Μπαίνουμε σε ένα έντονα εκλογικό έτος, καθώς ήδη έχει σχεδόν προεξοφληθεί ότι θα έχουμε δύο βουλευτικές εκλογές, διαδοχικές.
Στο ιδιαίτερα ενδιαφέρον αυτό πολιτικό σκηνικό, έχει αξία να αναλύσουμε, όσο απλούστερα είναι δυνατό, τους εκλογικούς νόμους των διπλών αυτών εκλογών.
Γενικά για τον εκλογικό νόμο
Ο εκλογικός νόμος είναι εξ ορισμού ο μηχανισμός που καθορίζει τη μετατροπή της λαϊκής ψήφου σε κοινοβουλευτικό συσχετισμό. Με απλά λόγια, είναι το μαθηματικό και νομικό εργαλείο μετατροπής των ποσοστών των ψήφων των κομμάτων σε έδρες στη Βουλή.
Για την ακρίβεια, ο μηχανισμός αυτός λέγεται «εκλογικό σύστημα» (καθώς ο εκλογικός νόμος περιλαμβάνει και άλλες διατάξεις, π.χ. την ηλικία ψήφου, τις προϋποθέσεις άσκησης του εκλογικού δικαιώματος κ.ά.), απλώς, για την οικονομία αυτής της συζήτησης, όταν αναφερόμαστε στον εκλογικό νόμο θα εννοούμε το εκλογικό σύστημα.
Ιστορικά, έχει αποδειχθεί ότι ο εκλογικός νόμος μπορεί να επηρεάσει καταλυτικά την ιστορία και τις πολιτικές εξελίξεις. Για παράδειγμα, στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920, ο Βενιζέλος κέρδισε σε ψήφους και έχασε σε έδρες∙ και αυτό είχε επίπτωση στην έκβαση της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Στις εκλογές του 1956, η ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή έχασε σε ψήφους, αλλά κέρδισε σε έδρες. Και το 1989-90, η χώρα έζησε τρεις εκλογές σε δέκα μήνες.
Το Σύνταγμα (άρθρο 54) προβλέπει ότι ο εκλογικός νόμος, όταν αλλάζει, ισχύει στις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός αν η αλλαγή ψηφιστεί από τα 2/3 της Βουλής. Αυτή η διάταξη εισήχθη στην Αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001, για να στερήσει από την πλειοψηφία της Βουλής τη δυνατότητα να αλλάζει τον εκλογικό νόμο πριν τις εκλογές κατά το συμφέρον της.
Ο εκλογικός νόμος των πρώτων εκλογών του 2023
Στις πρώτες εκλογές του 2023, που δεν έχουν ακόμα προκηρυχτεί, αλλά αναμένεται να πραγματοποιηθούν το αργότερο τον Ιούλιο (εφόσον οι προηγούμενες είχαν γίνει στις 7 Ιουλίου 2019), θα εφαρμοστεί η σχεδόν απλή αναλογική, που ψήφισε η προηγούμενη κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ) το 2016. Εφόσον ο νόμος δεν είχε συγκεντρώσει τα 2/3 της Βουλής, ισχύει για πρώτη φορά στις πρώτες εκλογές του 2023, οι οποίες είναι οι μεθεπόμενες από την ψήφισή του.
Λέμε «σχεδόν» απλή αναλογική, διότι ο νόμος διατήρησε το πλαφόν του 3% για την είσοδο των κομμάτων στη Βουλή. Το όριο αυτό έχει επιβιώσει σε όλους τους εκλογικούς νόμους που εφαρμόστηκαν από το 1993.
Ο αριθμός των εδρών, λοιπόν, που θα λάβει κάθε κόμμα θα είναι ανάλογος του ποσοστού του. Καμία πριμοδότηση (μπόνους) του πρώτου κόμματος δεν προβλέπεται, για πρώτη φορά από το 1990.
Τα μόνα κόμματα που θα εξαιρεθούν από την κατανομή των εδρών είναι όσα δεν καταφέρουν να ξεπεράσουν το 3%. Οι 300 έδρες της Βουλής θα κατανεμηθούν αναλογικά, ανάμεσα στα κόμματα που θα ξεπεράσουν το 3%.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι, αν το σύνολο των εκτός Βουλής κομμάτων φτάσει για παράδειγμα, στο 10%, οι 300 έδρες θα κατανεμηθούν αναλογικά στα εντός Βουλής κόμματα, τα οποία θα έχουν λάβει το 90% των ψήφων.
Αυτό σημαίνει ότι, για να επιτύχει το πρώτο κόμμα την αυτοδυναμία των 151 εδρών, χρειάζεται τα 151/300 του 90%, δηλαδή ποσοστό ψήφων 45,3%. Από τις δημοσκοπήσεις που δημοσιεύονται, αυτό φαίνεται σχεδόν απίθανο.
Ο κυλιόμενος μέσος όρος των τελευταίων δημοσκοπήσεων όλων των εταιρειών, με αναγωγή στα έγκυρα (που ως μεθοδολογία έχει κάποιες παραδοχές, ωστόσο εδώ χρησιμοποιείται ενδεικτικά για κατανόηση της κατάστασης), δίνει (στρογγυλοποιημένα) ΝΔ 36%, ΣΥΡΙΖΑ 27,5%, ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ 13%, ΚΚΕ 6%, Ελλ. Λύση 5%, Μέρα25 3,5% και Εκτός Βουλής 9%. Με τη σχεδόν απλή αναλογική, το σκορ εδρών είναι ΝΔ 118, ΣΥΡΙΖΑ 90, ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ 45, ΚΚΕ 20, Ελλ. Λύση 16 και Μέρα25 11.
Συνεπώς, η ΝΔ απέχει 33 έδρες από την αυτοδυναμία, τις οποίες θεωρητικά θα μπορούσε να εξασφαλίσει με συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Ωστόσο, καταπώς φαίνεται, το κλίμα που επικρατεί δεν απηχεί μια κουλτούρα συνεργασιών. Για το λόγο αυτό, οι πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η διαδικασία των διερευνητικών εντολών για το σχηματισμό κυβέρνησης θα αποβεί άκαρπη, υποχρεώνοντας σε διάλυση αυτήν τη θνησιγενή Βουλή (όπως συνέβη και το Μάιο του 2012) και σε προκήρυξη νέων εκλογών.
Ο εκλογικός νόμος των δεύτερων εκλογών του 2023
Στις δεύτερες εκλογές, θα εφαρμοστεί ο εκλογικός νόμος που ψήφισε η νυν κυβέρνηση της ΝΔ, ο οποίος, εφόσον πάλι δεν εξασφάλισε τα 2/3 της Βουλής, αναμένεται να εφαρμοστεί στις δεύτερες εκλογές του 2023 ως μεθεπόμενες από την ψήφισή του.
Ο νόμος αυτός επαναφέρει το προϋφιστάμενο «μπόνους» εδρών προ το πρώτο κόμμα. Η διαφορά αυτού του μπόνους από τα προηγούμενα (40 έδρες το 2007 και 50 έδρες από το 2012 ως το 2019) είναι ότι δεν είναι σταθερό, αλλά κλιμακούμενο. Εξαρτάται από το ποσοστό του πρώτου κόμματος. Αν το πρώτο κόμμα λάβει έως 25% το μπόνους είναι 20 έδρες. Για κάθε 0,5% επιπλέον ποσοστό, το μπόνους αυξάνεται κατά 1 έδρα, για να φτάσει στο μέγιστο των 50 εδρών, αν το ποσοστό του πρώτου κόμματος φτάσει στο 40%.
Οι υπόλοιπες έδρες έως τις 300 (πλην του μπόνους), κατανέμονται αναλογικά, ανάμεσα στα κόμματα που θα υπερβούν το πλαφόν του 3%.
Με το μηχανισμό αυτό, η αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος εξαρτάται από δύο και μόνο μεταβλητές: από το ποσοστό του πρώτου και από το αθροιστικό ποσοστό των εκτός Βουλής. Όσο μεγαλώνει το ποσοστό των εκτός Βουλής, τόσο χαμηλώνει ο πήχης της αυτοδυναμίας.
Για παράδειγμα, αν τα εκτός Βουλής αθροίσουν 10% και το πρώτο κόμμα λάβει 38%, οι έδρες του πρώτου κόμματος θα είναι:
46 από το μπόνους (4 λιγότερες από τις 50, εφόσον υπολείπεται κατά 2% του 40%).
Τα 38/90 των 254 που κατανέμονται αναλογικά, άρα 107.
Συνεπώς, συνολικά, 46+107=153.
Αν, παρά το μπόνους, το πρώτο κόμμα των μεθεπόμενων εκλογών δεν κατακτήσει αυτοδυναμία, οι περαιτέρω εξελίξεις ξεφεύγουν από το σκοπό αυτού του άρθρου, που επιδιώκει να παραμείνει «τεχνικό».
Συμπεράσματα
Σε άλλες χώρες (πχ Γερμανία), η κουλτούρα συνεργασιών και η σταθερότητα του εκλογικού νόμου δεν δημιουργεί έδαφος για τέτοιες συζητήσεις.
Στην Ελλάδα, όμως, ο μηχανισμός του εκλογικού νόμου μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικός για τα πολιτικά πράγματα.
Λεπτομέρεια, που όμως αφορά ορισμένους συμπολίτες μας: η λευκή ψήφος, μολονότι διακρίνεται από την άκυρη (καθώς αποτελεί ενάσκηση του εκλογικού δικαιώματος, σύμφωνα με ενδιαφέρουσα νομολογία), δεν προσμετράται στην κατανομή εδρών. Πρακτικά, στην κατανομή των εδρών συμμετέχουν μόνο οι ψήφοι σε κόμματα.
Συνεπώς, αν κανείς μπει σε λογική «χρήσιμης ψήφου», ο εκλογικός νόμος ωθεί προς επιλογή κομμάτων με πιθανότητες να εισέλθουν στη Βουλή. Περιέργως, η ψήφος σε κόμματα χωρίς ελπίδες εισόδου στη Βουλή μαθηματικά ενισχύει τα εντός Βουλής και μάλιστα αναλογικά με τη δύναμή τους, επομένως περισσότερο το πρώτο κόμμα. Λιγότερο με τον πρώτο νόμο, περισσότερο με το δεύτερο.
Αν κανείς μπει σε λογική «τιμωρητικής ψήφου» προς κάποιο από τα κόμματα που εισέρχονται στη Βουλή (όποιο και αν είναι αυτό), η επιλογή του πρέπει να προσανατολιστεί προς άλλο κόμμα με ελπίδες εισόδου.
Οι παραπάνω δύο «τακτικές» προκύπτουν από τα απλά μαθηματικά των εκλογικών νόμων.
Το άρθρο αυτό επικεντρώθηκε στον καθορισμό του συνόλου των εδρών των κομμάτων, με βάση τους δύο εκλογικούς νόμους που θα εφαρμοστούν το 2023. Η περαιτέρω κατανομή των εδρών στις περιφέρειες, που είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, θα εξηγηθεί σε επόμενο, αυτοτελές άρθρο. Μαζί με αυτήν, θα εξετασθεί και η επίπτωση της απογραφής πληθυσμού στον αριθμό εδρών των περιφερειών και στην κατανομή των εδρών των κομμάτων στις περιφέρειες.