Το βράδυ της Κυριακής 6/10 προβλήθηκε το πρώτο επεισόδιο της νέας σειράς του Μανούσου Μανουσάκη με τίτλο «Το Κόκκινο Ποτάμι». Η ιστορία που διηγείται η σειρά είναι βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Χάρη Τσιρκινίδη και ξεκινά στην κωμόπολη Ακ Νταγ Ματέν του νομού Αγκύρας το Μάιο του 1895, για να μεταφερθεί 11 χρόνια αργότερα, το 1908, στην Κωνσταντινούπολη. Στη σειρά συμμετέχει ένα πολυπληθές καστ καταξιωμένων ηθοποιών, ενώ η τηλεοπτική παραγωγή είναι κινηματογραφικών προδιαγραφών με γυρίσματα σε περισσότερες από 15 πόλεις σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Είναι σημαντικό, με βάση όσα είδαμε στο πρώτο επεισόδιο, να αναφέρουμε κάποια ιστορικά στοιχεία, τα οποία καταδεικνύουν την άνοδο στην εξουσία του κινήματος των Νεότουρκων που διέπραξε τις γενοκτονίες των Ποντίων και των Αρμενίων στα εδάφη της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και έδιωξε από τις εστίες τους τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Ανατολής.
Να υπενθυμίσουμε πως με τον όρο Νεότουρκοι (τουρκικά: Jön Türkler και Genç Türkler) ονομάζεται το τουρκικό εθνικιστικό κόμμα «Ένωση και Πρόοδος» (Ittihad ve Terraki) που ξεκίνησε στην τουρκοκρατούμενη, τότε, Θεσσαλονίκη, το 1908. Στο κίνημα των Νεότουρκων εντάσσονται αξιωματικοί, πολιτικοί, αστοί και διανοούμενοι, οι οποίοι ξεσηκώθηκαν για την επαναφορά του Συντάγματος του 1876, υιοθετώντας το σύνθημα Ελευθερία (Hurriyet), Ισότητα (Musavat) και Δικαιοσύνη (Adelat).
Βασικοί στόχοι του κινήματος ήταν η κατάλυση της απολυταρχίας του σουλτάνου Abdul Hamid II (Αμπντούλ Χαμίτ Β)′ και η εγκαθίδρυση ενός εκσυγχρονισμένου κράτους με βάση το ευρωπαϊκό πρότυπο, που θα μπορούσε να διατηρήσει την εδαφική ακεραιότητα της αυτοκρατορίας, καθώς και να αντισταθεί στις επεμβάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων.
Το κίνημα των Νεότουρκων υπήρξε, αρχικά, σε μεγάλο βαθμό, συνέχεια του κινήματος των Νεο-οθωμανιστών του 1876 (Yeni Osmanlılar).
Τον Αύγουστο του 1876, ανήλθε στο θρόνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ ή Αβδούλ Χαμίτ Β΄, ο 35ος σουλτάνος, ο οποίος έφερε και τον τίτλο του χαλίφη*. Ήταν ένας σουλτάνος με φιλελεύθερες απόψεις καθώς έκανε πολλές μεταρρυθμίσεις. Ήδη, στην αποδυναμωμένη Οθωμανική Αυτοκρατορία, από το 1839 είχε ξεκινήσει η εποχή του εκσυγχρονισμού της, η οποία έχει επικρατήσει να ονομάζεται ″Tanzimat″ από τη γαλλική λέξη ″Le Tanzimat″, καθώς τα γαλλικά ήταν μια από τις γλώσσες που μιλούσαν αρκετοί μορφωμένοι Οθωμανοί.
