Η Κερκόπορτα της PESCO: Πώς άνοιξε για την Τουρκία στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ

Και γιατί το συγκεκριμένο ζήτημα πρέπει να απασχολεί την Ελλάδα.
Open Image Modal
via Associated Press

Την ώρα που ο Ερντογάν το πρωί της Τρίτης 28 Ιουνίου επιβιβαζόταν στο αεροπλάνο για να μεταβεί στη Μαδρίτη, προκειμένου να παραστεί στις εργασίες της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, είχε έναν και μόνο έναν στόχο να επιτύχει, τη συνάντησή του με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπάιντεν. Μια συνάντση ιδιαίτερα σημαντική για τον ίδιο ώστε να φέρει κατ΄ιδίαν το ζήτημα της προμήθειας των F-16, αλλά και για να την παρουσιάσει στην τουρκική αντιπολίτευση, η οποία τον κατηγορεί πως έχει απομονώσει τη χώρα. Μια συνάντηση για την πολιτική φαρέτρα ενόψει των επερχόμενων προεδρικών εκλογών.

Προκειμένου να πετύχει τη συνάντηση με τον Μπάιντεν, ο Τούρκος πρόεδρος φρόντισε να επιστρατέψει το «καλό» και «ήρεμο» πρόσωπό του, εκείνο που θα έδιωχνε τις αμφιβολίες πως η Τουρκία είναι το «κυκλοθυμικό παιδί» του ΝΑΤΟ και θα διαβεβαίωναν ρητά και κατηγορηματικά ότι ανήκει στο ΝΑΤΟ ως απάντηση στο άρθρο της 18ης Μαϊου όπου Λίμπερμαν και Ουάλλας στη Wall Street Journal είχαν αναρωτηθεί αν «Ανήκει η Τουρκία του Ερντογάν στο ΝΑΤΟ;».

Μετά από 11 ώρες διαπραγματεύσεων ο Ερντογάν είπε ΝΑΙ στην ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας λαμβάνοντας κάποια ανταλλάγματα που κρίνονται εκ πρώτης όψεως όχι τόσο σημαντικά. Για παράδειγμα, η φραστική καταδίκη από τις δύο βορειοευρωπαϊκές χώρες της δράσης κουρδικών οργανώσεων, όπως το PKK και το YPG ή το κίνημα FETO των γκιουλενιστών (όλα θεωρούνται από την Άγκυρα ως τρομοκρατικές οργανώσεις) απέχει μακράν από τις αρχικές απαιτήσεις των Τούρκων.

Βέβαια το συναίσθημα που επικράτησε στα τουρκικά ΜΜΕ την Τετάρτη 29 Ιουνίου ήταν πανυγυρικό με το κρατικό πρακτορείο Anadolu να ξεκινάει τη θριαμβολογία παρουσιάζοντας τη φωτογραφία ενός χαμογελαστού Ερντογάν να στέκεται στο βήμα του ΝΑΤΟ, πλαισιωμένος από τους ηγέτες της Σουηδίας και της Φινλανδίας και τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, γνωστό για τα φιλοτουρκικά του αισθήματα τα οποία υπερτερούν των ευρωπαϊκών, ο οποίος φαινόταν να κοιτάζει με ευγνωμοσύνη τον Τούρκο πρόεδρο.

«Η Τουρκία πήρε αυτό που ήθελε», ανέφερε το γραφείο του Ερντογάν σε δήλωση μετά τη συμφωνία στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη, προφανώς αναφερόμενο στην άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων προς την Άγκυρα, η οποία επιτεύχθηκε από το μνημόνιο με τις σκανδιναβικές χώρες.

Όμως. η άρση του εμπάργκο στην πώληση όπλων προς την Άγκυρα δεν αφορά τα αμερικάνικα F- 16, λόγω του νόμου CAATSA καθώς η συγκεκριμένη πώληση για να επιτευχθεί θα πρέπει να περάσει από το αμερικάνικο Κογκρέσο. Ίσως γι΄αυτό και το ζήτημα δεν τέθηκε επισήμως στη συνάντηση Ερντογάν Μπάιντεν με τον Λευκό Οίκο να μην το αναφέρει στην επίσημη ανακοίνωση που εξέδωσε μετά την ολοκλήρωσής της. 

