Η βία μεταξύ των ανηλίκων και το «σύνδρομο του αυτοδικαιωματισμού»

Η εγκαθίδρυση του δικαιωματισμού και η ηθική του γούστου. Το φαινόμενο της ξεδιάντροπης βίας εμπερικλείει και συνοδεύει μια συνολική παρακμή.
Open Image Modal
.
AlexLinch via Getty Images/iStockphoto

Κάθε εβδομάδα μια νέα είδηση διαταράσσει το αίσθημα της «ηθικής τελειότητας» ορισμένων, που σπεύδουν να αποδώσουν ευθύνες μέσω βερμπαλιστικών αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Δολοφονίες, γυναικοκτονίες, ατυχήματα και «ατυχήματα», λεκτικές επιθέσεις, ξυλοδαρμοί και η λίστα μεγαλώνει με την νέα μάστιγα που ονομάζεται «βία ανηλίκων». Σε αυτό το τελευταίο θα σταθώ με αφορμή τα περιστατικά που αυξάνονται διαρκώς στη χώρα μας. Ποια είναι τα βαθύτερα αίτια και ποιον πρέπει να κατηγορήσουμε; Μήπως είμαστε συνένοχοι της κατάστασης, χωρίς να το γνωρίζουμε; Και αν ναι, ποια είναι τα δεδομένα που συμβάλλουν αρνητικά και μας οδηγούν σε αυτό;

Το πλαίσιο:

Το φαινόμενο της ξεδιάντροπης βίας εμπερικλείει και συνοδεύει μια συνολική παρακμή, η νοοτροπία του «πάντα ο άλλος φταίει», η εγκαθίδρυση του δικαιωματισμού και η ηθική του γούστου. Μπορεί πλέον κανείς να απαντήσει με σιγουριά και σαφήνεια τι είναι δίκαιο και τι άδικο; Τι είναι καλό και τι κακό; Τι είναι ηθικό και τι ανήθικο; Δεν υπάρχει κάποια κοινή συνισταμένη παρά μόνο υποκειμενικές  -αβάσιμες πολλές φορές- απόψεις που οδηγούν την κοινωνία σε σύγχυση. Η αλήθεια μετριέται με όργανα επιστημονικά και σε νευραλγικά ερωτήματα οντολογικού περιεχομένου δεν δύναται να απαντήσει κανείς.

Την ίδια στιγμή, ο θαυμαστός τεχνολογικός και ορθολογιστικός «πολιτισμός» έχει χάσει επαφή με τον καθημερινό άνθρωπο. Τον μεταχειρίζεται ως άτομο και όχι ως πρόσωπο, ως ένα χρησιμοθηρικό μέσο. Η ταχύτητα του σύγχρονου τρόπου ζωής και οι νέες ανάγκες που προκύπτουν, έχουν αλλάξει τα δεδομένα σε κάθε επίπεδο διότι , όπως έγραψε ο Μπερντιάγιεφ, «η τεχνική και οικονομική διαδικασία του σύγχρονου πολιτισμού μετατρέπει το πρόσωπο σε εργαλείο της, απαιτεί από αυτό την αδιάλειπτη δραστηριότητα, την εκμετάλλευση κάθε στιγμής της ζωής προκειμένου να δρα»[1].      

Τα αποτελέσματα και τα βαθύτερα αίτια:

Αυτή η νέα πραγματικότητα έχει απορροφήσει τους γονείς, που σχεδόν αδιαφορούν για την πνευματική καλλιέργεια των παιδιών τους και αναζητούν ευθύνες σε εξωγενείς παράγοντες, όπως η τραπ ή τα βιντεοπαιχνίδια. Ως γνωστόν, η επίρριψη ευθυνών είναι βασικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου. Ξεχνάει, όμως, να τοποθετήσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου για καθετί που συμβαίνει στην κοινωνία είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Αρέσκεται στο να κουνά το δάχτυλο στους «ανήθικους» με την πρώτη ευκαιρία. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί στην πραγματικότητα προσπαθεί  να καλύψει το βαθιά εγωιστικό «σύνδρομο του αυτοδικαιωματισμού» που τον διαφεντεύει.

