Η φωτιά στο Μάτι Αττικής, με τους 81 νεκρούς και πολλούς αγνοούμενους όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, έφερε στην επιφάνεια την χαώδη κατάσταση στην χωροταξία και την δασική πολιτική.
Πέρα από τις ευθύνες και την ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού στους τομείς της πρόληψης και της καταστολής της πυρκαγιάς, η φωτιά έφερε στην επιφάνεια το βασικό πρόβλημα της οργάνωσης των οικισμών και την σχέση τους με τον περιαστικό χώρο καθώς και τον ανεξέλεγκτο τρόπο που αναπτύχτηκε η δόμηση τις τελευταίες δεκαετίες.
Οι παραθεριστικοί οικισμοί δημιουργήθηκαν από την δεκαετία του ’70 με την δημιουργία αυθαιρέτων τα οποία στην συνέχεια οργανώθηκαν σε οικισμούς ή με την δημιουργία νέων οικισμών που δημιουργήθηκαν με την παραχώρηση, κυρίως από την επταετή χούντα, σε συντεχνιακές ομάδες. Στην δεύτερη περίπτωση υπήρχε μια στοιχειώδης πολεοδομική οργάνωση καθώς σχεδιάστηκαν υποτυπωδώς εξ αρχής οι δρόμοι, τα δίκτυα και οι δημόσιοι χώροι. Eκεί βολεύτηκαν κάποιοι προνομιούχοι υπάκουοι και συνεργάτες στο καθεστώς.
Στην περίπτωση όμως των αυθαιρέτων ακολουθήθηκαν άλλοι δρόμοι:
α) Αυθαίρετα ή νόμιμα κτίσματα κατασκευάστηκαν εκτός οικισμών καθώς επιτρέπεται η «κατά παρέκκλιση» εκτός σχεδίου δόμηση σε αγροτικές εκτάσεις αν η έκταση είναι τουλάχιστον 4 στρέμματα. Αυτά δεν είχαν αρχικά πρόσβαση σε ασφαλτοστρωμένο δρόμο, νερό και ηλεκτρικό, καθώς ήταν μακριά από τα δίκτυα, και μόνο με ρουσφέτια ή λαδώματα μπορούσε φτάσει ο αυθαιρετούχος σε απόφαση του προέδρου της κοινότητα να ρίξει άσφαλτο και στην συνέχεια να φέρει ηλεκτρικό και νερό.
β) Σε πολλές περιπτώσεις, κοντά στην Αθήνα και σε μεγάλες πόλεις και κοντά στην θαλάσσια ακτή, οι ιδιοκτήτες γης χώριζαν τα χωράφια σε «οικόπεδα»[1] και τα πουλούσαν προβάλλοντάς τα κυρίως μέσω ραδιοφωνικών διαφημίσεων του τύπου «οικόπεδα παραθαλάσσια ή με θέα στην θάλασσα, μισή ή μία ώρα από την Ομόνοια, με φως νερό, τηλέφωνο». Αυτά δεν ήταν σε σχέδιο πόλης, αλλά όλοι ήταν βέβαιοι ότι κάποια μέρα θα ενταχθούν. Το «σχέδιο» οργάνωσης του οικισμού ήταν αυτό που βόλευε τους μεσίτες. Στενόμακρα «οικόπεδα» με στενά δρομάκια ανάμεσά τους.
γ) Πολλοί αετονύχηδες κατάφεραν να χαρακτηριστούν δασικές εκτάσεις[2] ως αγροτικές. Το κόλπο ήταν να αποδείξουν ότι ήταν αγροτικές εκτάσεις παλαιότερα. Σε ομάδες μεταξύ τους κατέθεταν σε δικαστήρια ότι εκεί προϋπήρχαν καλλιέργειες. Ανά δύο πήγαιναν στο δικαστήριο ενός τρίτου και αυτός ο τρίτος είχε υποχρέωση να τους το ξεπληρώσει. Έτσι πολλές λιβαδικές δασικές εκτάσεις όπου οι πρόγονοί τους έβοσκαν γιδοπρόβατα χαρακτηρίστηκαν αγροτικές και άρχισαν να κτίζονται με την «κατά παρέκκλιση» δόμηση στα 4 στρέμματα «αγροτικής γης».
