Η επίδραση του αρχαιοελληνικού στρατηγικού και πολιτικού στοχασμού στην ινδική τέχνη του κυβερνάν

Οι πνευματικές ζυμώσεις μεταξύ του ελληνικού και του ινδικού πολιτισμού και η επιρροή τους στον ισλαμικό κόσμο.
|
Open Image Modal
.
Commons wikimedia

Τα τελευταία χρόνια έχουν πολλαπλασιαστεί οι πρωτοβουλίες για την επαναξιολόγηση των εγχώριων παραδόσεων της στρατηγικής και της τέχνης του κυβερνάν στην Ινδία, ιδιαίτερα κατά την αρχαία περίοδο. Αυτό το εγχείρημα προϋποθέτει όχι μόνο την ενδελεχή ανάλυση ποικίλων πηγών και τεκμηρίων, αλλά και τη διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους τα διάφορα πρότυπα πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, που αναδύθηκαν στην Ινδική υποήπειρο, αλληλεπίδρασαν με εξωγενείς παράγοντες.

Η εκστρατεία του Μεγάλου Αλέξανδρου στην Ινδία αποτέλεσε κρίσιμο σημείο καμπής για την ελληνική επιρροή, καθώς συνέβαλε στην αύξηση του αριθμού των ελληνικών παροικιών και οικισμών και έδωσε νέα ώθηση στο εμπόριο. Επιπλέον, ευνόησε τη σύνθεση και ώσμωση στοιχείων από τον ελληνικό και τον ινδικό πολιτισμό, απτή έκφανση της οποίας είναι η τέχνη της Gandhara. Θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι οι επιχειρήσεις των στρατευμάτων του Μεγάλου Αλέξανδρου και η αναμέτρησή τους με τις δυνάμεις του βασιλιά Πώρου στη μάχη του Υδάσπη (326 π.Χ.), η οποία σηματοδότησε το τέλος της προέλασης του Μακεδόνα στρατηλάτη, αποτέλεσαν πηγή πολύτιμων διδαγμάτων και εμπειριών με καταλυτική σημασία για την επέκταση της αυτοκρατορίας των Maurya αλλά και ενέπνευσαν τον σπουδαίο θεωρητικό Kautilya (περίπου 4ος π.Χ. αιώνας) να συντάξει το Arthashastra (Η επιστήμη της υλικής επιτυχίας), το κορυφαίο του έργο για την τέχνη του άρχειν.

Ο Σέλευκος Α′ Νικάτωρ, ένας από τους στρατηγούς και διαδόχους του Μεγάλου Αλέξανδρου και ιδρυτής της Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών, ηττήθηκε από τον Chandragupta Maurya (Σανδροκόττος ή Σανδράκοττος) το 305 π.Χ. Σύμφωνα με μία παράδοση που διαμορφώθηκε από ινδικές πηγές, ο Σέλευκος συμφώνησε σε ανακωχή, η οποία προέβλεπε γάμο-συμμαχία μεταξύ της κόρης του, Έλενας, και του Ινδού ηγεμόνα. Σε αντίθεση με μια άλλη θρυλική γυναικεία μορφή της αρχαιότητας με παρόμοιο όνομα, την Ελένη, η οποία συνδέθηκε με τον Τρωικό Πόλεμο, μια από τις πιο μακροχρόνιες και βιαιότερες στρατιωτικές συγκρούσεις της ελληνικής μυθολογίας, η Έλενα εγκαινίασε μια φάση ειρηνικής συμβίωσης των δυναστειών των Σελευκιδών και των Maurya. Αρκετοί Έλληνες συμμετείχαν σε διπλωματικές αποστολές και αντιπροσωπείες ή υπηρέτησαν ως πρεσβευτές σε Ινδούς αυτοκράτορες αφήνοντας ως παρακαταθήκη γραπτές μαρτυρίες σχετικά με την πολιτική και στρατιωτική οργάνωση του κράτους των Maurya. Ένα από αυτά τα πονήματα είναι τα Ινδικά, τα οποία συνέγραψε ο Μεγασθένης (σύγχρονος του Kautilya), επιτετραμμένος του Σέλευκου στην αυλή του Chandragupta στην Pataliputra (σημερινή Patna). Το συγκεκριμένο κείμενο έχει διασωθεί μέσω αποσπασμάτων που παρατίθενται από μεταγενέστερους Έλληνες και Ρωμαίους συγγραφείς.

