Εδώ και πάρα πολλά χρόνια οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις κατά καιρούς, αγγίζουν ιστορικά χαμηλά. Οι «μεσοβέζικες» και φοβικές ως προς την πρόβλεψη εκτιμήσεις, αναλύσεις και συμβουλές που αφορούν τελικά τους λήπτες αποφάσεων στη χώρα μας, μας έχουν φέρει στο να είμαστε πολύ αργοί στο να προλαμβάνουμε καταστάσεις και να έτσι να μην είμαστε καλοί οπορτουνιστές στη διεθνή σκακιέρα. Ο οπορτουνισμός των κρατών, βρίσκεται στον πυρήνα της ρεαλιστικής σχολής (έμμεσα ή άμεσα, σε όλα τα υποδείγματα του ρεαλισμού) και καθοδηγείται από την έλλειψη μιας παλίντονου αρχής, ικανής να νέμει στον κόσμο την τάξη και την ειρήνη. Σε κατάσταση διεθνούς αναρχίας, όλοι προσπαθούν να βρουν μια καλύτερη θέση στον ήλιο. Τι συμβαίνει με την Τουρκία τελικά; Γιατί η Ελλάδα θα έχει οφέλη ανεξάρτητα από την ικανότητά της να τα καρπωθεί;
Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις άγγιξαν τις προηγούμενες μέρες τη χειρότερη μέρα τους, μέχρι την επόμενη. Όσο και αν είναι η φυλάκιση του Αμερικανού πάστορα ένα ζήτημα που αφορά ανθρωπισμό και δικαιοσύνη, αποτελεί μια αφορμή για να έλθει η ρήξη μεταξύ δύο πρώην στρατηγικών συμμάχων. Η βασική υπόθεση είναι η εξής: Όταν το διεθνές σύστημα ισορροπίας ισχύος μεταβάλλεται, τότε μεταβάλλονται και οι σχέσεις μεταξύ των κρατών. Αντί να χρησιμοποιηθεί αυτή η αφετηρία για την ερμηνεία των σχέσεων μεταξύ δύο πρώην στρατηγικών εταίρων, χρησιμοποιήθηκε η πλουραλιστική μέθοδος (ανήκει στα υποδείγματα του Φιλελευθερισμού) και η οποία ήθελε να υπάρξει αναμονή για τέλος της δυναστείας Ερντογάν. Σύμφωνα με αυτήν την υπόθεση, μια μεταβολή του εκλογικού σώματος της Τουρκίας, θα επανέφερε την Τουρκία στο status quo ante. Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο Ερντογάν έχει επιφέρει τεκτονικές αλλαγές στην τουρκική κοινωνία και αυτό φαίνεται στην αντιπολίτευση η οποία δοκιμάζει συνταγές του. Ο φανατισμός έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας. Η Τουρκία έχει πάρει από το 2003 μια απόφαση και την υλοποιεί σταδιακά. Ποιά είναι αυτή;
Στον προβλέψιμο διπολικό κόσμο του Ψυχρού Πολέμου, η Τουρκία διαδραμάτιζε το ρόλο του ανατολικού φύλακα της Δύσης. Σήμερα, βρίσκεται στον δρόμο...του Μεταξιού. Επιθυμεί να γίνει το δυτικό άκρο, της Ασίας. Η Άγκυρα έχει επενδύσει στην ανατροπή του διεθνούς συστήματος και της έως τώρα κατανομής ισχύος που το πλαισιώνει. Σύμφωνα με αυτό, η Ανατολή θα επικρατήσει της Δύσης. Η επόμενη μεγάλη δύναμη θα προκύψει από την Ασία και θα είναι η Κίνα. Ο αντιαμερικανισμός που υπάρχει στην Τουρκία, δεν είναι μόνο για εσωτερική κατανάλωση. Επί το ορθότερον, είναι για την εσωτερική κατανάλωση η οποία θα υποδεχτεί τις αλλαγές στον τουρκικό σχεδιασμό και τη στροφή της Άγκυρας προς την Ανατολή. Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις συνιστούν ένα θύμα αυτής της συστημικής αλλαγής. Όταν έαν σύστημα είναι πολύ πιο «χαλαρό» από αυτό του Ψυχρού Πολέμου, τότε οι επιλογές για τα κράτη αυξάνονται και γεωμετρικά, πολλαπλασιάζεται η αναρχία και οι εκδηλώσεις αυτής. Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις είναι στην εντατική εδώ και καιρό, απλώς με τις κυρώσεις και με την ρήξη που διαφαίνεται, μας θυμίζει αυτό που έλεγε ο μεγάλος Φρειδερίκος Νίτσε. «Καλύτερα μια ολοκληρωμένη έχθρα, παρά μια φιλία κολλημένη με κόλλα».
Για καλή μας τύχη, οι συστημικές αλλαγές έχουν τέτοια επιρροή στη λήψη αποφάσεων, που δε θα μας αφήσουν να καταστρέψουμε το πολύ θετικό momentum των ελληνοαμερικανικών σχέσεων. Η αύξηση του ενδιαφέροντος των ΗΠΑ για την Ελλάδα έχει ξεκινήσει σταδιακά από την πρώτη θητεία του προέδρου Ομπάμα, παρά τις προσπάθειές του για γεφύρωση των αμερικανοτουρκικών διαφορών. Τα σοβαρά κράτη προβλέπουν και προετοιμάζονται για το χειρότερο. Πολύ καιρό πριν από αυτές τις εξελίξεις ρήξης μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, οι ΗΠΑ έχουν βάλει στο νου τους αμυντικά και ενεργειακά projects που αφορούν την Ελλάδα.
Το Κυπριακό Ζήτημα, από πέρυσι στις 12 Ιουλίου, παίρνει μια άλλη τροχιά. Οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν να ενισχύσουν την Τουρκία με οποιονδήποτε γεωστρατηγικό asset. Δεν υπάρχει επομένως ο κίνδυνος που απλοϊκά παρουσιάζουν αρκετοί: «Η Ελλάδα και η Κύπρος θα παραχωρηθούν ως ανταλλάγματα για τον κατευνασμό του Ερντογάν». Αυτό το επιχείρημα πάσχει για τρεις λόγους. Πρώτον, ο Τούρκος πρόεδρος δεν πιστεύει στη δίκαια ανταλλαγή. Θέλει να κερδίζει από παντού και είναι αναξιόπιστος. Δεύτερον, η Τουρκία δεν πρόκειται να πάψει να ασχολείται με την νοτιοανατολική αυλή της επειδή θα της «χαρίσουν» καλύτερο μπαλκόνι στο δυτικό της μέτωπο. Τρίτον, οι ΗΠΑ (ειδικά με τη συγκεκριμένη κυβέρνηση) δεν έχουν καμία όρεξη για «διαπραγματεύσεις και παζάρια» στα οποία η αλήθεια είναι, πως η Τουρκία έχει καλομάθει. Σε σχέση με την Τουρκία, οι ΗΠΑ έχουν τόση ισχύ ώστε να μην έχουν την ανάγκη να διαπραγματευτούν. Δεν είναι θέμα αδιαλλαξίας ή κακού ήθους. Είναι θέμα διαφοράς ισχύος και ο ρεαλισμός οφείλει να επανέλθει ξανά στο μυαλό όλων μας για την εξέταση κάθε γεγονότος στον πολυπολικό κόσμο.