Φεβρουάριος, Κυριακή πρωί. Μπόλικο κρύο και ένας υπέροχος θολός ήλιος
Παρκάραμε το αμάξι κάπου στη Μιχαήλ Βόδα και προσπαθήσαμε να βρούμε το που θέλαμε να πάμε. “Εγώ λέω να πάμε προς τα εκεί που πάνε και οι πολλοί” του λέω. Την ώρα που περπατάμε, βλέπω κατάξανθες οικογένειες να τρέχουν πιασμένες χέρι χέρι. Βλέποντας το Ναό και την κεντρική είσοδο, του λέω “Εδώ είμαστε”.
Μπαίνουμε στον περίβολο του Ναού της Ιεράς Καρδίας του Σωτήρος. Στεκόμαστε έξω από το κύριο μέρος του Ναού. Σα να ντρεπόμαστε και να δειλιάζουμε να μπούμε μέσα. Όση ώρα έχουμε βγάλει τις φωτογραφικές μηχανές και φωτογραφίζουμε τα αγάλματα, τις αγιογραφίες, τα βιτρό, παρατηρώ τον κόσμο που δεν έχει σταματήσει να μπαίνει. Δεν είχα ξαναδεί Κυριακή πρωί, σε εκκλησία τόσο νέο κόσμο. Νέοι γονείς, νέες γυναίκες και άντρες, μικρά παιδιά, έφηβοι. Όλοι εκεί, σε μία κατάμεστη εκκλησία όπου τα παιδιά τραγουδούσαν ύμνους με τη συνοδεία μίας καθολικής καλόγριας η οποία έπαιζε κιθάρα. Δεν άργησε να ξεκινήσει η λειτουργία με τον ιερέα να τελεί όλη τη λειτουργία στα πολωνικά. Άλλωστε η πλειονότητα του πιστών του Ναού ανήκει στην πολωνική κοινότητα.
″Οι καθολικοί Έλληνες οι οποίοι έμειναν στη γύρω περιοχή πλέον είναι ελάχιστοι. Παρόλα αυτά, κάθε μέρα τελούμε τη λειτουργία στα ελληνικά για όσους έχουν απομείνει.” μου λέει η Ειρήνη όταν βρεθήκαμε από κοντά λίγες ημέρες αργότερα. Η κοινότητα των Ιησουιτών αποτελεί ένα ζωντανό κύτταρο της περιοχής. Γύρω της παίρνουν ζωή όχι μόνο οι καθολικοί, όχι μόνο οι Πολωνοί αλλά και όσοι έχουν πραγματικά ανάγκη.
Ποιοι είναι όμως οι Ιησουίτες;
Η Ειρήνη Κουτελάκη,η υπεύθυνη επικοινωνίας των Ιησουιτών στην Ελλάδα, θα μου έδινε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για το αφιέρωμα μου στην Κοινότητα Ιησουιτών στην Ελλάδα. Αρχικά, μέσω εμαιλ και μετά μέσω messenger στάθηκε δίπλα μου σε όλη την έρευνα και μου έδινε πληροφορίες, διευκρινήσεις που σίγουρα θα τις χρειαζόμουν μελλοντικά. Μέσα από δέκα σελίδες σημειώσεις της Ειρήνης σε word, “διακρίθηκαν”αυτές που θα μας ανοίξουν την πόρτα του κόσμου των Ιησουιτών.
“Οι Ιησουίτες αποτελούν ένα Τάγμα. Το στοιχείο που χαρακτηρίζει το κάθε τάγμα είναι η πνευματικότητα του αλλά και ο διαφορετικός τομέας αποστολικής δράσης του. Έτσι κάποιο τάγμα μπορεί να είναι εκπαιδευτικό, ενορατικό ή δράσεως όταν η δραστηριοποίηση του είναι η ενεργός ανάμειξή στην κοινωνία.”
Η Ειρήνη θα μου τόνιζε τη σημασία της λέξεως “Παρουσία”. Μιλάμε λοιπόν για παρουσία ενός τάγματος σε ένα μέρος και εμείς εδώ θα μιλήσουμε για την παρουσία του τάγματος των Ιησουιτών στην Ελλάδα. “Σε κάθε χώρα που δραστηριοποιείται το τάγμα Ιησουιτών μπορεί να έχει ένα ή και περισσότερα σημεία παρουσίας, δηλαδή μοναστήρια ή αλλιώς “σπίτια”.
Στην Ελλάδα υπάρχουν δύο σπίτια: στην Αθήνα και στην Τήνο. “Μέχρι πριν λίγα χρόνια υπήρχε ένα ακόμα σπίτι στην Σύρο το οποίο έπαψε να λειτουργεί λόγω της συρρίκνωσης του αριθμού των Ιησουιτών στην Ελλάδα. Παρόλα αυτά, το κτήριο αξιοποιείται ακόμα από το τάγμα των Ιησουιτών όταν προκύπτει κάποια ανάγκη.”
