Η εξάπλωση περισσότερων από τις μισές ανθρώπινες μολυσματικές ασθένειες στην ιστορία, όπως ο τύφος, ο HIV, η γρίπη, και πολλών άλλων, έχει επιδεινωθεί από τις διαρκώς αυξανόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Πρόκειται για το αποθαρρυντικό συμπέρασμα νέας μελέτης, που βασίστηκε σε περισσότερες από 70.000 επιστημονικές έρευνες, προκειμένου να εντοπίσει πώς μια σειρά από κλιματικούς κινδύνους, έχουν επηρεάσει 375 παθογόνες ασθένειες.
Ομάδα έντεκα ερευνητών στο Πανεπιστήμιο της Χαβάης διεξήγαγε την ανάλυση, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Climate Change.
«Οφείλω να παραδεχθώ, ότι καθώς η βάση δεδομένων άρχισε να επεκτείνεται, ξεκίνησα να φοβάμαι», εξομολογείται στην HuffPost ο Καμίλο Μόρα, κλιματικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο UH Manoa και αρχισυντάκτης του περιοδικού.
«Μόλις αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε ότι η εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου μπορεί να επηρεάσει το 58% όλων των ασθενειών που έχουν χτυπήσει την ανθρωπότητα. Αντιλαμβάνεστε το μέγεθος της ευπάθειας, στην οποία βρισκόμαστε. Από ενθουσιασμένος κατέληξα τρομοκρατημένος».
Οι επιστήμονες προειδοποιούσαν από καιρό, πως η κλιματική κατάρρευση επιβαρύνει τις μολυσματικές ασθένειες, καθιστώντας τις πιο μεταδοτικές και επικίνδυνες.
Ωστόσο, η νέα μελέτη πιστοποιεί την έκταση της απειλής, καταλήγοντας στο συμπέρασμα, ότι ένα εκπληκτικό 58% όλων των τεκμηριωμένων μολυσματικών ασθενειών, έχουν επιδεινωθεί από έναν ή περισσότερους κλιματικούς κινδύνους, που σχετίζονται με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, συμπεριλαμβανομένης της ανόδου της θερμοκρασίας, της ξηρασίας, των πυρκαγιών, της ανόδου της στάθμης της θάλασσας και των ακραίων βροχοπτώσεων.
Η ερευνητική ομάδα έψαξε εξονυχιστικά την υπάρχουσα επιστημονική βιβλιογραφία για μυριάδες παθογόνους ιούς, βακτήρια, μύκητες και ζωογενή και διαπίστωσε ότι η άνοδος της θερμοκρασίας επηρέασε αρνητικά 160 μοναδικές ασθένειες. Οι ακραίες βροχοπτώσεις επηρέασαν 122 ασθένειες, ενώ ακολουθούν οι πλημμύρες, η ξηρασία, οι καταιγίδες, αποψίλωση των δασών, η κλιματική αλλαγή των ωκεανών, οι πυρκαγιές, τα κύματα καύσωνα και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας.
Παραδόξως, η ανάλυση εντόπισε και 63 ασθένειες που περιορίστηκαν από τους κλιματικούς κινδύνους.
Η μελέτη έρχεται σε μια στιγμή που ο κόσμος παραμένει υπό τον κινδυνο της διαρκώς εξελισσόμενης πανδημίας του COVID-19, που μέχρι στιγμής έχει επιφέρει το θάνατο 6,4 εκατομμύρια ανθρώπων παγκοσμίως και έχει μολύνει περισσότερους από μισό δισεκατομμύριο, σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Και όπως υπογραμμίζει η νέα έρευνα, υπάρχουν ενδείξεις ότι οι κλιματικές επιπτώσεις, ειδικά οι μεταβολές στις βροχοπτώσεις και τις θερμοκρασίες, είχαν σημαντικές επιπτώσεις στη μετάδοση της νόσου.
Στο πλαίσιο της μελέτης τους, οι ερευνητές αναλύουν τους τρόπους με τους οποίους μια κρίση, τροφοδοτεί μια άλλη. Η κλιματική αλλαγή έχει μειώσει την απόσταση μεταξύ ανθρώπων και παθογόνων οργανισμών.
