Στο δεύτερο μέρος της συνοπτικής ιστορικής αναδρομής γύρω από την απρόσμενη και άδοξη ολοκλήρωση της πολιτικής διαδρομής του Αμερικανού Προέδρου κ. Μπάιντεν θα εξετασθεί το μοιραίο debate και άλλα γεγονότα που οδήγησαν στην απόσυρση της υποψηφιότητας του. Τι μεσολάβησε λοιπόν και στις Αμερικανικές προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου θα αναμετρηθούν ο πρώην Πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ (Donald Trump) και η εν ενεργεία Αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις (Kamala Harris);
Το μοιραίο debate και πολιτική επικοινωνία
Παρότι η απόφαση του εν ενεργεία Προέδρου των Η.Π.Α. κ. Τζο Μπάιντεν (Joe Biden) (46ος) (81 ετών - 20/11/1942) να είναι εκ νέου υποψήφιος εξέπληξε αρνητικά (λόγω υγείας και ηλικίας) το ίδιο του το κόμμα, εντούτοις ουσιαστικά για λόγους κομματικής συνοχής έλαβε πολύ εύκολα το χρίσμα.
Ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη πάντως απετέλεσε η άνευ προηγουμένου απόσυρση της υποψηφιότητας ενός εν ενεργεία Προέδρου (ενώ είχε ήδη το χρίσμα) και η εν συνεχεία αντικατάσταση του μόλις τρεις μήνες πριν τις εκλογές. Θρυαλλίδα των εξελίξεων αποτέλεσε η ομολογουμένως αδύναμη παρουσία του κ. Μπάιντεν στο debate με τον κ. Τράμπ στις 27 Ιουνίου κατά την οποία αναδείχθηκαν ευρέως ζητήματα αδυναμίας παράθεσης επιχειρημάτων και δυσκολίας στην ομιλία λόγω μειωμένης πνευματικής διαύγειας. Τα παραπάνω θέματα συνεπικουρούμενα και από πρόσκαιρη απώλεια μνήμης είχαν διαπιστωθεί και σε άλλες δημόσιες εμφανίσεις πριν και μετά την τηλεμαχία. Ωστόσο, η δημοσιοποίηση τους διεθνώς, επέδρασε καταλυτικά με αποτέλεσμα να υπάρξει άμεσα διάχυτη αμφισβήτηση από το ίδιο του το κόμμα σχετικά με τη δυναμική της υποψηφιότητας του.
Αυτή η εξέλιξη ήρθε ως επίρρωση των δημοσκοπήσεων (κυρίως μετά το debate) που έδειχναν ότι προηγείται ο κ. Τράμπ. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η κριτική από τη σκοπιά της πολιτικής επικοινωνίας σχετικά με τη στρατηγική απόφαση του επιτελείου του κ. Τράμπ να δεχθεί τη διεξαγωγή του debate εκείνη την περίοδο αφού δυνητικά υπήρχε ακόμη δυνατότητα αντικατάστασης του αντιπάλου του. Πάντως, το επιχείρημα ότι το debate θα έπρεπε να γίνει αργότερα ώστε σε περίπτωση προβληματικής επίδοσης του κ. Μπάιντεν να μην υπάρχουν περιθώρια αντίδρασης από τους Δημοκρατικούς εδράζεται στο αναπάντεχο αποτέλεσμα. Επομένως, η εκ των υστέρων κριτική για ένα καινοφανές και άρα διόλου προβλέψιμο συμβάν, όπως η αντικατάσταση υποψηφίου, δεν ευσταθεί.
Απόπειρα δολοφονίας εναντίον του κ. Τράμπ
Το κομβικό όμως περιστατικό που έκρινε την απόφαση του κ. Μπάιντεν να αποσυρθεί ήταν η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του κ. Τράμπ στις 13 Ιουλίου. Όπως αναφέρθηκε με διάφορες παραλλαγές σε πλειάδα τίτλων σε όλα τα Μ.Μ.Ε. διεθνώς, η σφαίρα που τραυμάτισε τον κ. Τράμπ επί της ουσίας «σκότωσε πολιτικά» τον κ. Μπάιντεν. Σε αυτό συνέτεινε το αναμενόμενο κύμα συμπάθειας υπέρ του κ. Τράμπ που ιδίως σε μια κούρσα με βαθιά προσωπική αντιπαλότητα αυτομάτως δυσχέραινε το έργο του κ. Μπάιντεν ως προς την κριτική και τις επιθέσεις προς τον αντίπαλο του.
Τονίζεται ότι λόγω των χείριστων προσωπικών σχέσεων και προστριβών επί σειρά ετών, το κλίμα μεταξύ των υποψηφίων ήταν έτι περαιτέρω τεταμένο σε σύγκριση με προηγούμενες αντίστοιχες μονομαχίες. Παρότι αυτό ίσχυε από το 2020, η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά τα πρωτοφανή επεισόδια και εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021. Επομένως, τοποθετήσεις εναντίον του κ. Τράμπ θα εκλαμβάνονταν ως έλλειψη ενσυναίσθησης, ευαισθησίας και πολιτικού πολιτισμού απέναντι σε θύμα τρομοκρατικής επίθεσης.
Σε αυτή την εξόχως αρνητικά φορτισμένη περιρρέουσα ατμόσφαιρα που διαμορφώθηκε μετά το debate, υπήρχαν καθημερινά δημόσιες παροτρύνσεις από τα Μ.Μ.Ε. και υποστηρικτές του κόμματος για την απόσυρση του κ. Μπάιντεν. Παράλληλα, εντεινόταν συνεχώς η ξεκάθαρη και δημόσια αμφισβήτηση από κορυφαία στελέχη του κόμματος που πίστευαν ότι η διαφαινόμενη ήττα του κ. Μπάιντεν θα παρέσυρε και το κόμμα γενικότερα αφού την ίδια ημέρα διεξάγονται και άλλες αναμετρήσεις όπως οι εκλογές για το Κογκρέσο (Γερουσία, Βουλή Αντιπροσώπων).
Εν κατακλείδι, αυτό το περιβάλλον εσωστρέφειας σε συνδυασμό με την αισθητά περιορισμένη οικονομική ενίσχυση προς την καμπάνια του από τους δωρητές του κόμματος κράτησε για αρκετές ημέρες. Ακολούθως, η αφόρητη πίεση που δεχόταν κατέστησε την απόφαση του Προέδρου για παραίτηση του από την κούρσα την 21η Ιουλίου, μονόδρομο.
Κλείνοντας, σημειώνεται ότι παρά την φαινομενικά πρωτοφανή κρίση για το Δημοκρατικό κόμμα που βρέθηκε χωρίς υποψήφιο μόλις 3,5 μήνες πριν τις εκλογές, η λύση μέσω της κας Χάρις δόθηκε τόσο άμεσα (6 Αυγούστου) σε βαθμό που έμοιαζε να ήταν έτοιμη από καιρό.
***
Ο Μιχάλης Αράπης (LLB, LLM, MA) είναι νομικός με μεταπτυχιακά στο «Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο» και στον τομέα του «Κυβερνοεγκλήματος και της Τρομοκρατίας».
Είναι Ιδρυτής και Πρόεδρος της Ε.Κ.Ο. Επιστημόνων Ηνωμένου Βασιλείου (H.B.)