Ad maiorem Dei gloriam
“Αναζητώντας και βρίσκοντας τον Θεό σε όλα τα πράγματα”.
Αυτή είναι μια χαρακτηριστική φράση που χρησιμοποιεί το τάγμα και σημαίνει ότι ο Θεός βρίσκεται κοντά στον άνθρωπο, σε κάθε ανθρώπινη κατάσταση, αρκεί να έχουμε την καρδιά μας ανοιχτή για να διακρίνουμε την παρουσία του.
Οι «αποστολικές προτεραιότητες» (ή «αποστολικές προτιμήσεις»), που ανακοινώθηκαν τον Φεβρουάριο του 2019, είναι μια επιλογή κατευθύνσεων στις οποίες επικεντρώνεται το έργο των Ιησουιτών για μια περίοδο δέκα ετών. Ανακοινώθηκαν από τον νέο Γενικό Ηγούμενο των Ιησουιτών, τον π. Arturo Sosa, μετά την εκλογή του από τη Γενική Συνέλευση των Ιησουιτών το 2016, και ύστερα από μια αρκετά μακρά διαδικασία διάκρισης σχετικά με τους τομείς στους οποίους υπάρχει ανάγκη να προσφέρουν την υπηρεσία τους και να εργαστούν οι Ιησουίτες σε όλο τον κόσμο (απορρέουν από τη Γενική Συνέλευση των Ιησουιτών και πάνω σε αυτές τις κατευθύνσεις εργάζεται το Τάγμα για τα επόμενα δέκα χρόνια. Η πιο πρόσφατη Γενική Συνέλευση πραγματοποιήθηκε το 2016 που εξέλεξε ως Γενικό Ηγούμενο των Ιησουιτών τον π. Arturo Sosa και οι αποστολικές κατευθύνσεις ανακοινώθηκαν τον Φεβρουάριο του 2019.
Αρχές Μαρτίου, Τετάρτη απόγευμα
Φτάνουμε με τον ηλεκτρικό στην πλατεία Βικτωρίας. Έχει ήδη βραδιάσει και τρέχουμε να προλάβουμε την Ειρήνη που μας περιμένει στην εκκλησία. Φτάνοντας βλέπω τα φώτα της εκκλησίας ανοιχτά και σκέφτομαι ότι τέτοια ώρα και ημέρα πρέπει να τελείται η λειτουργία στα ελληνικά. “Άραγε να υπάρχει κάποιος πιστός μέσα που να περιμένει να ξεκινήσει η λειτουργία;” σκέφτηκα. Τα βιτρώ ακτινοβολούν ενώ η υπόλοιπη γειτονιά είναι βυθισμένη στο σκοτάδι κι εμείς ψάχνουμε το σωστό κουδούνι.
Η Ειρήνη θα κατέβει να μας ανοίξει και θα μας ξεναγήσει στους χώρους της κοινότητας για περισσότερες από δύο ώρες.
Το κάλεσμα
“Κάθε Ιησουίτης είναι μια διαφορετική ιστορία!Στην Καθολική Εκκλησία μιλάμε για κλήσεις δηλαδή για ένα κάλεσμα. Το πώς ο καθένας βίωσε αυτό το κάλεσμα είναι κάτι πολύ προσωπικό.” Για να γίνει κάποιος Ιησουίτης περνάει από πολυετή εκπαίδευση/μόρφωση και διάκριση, ώστε να δει πού τον καλεί ο Θεός να προσφέρει την εργασία και τη ζωή του. Ένα μέρος των σπουδών τους πραγματοποιείται υποχρεωτικά στο εξωτερικό όπου εργάζονται ως ιεραπόστολοι. Έτσι έρχονται σε επαφή με άλλους πολιτισμούς, βλέπουν τα προβλήματα και τις ανάγκες του κόσμου. “Συγκεκριμένα, για τους δικούς μας Έλληνες Ιησουίτες, οι παλαιότεροι κατάγονται από Τήνο και Σύρο, νησιά στα οποία υπάρχει έντονο το καθολικό στοιχείο.”
Πολύ καιρό πριν την είχα ρωτήσει εάν οι λειτουργίες είναι τακτικές.
“Οι Θείες Λειτουργίες τελούνται καθημερινά. Δευτέρα, Τρίτη και Πέμπτη στα πολωνικά στις 19.00, Τετάρτη και Παρασκευή στα ελληνικά στις 19.00.Το Σαββατοκύριακο, φυσικά, τελούνται Θείες Λειτουργίες και στις δύο γλώσσες: στα ελληνικά το Σάββατο στις 19.00 και την Κυριακή στις 11.00. Στα πολωνικά το Σάββατο στις 20.00 και την Κυριακή στις 09.30, στις 12.30 και στις 19.00.”
