ΗΠΑ, Γαλλία και Κουβέιτ συνεχίζουν τις προσπάθειες για την επίλυση της διπλωματικής κρίσης με το Κατάρ

ΗΠΑ, Γαλλία και Κουβέιτ συνεχίζουν τις προσπάθειες για την επίλυση της διπλωματικής κρίσης με το Κατάρ
Open Image Modal
Palestinians walk on a site before the construction of housing units funded by Qatar in Khan Yunis in the southern Gaza Strip on the seventh of June 2017. (Photo by Majdi Fathi/NurPhoto via Getty Images)
NurPhoto via Getty Images

ΗΠΑ, Γαλλία και Κουβέιτ εντείνουν τις διπλωματικές του προσπάθειες για τον περιορισμό της κρίσης στον Κόλπο μεταξύ του Κατάρ από τη μία πλευρά και της Σαουδικής Αραβίας και των συμμάχων της από την άλλη.

Με στόχο την επίλυση της κρίσης ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και ο Γάλλος ομόλογός του Εμανουέλ Μακρόν είχαν μια σειρά τηλεφωνικών επικοινωνιών, ενώ ο εμίρης του Κουβέιτ αποπειράθηκε να μεσολαβήσει μεταβαίνοντας στη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κατάρ.

Για το Ριάντ η μπάλα είναι πλέον στην πλευρά της Ντόχα, η οποία «πρέπει να αλλάξει πολιτική» και να υιοθετήσει τις περιφερειακές απόψεις σε ευαίσθητα θέματα, όπως οι ακραίοι ισλαμιστές και οι σχέσεις της με το σιιτικό Ιράν.

«Ελπίζουμε ότι οι αδελφοί μας στο Κατάρ θα λάβουν τώρα σωστά μέτρα για να τερματιστεί η κρίση», υπογράμμισε ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών Άντελ αλ Τζουμπέιρ.

Τα Εμιράτα εξακολουθούν να ασκούν μεγάλη πίεση στο Κατάρ, χαρακτηρίζοντάς το «υποστηρικτή του εξτρεμισμού και της τρομοκρατίας στην περιοχή».

Ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας Άνουαρ Γκάργας έθεσε μια σειρά προϋποθέσεων, κυρίως την αναστολή των «εξτρεμιστικών» προγραμμάτων του τηλεοπτικού δικτύου του Κατάρ al Jazeera και μέτρα κατά των εκπροσώπων της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που έχουν καταφύγει στη Ντόχα.

Χωρίς να κάνει λόγο για «αλλαγή καθεστώτος» στο Κατάρ, ο Γκάργας απαίτησε «αλλαγή πολιτικής», καθώς και έναν «οδικό χάρτη» με «ξεκάθαρους μηχανισμούς».

Υψηλόβαθμος αξιωματούχος του Κόλπου εξήγησε στο AFP ότι η κρίση αυτή είναι αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης «επιρροής» του προηγούμενου εμίρη του Κατάρ Χάμαντ μπιν Χαλίφα αλ Θάνι στον γιο του σεΐχη Τάμιμ, υπέρ του οποίου αποσύρθηκε από την εξουσία.

Ο σεΐχης Χάμαντ κατάφερε να εδραιώσει την παρουσία του μικρού εμιράτου στην περιοχή προωθώντας τον ρόλο του μεσολαβητή σε πολλές κρίσεις και παρουσιάζοντάς το ως αντίβαρο στις εξεγέρσεις που συγκλόνισαν τον αραβικό κόσμο μετά το 2011.

Αφού υποστήριξε το Κατάρ, ο Τραμπ προσέφερε τη βοήθειά του για την αποκλιμάκωση της κρίσης εξαιτίας της οποίας η Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα, η Αίγυπτος, το Μπαχρέιν, η Μαυριτανία και οι Μαλδίβες διέκοψαν τις διπλωματικές σχέσεις τους με τη Ντόχα και έλαβαν οικονομικά μέτρα εναντίον της.

Στη διάρκεια τηλεφωνικής του επικοινωνίας με τον σεΐχη Τάμιμ, ο Αμερικανός πρόεδρος «πρότεινε στις διάφορες πλευρές να διευθετήσουν τις διαφορές τους, ακόμη και με μια συνάντηση στον Λευκό Οίκο, αν είναι απαραίτητο».

Ο Μακρόν, στη διάρκεια ξεχωριστών τηλεφωνικών επικοινωνιών με τον εμίρη του Κατάρ, τον Ιρανό πρόεδρο Χασάν Ροχανί και τον βασιλιά Σάλμαν της Σαουδικής Αραβίας «κάλεσε όλες τις πλευρές» να συνεχίσουν «τον διάλογο».

Ο εμίρης του Κουβέιτ σεΐχης Σάμπαχ αλ Άχμαντ αλ Σάμπαχ μετέβη χθες το βράδυ στο Κατάρ, αμέσως μετά τις συνομιλίες που είχε στα Εμιράτα και μια συνάντηση προχθές με τον Σαουδάραβα βασιλιά.

Το Κατάρ από την πλευρά του απορρίπτει όλες τις κατηγορίες εναντίον του, τονίζοντας ότι η κρίση ξέσπασε μετά «την κυβερνοεπίθεση» που υπέστη ο ιστότοπος του πρακτορείου ειδήσεων της χώρας QNA, εξαιτίας της οποίας αποδόθηκαν στον εμίρη της χώρας «ψευδείς» δηλώσεις αναφορικά με το Ιράν και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.

Χθες το βράδυ το υπουργείο Εσωτερικών του Κατάρ δημοσίευσε μια προκαταρκτική έκθεση της έρευνας που διεξάγεται για την κυβερνοεπίθεση, η οποία, σύμφωνα με το υπουργείο, ξεκίνησε τον Απρίλιο με διάφορες «καινοτόμες τεχνικές μεθόδους» και ολοκληρώθηκε στις 24 Μαΐου με τη δημοσίευση «κατασκευασμένων πληροφοριών».

Δεν έχει προς το παρόν κατονομάσει τους δράστες.

Το Κατάρ έχει ζητήσει τη βοήθεια του FBI στην έρευνα, ενώ όπως αναφέρεται στην προκαταρκτική έκθεση την έρευνα συνδράμουν και Βρετανοί ειδικοί.

Σύμφωνα με το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNN, Ρώσοι κυβερνοπειρατές φέρονται να ευθύνονται για την επίθεση αυτή.