Η ταινία για τον Όσκαρ Ουάιλντ και το ψέμα του Ρούπερτ Έβερετ

Η ταινία για τον Όσκαρ Ουάιλντ και το ψέμα του Ρούπερτ Έβερετ
Open Image Modal

«Η αυτοκαταστροφή έμοιαζε πάντα σαν κάτι που επινοήθηκε για τα βιβλία, επειδή στην πραγματικότητα είναι αδύνατο να φανταστούμε για ποιόν λόγο ένας άνθρωπος καταστρέφει σκοπίμως τον εαυτό του. Αλλά συμβαίνει και ο Όσκαρ Ουάιλντ το είχε πολύ έντονα. Όπως είχε αναρωτηθεί ο ίδιος ’γιατί κάποιος τρέχει προς την καταστροφή; Ήταν big star, ο πιο διάσημος άνθρωπος στο Λονδίνο, η ψυχή του Café Royal. Και είναι συναρπαστικό για μένα, ο τρόπος με τον οποίον τα μεγάλα αστέρια φτάνουν στην τύφλωση...» δήλωσε ο Ρούπερτ Έβερετ όταν ρωτήθηκε από το Forbes για ποιόν λόγο ήθελε να κάνει μία ταινία επικεντρωμένη στα τελευταία χρόνια της ζωής του Όσκαρ Ουάιλντ.

Κι όμως, η νέα ταινία του Ρούπερτ Έβερετ «Ο ευτυχισμένος πρίγκιπας», για τον Όσκαρ Ουάιλντ -που απέσπασε θετικές κριτικές στα Φεστιβάλ Σάντας και Βερολίνου όπου είχε προβληθεί- πιθανώς δεν θα είχε γίνει εάν ο σεναριογράφος, σκηνοθέτης και επιπλέον, ο ηθοποιός που ενσαρκώνει τον Ουάιλντ, δεν είχε πάρει το ρίσκο να πει στους χρηματοδότες το εξής ψέμα: «Μόλις πριν από μερικά λεπτά έκλεισα με τον Κόλιν Φερθ, ο οποίος είπε ότι είναι μέσα».

Στην πραγματικότητα, ο Φερθ δεν είχε ακόμα υπογράψει. Όμως ο Έβερετ στάθηκε τυχερός και τελικά ο ηθοποιός συμφώνησε.

Ο Έβερετ, θαυμαστής του Όσκαρ Ουάιλντ, αφιέρωσε πάνω από μία δεκαετία στο project. Στη διανομή της ταινίας, πέραν των Έβερετ και Κόλιν Φερθ, εμφανίζονται μεταξύ άλλων η Τζούλιαν Μουρ, η Άννα Γουίντουρ, η Κάντις Μπέργκεν, η Έλενα Κρίστενσεν, η Ντόνα Κάραν, ο Τομ Φρέστον και η Χούμα Αμπεντίν.

Οι 80 σελίδες του «De Profundis»

Όταν ο Μπέρναρ Σω ρωτήθηκε για το «De Profundis», το τελευταίο έργο του Όσκαρ Ουάιλντ, απάντησε με την ειρωνεία που τον διέκρινε: «Μια ακίνδυνη ρουκέτα, που όλοι την έπαιρναν για τορπίλη». 

Ο Σω δεν θέλησε να δει πέρα από τις γραμμές, να συλλάβει τον ανελέητο πόνο που κρυβόταν σ′ αυτές τις σελίδες. Αλλά το «De Profundis» ήταν και είναι η πιο ολοκληρωμένη μορφή ερωτικής εξομολόγησης (αδιάφορο αν απευθύνεται σε μια γυναίκα ή σ′ έναν ανάξιο φίλο), η σπαρακτική κραυγή ενός μετανοημένου για τις λίγες στιγμές μιας απίθανης ευτυχίας. 

«Μονάχα η Φύση, που οι απαλές της βροχές πέφτουν ‘επί δικαίων και αδίκων’, θα μου προσφέρει την αγκαλιά των βράχων της να κρύψω το πρόσωπό μου και θα μ′ αφήσει στις κρυφές κοιλάδες της, στη σιωπή τους, να κλάψω χωρίς οι άνθρωποι να μ′ ενοχλούν. Και θα στολίσει μ′ αστέρια τη νύχτα, για να μπορώ να περπατάω στα σκοτεινά χωρίς να σκοντάφτω, θα στείλει τους ανέμους να σκορπίσουν τ′ αχνάρια των ποδιών μου, για να μην με φτάσουν οι άνθρωποι, και θα με αποκαθάρει στα πλατιά της νερά και θα με γιάνει με τα μυστικά της βότανα», έγραφε στον Άλφρεντ Ντάγκλας απ′ τη φυλακή του.

Το περιεχόμενο του βιβλίου -ογδόντα πυκνογραμμένες χειρόγραφες σελίδες- συγκεντρώθηκε μέρα με τη μέρα. Γιατί η διεύθυνση των Φυλακών του Ρήντινγκ έδινε στον Όσκαρ Oυάιλντ μονάχα μια σφραγισμένη κόλλα χαρτί την ημέρα και ήταν υποχρεωμένος να την παραδίδει για να πάρει άλλη.

