Τα γεγονότα
- Δύο αμερικανικά πολεμικά στη Μεσόγειο εκτόξευσαν, με εντολή Τραμπ, 59 πυραύλους Tomahawk εναντίον της συριακής αεροπορικής βάσης Σαϊράτ, στη Χομς, τα ξημερώματα της 7ης Απριλίου
- Πρόκειται για την πρώτη ευθεία στρατιωτική επίθεση των ΗΠΑ εναντίον δυνάμεων της κυβέρνησης Άσαντ
- Το Πεντάγωνο ανακοίνωσε πως τα αποτελέσματα της επίθεσης «αξιολογούνται». Σύριοι αξιωματούχοι κάνουν λόγο για έξι νεκρούς και αρκετούς τραυματίες, ενώ το συριακό πρακτορείο SANA ανέφερε εννιά νεκρούς αμάχους. Το ρωσικό υπουργείο Άμυνας κάνει λόγο για καταστροφή έξι συριακών μαχητικών MiG-23 και κάποιων κτιρίων
- Η επίθεση, όπως ανακοινώθηκε από τις ΗΠΑ, αποτελεί την «ανάλογη αντίδραση» στην επίθεση με χημικά όπλα εναντίον αμάχων στις 4 Απριλίου στο Χαν Σεϊχούν
- Το Πεντάγωνο υποστηρίζει πως οι ρωσικές δυνάμεις ενημερώθηκαν προηγουμένως, μέσω της «γραμμής αποκλιμάκωσης»
- Οι συριακές ένοπλες δυνάμεις ανακοίνωσαν πως η επίθεση των ΗΠΑ βοηθά εξτρεμιστικές οργανώσεις σαν το ISIS. Οργισμένη ήταν η αντίδραση της Μόσχας, η οποία ανακοίνωσε πως αποσύρεται από τη συμφωνία με την Ουάσινγκτον για τον διαμοιρασμό πληροφοριών σχετικά με τις αεροπορικές επιχειρήσεις στη Συρία. Την επίθεση αποδοκίμασε και το Ιράν
- Υπέρ της επίθεσης τάχθηκαν σύμμαχοι των ΗΠΑ, περιλαμβανομένης της Βρετανίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Τουρκίας, της Σαουδικής Αραβίας, του Ισραήλ, της Αυστραλίας, της Ιαπωνίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Για «κατανοητή πρόθεση» έκανε λόγο η ΕΕ
- Η Κίνα τήρησε μάλλον ουδέτερη στάση, αρκούμενη να υπογραμμίσει πως σημαντικό είναι να αποφευχθεί η κλιμάκωση της κατάστασης
Ανησυχία σχετικά με πιθανή περαιτέρω κλιμάκωση στην περιοχή, ή και πέρα από αυτήν, προκάλεσε η επίθεση με πυραύλους cruise (TLAM- Tomahawk Land Attack Missiles) που εξαπέλυσαν αμερικανικά πολεμικά εναντίον συριακής αεροπορικής βάσης, κατόπιν εντολής του προέδρου Τραμπ, σε αντίποινα για το περιστατικό της 4ης Απριλίου, όπου δεκάδες άμαχοι έχασαν τη ζωή τους από χρήση χημικών όπλων, που οι ΗΠΑ αποδίδουν στην κυβέρνηση Άσαντ.
Αναλυτικότερα, όπως ανακοινώθηκε από το αμερικανικό Πεντάγωνο, στόχος της πυραυλικής επίθεσης, που έγινε στις 4:40 τα ξημερώματα (τοπική ώρα) ήταν η αεροπορική βάση Σαϊράτ, στην ευρύτερη περιοχή της Χομς. Στο πλαίσιό της εκτοξεύτηκαν 59 πύραυλοι TLAM από τα αντιτορπιλικά USS Porter και USS Ross, που βρίσκονται στην ανατολική Μεσόγειο, με στόχους αεροσκάφη, προστατευμένα καταφύγια αεροσκαφών, εγκαταστάσεις αποθήκευσης πετρελαίου και επιμελητειακής υποστήριξης, αποθήκες πυρομαχικών, συστήματα αεράμυνας και ραντάρ. Όπως υποστηρίζεται στην ανακοίνωση, υπήρξε μέριμνα για την αποφυγή απωλειών μεταξύ αμάχων και για την τήρηση του διεθνούς δικαίου ένοπλης σύγκρουσης. «Το πλήγμα ήταν μια ανάλογη αντίδραση στην αποτρόπαια πράξη του Άσαντ. Η αεροπορική βάση Σαϊράτ χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση χημικών όπλων και συριακών αεροπορικών δυνάμεων. Οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών εκτιμούν πως αεροπλάνα από το Σαϊράτ πραγματοποίησαν την επίθεση στις 4 Απριλίου. Το πλήγμα είχε σκοπό να αποθαρρύνει το καθεστώς από το να ξαναχρησιμοποιήσει χημικά όπλα».
Όπως ανέφερε το Πεντάγωνο, οι ρωσικές δυνάμεις ενημερώθηκαν από πριν για το χτύπημα, μέσω της «γραμμής αποκλιμάκωσης» που έχει εδραιωθεί μεταξύ των δύο πλευρών, ενώ οι σχεδιαστές της επιχείρησης προέβησαν στον απαιτούμενο σχεδιασμό ώστε «να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος στο ρωσικό ή το συριακό προσωπικό στην αεροπορική βάση». Ωστόσο, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Ρεξ Τίλερσον, διευκρίνισε ότι δεν ζητήθηκε η άδεια ή έγκριση της ρωσικής πλευράς και ότι ο πρόεδρος Τραμπ δεν μίλησε με τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν πριν την επίθεση- ενώ τόνισε πως, όσο υπάρχει έλλειψη αντίδρασης στη χρήση τέτοιων όπλων, τόσο καθιερώνεται η χρήση τους.
Από πλευράς του, ο Αμερικανός πρόεδρος, δήλωσε πως «διέταξα ένα στοχευμένο στρατιωτικό πλήγμα στην αεροπορική βάση στη Συρία απ΄όπου εξαπολύθηκε η επίθεση με τα χημικά όπλα», συμπληρώνοντας ότι «είναι προς όφελος του συμφέροντος της εθνικής ασφαλείας των ΗΠΑ να αποτρέψουν την εξάπλωση και χρήση θανατηφόρων χημικών όπλων».
«Χρόνια προηγούμενων προσπαθειών για αλλαγή της συμπεριφοράς του Άσαντ απέτυχαν, και απέτυχαν πολύ δραματικά» είπε σχετικά. «Ως αποτέλεσμα, η προσφυγική κρίση συνεχίζει να επιδεινώνεται, και η περιοχή συνεχίζει να αποσταθεροποιείται, απειλώντας τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους».
Τα πυραυλικά πλήγματα έστειλαν ένα ισχυρό μήνυμα στον κόσμο, υποστήριξε ο Λευκός Οίκος την Παρασκευή, αποφεύγοντας όμως να διευκρινίσει αν ο Αμερικανός πρόεδρος θα εγκρίνει και νέες επιθέσεις ή άλλες ενέργειες εναντίον της κυβέρνησης Άσαντ.
«Νομίζω ότι οι ενέργειες του προέδρου ήταν πολύ αποφασιστικές χθες τη νύχτα και ήταν σαφείς όσον αφορά το τι πιστεύει ότι θα πρέπει να γίνει» είπε ο Σον Σπάισερ, εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου. «Πρώτα και κύρια, ο πρόεδρος πιστεύει ότι η συριακή κυβέρνηση, το καθεστώς Άσαντ, θα πρέπει τουλάχιστον να συμφωνήσει ότι θα συμμορφωθεί με τις συμφωνίες που έχει κάνει να μην χρησιμοποιεί χημικά όπλα», πρόσθεσε.
Τα αποτελέσματα της επίθεσης
Το Πεντάγωνο ανακοίνωσε πως τα αποτελέσματα της επίθεσης «αξιολογούνται» και ότι οι αρχικές ενδείξεις είναι πως καταστράφηκαν ή προκλήθηκαν σοβαρές ζημιές σε αεροπλάνα και υποδομές, «περιορίζοντας τις δυνατότητες της συριακής κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει χημικά όπλα».
Ωστόσο το ρωσικό υπουργείο Άμυνας υποστήριξε ότι καταστράφηκαν έξι συριακά μαχητικά τύπου MiG-23, καθώς και μια αποθήκη υλικών, εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις, μια καντίνα και ένας σταθμός ραντάρ. Ωστόσο, ανέφερε πως ο διάδρομος έχει παραμείνει αλώβητος, χαρακτηρίζοντας τα αποτελέσματα της επίθεσης ως «αρκετά “φτωχά».
Σύριοι αξιωματούχοι έχουν αναφέρει πως υπήρξαν έξι νεκροί και αρκετοί τραυματίες. Ωστόσο, ο κυβερνήτης της Χομς είπε πως τουλάχιστον πέντε ήταν οι νεκροί, τρεις από τους οποίους ήταν Σύριοι στρατιώτες. Επίσης, σημείωσε ότι οι τραυματίες ήταν τουλάχιστον επτά. Ακόμη, το συριακό ειδησεογραφικό πρακτορείο SANA έκανε λόγο για εννιά νεκρούς αμάχους, περιλαμβανομένων τεσσάρων παιδιών.
Αντιδράσεις
Το γραφείο του Σύριου προέδρου, Μπασάρ αλ Άσαντ, χαρακτήρισε το πλήγμα «ανεύθυνο», «ριψοκίνδυνο» και «μυωπικό», ενώ ο συριακός στρατός έκανε λόγο για «κατάφωρη επίθεση», η οποία ωφελεί το ISIS.
Σύμμαχοι των ΗΠΑ καλωσόρισαν την εν λόγω ενέργεια: Ο Βρετανός υπουργός Άμυνας, Σερ Μάικλ Φάλον, επιδοκίμασε τα πλήγματα, λέγοντας πως ήταν «περιορισμένα και ανάλογα».
Ο Γάλλος πρόεδρος, Φρανσουά Ολάντ, είπε πως ο Άσαντ φέρει την πλήρη ευθύνη για το πλήγμα, και ότι η Ρωσία θα έπρεπε να το εκλάβει ως «προειδοποίηση» για να επιδιώξει μια πολιτική λύση στον συριακό εμφύλιο. Σε αντίστοιχα σχόλια προέβη και η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, ενώ υπέρ τάχθηκαν επίσης η Τουρκία (με τον πρόεδρο Ερντογάν να μιλά για ένα «βήμα εναντίον των εγκλημάτων πολέμου του καθεστώτος Άσαντ»), η Σαουδική Αραβία, το Ισραήλ, η Αυστραλία, η Ιαπωνία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Από πλευράς της, η ΕΕ έκανε λόγο για «κατανοητή πρόθεση», και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, δήλωσε πως τα αμερικανικά πλήγματα έδειξαν πως «χρειάζεται αποφασιστικότητα εναντίον των βάρβαρων επιθέσεων με χημικά. Η ΕΕ θα συνεργαστεί με τις ΗΠΑ για να δοθεί τέλος στην κτηνωδία στη Συρία».
Έντονη ήταν η αντίδραση της Ρωσίας (συμμάχου του Μπασάρ αλ Άσαντ), που αποσύρθηκε από τη «γραμμή αποκλιμάκωσης»/ δίαυλο επικοινωνίας, με τις ΗΠΑ, για την αποφυγή συγκρούσεων μεταξύ αεροσκαφών που επιχειρούν στη Συρία, ενώ υποσχέθηκε επίσης να ενισχύσει την αεράμυνα της Συρίας. Εκπρόσωπος του υπουργείου Άμυνας της Ρωσίας δήλωσε την Παρασκευή ότι το Πεντάγωνο ειδοποιήθηκε πως η λειτουργία του διαύλου επικοινωνίας των ένοπλων δυνάμεων της Ρωσίας με αυτές των ΗΠΑ, θα λάμβανε τέλος στις 00:00 (ώρα Ελλάδας), μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων Interfax.
Ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν θεωρεί το πλήγμα «επίθεση εναντίον ενός κυρίαρχου κράτους», σύμφωνα με τον εκπρόσωπό του, Ντμίτρι Πέσκοφ, ο οποίος επίσης σημείωσε ότι ο Πούτιν πιστεύει ότι επρόκειτο για επίθεση κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Ο Ρώσος ΥΠΕΞ, Σεργκέι Λαβρόφ, έκανε λόγο για μια επίθεση με ψευδή προσχήματα, που θυμίζει την εισβολή στο Ιράκ το 2003. Επίσης, η Μόσχα ζήτησε έκταση σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Κατά της επίθεσης τάχθηκε και το Ιράν, επίσης σύμμαχος του Άσαντ, που καταδίκασε τα πλήγματα, με τον υπουργό Εξωτερικών του, Μπαχράμ Κασεμί, να τονίζει πως τέτοιες ενέργειες θα «ενισχύσουν τους τρομοκράτες» στη Συρία και θα κάνουν ακόμα πιο περίπλοκη την κατάσταση.
Αποστάσεις κράτησε η Κίνα, ζητώντας αποφυγή της κλιμάκωσης της κατάστασης.
Τα «απόνερα» και οι πιθανές επιπτώσεις
Σε πρώτη φάση, η συγκεκριμένη πυραυλική επίθεση - παρά την έκπληξη που προκάλεσε, λόγω της ταχύτητας με την οποία πραγματοποιήθηκε η εν λόγω αντίδραση - θεωρείται πως είχε μάλλον συμβολικό χαρακτήρα, αν και σίγουρα πρόκειται για σημαντική κλιμάκωση. Πάντως, όπως σημειώνεται σε δημοσίευμα της Washington Post, ήταν μάλλον η πιο περιορισμένη από τις στρατιωτικές επιλογές που ήταν διαθέσιμες εναντίον της Συρίας, καθώς, πρακτικά μιλώντας, δεν θεωρείται ότι θα επηρεάσει την πορεία των επιχειρήσεων: Τα κτίρια μπορούν να επισκευαστούν και τα αεροπλάνα να αντικατασταθούν, ενώ οι απώλειες σε έμψυχο δυναμικό φαίνεται πως ήταν μικρές. Επίσης, όπως σημειώνεται σε ανάλυση της Stratfor, το γεγονός πως επλήγη μόνο μια βάση και όχι θέσεις αεράμυνας δείχνει πως η καταστολή αεράμυνας δεν ήταν ένας από τους σκοπούς (κάτι που θα υποδείκνυε πρόθεση για περαιτέρω επιχειρήσεις στη Συρία).
Γενικά μιλώντας, πρόκειται για ένα πλήγμα το οποίο στέλνει μήνυμα, αλλά δεν αλλάζει τη στρατηγική ισορροπία όσον αφορά στην εξέλιξη των συγκρούσεων. Το μήνυμα είναι πως ο Τραμπ δεν πρόκειται να διστάσει να χρησιμοποιήσει στρατιωτική ισχύ- ωστόσο, ενδεχομένως να λειτουργήσει κατά του, δεδομένου του ότι μια από τις πάγιες θέσεις του όσον αφορά στο συγκεκριμένο ζήτημα ήταν πως ήταν κατά επέμβασης στη Συρία. Παράλληλα, υποδεικνύεται πως η εξωτερική του πολιτική κλίνει να γίνει πιο «ορθόδοξη».
Από εκεί και πέρα, υπάρχουν αρκετές πιθανές «τροχιές». Το χτύπημα θα παραμείνει μεμονωμένο περιστατικό, και ο πόλεμος θα συνεχιστεί όπως πριν. Έχοντας δείξει ότι δεν έχει πρόβλημα να χρησιμοποιήσει στρατιωτική ισχύ, ο Τραμπ θα μπορούσε να συνεργαστεί καλύτερα με τη Ρωσία, ώστε αυτή να ελέγξει καλύτερα τον Άσαντ και να υπάρξει επανεκκίνηση των διπλωματικών διεργασιών.
Ωστόσο, υπάρχουν και λιγότερο αισιόδοξα σενάρια, όπως μια Ρωσία που αποφασίσει να «τραβήξει το σκοινί», προκαλώντας τον Τραμπ να κλιμακώσει ή να υποχωρήσει. Οι επιχειρήσεις κατά του ISIS σε Συρια και Ιράκ θα μπορούσαν επίσης να αντιμετωπίσουν προβλήματα, εάν η Ρωσία και το Ιράν αλλάξουν στάση. Οι αμερικανικές δυνάμεις θα μπορούσαν να στοχοποιηθούν, ενώ περιφερειακοί «παίκτες» ίσως να προβούν και οι ίδιες σε κλιμακώσεις. Στη Συρία, οι κυβερνητικές δυνάμεις ίσως αντιδράσουν παρεμβαίνοντας σε βάρος των αμερικανικών δραστηριοτήτων στη χώρα, και οι αμερικανικές αεροπορικές δυνάμεις (καθώς και των χωρών με τις οποίες συνεργάζονται κατά του ISIS) θα πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση για πιθανά αντίποινα- κάτι που αυξάνει τον κίνδυνο κάποιας λανθασμένης εκτίμησης, με απρόβλεπτες επιπτώσεις.
Σχετικά θέματα:
- Η Μόσχα ανέστειλε τη συμφωνία με Ουάσιγκτον για την ασφάλεια στον συριακό εναέριο χώρο
- Το παρασκήνιο της απόφασης του Ντόναλντ Τραμπ, για το πολλαπλό πυραυλικό χτύπημα στη Συρία
- Ολάντ και Μέρκελ κατά Ασάντ: «Φέρει την πλήρη ευθύνη για τα αμερικανικά πλήγματα»
- Ιράν: Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν ψευδείς κατηγορίες για να επέμβουν στη Συρία