Ο αυτοδικαιωματισμός αναφέρεται στην τάση ενός ατόμου να θεωρεί ότι έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να ενεργεί ή να εκφράζεται με συγκεκριμένο τρόπο, συχνά χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις συνέπειες των πράξεών του ή τις απόψεις των άλλων. Είναι η αίσθηση ότι κάποιος δικαιούται να συμπεριφέρεται με συγκεκριμένο τρόπο, επειδή πιστεύει ότι οι απόψεις, οι αξίες ή οι επιλογές του είναι ανώτερες ή απόλυτα σωστές, με αποτέλεσμα να κρίνει χωρίς αυτοκριτική. Με λίγα λόγια είναι βολικό να «υπάρχουν και χειρότερα», ούτως ώστε να αποφεύγει μανιωδώς να κοιτάξει κατάματα τις αδυναμίες του σε προσωπικό επίπεδο και στις σχέσεις του με τους άλλους. Αναπόφευκτα,  τα αποτελέσματα αυτού του στρουθοκαμηλισμού εμφανίζονται άμεσα ή σε βάθος χρόνου.

Θεωρώ ότι πρόβλημα της βίας των ανηλίκων δεν ξεκινά από την τραπ και τις νέες τάσεις. Το πρόβλημα έγκειται στην αδιαφορία για το πρόσωπο του Άλλου και στη σταδιακή αποσύνθεση της σημασίας της «σχέσης». Όταν μια σχέση λειτουργεί επιφανειακά ή χρησιμοθηρικά προκειμένου να καλύψει ναρκισσιστικά σύνδρομα, φυσικό επόμενο είναι η αναζήτηση της αυτοτελείωσης σε ομάδες ή χώρους με συγκεκριμένη και ξεκάθαρη κατεύθυνση. Η ταύτιση με την τραπ ή με ένα «ισχυρό» πρότυπο είναι το αποτέλεσμα μιας ανάγκης που γεννήθηκε. Με αυτό τον τρόπο τα νέα παιδιά αποκτούν ταυτότητα, αντλούν αυτοεκτίμηση και αποδοχή μιμούμενοι την δυναμική, και πολλές φορές βίαιη, περσόνα που περιγράφουν οι στίχοι, διότι κανείς δεν τους έδωσε τα εφόδια για να δημιουργήσουν μεταξύ τους μια «κοινωνία προσώπων», όπως διδάσκει η Ορθόδοξη Εκκλησία, δηλαδή μια κατάσταση στην οποία θα έρθουν σε (επι)κοινωνία με την μοναδικότητα του Άλλου, θα ακούσουν τις ανάγκες του και θα καλλιεργήσουν συναισθήματα ανιδιοτελή. Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι εάν ευθύνεται η τραπ για την βία μεταξύ ανηλίκων, αλλά γιατί υπάρχει η ανάγκη να ταυτίζονται με το περιεχόμενό της.

Ανακεφαλαιώνοντας: η ρίζα όλων των προβλημάτων είναι πως ο άνθρωπος αποφεύγει με κάθε τρόπο να έρθει αντιμέτωπος με τις αδυναμίες και τα λάθη του. Κατ’ επέκταση,  εφόσον δεν γίνεται αυτό, αδυνατεί να δημιουργήσει υγιείς σχέσεις, που θα λειτουργούν ως πρότυπα για τα νέα παιδιά.

Δεν ξέρω εάν θα βοηθήσει η αυστηροποίηση της τιμωρίας, σίγουρα όμως η ουσιαστική λύση που θα φέρει την αλλαγή δεν είναι αυτή. Οφείλει ο καθένας ξεχωριστά να επωμισθεί το βάρος της ευθύνης και να επαναπροσδιορίσει τα πνευματικά του αισθητήρια προκειμένου να βρεθούν οι μηχανισμοί για τη δημιουργία του περιβάλλοντος της μετουσίωσης που τόσα χρόνια αναζητούμε. Χρέη «ταγού» οφείλουν να διατελέσουν οι τρείς ηθικοπλαστικοί φορείς της κοινωνίας: οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και η Εκκλησία με την ελπίδα να σπάσει επιτέλους το απόστημα του ατομοκεντρισμού και της «ναρκισσιστικής κολακείας του υπερεγώ», όπως πολύ ωραία παρατήρησε ο Γιανναράς, διότι τα παιδιά «βροντοφωναζουν» για λίγη προσοχή και αγάπη.

 

[1] Νικολάι  Μπερντιάγιεφ (2016) Η αλήθεια της Ορθοδοξίας, 136.