Τα αποτελέσματα των εκλογών σε Αυστρία και Ιταλία, με την επικράτηση συντηρητικών κομμάτων και κομμάτων που ρέπουν προς τον λαϊκισμό δείχνουν μια στροφή στις εκλογικές προτιμήσεις των ψηφοφόρων της Ευρώπης. Σε συνδυασμό με το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η θεωρία της Νέας Δεξιάς; Η θεωρία αυτή αναπτύχθηκε στις Η.Π.Α, αποτελούμενη από χαρακτηριστικά της πολιτικής της κουλτούρας. Σύμφωνα με τον Andrew Heywood, η Νέα Δεξιά εμφανίστηκε στην δεκαετία του 1970 και ως εκπροσώπους της αναφέρει τον «θατσερισμό» και «ρεϊγκανισμό».[1]
Συγκεκριμένα, την χωρίζει σε νεοφιλελευθερισμό και νεοσυντηρητισμό, με ιδεολογικές διαφορές μεταξύ τους.[2] Aναφέρει ότι ο νεοφιλελευθερισμός στηρίζεται στην αγορά και το άτομο, και κατηγορεί την παρεμβατικότητα του κράτους ως αρνητικό αντίκτυπο για την «πρωτοβουλία και επιχειρηματικότητα».[3]
Ο νεοσυντηρητισμός στηρίζεται στις έννοιες της παράδοσης, του ισχυρού έθνους - κράτους και τηρεί δύσπιστη στάση σε ζητήματα πολυπολιτισμικότητας και διεθνούς αλληλεξάρτησης. Όπως επισημαίνεται, οι νεοσυντηρητικοί προήλθαν από πρώην φιλελεύθερους που είχαν «απογοητευτεί από τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις των Κένεντι και Τζόνσον».[4] Η Νέα Δεξιά, ιδιαίτερα ο νεοφιλελευθερισμός, κυριάρχησε στην πολιτική σκηνή των Η.Π.Α, επί Προεδρίας Ρήγκαν. Η θεωρία αυτή και συγκεκριμένα ο νεοσυντηρητισμός, επανήλθε υπό Προεδρίας Μπους του νεώτερου.
Σύμφωνα με τον Vaïsse, ο νεοσυντηρητισμός υποστηρίζει τις διεθνείς επεμβάσεις, καθώς ενισχύεται η εικόνα των Η.Π.Α ως κυρίαρχη δύναμη, που είναι και ο ρόλος τους.[5] Για τους νεοσυντηρητικούς, είναι «καλό για το παγκόσμιο σύστημα να είναι οι Η.Π.Α κυρίαρχη δύναμη».[6] Όμως, ο νεοσυντηρητισμός θεωρείται ένα «δίκτυο διανοουμένων», με ελιτιστικά χαρακτηριστικά, και δεν μπορεί να κινητοποιήσει «τις μάζες σε προεκλογική περίοδο».[7] Στην σημερινή περίοδο, δύσκολα μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τον Τραμπ ως νεοσυντηρητικό, λόγω του δημόσιου λόγου του. Σύμφωνα με πρόσφατες αναφορές, οι συντηρητικοί των Η.Π.Α θεωρούνται διχασμένοι και παρατηρείται μια ολίσθηση προς τον λαϊκισμό.[8] Η νίκη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος οφείλεται και στην επιχειρηματολογία του λαϊκισμού, που εμφανίζεται ως ενάντια στις επιταγές της ελίτ. Στην Ευρώπη τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Ο λαϊκισμός θεωρείται ως ανοδικό στοιχείο του δημόσιου πολιτικού λόγου και χρησιμοποιείται και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος. Σύμφωνα με τον Thomas Greven, ο λαϊκισμός δεν αποτελεί μια πολιτική θεωρία, αλλά ένα «στυλ πολιτικής».[9] Υποστηρίζει ότι τα συντηρητικά και σοσιαλιστικά κόμματα στην Ευρώπη υπέστησαν μια «δομική κρίση»,[10] και ανεδείχθησαν εθνοκεντρικές και ευρωσκεπτικιστικές απόψεις.
Η Ευρώπη βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, με την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, αλλά και με τον πολιτικό προσανατολισμό της, όπου έδειξε πόσο δύσκολο είναι να τηρηθεί μια κοινή στάση ανάμεσα στα κράτη - μέλη. Αυτό φάνηκε περισσότερο και στο προσφυγικό - μεταναστευτικό ζήτημα, όπου αρκετές κυβερνήσεις προτίμησαν να αποσυρθούν στα εσωτερικά ζητήματα των χωρών τους. Όπως επισημαίνεται, ακόμη και κόμματα προσκείμενα στον νεοφιλελευθερισμό προτίμησαν να υιοθετήσουν πιο «εθνοκεντρικά στοιχεία για την οικονομία» των κρατών τους.[11] Έτσι, έχουμε την ενίσχυση του εξτρεμιστικού και ακροδεξιού λόγου, με κύριους αποδέκτες όσους «έμειναν πίσω στην παγκοσμιοποίηση».[12]
Επίσης, κομβικό ρόλο παίζει και η χρήση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, με τους περισσότερους εκπροσώπους των απόψεων αυτών να προσπαθούν να προβληθούν όσο περισσότερο γίνεται. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά χρησιμοποιούνται περισσότερο για την Δυτική Ευρώπη, μιας και στην Ανατολική Ευρώπη υπάρχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για την εξήγηση των πολιτικών τους φαινομένων. Στην περίπτωση της Αυστρίας, το εκλογικό αποτέλεσμα οδήγησε στην μετεκλογική συνεργασία μεταξύ του συντηρητικού, Λαϊκό Κόμμα, και του ακροδεξιού κόμματος, Κόμμα της Ελευθερίας. Ένα κοινό χαρακτηριστικό τους στην προεκλογική περίοδο ήταν η αντίθεσή τους στην μεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε. και η απειλή του «πολιτικού Ισλάμ».[13] Παρ ’ότι παλαιότερα η Ε.Ε. είχε αντιδράσει με διπλωματικές κυρώσεις, στις αρχές του 2000, σε μια παρόμοια συνεργασία,[14] δεν έχει δείξει τέτοιες προθέσεις, καθώς η νέα κυβέρνηση της Αυστρίας δεν έχει λάβει, ακόμα, τα ακραία μέτρα που είχε αναφερθεί προεκλογικά.