Όσοι από τους κατοίκους των μεγάλων πόλεων είχαν χάσει την επαφή με τον χώρο καταγωγής τους και το ενδιαφέρον τους για ένα εξοχικό εκεί, επεδίωκαν να υπενδύσουν σε αυτά τα «οικόπεδα». Χτίζανε συχνά νύχτα ή τα Σαββατοκύριακα, και διάνοιγαν νέους δρόμους πρόσβασης, στενούς πάντα για να μην περιορίσουν το «οικόπεδό» τους και για να μην πληρώσουν πολλά στην μπουλντόζα. Άλλες φορές κατέφευγαν σε κόλπα στην κατάτμηση για να δείξουν ότι διαθέτουν 4 στρέμματα γης για να κτίσουν νόμιμα. Μετά παραχωρούσαν τα τρία στρέμματα στον διπλανό για να ακολουθήσει κι αυτός την ίδια μέθοδο. Οι κάτοικοι αυτών των περιοχών δημιούργησαν στην συνέχεια «εξωραϊστικούς» ή «εξωραϊστικούς και πολιτιστικούς συλλόγους» – την δεύτερη περίπτωση οι κάπως πιο αριστεροί. Τα παιδιά τους τις επόμενες δεκαετίες πρόσθεσαν στον τίτλο και την λέξη «περιβαλλοντικός».
Οι εξωραϊστικοί σύλλογοι, ασκώντας πιέσεις κατάφερναν να δημιουργήσουν τα δίκτυα: ασφαλτόστρωση δρόμων, νερό και αποχέτευση, κολώνες ηλεκτρικού ρεύματος και τηλεφώνου. Αν υπήρχε κανένας ανοιχτόμυαλος φροντίζανε και για δημόσιους χώρους: πλατεία, εκκλησία και παιδική χαρά. Το κτίσιμο ενός ναού συνέβαλε επίσης στο να αναγνωριστεί ότι υπάρχει και ενορία[3]. Σε κάθε περίπτωση όμως οι δρόμοι ήταν στενοί και συχνά χωρίς πεζοδρόμια γιατί κανένας δεν ήθελε να παραχωρήσει μια λωρίδα από το δικό του «οικόπεδο». Όταν κάποια στιγμή έρχονταν η πολεοδομία να σχεδιάσει εκ των υστέρων το Σχέδιο Πόλεως, μετά από κάποιο νόμο – συνήθως προεκλογικό- που αναγνώριζε τα αυθαίρετα με ένα μικρό πρόστιμο, εμφανίζονταν μεγάλες διαμάχες για την διαμόρφωση του οδικού δικτύου και των δημόσιων χώρων. Πολύ σπάνια έπεφταν οι μάντρες δίπλα στους δρόμους καθώς η κατάσταση είχε παγιωθεί.
Τα ίδια και χειρότερα συνέβαινα στην ακτή. Υπήρχαν συρματοπλέγματα που έφταναν έως την άμμο ή τα βράχια διαμορφώνοντας ιδιωτικές παραλίες. Όταν μετά το 1981 δημιουργήθηκαν αρχικά οι διευθύνσεις Χωροταξίας και Περιβάλλοντος στο Υπουργείο Συντονισμού και στην συνέχεια αυτές αποτέλεσαν την βάση για την δημιουργία του Υπουργείου Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος (ΥΧΟΠ) έγιναν κάποιες σοβαρές προσπάθειες από τον χωροτάκτη και εμπνευσμένο υπουργό – Αντώνη Τρίτση. Αυτές οι προσπάθειες δυστυχώς σταμάτησαν όταν το περιβάλλον και η χωροταξία υποτάχτηκαν στην συνέχεια στον τομέα των μηχανικών και των εργολάβων καθώς στο υπουργείο προστέθηκαν τα Δημόσια έργα (ΥΠΕΧΩΔΕ). Οι αρχικοί νόμοι, που αποτέλεσαν μεγάλη έκπληξη, επέβαλαν την ανεμπόδιστη πρόσβαση όλων των πολιτών στην παραλία και την ακτή και ξηλώθηκαν πολλές περιφράξεις και μάντρες, ενώ επιβλήθηκε να εξασφαλίζεται η πρόσβαση στην ακτή. Σ’ αυτές τις διατάξεις οφείλονται τα στενά δρομάκια ανάμεσα στις μάντρες των εξοχικών που επιτρέπουν την πρόσβαση προς την ακτή για τους λουομένους. Σ’ αυτές επίσης ανάγονται και οι απαγορεύσεις για δόμηση στην ζώνη της παραλίας.