Ενημερωτικά ο νόμος CAATSA, δηλαδή Countering America’s Adversaries Through Sanctions, είναι ομοσπονδιακός νόμος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερική και αφορά το πώς αντιμετωπίζονται οι πράξεις των χωρών που λειτουργούν εχθρικά προς τις ΗΠΑ μέσω κυρώσεων. Γι΄αυτό τα τουρκικά ΜΜΕ βιάστηκαν να γράψουν, μετά την συνάντηση διάρκειας 70 λεπτών Μπάιντεν Ερντογάν, πως ο Αμερικανός πρόεδρος είπε ότι θα κάνει μια προσπάθεια να το περάσει από το Κογκρέσο. 

Ακόμη κι αν ισχύει η συγκεκριμένη δήλωση Μπάιντεν, η οποία μοιάζει με μύθευμα της τουρκικής πλευράς, είναι τη δεδομένη στιγμή υπόσχεση χωρίς αντίκρισμα.

Η χώρα μας έχει άλλο σημείο αγκάθι που πρέπει να την ανησυχεί και βρίσκεται στο μνημόνιο συνεργασίας Τουρκίας με τη Σουηδία και τη Φινλανδία. Πρόκειται για την αναφορά ότι η Άγκυρα θα διευκολυνθεί να έχει συμμετοχή στα ζητήματα της PESCO.

Ας δούμε λοιπόν τί ακριβώς είναι η PESCO. 

Η PESCO ( Permanent Structured Cooperation‎) είναι στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θέλουν να συμμετάσχουν ιδιαίτερα στην Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας. Η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO) έχει ως στόχο την ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας στην ΕΕ και είναι ο κεντρικός θεσμός που διασφαλίζει ότι η σημερινή κατάσταση με τις διαφορετικές εθνικές αμυντικές πολιτικές δύναται να μπει κάτω από μια ομπρέλα. 

Το ερώτημα που προκύπτει είναι πώς η Τουρκία θα μπει κάτω από την ευρωπαϊκή ομπρέλα ασφάλειας της PESCO τη στιγμή που η ίδια αποτελεί μια μόνιμη και συνεχή απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια με τις τακτικές και πρακτικές της, είτε συνεργαζόμενη με τη Ρωσία, είτε προβάλλοντας εδαφικές απειλές και πράττοντας παραβιάσεις εναντίον της Ελλάδας, ακόμη και με την αρωγή και συμβολή της στη μετακίνηση των μεταναστών μέσω λαθρεμπόρων από τα τουρκικά παράλια προς τα ευρωπαϊκά. 

Ενδεχομένως η υπόσχεση για τη συμμετοχή της Τουρκίας στα ζητήματα της PESCO να είναι η Κερκόπορτα που ανοίγει η Ευρώπη, εκτιμώντας ότι με τον τρόπο αυτό θα απομακρύνει την Τουρκία από την Ρωσία και θα βοηθήσει το ΝΑΤΟ να μην αισθάνεται εκτεθειμένο στη ρωσική απειλή τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη νοτιο-ανατολική του πτέρυγα. Διότι η Δύση γνωρίζει πολύ καλά ότι τη δεδομένη χρονική στιγμή και ενώ ακόμη εξελίσσεται η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δεν υπάρχουν περιθώρια να χάσει την Τουρκία από το ΝΑΤΟ παρά τα προβλήματα που συχνά δημιουργεί. Ευελπιστεί λοιπόν υποσχόμενη την ένταξη της στα ζητήματα της PESCO να την απομακρύνει από την αγκαλιά της Ρωσίας.

Από την άλλη, ο Ερντογάν έχοντας στις αποσκευές του τη συνάντηση με Μπάιντεν, θα επιστρέψει θριαμβευτής στην Άγκυρα, θα χρησιμοποιήσει κατά το δοκούν τις εξελίξεις και αφού παίξει για λίγες μέρες το ρόλο του καλού παιδιού θα αρχίσει τα ίδια και χειρότερα εναντίον της Ελλάδας.