Όσον αφορά την Ιταλία, η θεωρία της Νέας Δεξιάς έχει διαφορετικό προσανατολισμό. Μπορεί να υιοθετεί την χρήση θρησκευτικών συμβόλων και ταυτοτήτων,[15] ωστόσο δεν έχει τα ελιτιστικά χαρακτηριστικά που χαρακτηρίζουν τον αμερικανικό νεοσυντηρητισμό. Όπως αναφέρεται, δεν αποτελεί συγκεκριμένη πολιτική δύναμη, αλλά έχει καθορίσει ένα είδος κουλτούρας μέσα την κοινωνία της Ιταλίας.[16] Στις πρόσφατες εκλογές υπήρχαν στοιχεία λαϊκισμού και έντονης λεκτικής αντιπαράθεσης μεταξύ των κομμάτων. ’Όμως, μέχρι να σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση, δεν είναι γνωστό το πολιτικό δόγμα που θα υπερισχύσει, ειδικά όσον αφορά τις ευρωπαϊκές σχέσεις, όπως και ποιος είναι ο πολιτικός προσανατολισμός των κομμάτων, ιδιαίτερα του Κινήματος Πέντε Αστέρων. Επίσης, και για την Lega υπάρχουν αμφιβολίες, καθώς έχει αλλάξει, συχνά, το κεντρικό επιχείρημά της, προσπαθώντας να ανταποκριθεί στις εξελίξεις των καιρών. Για παράδειγμα, υποστήριξε την εδραίωση ενός ομοσπονδιακού συστήματος της Ιταλίας στις αρχές του ’90, ενώ αργότερα υποστήριζε την απόσχιση της Βόρειας Ιταλίας.[17]
Επομένως, συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, η θεωρία της Νέας Δεξιάς δεν επαρκεί για να εξηγήσουμε τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογικών αναμετρήσεων στην Ευρώπη. Είναι μια θεωρία που έχει τα χαρακτηριστικά της πολιτικής κουλτούρας των Η.Π.Α και υπάρχουν εκπρόσωποι της μέσα στο πολιτικό σύστημα. Από την άλλη, η Ευρώπη έχει δικά της χαρακτηριστικά και η ανάδειξη ακραίων απόψεων και η επικράτηση κομμάτων αυτού του φάσματος αποτελούν ένα είδος αντίδρασης στις τελευταίες εξελίξεις. Παρόλα αυτά, είναι σημαντικό στην μελέτη μιας πολιτικής κατάστασης, να χρησιμοποιούμε όλο το εύρος της πολιτικής θεωρίας για μια ολοκληρωμένη απάντηση.
Παραπομπές
1,2,3 Heywood ,Andrew, 2006, Εισαγωγή στην πολιτική, εκδόσεις Πόλις, σελίδα 82.
4, Ιbid, σελίδα 83.
5,6 Vaïsse, Justin, 2010, “Why Conservatism Still Matters”, Foreign Policy at Brookings, Policy Paper no 20, σελίδα 5. Διαθέσιμο σε:https://www.brookings.edu/wp-content/uploads/2016/06/05_neoconservatism_vaisse.pdf [Τελευταία πρόσβαση:24/3/18].
7, Ibid, σελίδα 3.
8, Morefield, Scott, 2016, “Why populism is replacing conservatism, and why it’s winning”, Breitbart website. Διαθέσιμο σε:www.breitbart.com/2016-presidential-race/2016/06/17/populism-replacing-conservatism-winning/ [Τελευταία πρόσβαση:24/3/18].
9, Greven, Thomas, 2016, “The Rise of Right-wing Populism in Europe and the United States, A Comparative Perspective”, Friedrich-Ebert-Stiftung, σελίδα 2. Διαθέσιμο σε:http://www.fesdc.org/fileadmin/user_upload/publications/RightwingPopulism.pdf {Τελευταία πρόσβαση:25/3/18].
10 Ibid, σελίδα 1.
11,12 Langenbacher, Nora, Schellenberg,Britta (ed.), 2011, Is Europe on the “right” path? Right – wing extremism and right wing populism in Europe, Friedrich-Ebert-Stiftung Forum Berlin, σελίδα 13. Διαθέσιμο σε:https://publikationen.uni-tuebingen.de/xmlui/bitstream/handle/10900/64180/08338.pdf?sequence=1. [Τελευταία πρόσβαση:26/3/18]
13, 14, “The Guardian view on the Austrian elections: an old threat in a new guise” , 2017, The Guardian website. Διαθέσιμο σε:https://www.theguardian.com/commentisfree/2017/oct/16/the-guardian-view-on-the-austrianelections-an-old-threat-in-a-new-guise. [Τελευταία πρόσβαση:24/3/18].
15, 16 Simone, Raffaele, 2011, To μειλίχιο τέρας:Γιατί η Δύση δεν πηγαίνει προς τα αριστερά, εκδόσεις Πόλις, σελίδα 73.
17 Langenbacher, Nora, Schellenberg,Britta (ed.), ibid, σελίδα 151.