Μετά από το κυριακάτικο πρωινό μου σε μια εκκλησία γεμάτη από Πολωνούς, ήθελα να μάθω τι κρατάει τους ανθρώπους τόσο δεμένους με τον Ναό.
Η περιοχή όπου βρίσκεται η ενορία της Ιεράς Καρδίας του Σωτήρος — ενορία που ανατέθηκε στην ποιμαντική φροντίδα των πατέρων Ιησουιτών — δηλαδή πλατεία Βάθη, πλατεία Βικτωρίας, Σταθμός Λαρίσης, κάποτε ήταν μια από τις πιο ευκατάστατες συνοικίες της Αθήνας, μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1990, χονδρικά. Η σταδιακή υποβάθμιση οδήγησε ένα μεγάλο αριθμό κατοίκων να μετακινηθούν σε άλλες περιοχές της Αττικής και έτσι μειώθηκε και ο αριθμός των Ελλήνων καθολικών. Αποτέλεσμα: οι σημερινοί Έλληνες καθολικοί ενορίτες να είναι μεγάλης ηλικίας πια και λιγοστοί σε σχέση με το παρελθόν, κάτι που μπορεί να διαπιστώσει κανείς εάν παρευρεθεί σε κάποια Θεία Λειτουργία στην ελληνική γλώσσα.
Έπειτα, κατά τη δεκαετία του ’80, ένα μεγάλο κύμα μεταναστών ήρθε από την Πολωνία στη χώρα για μια καλύτερη τύχη (πριν την κατάρρευση του κομμουνισμού). Πολλοί απ’ αυτούς εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, και τότε προέκυψε η ανάγκη να εξυπηρετηθούν οι πνευματικές ανάγκες των Πολωνών πιστών με Θείες Λειτουργίες και Μυστήρια που θα τελούνταν στην γλώσσα τους, για να μπορούν να καταλαβαίνουν. Ερχόμαστε στο σήμερα: η πολιτική ζωή της Πολωνίας έχει πια αλλάξει. Πολλοί Πολωνοί που βρέθηκαν στην Αθήνα, επέστρεψαν πίσω, καθώς η κρίση στην Ελλάδα έπληξε και τους μετανάστες που είχαν εγκατασταθεί εδώ, αφαιρώντας τους τη δυνατότητα να εργαστούν. Έτσι λιγόστεψαν και οι Πολωνοί καθολικοί, αλλά και πάλι αριθμητικά υπερτερούν των Ελλήνων καθολικών ενοριτών. Όσοι έχουν μείνει εδώ, έχουν παντρευτεί Έλληνες ή Ελληνίδες, ή συμπατριώτες τους, και έχουν δημιουργήσει οικογένεια εδώ — η ζωή τους λοιπόν θεωρούν ότι είναι στην Ελλάδα, και όχι πια στην Πολωνία, αφού περισσότερα χρόνια έζησαν εδώ απ’ ό,τι στην πατρίδα τους. Τα παιδιά αυτών είναι Έλληνες. Μιλούν ελληνικά και πολύ λιγότερο πολωνικά. Ταυτοχρόνως, τη δεκαετία του ’90 ήρθαν και πολλοί Αλβανοί που είχαν καθολικές καταβολές, ή άθεοι που κατηχήθηκαν, βαπτίστηκαν, ή μετεστράφηκαν στην πορεία και έγιναν χριστιανοί καθολικού δόγματος. Όσοι από αυτούς είναι ενορίτες της ενορίας Ιεράς Καρδίας του Σωτήρος , παρακολουθούν τη Θεία Λειτουργία στα ελληνικά.
Μπαίνοντας στο γραφείο της, θα δούμε ράφια γεμάτα περιοδικά. Είναι τεύχη του περιοδικού «Ανοιχτοί Ορίζοντες», του οποίου είναι συντάκτρια.Θα αφήσω τον καφέ μου και θα αρχίσω να τα κοιτάζω ενώ μου προτείνει ορισμένα τεύχη τα οποία μπορεί να έχουν κάποιο ερευνητικό ή ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για τον τομέα μου.
