Η σύγχυση και η κατάφωρη αλήθεια

Η υπόθεση των Τεμπών είναι τόσο περίπλοκη όσο και απλή.
Open Image Modal
.
Eurokinissi

Πάντως- κάτι το φοβερό θα τους συνέβαινε

Γιατί ο αέρας- οι οπλές- τα λόγια

Δείχνανε να’ ναι τόσο συγχυσμένα.

 Γιατί  λοιπόν να μην τολμάνε κάποια έξοδο;

«Άτολμα τείχη», Μιχάλης Κατσαρός

 *

Λίγο πριν την επέτειο των Τεμπών επικρατεί μεγάλη αναστάτωση. Σχολεία κλειστά, μεγάλες διαδηλώσεις ετοιμάζονται, δικαστικοί λειτουργοί κατηγορούνται και αμύνονται, διάφορα σενάρια κυκλοφορούν για παράνομα φορτία. Συλλήψεις γίνονται για υποκίνηση βίας, οικογένειες πενθούν ακόμη χωρίς δικαίωση, η εξαφάνιση και ο θάνατος του γιου ενός εμπλεκόμενου ατόμου γεννά ερωτηματικά και θεωρίες

Το πιο σαφές είναι ότι η πλειονότητα του ελληνικού λαού είναι οργισμένη με την κυβέρνηση και τη Δικαιοσύνη για τη διαχείριση του εν λόγω ζητήματος.

Κανείς μας δεν μπορεί να έχει άποψη για τα παράνομα φορτία, τα βίντεο ή τα χημικά ή για το αν η διαχείριση από τον ανακριτή ήταν νόμιμη ή για άλλα τέτοια θέματα. Οι πολλές υποθέσεις και εικασίες τελικά συσκοτίζουν και αυτά που έχουν να πουν όσοι μπορούν να έχουν γνώμη, για παράδειγμα οι πραγματογνώμονες.  Η υπόθεση φαίνεται περίπλοκη, η δικογραφία είναι τεράστια, οι δρόμοι της Δικαιοσύνης τρομερά δαιδαλώδεις. Επίσης, όπως συνήθως, κανείς από όσους ήταν σε θέσεις ευθύνης δεν αναλαμβάνει ευθύνη για τίποτα και απλώς πετούν ο ένας στον άλλο το μπαλάκι ζαλίζοντάς μας.

Ταυτόχρονα, όμως η υπόθεση είναι εξαιρετικά απλή. Το τραγικό συμβάν των Τεμπών δείχνει ξεκάθαρα ότι τίποτα σε αυτή τη χώρα δεν λειτουργούσε σωστά και ακόμη δεν λειτουργεί σωστά τίποτα.

Οι προσλήψεις στον δημόσιο τομέα συχνά γίνονται με λάθος τρόπο.  Συνεχίζουν να ψηφίζονται για τη Βουλή τα λάθος άτομα, ακόμη κι αν υπήρξαν υπουργοί που χλεύαζαν αλαζονικά την ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών. Η δικαστική οδός τρίζει πολύ συχνά και κωλυσιεργεί. Θυμίζει τα κακοσυντηρημένα ελληνικά τρένα, τα συστήματα των οποίων θα έπρεπε να είχαν κάποτε αναβαθμιστεί. Κάπως, όμως, εξαφανίστηκαν τα χρήματα για την αναβάθμιση, όπως εξαφανίζεται συχνά το δημόσιο χρήμα, λες και το αρπάζουν μυστικά οι νεράιδες. Και ο χώρος, όπου υποτίθεται ότι τιμάται η δημοκρατία, καταντά να μοιάζει με κλειδωμένη αποθήκη, στην οποία οι στρυμωγμένοι ποντικοί αρχίζουν να τρώνε ο ένας τον άλλον.

Οι απαξιωμένοι Έλληνες πολίτες στρέφονται κατάφωρα αυτή τη στιγμή, και πολύ καλά κάνουν, εναντίον του πολιτικού συστήματος. Αυτός ο θυμός, όμως, θα είναι εντελώς απρόσφορος αν δεν δούμε πως ήμασταν και είμαστε ακόμη μέρος αυτού του πολιτικού συστήματος. Αν η παρούσα κυβέρνηση συνεχίζει ακάθεκτη να απαξιώνει την ασφάλειά μας ή την υγεία μας ή την παιδεία των παιδιών μας ή την ανάγκη μας για στέγαση, είναι επειδή η αποχή στις εκλογές το κατέστησε δυνατόν. Αν εξελέγη ξανά βουλευτής ένας άνθρωπος που αποδείχθηκε εντελώς ακατάλληλος για δημόσιο αξίωμα μετά τον θάνατο 57 ανθρώπων, είναι επειδή τον εξέλεξαν. Όπως εξελέγη ξανά ως αρχηγός κόμματος της αντιπολίτευσης ένας άνθρωπος που επί χρόνια δεν έχει σχεδόν καθόλου δράσει εδραιώνοντας για τα καλά την υπάρχουσα κυβέρνηση. Και πόσους σταθμάρχες χωρίς προσόντα και χωρίς συναίσθηση του ότι δεν είναι κατάλληλοι για μια συγκεκριμένη θέση ευθύνης έχει γεννήσει η Ελλάδα μεταπολεμικά;

Οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης έχουν σαφώς το δικαίωμα να μην δέχονται εξυβρίσεις ή βία, να μην κατηγορούνται προσωπικά ως άτομα και άδικα, αν δεν υπάρχουν στοιχεία. Συλλογικά, όμως, δεν έχουν κι εκείνοι ευθύνη για την αγκύλωση που επικρατεί σήμερα στο δικαστικό σύστημα; Όχι επειδή δημιούργησαν οι ίδιοι το σύστημα αυτό, πολύ συχνά μπορεί και οι ίδιοι να είναι θύματα της αδιανόητης γραφειοκρατίας. Έχουν ευθύνη γιατί δεν πάλεψαν ποτέ για να υπάρξει ένα καλύτερο σύστημα, ένα σύστημα πιο δίκαιο για τον απλό πολίτη, που δεν εξαντλεί ψυχικά και οικονομικά και δεν θυμίζει τη «Δίκη» του Κάφκα σε όσους αναζητούν δικαίωση. Ακόμη κι αν η δικαστική εξουσία είναι λοιπόν ανεξάρτητη, παραμένει εξουσία και όπως κάθε εξουσία κινδυνεύει να φθείρεται από κατάχρηση, αλαζονεία ή απαξίωση του πιο αδύναμου.     

Μέσα σε αυτήν την ταραχή, λοιπόν, οφείλουμε όλοι να αναλογιστούμε το πού βαδίζουμε και να βρούμε τρόπους να διεκδικήσουμε κάτι καλύτερο. Όπως επίσης και να αλλάξουμε αυτοκαταστροφικές μας συνήθειες, όπως είναι η αδιαφορία για την πολιτική ή η μανιώδης προσπάθεια ατομικής μόνο εξασφάλισης. Χρειάζεται να μιλάμε για δικαιοσύνη και δικαίωση και να εκφράζουμε αγανάκτηση, αλλά όχι με βία που απλώς θα φέρει το χάος. Κι αυτό, όχι μόνο επειδή η βία καταστρέφει και αυτόν που την ασκεί.

Είναι βέβαιο ότι θα βρεθούν αμέσως αυτοί που θα θελήσουν να εκμεταλλευτούν το χάος για να διαιωνίσουν την όποια κατάντια μας έφερε ως εδώ.  

 

-- --