Η περίοδος του “Tanzimat” ξεκίνησε με σκοπό όχι τη ριζική μεταμόρφωση, αλλά τον εκσυγχρονισμό, επιθυμώντας να εδραιώσει τα κοινωνικά και πολιτικά θεμέλια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Χαρακτηρίστηκε από διάφορες προσπάθειες εκσυγχρονισμού της και εξασφάλισης της εδαφικής της ακεραιότητας έναντι εσωτερικών εθνικιστικών κινημάτων και εξωτερικών επιθετικών δυνάμεων. Οι μεταρρυθμίσεις ενθάρρυναν τον οθωμανισμό μεταξύ των διαφόρων εθνοτικών ομάδων της αυτοκρατορίας και προσπάθησαν να σταματήσουν την παλίρροια των εθνικιστικών κινημάτων. Οι ελίτ του κράτους και του Τανζιμάτ υποστήριζαν τον Οθωμανισμό, δηλαδή τη διατήρηση της πολυεθνικής αυτοκρατορίας, και απέκλειαν κινήματα υπέρ του Ισλάμ ή τουρκικών και άλλων εθνικισμών. Μάλιστα, σημαντικό μέρος των πόρων του κράτους ξοδεύονταν για να ανασταλούν τα εθνικά κινήματα των μη-μουσουλμάνων στα Βαλκάνια στην προσπάθεια στήριξης του Οθωμανισμού, με την πεποίθηση ότι διαφορετικά θα καταρρεύσει η αυτοκρατορία.
Ουσιαστικά, αυτή είναι η περίοδος που μπαίνουν οι ρίζες του τουρκικού εθνικισμού, καθώς η όποια προσπάθεια εκσυγχρονισμού αποτυγχάνει. Το 1876, λοιπόν, και ενώ ο Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ απρόθυμα διακηρύττει το Οθωμανικό Σύνταγμα (Kanûn-u Esâsî), την πρώτη προσπάθεια για ένα σύνταγμα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, που προκάλεσε την πρώτη συνταγματική εποχή, ξεπηδούν οι Νεο-οθωμανιστές (Yeni Osmanlılar) εμπνεόμενοι από τους δημοσιογράφους Namık Kemal και İbrahim Şinasi.
Ακριβώς επειδή η περίοδος του Συντάγματος ήταν βραχύβια, ο Σουλτάνος ανέστειλε τη λειτουργία του Συντάγματος δυο χρόνια αργότερα, το 1878, η επιρροή των Νεο-Οθωμανών οδήγησε στη δημιουργία του κινήματος των Νεότουρκων το 1908.
Όπως επισημαίνει ο ιστορικός Δημήτριος Ρωμανός «το βασικότερο στο πρώτο επεισόδιο της σειράς είναι η φράση του Abdul Hamid II (Αμπντούλ Χαμίτ του 2ου) τότε Σουλτάνου: ”Αυτοί θα σας την φέρουν”, εννοώντας τους Jön Türkler (Νεότουρκοι), λίγο πριν εξοριστεί τον Απρίλιο του 1909. Πράγματι, οι Νεότουρκοι υιοθέτησαν το σύνθημα: Hurriyet- Musavat-Adelat (Ελευθερία-Ισότητα-Δικαιοσύνη) για να πάρουν την εξουσία. Προσεταιρίστηκαν τις ισχυρές μειονότητες του οθωμανικού κράτους, όπως οι Έλληνες και οι Αρμένιοι. Να σημειωθεί ότι ένθερμος υποστηρικτής της πολιτικής αυτής ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Αυτό, φυσικά, με βάση τις ριζοσπαστικά φιλελεύθερες διακηρύξεις τους και προτού προχωρήσουν στα φρικιαστικά τους εγκλήματα. Όταν, όμως, ανέλαβαν την διακυβέρνηση και, μετά τις συντριπτικές ήττες τους κατά τον Α′ Βαλκανικό (1912-1913), ξεκίνησαν την πολιτική της γενοκτονίας, συνεπικουρούμενοι από τους Γερμανούς, οι οποίοι ήδη είχαν εκτοπίσει τους Άγγλους και την επιρροή τους στο Οθωμανικό κράτος από τα τέλη του 19ου. Τον Ιανουάριο του 1913, ο Enver Paşa Bey (Ισμαήλ Εμβέρ Πασάς) καταλαμβάνει την εξουσία και μαζί με τους Mehmet Tâlât (Μεχμέτ Ταλαάτ) και Сemal Paşa (Τζεμάλ Πασάς) σχημάτισαν μία τριανδρία με σαφώς φιλογερμανική κατεύθυνση. Προς επισφράγιση της τουρκογερμανικής προσέγγισης ήρθαν στην Τουρκία οι Otto Viktor Karl Liman (Λίμαν Φον Σάντερς), Wilhelm Leopold Colmar Freiherr von der Goltz (Κόλμαρ Φράιχερ φον ντερ Γκολτς) και Friedrich Freiherr Kres von Kresenstein (Φρίντριχ Φράιχερ Κρες φον Κρέσενσταιν), ενώ ταυτόχρονα η Γερμανία εφοδίασε με στρατιωτικό υλικό τον οθωμανικό στρατό. Ήταν οι Γερμανοί απεσταλμένοι που παρότρυναν την τριανδρία των Νεότουρκων να προχωρήσουν σε εκτοπίσεις και γενοκτονίες. Η 1η ήταν το 1915 των Αρμενίων, η 2η το 1919 των Ποντίων.»
