Προκειμένου να αναζητήσουν ζωή στο εξώτερο Διάστημα, οι επιστήμονες θα πρέπει να γνωρίζουν πού να ψάξουν- και νέα μελέτη αναμένεται να βοηθήσει τους αστρονόμους να επικεντρώσουν τις έρευνές τους.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανάρτηση στην ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου Northwestern, η ερευνητική αυτή ομάδα είναι η πρώτη που συνδυάζει τρισδιάστατα κλιματικά μοντέλα και ατμοσφαιρική χημεία για τη διερεύνηση της κατοικησιμότητας γύρω από αστέρες- νάνους κατηγορίας Μ, που αποτελούν το 70% του συνολικού γαλαξιακού πληθυσμού. Μέσω αυτού του εργαλείου, οι ερευνητές επαναπροσδιόρισαν τις συνθήκες που καθιστούν έναν πλανήτη κατοικήσιμο, λαμβάνοντας υπόψιν την ακτινοβολία ενός άστρου και τον ρυθμό περιστροφής ενός πλανήτη.
Μεταξύ άλλων, η ομάδα του Northwestern, σε συνεργασία με ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κολοράντο- Μπάουλντερ, του Virtual Planet Laboratory της NASA και του ΜΙΤ ανακάλυψαν πως μόνο πλανήτες που κινούνται γύρω από ενεργά άστρα- αυτά που εκπέμπουν πολλή υπεριώδη ακτινοβολία- χάνουν μεγάλες ποσότητες νερού λόγω εξάτμισης. Οι πλανήτες γύρω από ανενεργά, ή «σιωπηλά» άστρα είναι πιο πιθανόν να έχουν νερό σε υγρή μορφή που μπορεί να υποστηρίξει ζωή.
Οι ερευνητές επίσης διαπίστωσαν πως οι πλανήτες με λεπτά στρώματα όζοντος, που έχουν κατά τα άλλα θερμοκρασίες στην επιφάνεια που τους καθιστούν κατοικήσιμους, δέχονται επικίνδυνα επίπεδα υπεριώδους ακτινοβολίας, που τους καθιστούν επικίνδυνους και αφιλόξενους ως προς την παρουσία εξελιγμένων μορφών ζωής στην επιφάνειά τους.
Για να μπορέσουν να υποστηρίξουν εξελιγμένες μορφές ζωής, οι πλανήτες πρέπει να είναι σε θέση να διατηρούν νερό σε υγρή μορφή. Εάν ένας πλανήτης είναι πολύ κοντά στο άστρο του, το νερό εξατμίζεται στο σύνολό του. Εάν είναι πολύ μακριά, τότε το νερό παγώνει, και το φαινόμενο του θερμοκηπίου δεν επαρκεί για να διατηρείται η επιφάνεια αρκετά θερμή για την παρουσία ζωής η αποκαλούμενη «περιοχή/ ζώνη Goldilock» είναι η θεωρούμενη κατοικήσιμη ζώνη γύρω από ένα άστρο.
Γενικότερα, επιστήμονες προσπαθούν να βρουν ποιο είναι το όριο της απόστασης για τη διατήρηση νερού σε υγρή μορφή- πόσο κοντά μπορεί να είναι στο άστρο ένας πλανήτης και να εξακολουθεί να έχει νερό σε υγρή μορφή. Εν ολίγοις, αναζητούν το εσωτερικό άκρο της κατοικήσιμης ζώνης. «Το εσωτερικό άκρο του ηλιακού μας συστήματος είναι μεταξύ της Αφροδίτης και της Γης» λέει ο Χάουαρντ Τσεν, first author της εν λόγω μελέτης. «Η Αφροδίτη δεν είναι κατοικήσιμη, η Γη είναι».
Ο Τσεν και ο Ντάνιελ Χόρτον, senior author της μελέτης, κοιτούν πέρα από το Ηλιακό Σύστημα για να εντοπίσουν τις κατοικήσιμες ζώνες εντός συστημάτων σε άστρα- νάνους τύπου Μ. Ο συνδυασμός τρισδιάστατων κλιματικών μοντέλων με φωτοχημεία και ατμοσφαιρική χημεία επέτρεψε τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης εικόνας ως προς το πώς η υπεριώδης ακτινοβολία ενός άστρου αλληλεπιδρά με αέρια, περιλαμβανομένων υδρατμών και όζοντος, στην ατμόσφαιρα ενός πλανήτη.
Στις προσομοιώσεις τους οι Χόρτον και Τσεν διαπίστωσαν πως η ακτινοβολία ενός άστρου παίζει αποφασιστικής σημασίας ρόλο ως προς το αν ένας πλανήτης είναι κατοικήσιμος ή όχι. Συγκεκριμένα, διαπίστωσαν πως οι πλανήτες γύρω από ενεργά άστρα είναι ευάλωτοι σε απώλειες σημαντικών ποσοτήτων νερού εξαιτίας εξάτμισης. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενες έρευνες, που χρησιμοποιούσαν κλιματικά μοντέλα χωρίς ενεργητική φωτοχημεία.
Οι ερευνητές επίσης ανακάλυψαν πως πολλοί πλανήτες στην κατοικήσιμη ζώνη δεν μπορούν να διατηρούν ζωή εξαιτίας των λεπτών στρωμάτων του όζοντος που διαθέτουν. Παρά τις, φιλόξενες, κατά τα άλλα, θερμοκρασίες, τα στρώματα όζοντος αυτών των πλανητών επιτρέπουν σε μεγάλα επίπεδα υπεριώδους ακτινοβολίας να περνούν και να φτάνουν στο έδαφος, δημιουργώντας συνθήκες οι οποίες είναι επικίνδυνες για την παρουσία ζωής στην επιφάνεια.
«Η 3D φωτοχημεία παίζει τεράστιο ρόλο επειδή παρέχει θερμότητα ή ψύξη, που μπορεί να επηρεάσει τη θερμοδυναμική και ίσως την ατμοσφαιρική σύνθεση ενός πλανητικού συστήματος» λέει ο Τσεν. «Αυτά τα είδη μοντέλων δεν έχουν χρησιμοποιηθεί στα αλήθεια στη βιβλιογραφία περί εξωπλανητών που ασχολείται με τη μελέτη των βραχωδών πλανητών, επειδή είναι εξαιρετικά “δαπανηρά” από υπολογιστικής πλευράς. Άλλα φωτοχημικά μοντέλα, που μελετούν πολύ μεγαλύτερους πλανήτες, όπως γίγαντες αερίων...ήδη δείχνουν πως δεν μπορεί κανείς να παραμελεί τη χημεία όταν διερευνά το κλίμα».
«Είμαστε μόνοι; Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα αναπάντητα ερωτήματα» σημειώνει ο Τσεν. «Αν μπορούμε να προβλέψουμε ποιοι πλανήτες είναι πιο πιθανόν να φιλοξενούν ζωή, τότε μπορεί να πλησιάσουμε πολύ περισσότερο στο να δοθεί μια απάντηση».