“Το περιοδικό «Ανοιχτοί Ορίζοντες» ιδρύθηκε το 1900 με την ονομασία «Αγγελιαφόρος της Ιεράς Καρδίας του Ιησού» και έτσι εκδιδόταν μέχρι το 1975, οπότε και μετονομάστηκε σε «Αγγελιαφόρος — Ανοιχτοί Ορίζοντες». Από το 2007 συγχωνεύθηκε με την επιθεώρηση «Σύγχρονα Βήματα» (1970–2007), που ασχολείτο με φιλοσοφικά, κοινωνικά, θρησκευτικά και πολιτιστικά ζητήματα. Σήμερα, οι «Ανοιχτοί Ορίζοντες», όπως ονομάζονται, είναι το ιστορικό, συνδρομητικό, καθολικό περιοδικό κοινωνικού και θρησκευτικού προβληματισμού των πατέρων Ιησουιτών, που εκδίδεται από το Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών, και, μαζί με την εφημερίδα «ΚΑΘΟΛΙΚΗ» (δεν αποτελεί έκδοση των Ιησουιτών), αποτελούν τα δύο επίσημα καθολικά ενημερωτικά έντυπα πανελληνίως. Αποστολή του περιοδικού είναι η παρουσίαση, η ανάλυση και η ορθή ενημέρωση του αναγνωστικού κοινού, που δεν είναι αποκλειστικά καθολικοί, σχετικά με την Καθολική Εκκλησία και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται μεγάλα ζητήματα της κοινωνίας, της πίστης και της ανθρώπινης ζωής, η θρησκευτική επιμόρφωσή τους, η καλλιέργεια της πίστης, ενώ παράλληλα αποσκοπεί στον αδελφικό διάλογο με τις υπόλοιπες χριστιανικές ομολογίες.
”“Πρώτη φορά είδα τους Ανοιχτούς Ορίζοντες δύο χρόνια πριν στη Σύρο.” θα της πω. “Περπατούσα έξω από το σχολείο του Αγίου Γεωργίου στη Σύρο ένα μεσημέρι και είδα μπόλικα τεύχη του περιοδικού. Παρατημένα, ούτε καν ανοιγμένα. Προφανώς συνέχισαν να πηγαίνουν σε έναν ή πολλούς αναγνώστες οι οποίοι δεν ήταν πλέον εκεί για να τα διαβάσουν…”
“To περιοδικό έχει συνδρομητές από όλη την Ελλάδα αλλά και από θεσμούς όπως ιδρύματα ή εκπαιδευτικούς οργανισμούς. Οι περισσότεροι συνδρομητές μας είναι από τη Σύρο αλλά έχουμε και συνδρομές από ανθρώπους που γνωρίζουν και εκτιμούν το έργο των Ιησουιτών στον τομέα της διανόησης. Η επιβίωση του περιοδικού, βέβαια, δεν εξασφαλίζεται σε καμία περίπτωση από τις συνδρομές” θα μας ενημερώσει η Ειρήνη.
Κόσμος μπαινοβγαίνει στον όροφο, και η Ειρήνη ζητά από την Ελένη Λούκου, βιβλιοθηκονόμο και αρχειονόμο, να ανοίξει το δωμάτια όπου φυλάσσεται το Αρχείο του Τάγματος στην Ελλάδα. Σε αυτό βρίσκονται σπάνιες περγαμηνές, οπτικοακουστικό υλικό, αρχέτυπα, φιρμάνια από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και άλλο πολύτιμο υλικό που περιμένει να αξιοποιηθεί από το ενδιαφερόμενο ερευνητικό κοινό.
Παραδίπλα βρίσκεται η Βιβλιοθήκη του Τάγματος στην Ελλάδα που περιλαμβάνει πάνω από 40.000 τίτλους, και το αναγνωστήριο που είναι ανοιχτό για το κοινό από τις 08.30 ως τις 16.00 τις καθημερινές. Σε μια αίθουσα φυλάσσονται παλαίτυπα και σπάνια βιβλία από τον 15ο αιώνα και έπειτα, ενώ πολύ πρόσφατα μεταφέρθηκαν στην Αθήνα βιβλία του 18ου και 19ου αιώνα που φυλάσσονταν στη Μονή της Τήνου. Προκειμένου να προβληθούν και να αξιοποιηθούν τα περιεχόμενά της, η Βιβλιοθήκη και το Αρχείο Ιησουιτών συμμετέχει σε συνέδρια, οργανώνει δράσεις όπως τη «Ζωντανή Βιβλιοθήκη» πριν από μερικές εβδομάδες, ενώ θα προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για τη σωστή συντήρηση και φύλαξη των βιβλίων και του αρχειακού υλικού.
