“Για να είμαστε ευτυχισμένοι, πρέπει να μη μας απασχολούν πολύ οι άλλοι” (Αλμπέρ Καμύ).
Αλήθεια πόσες φορές δεν μάς ξεγέλασε η εικόνα ενός συνανθρώπου μας που διαλαλούσε την ευτυχία του; Πόσες φορές, επίσης δεν διαψευστήκαμε από τη γνώμη που είχαμε σχηματίσει για την ψυχική υγεία κάποιου άλλου ανθρώπου έως τη στιγμή που η σκληρή πραγματικότητα έδειχνε το μέγεθος της προσπάθειας και της σκηνοθεσίας του για να φαίνεται ισορροπημένος και ευτυχισμένος;
Αλλά και πόσες φορές δεν συλλάβαμε τον εαυτό μας να πασχίζει για να δείχνει διαφορετικός από ό,τι είναι εσωτερικά; Πόσες φορές, επίσης, δεν ακολουθήσαμε την τακτική της στρουθοκαμήλου μπροστά σε μία βεβαιωμένη κατάσταση όπου η εσωτερική πάλη για επιβίωση και ισορροπία κρυβόταν πίσω από ένα χαμόγελο αμεριμνησίας και από μία όψη ανεμελιάς;
Προς τι, λοιπόν, όλη αυτή η υποκρισία και η πάλη ανάμεσα στο «Είναι» (η πραγματική ταυτότητα) και στο «Φαίνεσθαι» (η εικόνα, η ψευδής ή η επιθυμητή κατάσταση ); Προς τι η σύγκρουση του αληθινού εαυτού μας με τον κοινωνικό εαυτό μας; Γιατί επιλέγουμε τη συγκάλυψη της πραγματικής μας ταυτότητας και προβάλλουμε την κοινωνική μας;
Οι άλλοι πώς μάς γνωρίζουν; Από την κοινωνική μας ταυτότητα (κοινωνικός Εαυτός) ή από τον πραγματικό Εαυτό μας τον οποίο επιμελώς αποκρύπτουμε; Ποιος είναι αυτός ο Κοινωνικός Εαυτός μας και ποιος τον διαμορφώνει; Γιατί στο τέλος κι εμείς οι ίδιοι ταυτιζόμαστε ή συντασσόμαστε με τον κοινωνικό εαυτό μας και λιγότερο με τον πραγματικό; Μήπως είμαστε μοιρασμένοι στα δύο και πάσχουμε ως ανθρώπινο είδος από έναν εσωτερικό διχασμό με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ψυχική μας υγεία και για τον τρόπο που επικοινωνούμε με τον ανθρώπινο περίγυρό μας;
Ερωτήματα και διλήμματα που χρόνια τώρα ή και αιώνες ταλανίζουν την ανθρώπινη σκέψη (Φιλοσοφία, Επιστήμη) χωρίς να έχουν βρεθεί ή διατυπωθεί και οι πειστικές απαντήσεις. Κι αυτό γιατί ο άνθρωπος κατά βάθος είναι κατασκεύασμα εξωγενών παραγόντων και περισσότερο νοιάζεται για την κοινωνική του ταυτότητα (για το πώς θέλει να τον βλέπουν οι άλλοι) και λιγότερο για την αυθεντικότητα και τη γνησιότητα του βαθύτερου «Είναι» του.
Ο άνθρωπος, δηλαδή, βρίσκεται σε μία αέναη σύγχυση, για την πραγματική του ταυτότητα και αδυνατεί να διακρίνει ποιο κομμάτι είναι δικό του και ποιο είναι το κοινωνικό κατασκεύασμα. Δεν λείπουν και οι περιπτώσεις, αν δεν είναι ο κανόνας, που ο άνθρωπος υπερασπίζεται με πάθος εκείνο το κομμάτι της ταυτότητάς του που δεν είναι δική του επιλογή αλλά προϊόν κοινωνικών επιρροών. Η παρακάτω θέση του Σοπενχάουερ δεν απέχει και πολύ από την αλήθεια:
“Πέντε λεπτά μετά τη γέννησή σου, θα αποφασίσουν το όνομα, την εθνικότητα, τη θρησκεία και τη φυλή σου και θα περάσεις την υπόλοιπη ζωή σου χαμογελώντας υπερασπίζοντας πράγματα που δεν επέλεξες”.
Θύτες και θύματα συνάμα της κοινωνικής συμμόρφωσης αναλωνόμαστε, όπως αρχικά προείπαμε, για την κοινωνική μας εικόνα και λιγότερο για το βαθύτερο «Είναι» μας. Αγωνιζόμαστε και αγωνιούμε για την αποδοχή μας τόσο από το οικογενειακό περιβάλλον όσο και από το ευρύτερο κοινωνικό. Αυτή η αγωνία για κοινωνική αποδοχή και αναγνώριση συνιστούν και τα αναγκαία κίνητρα ή αντικίνητρα για την υιοθέτηση ή απόρριψη συμπεριφορών.
Η κοινωνική εικόνα μας είναι, λοιπόν, ο απώτατος στόχος μας (για το πώς θέλουμε να μας βλέπουν οι άλλοι) και στο βωμό αυτής της βαθύτερης επιθυμίας μας θυσιάζουμε όλα εκείνα τα στοιχεία που συγκροτούν τη μοναδικότητά μας ως αυθύπαρκτης ανθρώπινης οντότητας. Μία τέτοια, όμως, κατάσταση γεμίζει το υποκείμενο με μοναξιά και οδηγεί στην άρνηση ή και στην παραίτηση από το δικαίωμα να ορίζει αυτό και μόνο την ταυτότητά του.
Αυτή η άρνηση και η παραίτηση επωάζουν την ανελευθερία του ατόμου και αυτή με τη σειρά της, σύμφωνα και με το «επιχείρημα της ολισθηρής πλαγιάς», την αδυναμία και άρνηση ανάληψης της προσωπικής ευθύνης, αφού μόνον ο ελεύθερος άνθρωπος λογίζεται και υπεύθυνος.
Ωστόσο το ερώτημα παραμένει αν η ψευδής εικόνα που προβάλλουμε εμφαντικά είναι απότοκη των κοινωνικών στερεοτύπων ή των δικών μας στερεοτύπων που οι ίδιο κατασκευάζουμε για να αισθανόμαστε ασφαλείς; Για τον κοινωνικοποιητικιό και ηθικοποιητικό ρόλο των κοινωνικών στερεοτύπων κανείς δεν αμφιβάλλει. Για τον αυτοεγκλεισμό μας στα δικά μας στερεότυπα ποια ερμηνεία μπορούμε να δώσουμε;
Η πιθανότερη ερμηνεία σχετίζεται με την ανάγκη του ανθρώπου να είναι αρεστός και αποδεκτός από τους άλλους, όπως προείπαμε. Δεν λείπουν, όμως, και οι περιπτώσεις που πολλοί δείχνουν ή νιώθουν μία απαρέσκεια για τον πραγματικό τους Εαυτό γι αυτό και δείχνουν άλλον, τον επιθυμητό. Σχετικά ο Έσσε τονίζει:
“Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να δείχνουν κάτι που δεν είναι γιατί νομίζουν πως αυτό θέλουν”
Αυτός ο διχασμός και η απαρέσκεια ή και η δυσφορία προς τον Εαυτό μας αδυνατίζει το αίσθημα κυριαρχίας της ζωής μας και νιώθουμε “ξένοι” προς αυτήν. Είναι τα πρώτα σημάδια της αυτό-αλλοτρίωσής μας. Μόνο αν αποδεχτούμε τον Εαυτό μας όπως είναι, με τις πληγές και τις σκιές του, θα μπορέσουμε να είμαστε και κύριοι της ζωής μας. Μόνο αν συμβιβαστούμε με τις ατέλειές μας θα μπορέσουμε να απαλλαγούμε από την τελειομανία. Δεν είμαστε υποχρεωτικά και το ασχημόπαπο της κοινωνίας μας.
Αναγκαία, λοιπόν, κρίνεται η αυτογνωσία για να αποδεχτούμε τον Εαυτό μας, όπως είναι, και όχι αυτόν που δείχνουμε, τον επιθυμητό. Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας θα είναι να μπορέσουν οι άλλοι να αποδεχτούν το πρόσωπο που πραγματικά είμαστε και όχι το σκηνοθετημένο “Προσωπείο” μας
Εναπόκειται στη δική μας θέληση να απαλλαγούμε από το “Σύνδρομο της Πάπιας” που κατατρώγει την ψυχή μας και μάς καθιστά έρμαιο της επιθυμητής εικόνας που νομίζουμε ότι απαιτούν οι άλλοι από εμάς για να μάς αποδεχτούν. O Νίτσε το είπε καθαρά:
“Πρέπει να είσαι ο εαυτός σου και όχι αυτός που οι άλλοι θέλουν” (Νίτσε).
Μπορεί οι πάπιες να γλιστρούν με χάρη στην επιφάνεια της λίμνης και βλέποντάς τις να νιώθεις χαρά και γαλήνη. Ωστόσο, κάτω από την επιφάνεια του νερού κρύβεται μια άλλη πραγματικότητα που εμείς δεν βλέπουμε. Τα πόδια της Πάπιας κινούνται ακατάπαυστα για να μπορεί να επιπλέει.
Έτσι και σε μας πολλές φορές η επιφανειακή ηρεμία και η προσποιητή ευτυχία βρίσκεται σε απόλυτη αναντιστοιχία με τις δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε ως άτομα. Αυτό είναι το κυρίαρχο σύμπτωμα της ανάγκης να συμβαδίζουμε με τις προσδοκίες των άλλων, αποκρύπτοντας τα πραγματικά μας ή της πίεσης που δεχόμαστε για υψηλές αποδόσεις. Ο δυτικός πολιτισμός μάς πιέζει αφάνταστα για τελειότητα, επιτυχίες και για υπέρβαση των ορίων μας. Και πώς να τις διαψεύσεις όλα αυτά;
«Ως «σύνδρομο της πάπιας» στην ψυχολογία ορίζεται η κατάσταση κατά την οποία το άτομο προσπαθεί να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση μιας τέλειας ζωής, ενώ ταυτόχρονα «κάτω από την επιφάνεια» εργάζεται σκληρά – ακόμη και ξεπερνώντας τις αντοχές του – για να τα βγάλει πέρα.
Ο όρος προέρχεται από την εικόνα των παπιών που μοιάζουν να γλιστρούν ήρεμα στην επιφάνεια του νερού ενώ την ίδια στιγμή, κάτω από το νερό, κουνάνε τα πόδια τους γρήγορα και με ένταση για να κολυμπήσουν και να προχωρήσουν.
Το «σύνδρομο της πάπιας», που σαν όρος επινοήθηκε για πρώτη φορά στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, όπως σημειώνεται στο site ψυχικής υγείας Psychcentral, δεν είναι μια διαγνωσμένη ψυχική διαταραχή, αλλά μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία (από το διαδίκτυο).
Μακριά από τις συνήθεις συνταγές για τη θεραπεία μας από το «Σύνδρομο της Πάπιας» και μακριά από τις παραινέσεις και τις κοινότυπες ηθικολογίες τα βήματά μας θα πρέπει να μάς οδηγούν σε μία αποδοχή των ατελειών μας και το κυριότερο στην μη απόκρυψη των εσωτερικών μαχών που δίνουμε καθημερινά όλοι μας για την επιβίωση. Η ζωή έχει και τις σκοτεινές πλευρές και κανένα χαμόγελο δεν μπορεί να μάς ξεγελάσει πως η επιτυχία και η ευτυχία είναι εύκολοι στόχοι. Εξάλλου σύμφωνα και με τον Ρουσσώ: “Ευτυχία δεν είναι να κάνεις αυτό που θέλεις, αλλά να μην κάνεις αυτό που δεν θέλεις”.
Ας απαλλαγούμε από την αγωνία και το άγχος να δείχνουμε καθημερινά το φωτεινό μας πρόσωπο, όπως αυτό επιτάσσει ο πολιτισμός της Εικόνας και των Media. Και τα “ασχημόπαπα” έχουν δικαίωμα στη ζωή και στην ευτυχία.
Η ζωή όλων μας είναι μία μεγάλη λίμνη και όλοι μας είμαστε οι πάπιες που ενώ αγωνιζόμαστε σκληρά και εξοντωτικά εντούτοις θέλουμε το πρόσωπό μας να δείχνει τη μεγάλη χαρά και την ευτυχία που βιώνουμε.
Δύο πραγματικότητες αλλά η αλήθεια είναι μία.
Η Ευτυχία και η Ελευθερία όταν είναι ετεροπροσδιορισμένες τότε καθίστανται αρνητικά βιώματα και εκκολάπτουν την εσωτερική δουλεία μας.
“Μία από τις μεγαλύτερες ελευθερίες είναι το να μην νοιάζεσαι για το τι σκέφτονται όλοι οι άλλοι για σένα. Όσο ανησυχείς για το τι σκέφτονται οι άλλοι για εσένα, τους ανήκεις Μόνο όταν δεν απαιτείς έγκριση από οποιονδήποτε άλλο εκτός του εαυτού σου μπορείς να ανήκεις σε εσένα” (πηγή:apotis4stis5.com).