Όπως υποστήριξε και ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατά την παρουσίαση του νέου του βιβλίου («Εκδοχές πολέμου 2009-2022»), η μεγαλύτερη ιστορική πρόκληση των ημερών μας, ο πόλεμος στην Ουκρανία, δεν θα κριθεί στην ίδια την Ουκρανία, αλλά στο εσωτερικό των δυτικών δημοκρατιών.
Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία για την Ευρώπη, η Ιταλία οδεύει προς μια νέα πολιτική (και κυβερνητική) κρίση, μετά από ένα διάλειμμα 18 μηνών, όπου τα ηνία της χώρας διατηρούσε ο Μάριο Ντράγκι, ύστερα από την υποστήριξη που του παρείχε όλο το πολιτικό φάσμα της χώρας.
Η πολιτική κρίση της Ιταλίας, δημιουργεί πολλά ερωτηματικά σχετικά με τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στη χώρα, προκειμένου να αποκτήσει την πρόσβαση στα 200 δισ. ευρώ που δικαιούται (από τα 800 δισ.), από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα οποία είναι καθοριστικής σημασίας για την αναθέρμανση της στάσιμης εδώ και χρόνια οικονομίας της.
Ωστόσο, η αναδιαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού της χώρας, οδηγεί την «ιταλική υπόθεση» σε υπόθεση της δεξιάς και συγκεκριμένα της ακροδεξιάς, η οποία μνημονεύει τον Μπενίτο Μουσολίνι και το φασισμό.
Ιστορικά, το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατέδειξε στην Ιταλία ότι ο φασισμός, δεν είχε θέση στην πολιτική ζωή της χώρας. Το πάθημα ωστόσο, δεν έγινε μάθημα, σε μια χώρα όπου ήταν η πρώτη στον κόσμο που υπέκυψε στον φασισμό -του Μπενίτο Μουσολίνι το 1928-.
Τα γεγονότα του καλοκαιριού του 1960, όπου η Χριστιανική Δημοκρατία (το κόμμα που κυβερνούσε μονίμως στην Ιταλία έως τη δεκαετία του ’90) συμμάχησε για την κοινοβουλευτική πλειοψηφία με το νεοφασιστικό κόμμα MSI (Movimento Sociale Italiano), αποτέλεσε το πολιτικό σκάνδαλο της εποχής που οδήγησε σε μεγάλες αντιφασιστικές διαδηλώσεις σε αρκετές ιταλικές πόλεις, που μετατράπηκαν σε αιματηρές συμπλοκές για πολλούς διαδηλωτές.
Το τραγούδι της Μίλβα (Maria Ilva Biolcati), με τίτλο «Για τους νεκρούς του Ρέτζιο Εμίλια», που αναφέρεται στα γεγονότα του 1960, αποτέλεσε το φάρο για τον πολιτικό κόσμο της χώρας, μέχρι τη δεκαετία του ’90 όπου εμφανίστηκε ο εκατομμυριούχος Σίλβιο Μπερλουσκόνι, δίνοντας στους φασιστές την πολιτική νομιμοποίηση που επιδίωκαν για τρεις δεκαετίες.
Φτάνοντας στο σήμερα και την πολιτική κρίση στη γείτονα χώρα, η συμμαχία μεταξύ των τριών κομμάτων της δεξιάς, με ηγέτες τον Σαλβίνι – «Lega», τον Μπερλουσκόνι – «Forza Italia» και την Μελόνι – «Fratelli d’ Italia», φαίνεται πως διεκδικεί τα πολιτικά ηνία, με σοβαρές αξιώσεις στις εκλογές που ανακοίνωσε ο Ιταλός Πρόεδρος Σέρτζιο Ματαρέλα και που θα πραγματοποιηθούν στις 25 Σεπτέμβρη.
Συγκεκριμένα, η Τζόρτζια Μελόνι, η αρχηγός του κόμματος «Ιταλοί Αδελφοί», φαίνεται πως προωθείται από τον δεξιό πολιτικό χώρο, ως η επόμενη πρωθυπουργός της Ιταλίας σε περίπτωση νίκης της (δεξιάς) συμμαχίας, παρά τη σχετική συμφωνία μεταξύ τους ότι «όποιος κερδίσει, θα κυβερνήσει».
Η Μελόνι, κατεβαίνει στον προεκλογικό αγώνα με το λαϊκιστικό σύνθημα «Πρώτα η Ιταλία και οι Ιταλοί», με ένα πρόγραμμα που υπόσχεται λιγότερη ευρωπαϊκή γραφειοκρατία και παράλληλα μία «ιταλική ηγεσία» στην Ε.Ε., περισσότερα κοινωνικά επιδόματα, χαμηλότερους φόρους, καθώς και τον τερματισμό της μετανάστευσης.
Οι ιδεολογικοί πυλώνες του κόμματος της, είναι ο φυλετισμός, ο εθνικισμός, η εξιδανίκευση της οικογένειας και η αφοσίωση στην Καθολική Εκκλησία. Παράλληλα, η Τζόρτζια Μελόνι έχει πάρει θέση υπέρ της Ουκρανίας καταδικάζοντας τη ρωσική εισβολή, παρά την τάση των άλλων δυο κομμάτων της συμμαχίας, υπέρ μιας πιο ήπιας αντιμετώπισης της Μόσχας και του Πούτιν, κάτι που θα μεταφερθεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε περίπτωση νίκης της δεξιάς.
Γίνετε κατανοητό, πως ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι σοβαρές συνέπειες του, ο πληθωρισμός που εκτινάσσετε σε επικίνδυνα επίπεδα και η ενεργειακή κρίση που πλήττει ιδιαίτερα τον Ευρωπαϊκό Νότο, οδηγεί την ιταλική κοινωνία προς μια ακροδεξιά διέξοδο.
Η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, η οποία έχει το μεγαλύτερο χρέος στη Γηραιά Ήπειρο και το δεύτερο παγκοσμίως, οδεύει προς την πέμπτη προσφυγή στις κάλπες τα τελευταία έξι χρόνια, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι στο τιμόνι της χώρας θα βρεθεί μια νεοφασιστική και νατιβιστική δύναμη.
Όπως σχολιάστηκε από την γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung, η ιταλική πολιτική κρίση είναι «Η τέλεια καταιγίδα για την Ευρώπη», ενώ η γαλλική εφημερίδα Le Monde σχολίασε ότι «Το τέλος της εποχής Ντράγκι είναι ένα σοκ για όλη την Ευρώπη». Με την Γαλλία και τη Γερμανία, να αντιμετωπίζουν τα δικά τους εσωτερικά προβλήματα -ο Εμανουέλ Μακρόν δεν διαθέτει πλειοψηφία στη βουλή και ο Όλαφ Σολτς αμφισβητείται από παντού-, οι οιωνοί για σύντομη διέξοδο από τις παράλληλες κρίσεις που υφίσταντο οι «μεγάλες δυνάμεις» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φαίνονται δυσοίωνοι.