Η Βιβλιοθήκη, προς το παρόν τουλάχιστον, εντάσσεται στο Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών. Το Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών είναι ο θεσμικός φορέας που συστάθηκε από τους Ιησουίτες στην Αθήνα το 2008, με σκοπό την προαγωγή της έρευνας, της μελέτης και της εκπαίδευσης βάσει επιστημονικής μεθοδολογίας και των αρχών του ανθρωπισμού και του οικουμενισμού. Επίσης, στις δραστηριότητες του Ινστιτούτου συγκαταλέγεται το πρόγραμμα Socrate-Saint Paul hors les murs που λειτουργεί από το 2010, και είναι ένα πρόγραμμα χειμερινών και θερινών συνεδριών που συνδυάζει διαλέξεις επί θρησκευτικών, πνευματικών, πολιτιστικών και φιλοσοφικών θεμάτων, εκδρομές, κοινή προσευχή. Στη σύντομη αυτή πορεία του, το Ινστιτούτο συνάντησε δυσκολίες (π.χ. λιγοστές δυνάμεις για τη συντήρηση του έργου του Ινστιτούτου), που εμπόδισαν την περαιτέρω οργανωμένη ανάπτυξη και επέκταση των δραστηριοτήτων του. Έτσι σήμερα το Ινστιτούτο εξακολουθεί να εκδίδει το περιοδικό «Ανοιχτοί Ορίζοντες» και διοργανώνει, σε συνεργασία με άλλους φορείς και ιδρύματα της Ελλάδας και του εξωτερικού, επιστημονικά συνέδρια ανά ένα ή δύο έτη, αναλόγως. Φορείς με τους οποίους συνεργάζεται είναι το αποστολικό κέντρο «Πίστη και Πολιτισμός», το ίδρυμα «Άρτος Ζωής», το Ιησουίτικο Πανεπιστήμιο Ignatianum της Κρακοβίας, το Ιησουίτικο πανεπιστημιακό ίδρυμα Centre Sèvres στο Παρίσι, και η Association «Sources Chrétiennes» στη Λυών. Για το τελευταίο μεγάλο ευρωπαϊκό συνέδριο που πραγματοποίησε τον Φεβρουάριο του 2018, συνεργάστηκε επιπλέον και με την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, το ορθόδοξο περιοδικό «Σύναξη», και το Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λυών.
Κλείνουμε την πόρτα της βιβλιοθήκης, παίρνουμε καφέδες, τετράδια για σημειώσεις και ξεκινάμε να ανέβουμε (ή να κατέβουμε, δε θυμάμαι καλά!) κάποιον όροφο. Μέσα στο χαμηλό φως, θα προσέξω κάτι που λαμπυρίζει στα σκαλοπάτια.Σκύβω να δω λίγο καλύτερα τις μικρές επιχρυσωμένες περιγραφές οι οποίες γράφουν τελικά “Jesuit Refugee Service — JRS”.
Νωρίτερα είχα διαβάσει στις σημειώσεις ότι:
Το 2015 ξεκίνησε τη λειτουργία του το Jesuit Refugee Service — Ελλάδα (JRS — Ελλάδα), που είναι η υπηρεσία των πατέρων Ιησουιτών για τους πρόσφυγες. Πρόκειται για ένα παγκόσμιο δίκτυο κοινωνικής αρωγής και υποστήριξης προς τους πρόσφυγες, προς μετανάστες, προς θύματα θεομηνιών και άλλων δύσκολων περιστάσεων. Το JRS — Ελλάδα είναι τμήμα του JRS Europe, που είναι μέρος του παγκοσμίου δικτύου JRS International.
Αρχικά, στους χώρους της κατοικίας τους που πολύ ευγενικά παραχώρησαν οι πατέρες Ιησουίτες προς τους πρόσφυγες, προσέρχονταν πρόσφυγες –κάποιοι άνδρες, συνήθως οικογένειες, ή μητέρες με ανήλικα παιδιά, ή ασυνόδευτα παιδιά που θαλασσοπνίγηκαν για να δουν ξηρά, και άλλοι που κινδύνευσαν περπατώντας σε αφιλόξενα εδάφη για μέρες μαζί με τα ανήλικα παιδιά τους– και στα άτομα αυτά δίνονταν δωμάτια όπου μπορούσαν να ξεκουραστούν για λίγες ώρες, να κάνουν μπάνιο, και τους παρέχονταν τρόφιμα και καθαρά ρούχα. Στην πορεία, εξελίχθηκε σε χώρο μονιμότερης διαμονής προσφύγων, που μένουν εδώ για περισσότερους από ένα μήνα, μέχρις ότου ετοιμαστούν τα απαιτούμενα έγγραφα και τελικά αποχωρήσουν για το εξωτερικό. Και εδώ, με την παρακολούθηση κοινωνικών λειτουργών και με την βοήθεια εθελοντών, πραγματοποιούνται δραστηριότητες για τους πρόσφυγες και απασχολούνται τα παιδιά τους με δημιουργικές ασχολίες, ενώ όσα παιδιά είναι σε ηλικία για σχολείο, έχουν γίνει οι απαραίτητες διαδικασίες ώστε να γραφτούν σε σχολεία της περιοχής, μέχρι να έρθει η ώρα που θα φύγουν για το εξωτερικό με την οικογένειά τους. Το JRS — Ελλάδα δραστηριοποιήθηκε από την πρώτη στιγμή που κύματα προσφύγων κατέφθαναν στον Πειραιά και στα νησιά κατά χιλιάδες, προσφέροντας καθαρό ρουχισμό, φαγητό και είδη πρώτης ανάγκης στους ταλαιπωρημένους ανθρώπους. Σήμερα βρίσκεται στη Λέσβο, στους καταυλισμούς, προσφέροντας όχι μόνο υλική βοήθεια, αλλά και ηθική συμπαράσταση.