Οι πνευματικές ζυμώσεις μεταξύ του ελληνικού και του ινδικού πολιτισμού έχουν αποκρυσταλλωθεί στα «έδικτα» (παραγγέλματα/εντολές) του πιο σημαντικού μέλους της δυναστείας των Maurya, του αυτοκράτορα Ασόκα (κυβέρνησε 273–232 π.Χ.). Τα έδικτα συνιστούν ένα σώμα 33 επιγραφών, οι οποίες διασώζονται στις στήλες του Ασόκα καθώς και βραχογραφίες, έχουν συνταχθεί στη γλώσσα Καροστί και εν μέρει στα ελληνικά και αραμαϊκά, ενώ μαρτυρούν τη μεταστροφή του Ινδού αυτοκράτορα στον Βουδισμό.

Το Ινδο-Ελληνικό (Yavana) Βασίλειο ανέδειξε εξέχοντες πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες, όπως ο Μένανδρος Α′ ο Σωτήρ (Milinda), ο οποίος σύμφωνα με την ινδική παράδοση ασπάστηκε και προώθησε τον Βουδισμό, και ο Δημήτριος Γ´ο Ανίκητος. Μία άλλη φυσιογνωμία που συμβολίζει την εμπέδωση του ελληνικού πολιτισμού είναι ο Σώφυτος, γιος του Νάρατου, οι οποίοι ήταν μάλλον ινδικής καταγωγής και τα ονόματά τους εξελληνισμένες εκδοχές των Subhuti και Narada, αντίστοιχα. Σε μία επιγραφή που βρέθηκε στην Kandahar (Κανταχάρ - Αφγανιστάν) και χρονολογείται στον 2ο π.Χ. αιώνα o ίδιος διηγείται σε εκλεπτυσμένα ελληνικά ότι όταν έχασε την περιουσία που είχε κληρονομήσει από τους προγόνους του αποφάσισε να εγκαταλείψει οριστικά τη γενέτειρά του, την Αλεξανδρόπολη (Αλεξάνδρεια Αραχωσίας). Αφού δανείστηκε χρήματα, επιδόθηκε στο εμπόριο, ταξίδευσε σε πολλές πόλεις, απέκτησε μεγάλο πλούτο και επέστρεψε μετά από πολύ καιρό στην πατρίδα του. Η επιγραφή αυτή πιστοποιεί ότι ο Σώφυτος προερχόταν από μια τοπική αριστοκρατία, η οποία δεν ήταν αμέτοχη ελληνικής παιδείας. Επιπλέον, είναι πιθανό ότι ανήκε στην ίδια οικογένεια με τον Σώφυτο, ο οποίος είχε διοριστεί σατράπης (κυβερνήτης) της Αραχωσίας από τον Chandragupta ύστερα από την απόσυρση των στρατευμάτων του Σέλευκου και είχε εκδώσει νομίσματα με ελληνικά μοτίβα.

Η πορεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ινδία και η δημιουργία του Ελληνο-Ινδικού Βασίλειου προλείαναν το έδαφος για τη σύναψη στενών δεσμών ανάμεσα στον ελληνικό και τον ινδικό πολιτισμό. Ο ελληνικός στοχασμός και επιστήμη αποτέλεσαν επί μακρόν βασική παράμετρο της ιστορίας της προ-νεωτερικής Ινδίας.

Την επαύριο της παγίωσης της ισλαμικής κυριαρχίας, λόγιοι και επιστήμονες, οι οποίοι είχαν εντρυφήσει στην ελληνική γραμματεία, εισέρευσαν στην Ινδία από διάφορα μέρη του ισλαμικού κόσμου. Η εξάπλωση του Ισλάμ συνετέλεσε στην κυκλοφορία έργων με πολιτικό-ηθικοδιδακτικό χαρακτήρα και προσανατολισμό, όπως το Akhlaq-i Nasiri (Ηθικά του Naσίρ), το magnum opus του Πέρση πολυμαθή Nasir al-Din Tusi (13ος αιώνας). Η Ηθική του Naσίρ είναι στην ουσία συμπίλημα ιδεών, ρήσεων και αποφθεγμάτων προερχόμενων από αρχαιοελληνικές πηγές, κυρίως από τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη και, εν μέρει, από τον Πλάτωνα. Στο σύγγραμμα αυτό, ο Tusi εκθέτει αναλυτικά τις αρετές που συνδέονται με την ατομική συμπεριφορά (ηθική), τη διαχείριση του οίκου (οικονομία) και την διακυβέρνηση της πολιτικής κοινότητας (πολιτική). Στη διάχυση των ιδεών του Tusi στις κεντρικές και ανατολικές περιοχές του ισλαμικού κόσμου συνέβαλε καίρια το Akhlaq-i Jalali (Ηθικά του Τζαλάλ), η εμπλουτισμένη εκδοχή του έργου του πρώτου, την οποία συνέθεσε ο διακεκριμένος θρησκευτικός και νομικός στοχαστής Jalal al-Din Dawwani τον 15ο αιώνα.

