Η Ουκρανία, ο ψυχρός πόλεμος Ρωσίας-ΗΠΑ και στο βάθος η Τουρκία

Ο αντίκτυπος στα ελληνοτουρκικά.
|
Open Image Modal
Φωτογραφία αρχείου Ουκρανία Volovets
via Associated Press

Σε μια παγωμένη Ευρώπη, χειμαζόμενη αφενός από την πανδημία, αφετέρου από  την ενεργειακή κρίση και τη συνακόλουθη αύξηση των τιμών, ένας νέος ψυχρός πόλεμος μαίνεται ανάμεσα στη Ρωσία και στις ΗΠΑ. Αρκεί δε μια μικρή «σπίθα» στην Ουκρανία, για να μετατραπεί, εξαίφνης, σε θερμό. Και οι φλόγες, αναμφίβολα, θα αγγίξουν και την Ελλάδα, ιδίως καθώς σε αυτήν την ρωσοουκρανική σύγκρουση ο εθνικός μας αντίπαλος, η Τουρκία, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο.

Είναι γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία και η Ουκρανία έχουν εμβαθύνει την πολιτική, οικονομική και στρατιωτική τους συνεργασία. Από το 2021 δε η Τουρκία είναι ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στην Ουκρανία. Η συνεργασία Ουκρανίας - Τουρκίας αφορά, μεταξύ άλλων, σε μεγάλα έργα υποδομής, στην προμήθεια τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών, στην παραγγελία νέων κορβετών τουρκικής κατασκευής καθώς και στον σχεδιασμό για άμεση τουρκική συμβολή στην παραγωγή ουκρανικών αεροσκαφών.

 Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία συνιστά, εδώ και χρόνια, μια σημαντική εταίρο της Ρωσίας, όντας ένας απαραίτητος  διαμετακομιστικός κόμβος ρωσικής ενέργειας προς την Ευρώπη με τον αγωγό Turk Stream (και τον Turk Stream 2). Είναι, επίσης, ένας από τους καλύτερους πελάτες της στην αγορά ενεργειακών πόρων αλλά και στα συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας s-400 και ένας κομβικός συνεργάτης στη δημιουργία πυρηνικού σταθμού στις ακτές της Μεσογείου από τη ρωσική κρατική εταιρεία  ROSATOM.

 

Τι θα κάνει η Τουρκία σε μία ενδεχόμενη δεύτερη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία;

Αν ανατρέξουμε δε στο παρελθόν, αυτή θα είναι ορθότερα η τρίτη ρωσική εισβολή, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την εισβολή της Μεγάλης Αικατερίνης το 1783.  Μια ιστορική εισβολή, ενδεικτική του πάγιου ενδιαφέροντος της Ρωσίας για την περιοχή, η οποία, όμως,  ήταν τότε, και είναι ακόμη, και στο επίκεντρο της στρατηγικής της γείτονος καθώς και μια προαιώνια εστία ρωσοτουρκικής σύγκρουσης. 

Οι σχέσεις Μόσχας- Άγκυρας είναι, βέβαια, σήμερα πολύ ισχυρές, στρατηγικής σημασίας και για τις δύο πλευρές.  Η αναβίωση όμως από τη Ρωσία εγκαταλελειμμένων στρατιωτικών εγκαταστάσεων στην κατεχόμενη Κριμαία και η μετεγκατάσταση σε αυτήν σύγχρονων οπλικών συστημάτων θα υπονομεύσουν την ευρύτερη κατάσταση ασφαλείας στη Μαύρη Θάλασσα. Και σαφώς αυτό προβληματίζει την Τουρκία, που επιθυμεί να κρατάει εκείνη το «κλειδί» για μία ασφαλή, ελεγχόμενη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας μέσα και από την εφαρμογή της Σύμβασης του Μοντρέ. 

Η Τουρκία, λοπόν, φαίνεται να έρχεται για άλλη μια φορά απέναντι στη Ρωσία,  όπως και στο πρόσφατο παρελθόν με τη Συρία, τη Λιβύη και το Ναγκόρνο. Δεδομένης όμως της σοβαρής οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης της, η Τουρκία μπορεί, εν τέλει, να διστάσει να εκπληρώσει τις όποιες δεσμεύσεις της προς την Ουκρανία, καθώς η Ρωσία θα μπορούσε να ανταπαντήσει με όπλο οικονομικές και εμπορικές κυρώσεις. Οι εμπορικές συναλλαγές της Τουρκίας με τη Ρωσία, άλλωστε, είναι πολύ περισσότερες από αυτές με την Ουκρανία.