Οι Νεότουρκοι ήταν αρνητικοί στην πολιτική του Σουλτάνου και προσπάθησαν να προωθήσουν μια νέα ταυτότητα για το κράτος και την κοινωνία. Ισχυρίζονταν ότι οι μουσουλμάνοι παραμελούνται για χάρη των μη-μουσουλμάνων και ότι έχουν δημιουργηθεί ανισότητα εις βάρος των τουρκικών και άλλων μουσουλμανικών στοιχείων της αυτοκρατορίας. Προσπάθησαν να κάνουν μια σύνθεση του μοντερνισμού με το Ισλάμ και έδωσαν και πάλι έμφαση στο Ισλάμ σαν την απαραίτητη βάση του Οθωμανικού κράτους και της κοινωνίας. Εμπνεόμενοι από τους νεο- οθωμανού του 1876 συζητούσαν την ιδέα του “Ittihad-i Islam” (Παν-ισλαμισμός) η οποία ισοδυναμούσε με ”Ισλαμικό εθνικισμό”. Ας μη λησμονούμε ότι η λέξη τούρκος, όπως και η τούρκικη εθνική συνείδηση, αναπτύχθηκε αργά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπου οι μη-μουσουλμάνοι αποτελούσαν το 40% του πληθυσμού.
Οι λόγοι που οδήγησαν στην επικράτηση του κινήματος των Νεοτούρκων σχετίζονται άμεσα με την οικονομική κρίση της αυτοκρατορίας στις αρχές του 20ού αιώνα, καθώς και με την ιδιαίτερη θέση του στρατού στην οθωμανική κοινωνία. Η οικονομική κρίση της χώρας -έλλειψη ρευστότητας, επενδυτικών κεφαλαίων, και χρόνια ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού- η επιδείνωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και οι άσχημες κλιματολογικές συνθήκες του 1907, με τις συναφείς επιπτώσεις στον αγροτικό τομέα και τη μείωση των εξαγωγών των αγροτικών προϊόντων προκάλεσαν επιδείνωση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο της αυτοκρατορίας. Αδυνατώντας το κράτος να πληρώσει τους μισθούς των στρατιωτικών, όξυνε την ήδη υπάρχουσα δυσαρέσκεια προς το καθεστώς του Σουλτάνου. Τέλος, οι εξελίξεις στη Μακεδονία με τα αντιμαχόμενα κινήματα Ελλήνων, Σέρβων και Βουλγάρων, όπου οι Έλληνες έδωσαν αγώνα για να αντικρούσουν την αγριότητα των Βούλγαρων, θεωρήθηκαν ως ακόμα μια ένδειξη έλλειψης υποστήριξης του στρατού από την κυβέρνηση του Σουλτάνου, που οδήγησαν στην ενίσχυση των επαναστατικών του τάσεων.