”Μπαίνουμε στους χώρους διαμονής των προσφύγων. Η κάθε πόρτα αντιστοιχεί στο δωμάτιο μιας οικογένειας. Ρίχνω μια κλεφτή ματιά στο δωμάτιο με το φως από όπου έρχονται και οι γυναικείες φωνές. Οι γυναίκες είναι συγκεντρωμένες στην κουζίνα ενώ τα μικρά τους περιφέρονται γύρω από τα πόδια τους. Ο πιο μικρός της παρέας θα βγει στο διάδρομο να μας χαιρετήσει με περιέργεια και να τυλιχτεί γύρω από τα πόδια μας..
“Υπήρξαν περιπτώσεις πολύ δύσκολες. Αυτές οι γυναίκες πέρασαν πάρα πολλά και όταν ήρθαν εδώ έπρεπε να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους. Πολλές φορές έπρεπε να τις πείσουμε να πάμε μόνες τους μέχρι την πλατεία Βικτωρίας όπου γινόταν η διανομή του φαγητού. Φοβόντουσαν να περπατήσουν για λίγα μέτρα.. Εδώ πάλι έχουν ξεκινήσει σιγά σιγά να μαθαίνουν τη συνύπαρξη, την ενδυνάμωση και να επιλύουν τις συγκρούσεις μεταξύ τους.” Στον όροφο επικρατεί ησυχία και εμείς συνεχίζουμε τη συζήτηση.
“Ας φύγουμε τώρα γιατί μπορεί να τους ταράζουμε και να παρεμβαίνουμε στην καθημερινότητα τους.” λέει ψιθυριστά η Ειρήνη και ξεκινάει να φύγει. Εμείς την ακολουθούμε ενώ η φράση της αυτή θα κλωθογυρίζει στο κεφάλι μου μέχρι και σήμερα που πληκτρολογώ αυτές τις προτάσεις...
Παίρνουμε τα πράγματα μας από το γραφείο της Ειρήνης, βάζουμε τα μπουφάν μας και βγαίνουμε στο δρόμο για να πάμε στο “σπιτάκι” που βρίσκεται δίπλα στο Ναό. Μπαίνοντας μέσα θα δω χρώματα,ζωγραφιές και μια μεγάλη λούτρινη καμηλοπάρδαλη...
Εάν ήταν ζώο θα ήταν… “Καμηλοπάρδαλη. Γιατί και το Κέντρο έχει πολύ μεγάλη καρδιά και υποδέχεται τα παιδιά με χαρά κι έχει μεγάλο λαιμό, για να κοιτάζει πάντα μπροστά.”
Εφημερίδα Κέντρου Αρούπε, Φωνή Χωρίς Σύνορα, Τεύχος 2ο, Μάιος 2018
Το 2011 ο π. Πέτρος Χονγκ ίδρυσε το Κέντρο Νέων “Pedro Arrupe” (Pedro Arrupe είναι το όνομα ενός πρώην Γενικού Ηγουμένου του Τάγματος), που λειτούργησε αρχικά με 25 περίπου παιδιά. Η οικονομική στενότητα που πλήττει τις οικογένειες, η άνιση πρόσβαση των παιδιών στις ευκαιρίες για μάθηση, που εξαρτάται από τις οικονομικές δυνατότητες κάθε οικογένειας και η αναγκαστική πολύωρη απουσία των γονέων από το σπίτι εξαιτίας της εργασίας τους, ώθησε την ενορία της Ιεράς Καρδίας του Σωτήρα και τους πατέρες Ιησουίτες, μέσα στα πλαίσια της κοινωνικής δράσης τους, να προσφέρουν ένα χώρο για τα παιδιά και τους νέους, ώστε να τούς εξασφαλίσουν ένα δομημένο πρόγραμμα μελέτης και προσωπικής ανάπτυξης. Το κέντρο αυτό λειτουργεί ως χώρος ενισχυτικής διδασκαλίας, μετά τις σχολικές ώρες, για Ελληνόπουλα και παιδιά μεταναστών της περιοχής, που ζουν στα όρια της φτώχειας.
