώς θα τα δεχτούν οι κοινωνίες, πώς θα τα καταστήσουμε βιώσιμες επενδύσεις κ.ά. Φανταστείτε αυτό το μέγεθος προβλήματος να το πολλαπλασιάσουμε, αναπτύσσοντας ταυτόχρονα ΑΠΕ για παραγωγή πράσινου Η2 που θα καλύψει μη ηλεκτρικές χρήσεις, όπως τις θεσμικές ή τις μεταφορές.
Είμαστε σε θέση αυτή τη δεκαετία να το επιτύχουμε, ταυτόχρονα με τον στόχο του 80% διείσδυσης ΑΠΕ στο ηλεκτρικό σύστημα; Δε νομίζω ότι είναι εύκολο, ίσως ούτε καν εφικτό στα επόμενα λίγα χρόνια, αλλά σίγουρα η διείσδυση του Η2 αναμένεται να επεκταθεί στις επόμενες δεκαετίες, μετά το 2030.
Υπάρχει και μπλε υδρογόνο, πάντως.
Είναι μεγάλο το «χρωματολόγιο», ανάλογα πώς το παράγεται το Η2 και πώς αποθηκεύεται το διοξείδιο του άνθρακα που συνοδεύει την παραγωγή του, ώστε να μην απελευθερωθεί στην ατμόσφαιρα.
Στα βαριά οχήματα το υδρογόνο θα είναι η λύση;
Με τη σημερινή τεχνολογία, οι μπαταρίες δεν μπορούν να δώσουν λύση σε βαρέα οχήματα ή σε μεταφορές μεγάλων αποστάσεων. Εκεί το Η2 είναι λύση. Θεωρώ ότι το υδρογόνο θα συνυπάρξει με τις μπαταρίες, καθώς οι δεύτερες προσφέρονται για οχήματα πόλης, μικρού μεγέθους και μικρών αποστάσεων.
Πόσο αισιόδοξος είστε ότι μπορούμε να έχουμε θετικά ή και θεαματικά αποτελέσματα τη δεκαετία που διανύουμε;
Ήδη βλέπουμε τα αποτελέσματα. Ο ρυθμός που αναπτύσσεται η παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ είναι εντυπωσιακά πιο γρήγορος σε σχέση με όλη την προηγούμενη 20ετία, ακόμη και σε σύγκριση με εποχές πολύ καλών συνθηκών στην οικονομία. Θεωρώ ότι έχουν ωριμάσει πλέον οι συνθήκες για την υποδοχή των ΑΠΕ και ότι το 2030 θα μας βρει σε τελείως διαφορετική κατάσταση. Ωστόσο υπάρχουν ακόμα σημαντικά εμπόδια και κίνδυνοι.
Πρώτα απ’ όλα, το ζήτημα των κοινωνικών αντιδράσεων είναι μία θρυαλλίδα, ένας πολύ μεγάλος κίνδυνος, ιδίως όσον αφορά τα αιολικά. Εδώ ο χωροταξιακός σχεδιασμός έπρεπε να είναι πολύ πιο μπροστά από την ανάπτυξη των ΑΠΕ.
Τα ηλεκτρικά δίκτυα είναι ένας βασικός κρίκος στην αλυσίδα και προϋπόθεση για την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Είναι υποδομές που αναπτύσσονται δύσκολα και με μεγάλο κόστος και αυτή τη στιγμή προσεγγίζουμε ένα σημείο όπου τα υφιστάμενα δίκτυα φτάνουν τον κορεσμό. Χρειάζεται πολύ προσοχή ώστε αυτόν τον πόρο να τον διαχειριστούμε με βέλτιστο τρόπο για να εξυπηρετήσουμε την ενεργειακή μετάβαση.
Συνολικά, δεν είναι εύκολος ο δρόμος του μετασχηματισμού του ενεργειακού μας συστήματος. Όμως παρά τις δυσκολίες τον ανεβαίνουμε και είμαι αισιόδοξος ότι το 2030 θα είναι διαφορετικό.
Κύριε καθηγητά σας ευχαριστώ πολύ.