Ας πάμε όμως πάλι στην χέρσο. Οι δασικές υπηρεσίες, υπό τον καταιγισμό των συνεχών – προεκλογικών συνήθως – αναγνωρίσεων των αυθαιρέτων, βρέθηκαν, αντί να ασχολούνται με την διαχείριση τους δάσους και των δασικών εκτάσεων, να ασχολούνται με τις χρήσεις γης και τους χαρακτηρισμούς των εκτάσεων ως δασικές ή μη και να παραβρίσκονται συνεχώς σε δικαστήρια. Οι δασικοί έβλεπαν τους οικισμούς να εισβάλουν στο δάσος και τις δασικές εκτάσεις και προσπαθούσαν να κάνουν κάτι για την προστασία του, χωρίς να είναι και εδώ λίγες οι περιπτώσεις χρηματισμού, όπως και στις πολεοδομίες.
Τα δένδρα όμως προστατεύονταν και χρειαζόταν άδεια να τα κόψει κάποιος. Έτσι γύρω και μέσα στους οικισμούς βρίσκονται λόγμες ή μεμονωμένα δέδρα χαλεπίου πεύκης[4]. Τα πεύκα λοιπόν παρέμεινα γύρω και μέσα στους οικισμούς και σε μερικές περιπτώσεις επεκτάθηκαν δίπλα στους οικισμούς καθώς η βόσκηση εκεί έπαψε. Οι ίδιοι οι παραθεριστές ήταν επίσης περήφανοι που είχανε ένα σπίτι «μέσα στα πεύκα». Αυτή η νοοτροπία κρατάει ακόμα παρά τις ραγδαίες πυρκαγιές που ξεσπάσανε τις προηγούμενες δεκαετίες. Ίσως, καθώς σιγά – σιγά οι περιοχές αυτές έγιναν πυκνοκατοικημένες και τα σπίτια διώροφα και τριώροφα, οι συστάδες και τα διάσπαρτα πεύκα παρέχουν μια αίσθηση ότι δεν βρίσκονται σε πόλεις.
Να λοιπόν τι βρήκε η φονική φωτιά στο Μάτι. Πεύκα, στενούς δρόμους με πολλά αυτοκίνητα και μάντρες που δεν επέτρεπαν την εύκολη πρόσβαση στην ακτή. Πολλά θα ακουστούν, και δικαίως για την ανεπάρκεια του μηχανισμού πρόληψης και για τον δήμαρχο που ενδιαφέρεται μόνο για το life style. Σ’ αυτόν τον τομέα πρέπει να γίνουν πολλά και κυρίως να εμπλακούν όλοι οι πολίτες στην πρόληψη με οργανωμένα σχέδια ανά περιοχή. Τα προβλήματα όμως είναι βαθιά, αφορούν όλη την επικράτεια και μόνο με σοβαρή αναθεώρηση της χωροταξικής και της δασικής πολιτικής μπορούν να αντιμετωπιστούν.
Μερικές προτάσεις:
Απαγόρευση της εκτός σχεδίου δόμησης. Σήμερα ο μόνος περιορισμός στην εκτός σχεδίου δόμηση είναι στις περιοχές NATURA όπου επιτρέπεται η δόμηση στα 10 στρέμματα εκτός αν έχει γίνει κατάτμηση πριν από την θεσμοθέτηση του νόμου για την βιοποικιλότητα [5].
Γκρέμισμα των αυθαιρέτων με διοικητικές διαδικασίες αμέσως μετά την διαπίστωσή τους. Σε νομιμοποιήσεις δυστυχώς ετοιμάζεται να προχωρήσει και η σημερινή κυβέρνηση με την εξαίρεση που υιοθετεί περί «οικιστικών πυκνώσεων», μια πρακτική παρόμοια με τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Επανεξέταση των χωροταξικών σχεδίων (εθνικού και περιφερειακών) που στην σημερινή τους μορφή οδηγούν σε δόμηση κατά μήκους όλων των ακτών. Το αποτέλεσμα θα είναι τραγικό για το ελληνικό τοπίο με συνεχείς κατοικίες σε όλη την χώρα όπως το βλέπουμε ήδη στην Αττική και ανατολικά της Θεσσαλονίκης ή σε νησιά όπως η Μύκονος. Μια μικρή οικονομική δραστηριότητα στον κατασκευαστικό τομέα τώρα θα έχει τραγικά αποτελέσματα μακροχρόνια υποβαθμίζοντας στο μέλλον τα έσοδα από τον τουρισμό αλλά και αυξάνοντας τις πιθανότητες καταστροφών όπως η πρόσφατη.