Περνάμε έξω από τις αίθουσες. “Είναι ακριβώς σαν ένα σπίτι που έτυχε να έχει πολλά παιδιά.” σκέφτομαι. Χτυπάει το κουδούνι και από τις αίθουσες ξεχύνονται όλες οι ηλικίες με τις τσάντες τους και τα βιβλία τους στα χέρια. Όλες οι ηλικίες, όλες οι εθνικότητες, κορίτσια και αγόρια, όλες οι θρησκείες. Ανεβαίνοντας στον πρώτο όροφο, βλέπω την κουζίνα. “Εδώ βοηθάει εθελοντικά ο πατέρας του π. Πέτρου για το μεσημεριανό γεύμα των παιδιών.” Ο π. Πέτρος Χονγκ αφήνει για λίγο τους μαθητές μέσα στην τάξη και βγαίνει να μας χαιρετήσει. Το ότι έχει γυρισμένη την πλάτη δε σημαίνει ότι δεν ξέρει τι γίνεται ακριβώς μέσα στην τάξη. Λίγο παραπέρα κάθεται ένα κορίτσι που διαβάζει μόνο του αγγλικά..
“Το 2011 ξεκινήσαμε δειλά αυτή την προσπάθεια. Υπήρχαν παιδιά που βρίσκονται στο δρόμο, που δε γράφονταν ή εγκατέλειπαν το σχολείο λόγω αδιαφορίας η δυσκολιών ή έπρεπε να βοηθήσουν τους γονείς και το σπίτι τους. Τα παιδιά αυτά δεν μπορούσαν να ζήσουν την παιδική τους ηλικία. Πρόκειται κυρίως για πληθυσμό μεταναστών οι οποίοι επειδή δε γνώριζαν τη γλώσσα βασίστηκαν στα παιδιά τους για να τους βοηθήσουν στη νέα αυτή χώρα.”
Το Κέντρο “Pedro Arrupe” έχει γίνει ένας χώρος για τη μελέτη των παιδιών, από τον οποίο οι γονείς θα γνωρίζουν ότι τα παιδιά επιστρέφουν στο σπίτι διαβασμένα. Ο σκοπός του Κέντρου είναι, επίσης, να ανοίξουν οι ορίζοντες των παιδιών και των νέων σε τρεις βασικούς τομείς, «Γνωρίζω- Ανοίγομαι- Πιστεύω». Επιδιώκεται, δηλαδή να γνωρίσουν τον εαυτό τους μέσα από δημιουργικές δραστηριότητες όπως η μουσική, το θέατρο, οι χειροτεχνίες, οι ξένες γλώσσες και να αναπτύξουν διαπροσωπικές σχέσεις καθώς βρίσκονται σε ένα περιβάλλον όπου συναντούν και άλλα παιδιά. Ο στόχος είναι να βοηθηθεί κάθε παιδί και να διαμορφώσει όσο το δυνατό περισσότερο το χαρακτήρα του σ’ ένα περιβάλλον δομημένο και ευχάριστο, δεδομένου του ότι, πέραν των οικονομικών προβλημάτων και προβλημάτων επιβίωσης που τα παιδιά αυτά αντιμετωπίζουν στην οικογένειά τους, έχουν επιπλέον να αντιμετωπίσουν και φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας, κατά της οποίας η διευθύντρια του Κέντρου, κ. Αργυρώ Χατζηαντωνίου, έχει λάβει δραστικά μέτρα. Σήμερα το Κέντρο Νέων αριθμεί πάνω από 150 παιδιά, σε πολλά από τα οποία, πέρα από την ενισχυτική διδασκαλία και τα παιδαγωγικά προγράμματα που εφαρμόζονται (βασισμένα στην παιδαγωγική των Ιησουιτών), προσφέρεται καθημερινά ζεστό γεύμα, και τρόφιμα στην οικογένειά τους.
“Οι γονείς άλλοτε συνεργάζονται μαζί μας κι άλλοτε όχι. Αυτό που τους εξηγούμε ότι το Κέντρο δεν αποτελεί ένα χώρο όπου “παρκάρουμε” το παιδί μας αλλά θέλουμε ενεργό συμμετοχή από αυτούς. Σε πολλές περιπτώσεις, τα παιδιά δεν ακούνε τους γονείς και εμείς είμαστε το τελευταίο οχυρό”.
Υπάρχει ένα δωμάτιο λίγο διαφορετικά από τα άλλα… Το δωμάτιο της φαντασίας, το δωμάτιο του μαγικού κόσμου. Μπαίνω μέσα και θα δω την Πέππα το γουρουνάκι επάνω σε ένα θυροτηλέφωνο κι ένα καπέλο επάνω σε ένα σκαμπώ. Κλείνουμε τα φώτα για να μου εξηγήσουν πως λειτουργεί το δωμάτιο του μαγικού κόσμου.
“Σε μια αξιολόγηση που έγινε, διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά μας πάσχουν από έλλειψη φαντασίας. Έτσι αυτό το δωμάτιο μεταμορφώθηκε στο δωμάτιο της φαντασίας. Εδώ, με την παιδαγωγό που το έχει αναλάβει, οι μικροί του Κέντρου φοράνε το καπέλο και ξεκινάνε μια ιστορία.”