Η άνοδος της θερμοκρασίας και οι μεταβολές στο φαινόμενο των βροχοπτώσεων, επέτρεψαν στα κουνούπια, τα τσιμπούρια, τα πουλιά και άλλους φορείς ασθενειών, να επεκτείνουν το εύρος τους, ενώ η ανθρώπινη μετανάστευση, εξαιτίας της ανόδου της στάθμης της θάλασσας και των ακραίων καιρικών φαινομένων, έχουν οδηγήσει σε νέες επαφές με επικίνδυνους παθογόνους οργανισμούς.
Οι υψηλότερες θερμοκρασίες του εδάφους προκαλούν την αύξηση των ιών που μεταδίδονται από τα κουνούπια, όπως ο δάγγειος πυρετός, ενώ η υπερθέρμανση των ωκεανών έχει συνδεθεί με βακτηριακές λοιμώξεις, που προκαλούνται από την κατανάλωση μολυσμένων θαλασσινών ή το κολύμπι σε μολυσμένο νερό.
Επιπλέον, οι κλιματικές επιπτώσεις επιτρέπουν στους παθογόνους οργανισμούς να αναπαραχθούν με μεγαλύτερη ταχύτητα, ενώ αμβλύνουν τη δική μας ικανότητα να αποφεύγουμε ή και να καταπολεμούμε τις ασθένειες. Το ζήτημα είναι περίπλοκο και αφορά το πώς ένας μεμονωμένος κλιματικός παράγοντας, ενδέχεται να επιδεινώσει κάθε μολυσματική ασθένεια.
Ο Μόρα προειδοποιεί για τους κινδύνους
«Είναι τόσο αφελές να πιστεύουμε ότι θα είμαστε σε θέση να προσαρμοστούμε σε αυτό», δήλωσε. «Δεν υπάρχει τρόπος, με τόσες πολλές ασθένειες, να προσαρμοστούμε πλήρως. Αν θέλουμε πραγματικά να αποφύγουμε το πρόβλημα, ο καλύτερος τρόπος είναι να περιορίσουμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου».
Ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό παράδειγμα για το πώς η υπερθέρμανση βοηθά τις ασθένειες να εξαπλωθούν, προέρχεται από το 2016, όταν μια σπάνια βακτηριακή ασθένεια, ξέσπασε σε ένα απομακρυσμένο χωριό, στη Σιβηρία. Ένα παιδί πέθανε και δεκάδες άνθρωποι νοσηλεύτηκαν.
Οι επιστήμονες απέδωσαν τελικά το ξέσπασμα της νόσου σε ένα καλοκαιρινό κύμα καύσωνα, που μαζί με μόνιμες επιφάνειες πάγου, ξεπάγωσε και το άψυχο σώμα ενός 75χρονου μολυσμένου ταράνδου, απελευθερώνοντας βακτήρια που προκάλεσαν την ασθένεια. Τελικά, χιλιάδες τάρανδοι πέθαναν από τη μετάδοση της εν λόγω ασθένειας.
«Μπορούμε να φανταστούμε πόσες ασθένειες έχουν συσσωρευτεί με την πάροδο του χρόνου στα κομμάτια πάγου. Τώρα που σταδιακά αρχίζουν να λιώνουν, όλες αυτές οι ασθένειες αρχίζουν να εξαπλώνονται», εξηγεί ο Μόρα.
Ο Λούις Οστρόσκι, επικεφαλής μολυσματικών ασθενειών στην Ιατρική Σχολή του UTHealth Houston, το τρέχον διάστημα αφιερώνει, τον περισσότερο χρόνο του μελετώντας τον COVID-19 και την ευλογιά των πιθήκων. Ωστόσο, στις ειδικότητες συγκαταλέγεται και η μελέτη των μυκήτων.
Τα τελευταία χρόνια, οι μυκητολόγοι έχουν τεκμηριώσει σημαντικές γεωγραφικές μετατοπίσεις σε μύκητες, οι οποίοι για αιώνες, περιορίζονταν μόνο σε συγκεκριμένες περιοχές.
«Αυτό σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή και τη μετανάστευση των πτηνών», επισημαίνει ο Οστρόσκι, ενώ σε ό,τι αφορά την ικανότητα της ανθρωπότητας να προσαρμοστεί, διαβεβαιώνει ότι δεν έχουμε πολλές επιλογές.
«Όντας πολύ ανθεκτικοί ως είδος, χρειάζεται να προσαρμοστούμε σε διάφορες συνθήκες. Μια εξ’αυτών είναι και η ύπαρξη παθογόνων οργανισμών. Ωστόσο, το φαινόμενο δεν παύει να είναι ανησυχητικό» καταλήγει ο Οστρόσκι.