Έτσι, αυτό το βιβλίο - επιστολή φυλάχτηκε απ;o τον ταγματάρχη Νέλσον, διευθυντή των Φυλακών, και στις 19 Μαΐου 1897, όταν έληξε η ποινή του ποιητή, του παραδόθηκε, χωρίς ποτέ να φτάσει στα χέρια του αποδέκτη του. Την ίδια μέρα ο Όσκαρ Γουάιλντ έφυγε για τη Γαλλία και στη Διέπη εμπιστεύτηκε το “De Profundis” στο φίλο του Ρόμπερτ Ρος, χωρίς ν′ ασχοληθεί πια μ′ αυτό. [...] (Από την εισαγωγή της έκδοσης, Γκοβόστης, Άρης Αλεξάνδρου). 

Ο ευφυής, αντισυμβατικός Όσκαρ Ουάιλντ, ο συγγραφέας του εμβληματικού έργου «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι» γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1854. Μυθιστοριογράφος, ποιητής, κριτικός, γεύτηκε τη δόξα ως θεατρικός συγγραφέας, αλλά τη ζωή του σφράγισε η «πτώση» του, η φυλάκιση και το πρόωρο τέλος του. 

Οι γονείς του ήταν επιφανείς Δουβλινέζοι διανοούμενοι, με αγγλικές ρίζες. Ο Όσκαρ από μικρός έμαθε άπταιστα γαλλικά και γερμανικά. Στο πανεπιστήμιο ασχολήθηκε με τις κλασικές σπουδές. Μετά το πανεπιστήμιο, ετακόμισε στο Λονδίνο όπου εντάχθηκε στους πνευματικούς και κοινωνικούς κύκλους. Ως εκπρόσωπος του κινήματος του αισθητισμού ασχολήθηκε με όλες τις μορφές διανόησης: εξέδωσε μία ποιητική συλλογή, έδωσε ομιλίες στις ΗΠΑ και στον Καναδά σχετικά με τον «Αγγλικό Διαφωτισμό στην Τέχνη» και έπειτα επέστρεψε στο Λονδίνο όπου έγραψε μεγάλο αριθμό άρθρων ως δημοσιογράφος. Γνωστός για το οξυδερκές πνεύμα, τις εξεζητημένες εμφανίσεις και τους πνευματώδεις διαλόγους του, ο Ουάιλντ έγινε μια από τις διασημότερες προσωπικότητες της εποχής του.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1890 τελειοποίησε τις ιδέες του σχετικά με την ανωτερότητα της τέχνης σε μια σειρά από διαλόγους και δοκίμια, ενώ ενσωμάτωσε σκέψεις του για την παρακμή, την δολιότητα και την ομορφιά στο μοναδικό του μυθιστόρημα,The picture of Dorian Grey, 1890. Η δυνατότητα που του παρείχε, να αναλύσει σε βάθος λεπτομέρειες του Αισθητισμού καθώς και να καταπιαστεί με ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα, έστρεψε τον Ουάιλντ στο θέατρο. Έγραψε το θεατρικό Salome, 1891 στο Παρίσι, στα γαλλικά, έργο που δεν ανέβηκε στην Αγγλία παρά μόνο χρόνια αργότερα, εξαιτίας της απαγόρευσης έργων με Βιβλικό περιεχόμενο στο αγγλικό θέατρο. Ανεπηρέαστος από τις αντιδράσεις, ο Ουάιλντ έγραψε τέσσερις ακόμα κοινωνικές σάτιρες μέχρι τα μέσα της δεκαετίας, οι οποίες τον έκαναν έναν από τους πιο επιτυχημένους συγγραφείς του ύστερου Βικτωριανού Λονδίνου.

Στο απόγειο της φήμης του, και ενόσω το αριστούργημά του Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός The importance of being Earnest, 1895 παιζόταν στο Λονδίνο, ο Ουάιλντ μήνυσε τον Μαρκήσιο του Κουίνσμπερι, Τζον Ντάγκλας (John Douglas, 9th Marquess of Queensberry, 1844 - 1900) για συκοφαντία.

Ο Μαρκήσιος ήταν ο πατέρας του εραστή του Ουάιλντ, του Λόρδου Άλφρεντ Ντάγκλας (Lord Alfred Douglas, 1870 - 1945). Οι κατηγορίες μπορούσαν να επιφέρουν κάθειρξη έως και δύο ετών. Στην διάρκεια της δίκης παρουσιάστηκαν αποδείξεις οι οποίες ανάγκασαν τον Ουάιλντ να αποσύρει τις κατηγορίες και οδήγησαν στη σύλληψή του με την κατηγορία του σοδομισμού (η ομοφυλοφιλία ήταν τότε ποινικό αδίκημα στην Αγγλία). Ύστερα από δύο ακόμα δίκες, κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση. Το 1897, στην φυλακή, έγραψε το De Profundis, μία επιστολή 80 περίπου πυκνογραμμένων σελίδων που εκδόθηκε το 1905, όπου αναλύει την ψυχοσύνθεσή του στις δίκες, δημιουργώντας ένα σκοτεινό «αντίβαρο» στην πρότερη φιλοσοφία της απόλαυσης.

Μετά την αποφυλάκισή του έφυγε κατευθείαν για τη Γαλλία, όπου και έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Εκεί έγραψε και το τελευταίο του έργο The Ballad of Reading Gaol, 1898, ένα μακροσκελές ποίημα όπου παρουσιάζει τις κακουχίες της ζωής στην φυλακή. Πέθανε άπορος στο Παρίσι, τον Νοέμβριο του 1900, σε ηλικία 46 ετών.