Αξιοσημείωτο είναι πως οι Νεότουρκοι επιχείρησαν να εκτουρκίσουν όλους τους πληθυσμούς του ευρωπαϊκού τμήματος της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αρχικά, σε αρκετές περιπτώσεις οι Νεότουρκοι προσπάθησαν να προσεταιριστούν τους βαλκανικούς λαούς και ιδίως τους Έλληνες, τις αντάρτικες ομάδες των οποίων χρησιμοποίησαν συχνά, ώστε να διασχίζουν με ασφάλεια τη Μακεδονία. Οι διαβαλκανικές προστριβές της περιόδου, ήταν επίσης η κατάλληλη ευκαιρία για την εφαρμογή μιας πολύπλοκης εξωτερικής πολιτικής, στόχος της οποίας υπήρξε η ενίσχυση της βαλκανικής έριδας, μέσω μιας υποθετικής προστασίας σε περίπτωση επικείμενης εισβολής κατά βαλκανικής χώρας από μία άλλη. Στη συνέχεια όμως, βλέποντας ότι η ολοκληρωτική επικράτηση του Ελληνισμού στη Μακεδονία απειλούσε ακόμη και την τουρκική παρουσία, οι Νεότουρκοι επέδειξαν ιδιαίτερα ευνοϊκή στάση απέναντι στο βουλγαρικό Κομιτάτο, επιτρέποντας βιαιότητες κατά των Ελληνικών πληθυσμών, που προκάλεσαν την εκ νέου Ελληνική αντάρτικη δράση.
Στις μέρες πλέον καθώς η ιστορία επαναλαμβάνεται, να σημειώσουμε ότι ο πρώην πρωθυπουργός και διπλωμάτης, Αχμέτ Νταβούτογλου, είναι από τους πολιτικούς που διαμόρφωσε ουσιαστικά και εισήγαγε στην κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ρ.Ταγίπ Ερντογάν το δόγμα του Νεο-οθωμανισμού, το οποίο φαίνεται να ξεπηδάει από το παρελθόν και να αποτελεί μια ”μοντέρνα” εκδοχή του παν-τουρκικού δόγματος αλλά και μια επικαιροποίηση της περιόδου του Tanzimat του οθωμανικού παρελθόντος. Ενώ ο σημερινός πρόεδρος της χώρας Ρ.Ταγίπ Ερντογάν δεν έχει κρύψει τον θαυμασμό του προς τον Αμπντούλ Χαμίτ B’, τον σουλτάνο χαλίφη, τη φωτογραφία του οποίου χρησιμοποιεί συχνά σε προπαγανδιστικά βίντεο του ένδοξου οθωμανικού παρελθόντος.
Σημείωση: *Ο χαλίφης προέρχεται από το αραβικό χαλίφα που σημαίνει κυριολεκτικά ο διάδοχος του Μωάμεθ. Πρόκειται για ηγεμονικό μουσουλμανικό κληρονομικό τίτλο, θρησκευτικό και πολιτικό. Προέρχεται από τον Αμπού Μπακρ, σύντροφο (σαχάμπι) και πεθερό του προφήτη του Ισλάμ, Μωάμεθ, ο οποίος πήρε τον τίτλο χαλίφα ρασούλ Αλά(χ) δηλαδή διάδοχος αγγέλου (αγγελιαφόρου) του Θεού. Τον τίτλο έλαβαν οι απόγονοι του Αμπού Μπακρ και αρκετοί μουσουλμάνοι ηγεμόνες οι οποίοι χαρακτηρίζονταν και ως υπηρέτες των δυο ιερών προσκυνημάτων (τα δυο ιερά τζαμιά στη Μέκκα και τη Μεδίνα) μέχρι ο τίτλος να καταργηθεί με την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1923. Οι σιίτες μουσουλμάνοι αποκαλώντας τον ανώτατο θρησκευτικό τους ηγέτη ιμάμη, θεωρούν ότι ο Χαλίφης μπορεί να είναι μόνο απευθείας απόγονος του Μωάμεθ, ενώ οι σουνίτες (όπως ο Ερντογάν) υποστηρίζουν ότι το αξίωμα αυτό μπορούν να φέρουν μόνο οι απόγονοι των Κουραϊσιτών, φυλή από την οποία καταγόταν ο Μωάμεθ.
Αναδημοσίευση από το Geopolitics & Daily News