Το Κέντρο υποδέχεται κάθε ημέρα περισσότερα από 200 παιδιά όλων των ηλικιών και από χώρες όπως Νιγηρία, Κονγκό, Ανγκόλα, Αλγερία, Αίγυπτο, Πακιστάν, Συρία, Ιράκ και Μπαγκλαντές. “Εδώ απασχολούμε τα παιδιά μέχρι και τις 19.30 ενώ μετά μπορούν να επιστρέψουν στο σπίτι τους.”
“Το Κέντρο λειτουργεί με εθελοντές κυρίως Έλληνες αλλά και από άλλες χώρες όπως Ιταλία, Πορτογαλία, Ισπανία κτλ. Δεν είναι απαραίτητα μέλη της Καθολικής Εκκλησίας και η συνεισφορά τους είναι ανεκτίμητη.”
“Ερχόμαστε αντιμέτωποι συχνά με φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας κι εκεί εμείς οφείλουμε να το εντοπίσουμε και στη συνέχεια να το αντιμετωπίσουμε.”
Καθώς ξεκινάμε να κατέβουμε πάλι στο ισόγειο και να αποχαιρετηθούμε ο π. Πέτρος μου εξηγεί
“Στην αρχή του Κέντρου δεν παρείχαμε γεύμα. Καθώς πέρναγε ο καιρός παρατηρούσαμε ότι τα παιδιά δεν μπορούν να συγκεντρωθούν στα μαθήματα τους. Ο λόγος; Πολύ απλά πεινάγανε.”
Φτάνοντας στο τέλος δεν μπορεί να συγκρατήσει τη χαρά του “Τα παιδιά μας έδωσαν εξετάσεις για το Lower και το πήρανε όλοι. Μακάρι να καταφέρουμε να δώσουν όλοι εξετάσεις.
”Τους αποχαιρετάω λες και φεύγω από το σπίτι μου. Με γεμίζουν με υλικό: το περιοδικό “Ανοιχτοί Ορίζοντες”, την εφημερίδα του Κέντρο Αρούπε, τις φωτογραφίες, την ενημέρωση για το Jesuit Refugee Service. Καθώς φεύγουμε, θα δούμε τον Γάλλο ηγούμενο ο οποίος μαζί με δύο εθελοντές πάει να παρακολουθήσει μια παράσταση.
Αποχαιρετάμε την Ειρήνη έξω από το γραφείο της και τρέχουμε να φύγουμε. Ίσως να μη θυμάμαι καλά αλλά τα φώτα της εκκλησίας είχαν σβήσει πλέον και τα βιτρώ δεν ήταν φωτισμένα. Μπαίνουμε στον ηλεκτρικό, κρατάω καλά την τσάντα μου με τις σημειώσεις μου και τη φωτογραφική μου μηχανή.
Ιούλιος — Αύγουστος 2019
Άργησα πολύ να συντάξω αυτό το άρθρο — αφιέρωμα. Ο λόγος είναι γιατί θεωρούσα ότι έπρεπε να βάλω όλες τις σκέψεις για αυτό το αφιέρωμα σε μια “σωστή” σειρά. Αυτό που κράτησα περισσότερο από όλα είναι ότι κάπου σε μια γειτονιά της Αθήνας, όπου οι περισσότεροι δεν έχουμε πάει ποτέ, αποφεύγουμε να πάμε ή δεν πάμε με αμάξι για να μη μας το σπάσουν (καθόλου αδικαιολόγητο!), σε μια ενορία γίνονται θαύματα. Θα κρατήσω όμως ακόμα περισσότερο δυο τρεις φράσεις του π.Πέτρου και της Ειρήνης. Φράσεις που μου θυμίζουν ότι καλό είναι να μη χρησιμοποιούμε τον πόνο του άλλου για το μάρκετινγκ, για τις χορηγίες και για τις φωτογραφίες. Να μη θυσιάζουμε τη μοναδικότητα του άλλου και τη μοναδικότητα της ζωής του..Γιατί ο Θεός βρίσκεται παντού γύρω μας..και σίγουρα βρίσκεται σε εκείνα τα λίγα τετραγωνικά μέτρα γης της Μιχαήλ Βόδα.
Θέλω να ευχαριστήσω θερμά την Ειρήνη Κουτελάκη για την πολύτιμη βοήθεια της, την απάντηση της σε όλες τις ερωτήσεις και τη συλλογή των πληροφοριών. Το μεγαλύτερο μέρος των πληροφοριών του αφιερώματος βασίζονται στο δικό της κείμενο.
Εάν θέλετε να μάθετε περισσότερες πληροφορίες για όσα αναφέρθηκαν στο κείμενο, μπορείτε να βρείτε παρακάτω τους συνδέσμους παραπομπής: