Η κρίση από την πανδημία τώρα μπαίνει σε μια φάση που θα αρχίσουν να εκδηλώνονται οι συστημικότερες συνέπειές της.
Το πλανητικό μοντέλο ήδη κλονίζεται από ένα σοκ αποπαγκοσμιοποίησης, που σημαίνει, ότι οι υπερβολικά διεθνοποιημένοι τομείς της οικονομίας αντιμετωπίζουν κρίση βιωσιμότητας. Την προκαλεί η έκρηξη του «κόστους εξασφάλισης» και ταυτόχρονα η μεγιστοποίηση του ρίσκου που προκαλεί η έκρηξη της πανδημίας. Ότι δηλαδή αυτή απέδειξε πόσο εύθραυστο είναι το παρόν μοντέλο (που θέλει «απόλυτη κανονικότητα» ώστε να λειτουργήσει), και επίσης το πόσο η ίδια του η δραστηριότητα (π.χ. στο Βουχάν της Κίνας) αυξάνει τον κίνδυνο ποικίλων βιολογικών, οικολογικών ατυχημάτων (γιατί στην λογική του είναι η εντατική εκμετάλλευση και καταστροφή της φύσης).
Στην Ελλάδα, δοκιμάζονται όπως όλοι γνωρίζουμε η «οικονομία της εξωστρέφειας» -ο διεθνοποιημένος τουρισμός, η βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου και της διασκέδασης, η μαζική στηριγμένη στις εισαγωγές κατανάλωση. Είναι δύσκολο από τα τώρα να προδιαγράψει κανείς την συμπεριφορά του κάθε κλάδου. Αλλού θα έχουμε βίαιες αλλαγές και ανατροπές αλλού μεταβάσεις. (Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι μαζικοί κλάδοι όπως η εστίαση ή τα καφέ θα επανακάμψουν κάποια στιγμή όπως πριν, γιατί η κρίση και η ανασφάλεια αλλάζει όχι μόνο το οικονομικό περιβάλλον αλλά και τις ίδιες τις επιλογές του καταναλωτικού κοινού και τον τρόπο ζωής των ανθρώπων).
Η βαμβακοπαραγωγή, για παράδειγμα, πλήττεται γιατί η πρώτη ύλη εξάγονταν μέχρι τώρα προς απορρόφηση από την τουρκική νηματουργία, κάτι που φέτος δεν δείχνει να μπορεί να συμβεί (ναι, η Τουρκία τα τελευταία χρόνια έχει πάρει μεγάλο μερίδιο από την γεωργική παραγωγή, την οποία μεταποιεί κερδίζοντας εκείνη την προστιθέμενη αξία, ενώ παράλληλα πετυχαίνει να εξαρτήσει μεγάλους τομείς της ελληνικής οικονομίας στο δικό της άρμα). Αυτό όμως ανοίγει περιθώριο, αν υπάρχει ο σωστός σχεδιασμός και η κατάλληλη καθοδήγηση επενδύσεων, με τα έκτακτα μέτρα για την έκτακτη περίσταση να οδηγηθούμε σε ανάκαμψη της ελληνικής νηματουργίας, κάτι που μπορεί να μας ωφελήσει πολλαπλώς. Πόσο μάλλον όταν το κόστος της πλανητικής μεταφοράς προϊόντων τα αμέσως επόμενα χρόνια αναμένεται να ανέβει (λόγω των ελέγχων, των απολυμάνσεων κ.ο.κ.), κάτι που θα επιτρέψει και στην επανατοπικοποίηση άλλων κλάδων.
Η ανεξέλεγκτη μετανάστευση, είναι και αυτή ένα από τα κομμάτια της παγκοσμιοποίησης που εν τέλει θα περιοριστεί σημαντικά. Από εδώ και πέρα θα γίνεται ολοένα και λιγότερο ανεκτή στις κοινωνίες εγκατάστασης (το κριτήριο της από κάθε άποψη ασφάλειας θα καταρρίψει και το τελευταίο επιχείρημα υπέρ των ανοιχτών συνόρων). Αυτό θα βελτιώσει τον βαθμό κοινωνικής και πολιτιστικής συνοχής κοινωνιών όπως η Ελλάδα, ωστόσο, θα θέσει το αμείλικτο ζήτημα στην κοινωνία μας για την χειρωνακτική εργασία και το κόστος της.
Η τοπικοποίηση, δηλαδή, και μιαν ορισμένη επιστροφή στην παραγωγή θα γίνει εφικτή για πρώτη φορά τόσο έντονα μέσα στις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Το ζήτημα είναι η μετάβαση. Εκεί θα παιχτεί όλη η υπόθεση της κοινωνικής δικαιοσύνης (για να θυμηθούμε και την φετινή επέτειο της Πρωτομαγιάς). Αν θα αφεθεί να γίνει βιαίως και άναρχα, με το κόστος της να πηγαίνει κυρίως στις πλάτες των πιο ευάλωτων οικονομικά ή αν θα υπάρξει παρέμβαση και ισχυροποίηση του κρατικού ρυθμιστικού ρόλου για να εγγυηθεί μια κάποια ομαλότητα στην μετάβαση.
Αυτό είναι ζήτημα κοινωνικής κινητοποίησης και άσκησης σωστής πίεσης «από τα κάτω» προς την εκάστοτε εξουσία –κάτι που θα κρίνει το περιεχόμενο της πολιτικής ατζέντας στα επόμενα χρόνια. Στην Ελλάδα ζητείται φορέας να το κάνει, μιας και η απολύτως ταυτισμένη με την παγκοσμιοποίηση αντιπολίτευση έχει πάθει καθίζηση, ενώ η κυβέρνηση αγγίζει διπλάσια από τον δεύτερο ποσοστά διαμορφώνοντας έστω και προσωρινά, ένα μονοπολικό σύστημα.
Πρώτη δημοσίευση στο Αρδην