Η Μιανμάρ απορρίπτει τα συμπεράσματα των ερευνητών του ΟΗΕ που κατηγόρησαν τον στρατό της για «γενοκτονία» των μουσουλμάνων Ροχίνγκια, δήλωσε εκπρόσωπος της κυβέρνησης της Μιανμάρ.
Το 2017, περισσότεροι από 700.000 μουσουλμάνοι Ροχίνγκια διέφυγαν στο Μπανγκλαντές έπειτα από επίθεση που εξαπέλυσε ο στρατός σε αντίποινα για επιθέσεις ανταρτών Ροχίνγκια σε μεθοριακά φυλάκια. Η καταστολή αυτή χαρακτηρίστηκε από τον ΟΗΕ «εθνοκάθαρση», κατηγορία την οποία απέρριψαν οι αρχές της Μιανμάρ.
Η Αποστολή Εγκαθίδρυσης των Γεγονότων (MEF) του ΟΗΕ για τη Μιανμάρ, η οποία δημιουργήθηκε από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ τον Μάρτιο του 2017, εκτίμησε τη Δευτέρα (χθες) πως «οι ανώτεροι στην ιεραρχία του στρατού της Μιανμάρ, περιλαμβανομένου του επικεφαλής Μιν Αούνγκ Χλάινγκ, πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ερευνών και διώξεων για γενοκτονία στη βόρεια πολιτεία Ραχίν καθώς και για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου στις πολιτείες Ραχίν, Κατσίν και Σαν.
«Δεν έχουμε εξουσιοδοτήσει την MEF (Αποστολή εγκαθίδρυσης γεγονότων του ΟΗΕ) να εισέλθει στη Μιανμάρ, αυτός είναι ο λόγος που δεν αποδεχόμαστε κανένα ψήφισμα του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», δήλωσε ο Ζάου Χτάι, εκπρόσωπος της κυβέρνησης της Μιανμάρ, σύμφωνα με την Εφημερίδα της Κυβέρνησης Global New Light of Myanmar. Είπε πως η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει μια «Ανεξάρτητη Επιτροπή Έρευνας» προκειμένου να απαντήσει στους «ψευδείς ισχυρισμούς των υπηρεσιών του ΟΗΕ».
Ο Ζάου Χτάι καταφέρθηκε επίσης κατά της απόφασης του Facebook -το οποίο επέκριναν οι ερευνητές του ΟΗΕ επειδή επέτρεψε τη διάδοση ομιλιών μίσους- να κλείσει τη σελίδα του στρατηγού Μιν Αούνγκ Χλάινγκ, λόγω «παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Ο Ζάου Χτάι εκτίμησε πως η απόφαση αυτή πλήττει τις προσπάθειες της κυβέρνησης της Μιανμάρ να προωθήσει την «εθνική συμφιλίωση».
(με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP)