Η αναταραχή στην Καταλονία μετά το σοκ του Brexit: τα νέα πρόσωπα του εθνικισμού δοκιμάζουν την αποτελεσματικότητα και την αντοχή της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σύμφωνα με τους αναλυτές.
Οι αυτονομιστικές φιλοδοξίες στην ισπανική επαρχία έχουν μέχρι στιγμής ματαιωθεί. Αλλά χρησιμεύουν ως υπενθύμιση των ρωγμών που διατρέχουν την Ευρώπη, με την διεκδίκηση της ιδιαιτερότητας από κοινότητες ή και ολόκληρες χώρες που επιζητούν ανεξαρτησία από μία κεντρική εξουσία που θεωρούν ότι τους κόβει τα φτερά.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, επρόκειτο για τη ρήξη με τις Βρυξέλλες στο όνομα της εθνικής κυριαρχίας και της άρνησης χρηματοδότησης «ενός γραφειοκρατικού οργανισμού που επιβάλλει τους κανόνες του και εμποδίζει την παγκόσμια δικτύωση της νήσου», σύμφωνα με τους υποστηρικτές του Brexit.
Στην Καταλονία, τα συναισθηματικά επιχειρήματα που ανάγονται στη δικτατορία του Φράνκο ήλθαν να προστεθούν στα οικονομικά επιχειρήματα για να νομιμοποιήσουν το σχήμα της ανεξαρτησίας απέναντι στο ισπανικό κράτος που θεωρείται φρένο στην ευημερία και την έκφραση της καταλανικής ταυτότητας.
«Οι εθνικιστές έχουν κατανοήσει ότι στις ανεπτυγμένες και ευημερούσες περιοχές, δεν χρειάζεται απλώς να γίνεται επίκληση της ιδέας του έθνους , η κουλτούρα του οποίου είναι καταπιεσμένη από τα βάθη του χρόνου. Ο πολιτισμικός εθνικισμός είναι πλέον ”νομιμοποιημένος” με οικονομικούς όρους, κυρίως με την άρνηση της οικονομικής αλληλεγγύης προς τις φτωχότερες περιοχές», σύμφωνα με τον Bruno Yammine, ιστορικό ειδικευμένο στην ιστορία του Βελγίου.
Οι υποστηρικτές του Brexit χρησιμοποιούν ένα απατηλά απλοϊκό επιχείρημα: ας δώσουμε τα χρήματα στο δικό μας σύστημα υγείας, αντί να δαπανάμε σε πόρους χαμένους στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Στη Βαρκελόνη, «υπήρχε η ιδέα μίας Καταλονίας που θα μπορούσε να αποτελέσει μία διεθνή πλατφόρμα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μία πλατφόρμα αντίστοιχη με την βορειοαμερικανική, που θα μπορούσε να φέρει περισσότερη οικονομική ανάπτυξη και αυτή η ιδέα τροφοδότησε το αποσχιστικό σενάριο», σύμφωνα με τον Andres de Blas Guerrero, πολιτικό επιστήμονας του Ισπανικού Πανεπιστημίου φοίτησης εξ αποστάσεως.
Μαζί με τους οικονομικούς παράγοντες, η ρητορική για μία απειλούμενη από τη μετανάστευση εθνική ταυτότητα και η απόρριψη των ελίτ, που τρέφουν την λαϊκιστική εκδοχή του εθνικισμού, αναδεικνύονται σε κυρίαρχα θέματα.
Για τον Renaud Thillaye, αναλυτή ευρωπαϊκών θεμάτων στην Flint Global στο Λονδίνο, η επιτυχία του εθνικισμού συνδέεται «από τη μία πλευρά με τη διαφθορά και την απαξίωση των παραδοσιακών κομμάτων και με τη δίψα για μία πιο προσιτή δημοκρατία. Από την άλλη πλευρά με την ανάγκη για την πολιτισμική πρόσδεση σε μία γλώσσα και μία κοινή κληρονομιά σε μία εποχή κατά την οποία όλα κινούνται πολύ γρήγορα και ο τεχνητός χαρακτήρας των εθνών-κρατών εκτίθεται όλο και περισσότερο».