Ένα από τα πρώτα συγγράμματα, τα οποία ανήκουν στο γραμματειακό είδος akhlaq και αφιερώθηκε στους Μουγκάλ (Mughal) είναι το Akhlaq-i Humayuni (Ηθικά του Χουμαγιούν), αποδέκτης του οποίου υπήρξε ο Babur, όταν κατέλαβε την Καμπούλ το 1504. Αυτή η πραγματεία περιλαμβάνει παραινέσεις για την τέχνη του κυβερνάν και άσκησε βαθιά επίδραση στους τύπους ηγεσίας των πρώτων ηγεμόνων της αυτοκρατορίας των Μουγκάλ. Την περίοδο της διακυβέρνησης (1556–1605) του αυτοκράτορα Akbar, τα Ηθικά του Naσίρ αναδείχθηκαν σε ένα από τα θεμελιώδη κείμενα της πολιτικής κουλτούρας των Μουγκάλ. Άλλωστε ο Akbar, ο πιο ρηξικέλευθος στρατηγικός σχεδιαστής ολόκληρης της εποχής των Μουγκάλ, έτρεφε έντονο θαυμασμό για τα Ηθικά του Naσίρ. Όντας δυσλεκτικός ο ίδιος, είχε ζητήσει από τους αυλικούς του να του το διαβάζουν σε τακτική βάση. Προφανώς, ο Ινδός αυτοκράτορας είχε εκλάβει το σύγγραμμα του Tusi ως ένα περιεκτικό και συνάμα ευανάγνωστο εγχειρίδιο για την αποτελεσματική διαχείριση των κρατικών υποθέσεων και τη λήψη αποφάσεων. Παράλληλα, ο Akbar το όρισε ως υποχρεωτικό ανάγνωσμα για τους κυβερνητικούς αξιωματούχους και στρατιωτικούς διοικητές. Θα μπορούσε μάλιστα κανείς να θεωρήσει ότι τα φιλοσοφικά δόγματα του Tusi λειτούργησαν ως ο ακρογωνιαίος λίθος του μεγαλεπήβολου αρχιτεκτονικού προγράμματος του Akbar για την οικοδόμηση της Fatehpur Sikri (Πόλης της Νίκης) ως της νέας πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας των Μουγκάλ, καθώς ήταν ένας από τους κεντρικούς πυλώνες του φιλόδοξου οράματός του για το sulh-i kul (απόλυτη/καθολική ειρήνη).

Το Ain-i Akbari (Θεσμοί του Akbar), η ιστορική αφήγηση της διακυβέρνησης του Akbar την οποία συνέταξε ο μέγας βεζίρης (πρωθυπουργός) του, Abu’l-Fazl, είναι επίσης εμποτισμένο από αρχαιοελληνικές ιδέες, όπως αυτές μεταφέρθηκαν από τους συγγραφείς του akhlaq.

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Abu’l-Fazl στηρίχτηκε στην ελληνική (yunani) ιατρική και τη θεωρία των τεσσάρων χυμών του σώματος που είχε διατυπώσει ο Γαληνός, προκειμένου να σκιαγραφήσει ένα πρότυπο κοινωνικής οργάνωσης το οποίο απαρτιζόταν από τις ακόλουθες τέσσερις βασικές επαγγελματικές ομάδες: πολεμιστές, τεχνίτες και έμποροι, λόγιοι, γεωργοί και εργάτες, οι οποίες θεωρούνταν ότι αντιπροσώπευαν τα τέσσερα στοιχεία της φύσης, δηλαδή τη φωτιά, τον αέρα, το νερό και τη γη, αντίστοιχα. Άλλα σημαντικά δείγματα της πολιτικής γραμματείας της περιόδου των Μουγκάλ, στα οποία εντοπίζονται ίχνη της επίδρασης των Ηθικών του Νασίρ και της αρχαιοελληνικής κληρονομιάς, είναι το Mau‘izah-i Jahangiri (Νουθεσία για τον Jahangir) και το Akhlaq-i Jahangiri (Ηθικά του Jahangir), συνταγμένα και τα δύο κείμενα στις αρχές του 17ου αιώνα.