 

Πόσο μπορεί να το τραβήξει η Μόσχα;

Η Ουκρανία, από την άλλη πλευρά, είναι για τη Ρωσία μια πρώην Σοβιετική Δημοκρατία που το Κρεμλίνο θέλει να την έχει πάντα δεμένη στο «άρμα» του. Βασικός λόγος και το ότι η  Ουκρανία παραμένει ο πιο σημαντικός διάδρομος διαμετακόμισης φυσικού αερίου προς τις Ευρωπαϊκές αγορές. Η δε προμήθεια και μεταφορά ενεργειακών πόρων στην Ευρώπη είναι μείζονος σημασίας για τους Ρώσους. Είναι το «οξυγόνο» για τη ρωσική οικονομία και, κατ’ επέκταση, τη ρωσική γεωπολιτική ισχύ.

Η Ρωσία σχεδόν μονοπωλεί το εμπόριο φυσικού αερίου στην Ευρώπη, ενώ έχει μεγάλο μερίδιο και στην αγορά πετρελαίου. Η Ευρώπη, πιο συγκεκριμένα,  είναι εξαρτημένη από τους Ρώσους, καθώς τους έχει ανάγκη για περισσότερο από το 1/3 των ενεργειακών της αναγκών.  Σε αυτό το πλαίσιο μια γενικευμένη ρωσοουκρανική κρίση εγκυμονεί πολλούς κινδύνους για την Ευρώπη. 

Μια ενδεχόμενη εμπόλεμη ρωσοουκρανική ρήξη θα μπορούσε να οδηγήσει τη Γηραιά Ήπειρο σε μία παγωμένη και σκοτεινή περίοδο πολλαπλών διακοπών στις ενεργειακές ροές. Σε ένα blackout και μια συνακόλουθη ανθρωπιστική κρίση, όπως αυτή του 2006 και του 2009, όταν οι διαφωνίες Ρωσίας και Ουκρανίας για την τιμή του φυσικού αερίου είχαν ως αποτέλεσμα η πρώτη να κλείσει  τη «στρόφιγγα» των ενεργειακών πόρων,  αφήνοντας σπίτια και…νοσοκομεία χωρίς θέρμανση. Και μάλιστα μέσα σε βαρύ χειμώνα, όπου η τιμή του φυσικού αερίου είναι, σήμερα, ήδη πολύ υψηλότερη από ένα χρόνο πριν. 

Η σημερινή ενεργειακή (και ρωσοουκρανική) κρίση δεν είναι βέβαια τυχαία. Εντάσσεται στο πλαίσιο μιας συντονισμένης προσπάθειας της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής για την ευρωπαϊκή έγκριση του Nord stream 2. Ενός αγωγού που θα φέρνει αέριο στην κεντρική Ευρώπη και τη Γερμανία, παρακάμπτοντας την Ουκρανία και υποβαθμίζοντας το ρόλο της ως κράτους διαμετακόμισης φυσικού αερίου, αλλά που ταυτόχρονα θα διαιωνίσει την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Μόσχα.

 

Kαι τί θα πράξουν οι ΗΠΑ;

Και φυσικά οι ΗΠΑ δεν δύνανται να παρακολουθούν στωικά τη Ρωσία να χειραγωγεί τις  τιμές των ενεργειακών πόρων και μαζί τη σύμμαχο Ευρώπη, χρησιμοποιώντας την ενέργεια για την ενίσχυση του γεωπολιτικού ρόλου της. Επιθυμούν εύλογα να έχουν οι ίδιοι σύμμαχό τους την Ουκρανία, εντάσσοντας την στο ΝΑΤΟ. Και αυτό προκαλεί εκνευρισμό στη Ρωσία που δεν θέλει να έχει ένα δυνάμει εχθρικό κράτος στο κατώφλι της.

Διαμορφώνεται, λοιπόν, στην ευρύτερη γειτονιά μας ένα σκηνικό που θυμίζει την κρίση της Κούβας, το 1962.  Μια κρίση που παρά λίγο να οδηγήσει σε ένα Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς η Ρωσία έφερνε βαλλιστικούς  πυραύλους στην Κούβα, στο κατώφλι της Αμερικής, ως αντίποινα για τους πυραύλους της Αμερικής στην Ευρώπη και την Τουρκία.  Και τότε, λοιπόν, όπως και τώρα, η Τουρκία είχε το ρόλο της. Σημειωτέον δε,  η κρίση έληξε με την δέσμευση Κένεντι,  μεταξύ άλλων, και για την απομάκρυνση των αμερικανικών πυραύλων από το τουρκικό έδαφος.

Η Τουρκία, κατ’ επέκταση, τότε, όπως και τώρα, βρίσκεται στο επίκεντρο της σύγκρουσης. Και αυτό μας αφορά. Ιδίως, αφού, όπως φαίνεται,  σχετίζεται και με τις πρόσφατες εξελίξεις αναφορικά με τον EastMed. Σε μια συγκυρία, στην οποία μια από τις γενεσιουργές αιτίες σχεδιασμού του EastMed, δηλαδή η απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία φαίνεται πιο αναπόδραστη από ποτέ, οι Αμερικανοί δείχνουν να αποσύρουν το ενδιαφέρον τους. 