Στο φόντο, η παγκοσμιοποίηση που ενισχύει τα χάσματα ανάμεσα στους κερδισμένους και τους χαμένους, θέτοντας σε δοκιμασία την εθνική αλληλεγγύη.
Μάχη οπισθοφυλακής
Ομως η Ευρωπαϊκή Ενωση θέλει πάση θυσία να αποφύγει τον πολλαπλασιασμό των κρατών και κάνει τα πάντα για να αποθαρρύνει τις αυτονομιστικές φιλοδοξίες, ακόμη και αν οι Σκωτσέζοι, οι Καταλανοί ή οι Κορσικανοί «βλέπουν εκ προοιμίου στην Ευρωπαϊκή Ενωση έναν εν δυνάμει σύμμαχο κατά των κεντρικών κρατών», σύμφωνα με τον Renaud Thillaye. Η Ενωση δεν σήκωσε το δαχτυλάκι της στην καταλανική κρίση και απέφυγε να δώσει στους Σκώτους εγγυήσεις για ένα χωριστό καθεστώς μετά το Brexit, όπως ήλπιζαν μέχρι κάποια στιγμή.
Κατά συνέπεια, λέει ο Bruno Yammine, «ο κίνδυνος που προέρχεται από τον καταλανικό εθνικισμό και κατ΄ επέκταση , από όλους του εθνικισμούς που αναπτύσσονται στο εσωτερικό των κρατών μελών δεν είναι παρά θεωρητικός. Κανένα κράτος δεν επιθυμεί την επέκταση του σεπαρατισμού, με δεδομένο ότι σχεδόν κάθε ευρωπαϊκή χώρα έχει μειονότητες ορισμένες από τις οποίες τρέφουν εθνικιστικές τάσεις».
Στην πράξη, η Ενωση έχει μέχρι στιγμής περάσει το τεστ αντοχής. Φυσικά, η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου αποτελεί σοκ. Ομως, η χώρα δεν συμμετείχε στην ευρωζώνη, πράγμα που απέτρεψε την χρηματοπιστωτική αποσταθεροποίηση. Και οι επώδυνες διαπραγματεύσεις του Brexit λογικά θα αποτρέψουν άλλες χώρες από το να βρεθούν στη θέση της Βρετανίας.
Ομως, ο κίνδυνος δεν έχει οριστικά εκλείψει, σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
«Η τοπική εστία δεν είναι έτοιμη να εκλείψει, ούτε και ο ρόλος των μεγάλων πόλεων γύρω από τις οποίες οργανώνονται οικοσυστήματα παγκόσμιας εμβέλειας. Οι χώρες που δεν θα μπορέσουν να βρουν μία διέξοδο σε αυτά τα αιτήματα κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν σημαντικά προβλήματα, όπως βλέπουμε στην Καταλονία».
Για τον Matthew Goodwin, πολιτικό επιστήμονα του Πανεπιστημίου του Κεντ, «τα πολιτικά συστήματα στην Ευρώπη δεν υπήρξαν ποτέ τόσο ασταθή , με τις διακυμάνσεις της ψήφου και την απώλεια της εμπιστοσύνης προς τα παραδοσιακά κόμματα, τη στιγμή που ο διαχωρισμός ανάμεσα σε εθνικιστές και κοσμοπολίτες γίνεται τόσο σημαντικός όσο και ο παραδοσιακός διαχωρισμός ανάμεσα στην δεξιά και την αριστερά», που κυριαρχούσε κάποτε.
Οι εκλογές του επόμενου έτους στην Ιταλία, την Ουγγαρία και τη Σουηδία θα είναι μία ευκαιρία για να δοκιμασθεί η επιρροή των αντι-ελίτ, ευρωσκεπτικιστικών και λαϊκιστικών κομμάτων που θα συμμετάσχουν.