Πλήρης εφαρμογή της προστασίας αιγιαλού και παραλίας και διασφάλιση της ελεύθερης πρόσβασης σε όλη την ακτή, ανεξάρτητα αν αυτή είναι πλαζ ή όχι. Ένα παράδειγμα καλής πρακτικής μπορεί να δει κανείς σε περιοχές της Γαλλίας όπου υπάρχει πρόσβαση και μονοπάτια σε μήκος δεκάδων χιλιομέτρων πίσω από την παραλία ή την ακτή.
Αναθεώρηση των πολεοδομικών σχεδίων σε όλους τους παραθεριστικούς οικισμούς και επανασχεδιασμός του οδικού δικτύου με διαπλατύνσεις και πεζοδρόμια.
Κόψιμο των πεύκων που βρίσκονται σε ακτίνα 20 μέτρων από νόμιμες κατοικίες και απαγόρευση δόμησης κοντά σε πευκώνες.
Αναθεώρηση των πρακτικών αναδάσωσης με σταμάτημα του φυτεύματος πεύκων σε ακτίνα 500 τουλάχιστον μέτρων από οικισμούς.
Ενίσχυση της εκτατικής κτηνοτροφίας και άρση περιορισμών για στάβλους καθώς η βόσκηση περιορίζει την άφλεκτη φυτική βιομάζα. Άλλωστε η εκτατική κτηνοτροφία αποτελεί ένα σημαντικό τομέα της οικονομίας που απειλείται από την μονοκαλλιέργεια του τουρισμού και την απαξίωσης της πρωτογενούς παραγωγής.
Σημειώσεις:[1] Οικόπεδο είναι μια έκταση όπου υπάρχει δικαίωμα δόμησης. Διαφορετικά η έκταση χαρακτηρίζεται αγροτική. Η μετατροπή των αγροτικών εκτάσεων σε οικόπεδα σήμαινε μια τεράστια υπεραξία καθώς με μια διοικητική πράξη η αξία της γης πολλαπλασιάζεται.
[2] Δασική έκταση είναι μια περιοχή, όπου δεν υπάρχει υψηλό δάσος αλλά φύονται λιβαδικά είδη, θάμνοι, φρύγανα και λίγα, διάσπαρτα συνήθως, δένδρα. Οι δασικές εκτάσεις έχουν την ίδια αξία με το δάσος για την βιοποικιλότητα και συχνά μάλιστα πολύ μεγαλύτερη από τα υποβαθμισμένα αποψιλωτικά διαχειριζόμενα δάση για την παραγωγή καυσόξυλων. Προστατεύονται επίσης από αλλαγές χρήσεων γης όπως και τα δάση, αν και πολλές φορές επιχειρήθηκε να περάσουν νόμοι που επιτρέπουν τις αλλαγές χρήσεων γης όπως και στις αγροτικές εκτάσεις. .
[3] Ένα γνωστό κόλπο άλλωστε είναι να φτιάχνει κάποιος έναν μικρό ναό εκμεταλλευόμενος διατάξεις για την ναοδομία και δίπλα να φτιάχνει την βίλα του · ή μια ομάδα αυθαιρετούχων σε ορεινές περιοχές να φτιάχνει στα γρήγορα έναν ναό για να δηλώσει στην συνέχεια ότι πρόκειται για παλιό οικισμό.
[4] Παρά το ότι είναι γνωστό ότι το πεύκο είναι πολύ εύφλεκτο και στην πραγματικότητα ένα πυρόφιλο είδος καθώς επεκτείνεται και ευνοείται η φυσική φύτρωσή του μετά από φωτιά.
[5] Η προσπάθεια στις επεξεργασίες της επιτροπής για τον νόμο για την βιοποικιλότητα ήταν η πλήρης απαγόρευση της εκτός σχεδίου δόμησης σε όλη την επικράτεια. Τελικά αυτό δεν πέρασε από το υπουργείο, ούτε και η πρόταση για πλήρη απαγόρευση της εκτός σχεδίου δόμησης στις περιοχές NATURA και η βουλή τελικά κατέληξε στην πολύ κουτσουρεμένη διάταξη, μετά από αντιδράσεις βουλευτών από όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα.