Η τουρκική βιομηχανία, ο κορονοϊός και οι προφητείες

Οι ελπίδες των Τούρκων βιομηχάνων για εκμετάλλευση της πανδημίας και τα ελληνικά φοβικά σύνδρομα.
|
Open Image Modal
AbdukadirSavas via Getty Images

Η πανδημία του κορονοϊού δεν φέρνει μόνο παγκόσμια ύφεση, αλλά και τριγμούς στο οικοδόμημα της παγκοσμιοποίησης, αναγκάζοντας τα κράτη να αναπροσαρμόσουν την οικονομική στρατηγική τους. Σε αυτό το πλαίσιο, η Τουρκική Ομοσπονδία Βιομηχάνων και Επιχειρηματιών (TÜSİAD), που εκπροσωπεί το οικονομικό κατεστημένο της Τουρκίας, βλέπει μία μοναδική ευκαιρία για το καλύτερο «πλασάρισμα» της τουρκικής βιομηχανίας στις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες και τον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.

Παρουσιάζοντας, σε άρθρο του, τις προοπτικές της τουρκικής βιομηχανίας, ο δημοσιογραφικός οργανισμός duvaRTurkeys capital-owning class and COVID-19», www.duvarenglish.com), μεταφέρει τις προβλέψεις και προτάσεις του πρόεδρου της TÜSİAD Σιμόνε Κασλόβσκι: Οι οικονομίες της Άπω Ανατολής θα δοκιμαστούν, ενώ η Δύση θα βγει από την πανδημία ενισχυμένη. Η Τουρκία θα πρέπει να ενισχύσει τους δεσμούς της με τη Δύση και να προβεί σε μεταρρυθμίσεις, τόσο στον τομέα της ελεύθερης οικονομίας, όσο και στον τομέα της δημοκρατίας. Η Τουρκία μπορεί να μετατρέψει την πανδημία σε ευκαιρία: «Οι αλλαγές στην εφοδιαστική αλυσίδα των ΗΠΑ και της ΕΕ μας προσφέρουν μια μεγάλη ευκαιρία. Πρέπει να την αρπάξουμε και να επενδύσουμε στη «δημιουργική καταστροφή». Η Τουρκία έχει το προτέρημα να βρίσκεται δίπλα στην Ευρώπη και να διαθέτει υγιή βιομηχανική υποδομή.»

Από την άλλη, η ομοσπονδία MÜSİAD, που εκφράζει τα ανερχόμενα ισλαμικά επιχειρηματικά συμφέροντα, που στηρίζουν τον Ερντογάν, φθάνει σε παρόμοια συμπεράσματα, αν και εκτιμά διαφορετικά την παγκόσμια κατάσταση: Προβλέπει πτώση των δυτικών οικονομιών και άνοδο άλλων περιφερειακών παικτών στην παγκόσμια σκακιέρα, όπως η Ρωσία και η Κίνα. Σε αυτό το πλαίσιο, η Τουρκία θα πρέπει να ισχυροποιήσει την παραγωγική αυτάρκειά της, διατηρώντας παράλληλα ισχυρούς δεσμούς με χώρες όπως το Κατάρ, η Κίνα, η Αγγλία (λόγω Μπρέξιτ) και οι χώρες της Αφρικής. Ο στόχος είναι σαφής: «Σκοπός μας είναι να επιτύχουμε μια αυτάρκη οικονομία δίπλα σε ένα ισχυρό έθνος-κράτος, ικανό να προστατεύει τα σύνορά του»...

Οι διαφορετικές εκτιμήσεις των δύο ομοσπονδιών δείχνουν και τον διαφορετικό προσανατολισμό τους, ο οποίος αντανακλά τόσο στους πολιτικούς ανταγωνισμούς της γειτονικής χώρας, όσο και τη διελκυστίνδα για τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της. Παράλληλα, όμως, δείχνουν και τη βούληση του τουρκικού κεφαλαίου να επενδύσει στις παγκόσμιες ανακατατάξεις που θα ακολουθήσουν την πανδημία.

Η βούληση αυτή εκφράστηκε και στο πρόσφατο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Ο Τούρκος διπλωμάτης Σινάν Ουλγκέν, που έχει εργαστεί επί σειρά ετών στις σχέσεις Ε.Ε.-Τουρκίας, δήλωσε ότι η πανδημία αποτελεί ευκαιρία για να έρθουν πιο κοντά η Ε.Ε. με την Τουρκία, καθώς η Ευρώπη θα αναζητά κοντινότερες χώρες-παραγωγούς για τα προϊόντα που εισάγει. (Δεν παρέλειψε δε να υπενθυμίσει πως αν η Ε.Ε. επιθυμεί να επηρεάσει την τουρκική πολιτική στα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου, θα πρέπει να εγκαταλείψει τη «σκληρή γραμμή» και να έπανεκκινήσει τις ενταξιακές διαδικασίες!) Παρόμοιες προβλέψεις έκανε και ο απερχόμενος Γερμανός πρέσβυς στην Τουρκία Μάρτιν Έρντμαν, σε συνέντευξή του στη Χουριέτ: Οι γερμανικές επιχειρήσεις θα αναζητήσουν εναλλακτικούς δρόμους για τις εφοδιαστικές αλυσίδες τους και, κατά τη διαδικασία αυτή, η θέση της Τουρκίας θα αναβαθμιστεί ακόμη περισσότερο. Ο Γερμανός διπλωμάτης συμπλήρωσε πως η γερμανική προεδρεία της Ε.Ε. θα πρέπει να εργαστεί ώστε να προχωρήσει η τελωνειακή ένωση Ε.Ε.-Τουρκίας.

Προϋπόθεση για να εκπληρωθούν οι προσδοκίες του τουρκικού κεφαλαίου, βέβαια, είναι η διατήρηση του χαμηλού εργατικού κόστους που απολαμβάνει η Τουρκία, συγκριτικά με τους ανταγωνιστές της. Και εδώ η πανδημία φαίνεται να ευνοεί τους Τούρκους βιομηχάνους, καθώς τους προσφέρει τη δυνατότητα να συμπιέσουν ακόμα περισσότερο τους μισθούς και τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων τους. Ήδη υπάρχουν αντιδράσεις από εργατικά σωματεία για διάφορες καινοφανείς «ιδέες» που κυκλοφορούν στην Τουρκία, δήθεν στο όνομα της προστασίας από την επιδημία. Έτσι, η MÜSİAD σκέφτεται να χτίσει «κλειστές δομές» για τη διαμονή εργαζομένων στα εργοστάσια, ώστε να μην έρχονται σε επαφή με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Ακόμη πιο προχωρημένη εμφανίζεται η Ένωση Βιομηχανιών Μετάλλου (MESS), η οποία λάνσαρε τη συσκευή «Mess-safe» (mesafe στα τουρκικά σημαίνει απόσταση): Πρόκειται για μια ηλεκτρονική συσκευή που κρεμιέται στον λαιμό του εργαζόμενου και καταγράφει τις κινήσεις του. Η δικαιολογία γι’ αυτή την οργουελιανή συσκευή είναι η... τήρηση των αποστάσεων στον εργασιακό χώρο! Αντιλαμβάνεται κανείς σε τι κατάσταση έχει φέρει την τουρκική κοινωνία το καθεστώς Ερντογάν... Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τη γνωστή από καιρό λειτουργία παράνομων εργοστασίων ειδών ένδυσης (sweat-shops), όπου εργάζονται σε άθλιες συνθήκες μετανάστες, πρόσφυγες από τη Συρία, ακόμη και παιδιά. Δεν πρόκειται για ήσσονος σημασίας φαινόμενο: η Τουρκία αποτελεί πλέον τον τρίτο μεγαλύτερο προμηθευτή ρούχων της Ευρώπης, με ετήσιες εξαγωγές που φθανουν τα 12 δισ. δολλάρια. 

Αν σε αυτά τα δεδομένα προσθέσουμε και τις χαμηλές τιμές των ορυκτών καυσίμων, αλλά και την εκτεταμένη παραοικονομία που ενδημεί στην Τουρκία, τότε οι προσδοκίες του τουρκικού κεφαλαίου για βιομηχανική ανάπτυξη δεν φαίνονται ανεδαφικές. Αντιθέτως, αν κάτι φαίνεται τελείως ανεδαφικό, είναι οι διάφορες... προφητείες περί κατάρρευσης της τουρκικής οικονομίας, που ανακυκλώνονται εδώ και καιρό στην Ελλάδα. Πράγματι, οι διακυμάνσεις της τουρκικής λίρας καταγράφονται στην Ελλάδα ως να επίκειται ο... Αρμαγεδώνας! Αντιστοίχως, το ενδεχόμενο προσφυγής της Τουρκίας στο ΔΝΤ «διαβάζεται» στην Ελλάδα με στρεβλό τρόπο, βάσει της δικής μας αντίστοιχης –και καταστρεπτικής– εμπειρίας. Παραβλέπεται το γεγονός ότι η Τουρκία έχει ήδη καταφύγει στο ΔΝΤ... 19 φορές! Οι ελληνικές αναλύσεις της τουρκικής οικονομίας καταλήγουν πλέον συχνά σε ευσεβείς πόθους.

Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι δεν υπάρχουν υπαρκτά προβλήματα στην τουρκική οικονομία. Κάθε άλλο. Προβλήματα όπως η ύφεση, ο πληθωρισμός, η μείωση των ξένων επενδύσεων ενέχουν σοβαρούς κινδύνους για την γείτονα χώρα. Όμως η Τουρκία διαθέτει επαρκή μεγέθη, δυναμισμό, παραγωγική βάση και γεωπολιτική βαρύτητα ώστε να επιβιώνει των εκάστοτε οικονομικών κρίσεων. Έχει τα θεμέλια για να τις ξεπεράσει.

Η συζήτηση, λοιπόν, δεν έχει να κάνει τόσο με τις προοπτικές της τουρκικής οικονομίας. Εδώ έχουμε να κάνουμε με χρόνια ριζωμένα φοβικά σύνδρομα, όχι μόνο στις ελίτ, αλλά και στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας. Οι αλλεπάληλες «προφητείες» για κατάρρευση-διάλυση- διαμελισμό της Τουρκίας χρονολογούνται εδώ και δεκαετίες και συμβαδίζουν τόσο με τη γιγάντωση της τουρκικής επιθετικότητας σε όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης όσο και με την ελληνική πολιτική του κατευνασμού. Από τη μία διογκώνεται η τουρκική απειλή (ώστε να φαντάζει –ψευδώς– ακατανίκητη), και από την άλλη αναζητείται η λύτρωση σε εξωτερικούς παράγοντες, όπως η παρέμβαση των Η.Π.Α., η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, η κάθοδος... πασών των Ρωσσιών και, εσχάτως, η ύφεση από τον κορονοϊό. Έτσι, έχουμε φτάσει σήμερα, να μετράμε τον τουρκικό κίνδυνο όχι με γνώμωνα την ελληνική αποτρεπτική ισχύ, αλλά με γνώμωνα την επικείμενη διάλυση της Τουρκίας, που όλο αναγγέλεται και όλο αναβάλλεται.

Είναι καιρός, λοιπόν, να αφήσουμε τις προφητείες κατά μέρος. Μέσω της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, η πανδημία προσφέρει και στην Ελλάδα μια ευκαιρία: να χρησιμοποιήσει τη χρηματοδότηση αυτή ώστε να αλλάξει το παραγωγικό της μοντέλο. Η απόρριψη του παρασιτισμού και της μονοκαλλιέργειας του τουρισμού, η επένδυση στην Έρευνα & Ανάπτυξη, η δημιουργία ισχυρής βιομηχανίας, η ανάπτυξη του αμυντικού τομέα αποτελούν καλύτερα εχέγγυα για την επιβίωση της χώρας, από τα σκαμπανεβάσματα της τουρκικής λίρας, ή τις εκάστοτε αόριστες δηλώσεις των όποιων στελεχών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα ελληνοτουρκικά...