Σε ένα ενδιαφέρον συμπέρασμα σχετικά με την...επιβιωσιμότητα του αθεϊσμού καταλήγει έρευνα που πραγματοποιήθηκε από επιστήμονες στις ΗΠΑ και τη Μαλαισία, σχετικά με το πόσο πιθανό είναι να συνεχίσει να υφίσταται ως τάση/ επιλογή στο μέλλον, εν συγκρίσει με τις μεγάλες θρησκείες του πλανήτη μας.
Όπως σημειώνεται στην έρευνα, εδώ και πάνω από έναν αιώνα, οι κοινωνικοί επιστήμονες προβλέπουν «παρακμή» των θρησκειών και αντικατάστασή τους από πιο κοσμικές αντιλήψεις (η αποκαλούμενη υπόθεση της εκκοσμίκευσης- secularization hypothesis). Ωστόσο, κάποιοι αμφισβητούν αυτή την υπόθεση τις τελευταίες δεκαετίες- και σύμφωνα με τη νέα αυτή έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Evolutionary Psychological Science, ίσως να έχουν δίκιο, αν κρίνει κανείς από βιολογικής άποψης.
Χρησιμοποιώντας μεγάλα δείγματα από φοιτητές στη Μαλαισία και τις ΗΠΑ, το πόσο θρήσκος είναι κάποιος, το ποια θρησκεία ακολουθεί και η γονιμότητα αξιολογήθηκαν βάσει ιδίων αναφορών από τους συμμετέχοντες. Όπως έδειξε η έρευνα, η μέση γονιμότητα ποικίλλει, ανάλογα με τις θρησκευτικές ομάδες: Οι μουσουλμάνοι φαίνονται οι πιο θρήσκοι και οι πιο γόνιμοι και οι Εβραίοι και Βουδιστές οι λιγότερο. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η έρευνα είναι ότι αναμένεται μείωση του αθεϊσμού στο προσεχές μέλλον, για τον απλό λόγο ότι οι άθεοι χρησιμοποιούν περισσότερο αντισύλληψη- οπότε κάνουν λιγότερα παιδιά, οπότε και οι αριθμοί τους θα μειώνονται σε σχέση με αυτούς των θρήσκων, που αναπαράγονται με μεγαλύτερους ρυθμούς. Αξίζει να σημειωθεί πως το συμπέρασμα αυτό δεν φαίνεται καθόλου παράλογο, αν αναλογιστεί κανείς πως το «αυξάνεστε και πληθύνεστε» βρίσκεται στον πυρήνα πχ του Χριστιανισμού και του Ισλάμ, άρα κάνουν περισσότερα παιδιά, τη στιγμή που στην περίπτωση των αθεϊστών/ πιο «κοσμικών», η τεκνοποίηση δεν τους απασχολεί τόσο πολύ.
«Είναι ειρωνικό το ότι αποτελεσματικές μέθοδοι αντισύλληψης αναπτύχθηκαν πρωτευόντως από πιο κοσμικούς/ λιγότερο θρήσκους, και ότι αυτές οι μέθοδοι συμβάλλουν στην αργή μείωση της αναλογικής αντιπροσώπησης των κοσμικών στις επερχόμενες γενιές» αναφέρουν οι ερευνητές.
Για τους σκοπούς της έρευνας, ερευνητικές ομάδες σε ΗΠΑ και Μαλαισία μίλησαν σε πάνω από 4.000 φοιτητές για τη θρησκεία τους και κατέγραψαν επίσης πόσα αδέρφια είχαν. Στη Μαλαισία, αυτοί που δεν ακολουθούσαν κάποια θρησκεία είχαν 1,5 αδέλφια λιγότερα από τον μέσο όρο. Στις ΗΠΑ το αντίστοιχο χάσμα ήταν μικρότερο, αλλά και πάλι ξεκάθαρο. Οι γονείς των παιδιών που δεν ακολουθούσαν κάποια θρησκεία είχαν 3,04 παιδιά κατά μέσο όρο, εν συγκρίσει με 3,2 που είναι ο μέσος όρος του πληθυσμού γενικότερα. Όπως σημειώνεται σε σχετικό δημοσίευμα των The Times, η θρησκεία είναι «κληρονομική», καθώς αφ'ενός περνιέται στους απογόνους πολιτιστικά, ενώ αφ'ετέρου μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι η δυνατότητα πίστης στον Θεό έχει γενετική διάσταση. Πριν τον 19ο αιώνα πιθανότατα δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ των ρυθμών αναπαραγωγής μεταξύ αυτών που είχαν και αυτών που δεν είχαν τα γονίδια αυτά, ωστόσο, σύμφωνα με τους επιστήμονες, από τα μέσα του 19ου αιώνα, επιστημονικές ανακαλύψεις οδήγησαν σε ένα σημείο όπου η ανθρώπινη αναπαραγωγή γινόταν αρκετά κατανοητή ώστε (οι ρυθμοί αναπαραγωγής) να αρχίσουν να επηρεάζονται, ειδικά στις ανερχόμενες βιομηχανικές χώρες.
«Η έρευνα δείχνει πως τα άτομα που ήταν πιο επιτυχή στον περιορισμό της γονιμότητάς τους κατά την περίοδο αυτή ήταν τα πιο μορφωμένα και τα λιγότερο θρήσκα. Οπότε, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, οι κοσμικοί άρχισαν να περιορίζουν τη γονιμότητά τους πολύ περισσότερο από τους πολύ θρήσκους σε εκείνες τις χώρες» αναφέρουν οι ερευνητές.