 

Τι μπορεί να συνέβη με τον Eastmed; 

Αφενός ο EastMed  παύει ενδεχομένως να είναι πλέον μια συμφέρουσα επένδυση. Ο πιο ακριβός αγωγός στην Ευρώπη κινδυνεύει, μέχρι να υλοποιηθεί, να μείνει στα αζήτητα. Κυρίως λόγω του άμεσου προσανατολισμού της Ευρώπης προς την «καθαρή» ενέργεια, της κάλυψης των Ευρωπαίων από άλλες πηγές φυσικού αερίου (όπως από το αζέρικο κοίτασμα Σαχ Ντενίζ μέσω του αγωγού ΤΑΝΑP που διασχίζει Γεωργία και Τουρκία), των μακροχρόνιων διμερών συμφωνιών της Ρωσίας και της δυνατότητας προμήθειας υγροποιημένου φυσικού αερίου. 

Ένας όμως βασικός γεωπολιτικός λόγος για την απόσυρση του αμερικανικού ενδιαφέροντος από τον EastMed είναι, ενδεχομένως, η επιθυμία των ΗΠΑ να τερματιστεί η συνεχής κλιμάκωση της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο, για  να επικεντρωθεί η Τουρκία  περισσότερο στην Ουκρανία και στη ζωτικής σημασίας περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής προφανώς έχουν συμφέρον η Τουρκία να συνεχίσει απερίσπαστη τη στρατιωτική της υποστήριξη στην Ουκρανία απέναντι στη Ρωσία. Εφαρμόζουν, δηλαδή, εν προκειμένω, τη γνωστή επιτυχημένη στρατηγική του Διαίρει και Βασίλευε.

Όπως και να έχει η Τουρκία δύσκολα μπορεί να μείνει έξω από τη σύγκρουση και ο Ερντογάν, αν και μέχρι πρόσφατα έδειχνε να σχοινοβατεί, σχετικά επιτυχημένα, ανάμεσα στις ρωσικές και αμερικανικές επιδιώξεις, τώρα πρέπει να προσπαθήσει αρκετά, για να μην τον ακουμπήσουν οι φλόγες μιας ενδεχόμενης εμπόλεμης ρήξης. Και η Ελλάδα; Ευτυχώς δείχνει από καιρό να έχει εγκαταλείψει την ατυχή πολιτική του κατευνασμού,  ενισχύοντας την αποτρεπτική της ικανότητα  με εξοπλισμούς και σημαντικές συμμαχίες. 

Επειδή, όμως, με τον ενδεχόμενο θάνατο του EastMed, η χώρα μας κινδυνεύει να αποδυναμωθεί γεωπολιτικά (με την Τουρκία, από την άλλη πλευρά, να παραμένει λόγω του αγωγού ΤΑΝΑP και του Turk Stream σημαντικός διαμετακομιστικός ενεργειακός κόμβoς) οφείλει να είναι σε συνεχή εγρήγορση. Και οπωσδήποτε πρέπει να προχωρήσει συντονισμένα στην ηλεκτρική διασύνδεσή της με το Ισραήλ και την Κύπρο,  μέσω του καλωδίου ΕuroΑsia Ιnterconnector καθώς και με την Αίγυπτο μέσω του καλωδίου EuroAfrica Interconnector.

Επίσης, κανείς δεν πρέπει να  βαυκαλίζεται πως με το τέλος του EastMed η Τουρκία θα ρίξει τους τόνους στη ΝΑ Μεσόγειο. Η πόντιση καλωδίων σε περιοχές όπου η Τουρκία θεωρεί ότι ανήκουν στη δική της θαλάσσια δικαιοδοσία, αναμφίβολα θα εγείρει εκ νέου θέματα με τη γειτονική χώρα.

Για το προσεχές χρονικό διάστημα, όμως, οι εξελίξεις, εκτός απροόπτου, φαίνεται να εστιάζονται κυρίως στα σύνορα Ρωσίας- Ουκρανίας. 

Απομένει μόνο να δούμε αν η γνωστή αποφθεγματική ρήση του Τσάρου Νικολάου «η Ρωσία έχει δύο στρατηγούς που μπορεί να εμπιστεύεται, τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο», θα  αποκτήσει άμεσα ένα νέο, επίκαιρο, νόημα στο πλαίσιο της μαινόμενης κρίσης Μόσχας- Κιέβου.

***

Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη, Διδάκτωρ Διεθνών & Ευρ. Σπουδών – Δικηγόρος, Καθηγήτρια της Νομικής  Sorbonne Paris Nord/IdEF, Αντιδήμαρχος Πειραιά