Μέσα στην τελευταία τετραετία, οι κάλπες που θα στηθούν στις 12 Δεκεμβρίου στο Ηνωμένο Βασίλειο, θα είναι οι όγδοες. Μεταξύ αυτών, είναι το δημοψήφισμα για το Brexit, τον Ιούνιο του 2016, αποτέλεσμα και απότοκο του λαϊκισμού. Έναν λαϊκισμό, πίσω από τον οποίο σύρθηκε ο Ντέιβιντ Κάμερον. Την περίοδο αυτή των τεσσάρων ετών, η πολιτική και η κοινωνία διχάστηκαν μέχρι τα άκρα, ο ατελέσφορος λαϊκισμός και το δηλητήριο του ευρωαρνητισμού διαχύθηκε σε όλο το πολιτικό φάσμα, Συντηρητικούς και Εργατικούς, έως τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες, τους υπέρμαχους της ευρωπαϊκής ιδέας.
Από την στιγμή που το δημοψήφισμα χρησιμοποιήθηκε για λόγους δημαγωγίας, αυτόματα επέφερε τον πολιτικό εξευτελισμό, όπως αυτόν που βίωσε η π. πρωθυπουργός Μέι, με τις επαναλαμβανόμενες ήττες της στο Κοινοβούλιο. Η Βρετανική πολιτική τάξη ήρθε αντιμέτωπη με τα αδιέξοδα των επιλογών της, χωρίς να μπορεί να φέρει εις πέρας την έξοδο από την ΕΕ. Αυτό που επιθυμούσαν διακαώς, δεν μπορούν να τα ολοκληρώσουν πολιτικά. Το γεγονός ότι την ενεργοποίηση του Άρθρου 50 για έξοδο από την ΕΕ ακολούθησε ένας διαρκής αυτοεγκλωβισμός αρχικά της Μέι, χωρίς να μπορεί να κερδίσει κοινοβουλευτικά την Συμφωνία Εξόδου, έχοντας να αντιμετωπίσει την εσωκομματική αντιπολίτευση που εκφράζονταν υπέρ του άτακτου Brexit, είναι ενδεικτικό.
Με τους Συντηρητικούς να εκλέγουν τον απόλυτο εκφραστή του εθνικολαϊκισμού ως αρχηγό και πρωθυπουργό, η Βρετανία τα τελευταία τρία χρόνια κυβερνάται από αμφιλεγόμενες και αλλοπρόσαλλες ηγεσίες, που επένδυσαν στον διχασμό, έπληξαν σοβαρά την κοινοβουλευτική δημοκρατική παράδοση, χωρίς φυσικά να μπορούν να υιοθετήσουν μια συμφωνία εξόδου.
Στην εμφανή πολιτική τοξικότητα που παρουσιάζεται, η τωρινή διακυβέρνηση Τζόνσον εκπέμποντας έναν παραπάνω δημαγωγικό τόνο, βαθύτατα διχαστικό, παρουσίασε ασυνέπεια στην πιο βασική πολιτική της υπόσχεση. Αυτήν της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ στις 31.10.2019.
Στην προβολή του αιτήματος για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, ο Βρετανός πρωθυπουργός Τζόνσον, συνάντησε ως συγκλίνοντες συμμάχους τους άλλοτε ισχυρούς πολιτικά και κοινοβουλευτικά Φιλελεύθερους Δημοκράτες και τους βουλευτές του Σκωτσέζικου Εθνικού Κόμματος. Για να ακολουθήσει και ο Κόρμπιν των Εργατικών.
Ο Τζόνσον καταφεύγει στις εκλογές της 12ης Δεκεμβρίου έχοντας ως κεντρική συνθηματολογία του ‘’ Ας τελειώνουμε με το Brexit ‘’, ζητώντας ξανά την λαϊκή εντολή για να προωθήσει την έξοδο από την ΕΕ στις 31.1.2020. Όταν ο ίδιος έχει ήδη μια αποτυχία πάνω στο ζήτημα της εξόδου, χαρακτηριστικό είναι ότι περίπου το 50% όσων είχαν ψηφίσει τους Συντηρητικούς για να φέρει εις πέρας το Brexit, πλέον δεν τον εμπιστεύονται.
Από την άλλη πλευρά, οι Εργατικοί υπό την αρχηγία του Κόρμπιν, δεν έχουν μια σταθερή στρατηγική, ο ίδιος ο ηγέτης τους διοχετεύει αντιφατικά πολιτικά μηνύματα, άλλωστε έχει ένα αριστερίστικο ριζοσπαστικό αντιευρωπαϊκό προφίλ που τον ακολουθεί. Στα χρόνια που έχει την ηγεσία των Εργατικών, δεν εξέφρασε μια διακριτή, ξεκάθαρη θέση υπέρ της παραμονής στην ΕΕ. Η περίπτωση των σημερινών Εργατικών και του Κόρμπιν είναι ενδεικτική του βαθύτατου διχασμού και της διχογνωμίας που επικρατεί στο βρετανικό πολιτικό σύστημα. Επίσημα ο Κόρμπιν ως ηγέτης των Εργατικών, επιχειρηματολογεί υπέρ ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, όμως παράλληλα εκφράζει μια συνειδητή άρνηση να ταχθεί καθαρά υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε.
Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες, άλλοτε ισχυρή πολιτική παράταξη, με έναν καθαρό ευρωπαϊσμό, δεν έχουν μια σταθερότητα θέσεων και αυτό τους κοστίζει σε πολιτική αξιοπιστία, τους μειώνει την πολιτική τους επιρροή. Ξεκινούν από την ανάκληση του Άρθρου 50, μετακινούνται στην θέση για ένα δεύτερο δημοψήφισμα, καταλήγουν τελικά υποστηρικτές του εγχειρήματος Τζόνσον υπέρ της προσφυγής σε πρόωρες εκλογές.
Οι πολιτικές δυνάμεις της Βρετανίας δεν στοιχίζονται με τρόπο που να μην δημιουργούνται διχαστικά και διαιρετικά ζητήματα, τα αδιέξοδα κυρίως του κυβερνητικού στρατοπέδου είναι χαρακτηριστικά.
Το Brexit αποτελεί ένα από τα πιο εμφατικά παραδείγματα των καταστροφικών παρενεργειών της δημαγωγίας, η χώρα οδηγείται στις εκλογές, με εμφανή τον πολιτικό και όχι μόνο τυχοδιωκτισμό όσων επενδύουν στο Brexit από τον τραγικό εκείνο Ιούνιο του 2016, αποδεικνύοντας καθημερινά ότι δεν μπορούν να εκφράσουν το εναλλακτικό, ρεαλιστικό, πολιτικό σχέδιο που απαιτείται.
Αντίθετα, καταφεύγουν υπό τον πανικό της εσωστρέφειας σε πρακτικές που δεν συνάδουν με την δημοκρατική, πολιτική νομιμότητα. Και σήμερα, εκατομμύρια πολιτών του Ηνωμένου Βασιλείου, διατυπώνουν την ανησυχία τους για την επόμενη μέρα, βλέποντας ότι ο παροξυσμός λαϊκισμού επιφέρει μόνον καταστροφικά αποτελέσματα. Σε λίγες μέρες θα ξέρουμε εάν οι Πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου που εξαπατήθηκαν μέσα σε έναν κυκεώνα πολιτικής ανευθυνότητας, μπορούν δια της ψήφου τους να αρχίσουν να επαναφέρουν την πολιτική στην κανονικότητα, διεκδικώντας για την χώρα τους την πολιτική ευθύνη απέναντι στον ανεκπλήρωτο εθνικολαϊκισμό.