Τα έργα akhlaq ήταν ευρέως διαδεδομένα («best seller») όχι μόνο στον ινδο-ισλαμικό κόσμο, αλλά και σε άλλες περιοχές του Ισλάμ. Ο σχεδόν σύγχρονος του Abu’l-Fazl, ο Kınalızade Ali Çelebi, δικαστής (καδής) στην Κωνσταντινούπολη, συνέγραψε το Ahlak-ı Alai (Υψηλά Ηθικά/Ηθικά του Aλί), το οποίο άφησε ισχυρό αποτύπωμα ως ένα από τα κύρια σημεία αναφοράς της οθωμανικής πολιτικής παράδοσης. Το γραμματειακό είδος akhlaq και οι παραλλαγές του παρέμειναν ένα από τα κυρίαρχα πεδία συζητήσεων περί της άσκησης της εξουσίας μέχρι και το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, όπως καταδεικνύεται από ένα σώμα κειμένων γραμμένων στη γλώσσα Ούρντου (Urdu), τα οποία εστιάζουν σε θέματα παρόμοια με εκείνα που είχαν ασχοληθεί ο Tusi, ο Dawwani και οι αρχαίοι Έλληνες διανοητές (Σημ. Ούρντου είναι μία από τις γλώσσες της νότιας Ασίας. Είναι ινδο-ευρωπαϊκής προέλευσης, ενώ παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τη γλώσσα Χίντι, αλλά χρησιμοποιεί ένα αλφάβητο το οποίο προέρχεται από το περσικό. Είναι η εθνική γλώσσα του Πακιστάν και έχει αναγνωριστεί ως μία από τις επίσημες γλώσσες του Συντάγματος της Ινδίας και έξι ινδικών πολιτειών). Αντίτυπα και μεταφράσεις στα Ούρντου των Ηθικών του Τζαλάλ του Dawwani τυπώθηκαν τον 19ο αιώνα σε διάφορες πόλεις, όπως η Lucknow και η Kanpur, ενώ μια άρτια αγγλική μετάφραση κυκλοφόρησε στη Λαχόρη το 1939.

Τα έργα akhlaq διατήρησαν την διαχρονική αξία και τη δημοφιλία τους και εκτός του πλαισίου της ισλαμικής ηθικής, καθώς οι Ινδουιστές, οι οποίοι φοιτούσαν σε ισλαμικά ιεροδιδασκαλεία (μεντρεσέδες), προσβλέποντας σε διοικητικά αξιώματα, μπολιάστηκαν με το πνεύμα των Ελλήνων κλασικών μέσω της μελέτης και ερμηνείας εγχειριδίων akhlaq και συμβουλευτικής γραμματείας που ήταν γραμμένη στα αραβικά και τα περσικά. Ο Henry George Keene, ο οποίος εργάσθηκε στην East India Company και αργότερα δίδαξε περσικά και αραβικά στο India Company College στο Haileybury, δημοσίευσε το 1867 αγγλική μετάφραση του Akhlaq-i-Muhsini (Ηθικά του Μουχσίν). Αυτό το πόνημα, του οποίου συγγραφέας του ήταν ο Πέρσης λόγιος του 15ου αιώνα Husayn Waiz Kashifi, αποτελεί σύνοψη προγενέστερων διδασκαλιών του akhlaq. Ο Kashifi είναι γνωστός ως συντάκτης μιας συλλογής παραβολών και αλληγοριών στην περσική γλώσσα, βασισμένης στους μύθους Kalila wa-Dimna και, κατ’ επέκταση, στην Panchatantra, την αρχαία ινδική συλλογή διδακτικών μύθων όπου ήρωες είναι ως επί το πλείστον ζώα. Η μετάφραση του Keene ενσωματώθηκε στο πρόγραμμα σπουδών του Κολλεγίου για τα μελλοντικά στελέχη της East India Company.

***

Ο Βασίλειος Σύρος είναι Επίτιμος Εταίρος στο Centre for Military History and Conflict Studies στο United Service Institution of India, την παλαιότερη δεξαμενή σκέψης της Νότιας Ασίας (ιδρ. 1870) για έρευνα σε θέματα εθνικής ασφάλειας και τη στρατιωτική ιστορία. Διετέλεσε Τακτικός Καθηγητής στην Πανεπιστημιακή Έδρα Ελληνικών Σπουδών του Jawaharlal Nehru University (JNU) στο Νέο Δελχί της Ινδίας.

Το παρόν δημοσίευμα είναι η εμπλουτισμένη εκδοχή του άρθρου γνώμης του συγγραφέα “How Ancient Greece influenced Indian strategic thought and statecraft,” The Sunday Guardian (8/12/2024) sundayguardianlive.com/investigation/how-ancient-greece-influenced-indian-strategic-thought-and-statecraft