«Δένομαι πάρα πολύ με τους ανθρώπους και κρατώ πολλές αναμνήσεις από αυτούς. Οπότε, θα έλεγα ότι ναι, ταξιδεύω με πολύ μεγάλη βαλίτσα….»
Έρχεται το Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου στην Τεχνόπολη, φέρνοντας μαζί της τις εικόνες που μάζεψε το καλοκαίρι, αν και οι «Νύχτες Καλοκαιριού», όπως είναι ο τίτλος της περιοδείας της, συνεχίζονται και μετά την Αθήνα, μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου.
Η Ελεωνόρα Ζιουγανέλη, λίγες μέρες πριν από τη συναυλία της στην Τεχνόπολη, μιλά στη HuffPost Greece για το ταξίδι της στην Ελλάδα που «... είναι όπως και οι δικοί μου άνθρωποι», χρειάζεται να την ανακαλύψεις, εξομολογείται ότι το στούντιο ακόμη την κομπλάρει και εξηγεί τον λόγο για τον οποίον, ενώ δηλώνει «αισιόδοξος άνθρωπος» δεν απαντά στην ερώτηση που αφορά τις σκέψεις της για την έξοδο από τη στενωπό των μνημονίων και τη νέα αφετηρία.
-Τελικά, ο κύκλος βαλίτσα - ταξίδι- στήσιμο- συναυλία και πάλι από την αρχή, πόσο εξοντωτική υπόθεση είναι;
Ήταν ένα αρκετά δύσκολο καλοκαίρι όσον αφορά τις μετακινήσεις -είναι και πως θα βγει το πρόγραμμα- πήγαμε σε παράξενα μέρη, είχαμε να διανύσουμε μεγάλες αποστάσεις από το ένα στο άλλο, παρόλα αυτά ένιωσα πολύ όμορφα... Εξοντωτικό είναι, μην λέμε ψέματα, θέλω να πω, είναι δύσκολο ένας άνθρωπος να είναι συνέχεια στον δρόμο, να γυρίζει μια μέρα στο σπίτι για να ξαναμαζέψει πράγματα και να ξαναφύγει. Όμως, ήταν ένα καλοκαίρι στο οποίο έγιναν «μαγικά πράγματα» στην επαφή μου με το κοινό, οπότε δεν μπορώ να γκρινιάζω για την όποια κούραση.
-Είναι διαφορετικό το κοινό από πόλη σε πόλη, από νότο σε βορρά ή, έρχεται λίγο ως πολύ με την ίδια διάθεση να σε συναντήσει;
Ήταν μία καλή χρονιά, θεωρώ ότι υπήρχε και μία αναμονή. Πήγα σε κάποια μέρη που δεν είχα ξαναπάει, οπότε κι αυτό έπαιξε σίγουρα ρόλο.
-Όπως;
Όπως στο Σουφλί και στη Φλώρινα. Ίσως ήταν και η στιγμή μου… Είχα κι εγώ διάθεση για επαφή και επικοινωνία.
-Τόποι, όπως η ακριτική Φλώρινα, είναι μία «άλλη Ελλάδα»;
Όταν λες «άλλη Ελλάδα»;…
-Εννοώ, σύμφωνα με την αθηνοκεντρική προσέγγιση που μοιάζει να διαπερνά τα πάντα.
Προσωπικά δεν το εισέπραξα με αυτόν τον τρόπο. Η Ελλάδα είναι τόσο όμορφη και τόσο συνεχώς σε εκπλήσσει -ως προς τα μέρη, τους ανθρώπους και αυτά που μπορείς να ανακαλύψεις- ώστε παντού Ελλάδα είναι με διαφορετικά πρόσωπα, με διαφορετικά χρώματα. Γι’ αυτό αγαπώ τη ζωή στην Ελλάδα, γιατί κάπως έτσι είναι και οι δικοί μου άνθρωποι. Δεν είναι μονοδιάστατοι, είναι πιο παράξενοι, πιο πολύπλοκοι. Χρειάζεται να τους ανακαλύψεις.
-Ταξιδεύεις με μικρή ή μεγάλη βαλίτσα; Τι είδους ταξιδιώτης της ζωής είσαι;
Συνδέομαι, δένομαι πάρα πολύ με τους ανθρώπους και κρατώ πολλές αναμνήσεις από αυτούς. Οπότε, θα σου έλεγα ότι ναι, ταξιδεύω με πολύ μεγάλη βαλίτσα….
-Ο νέος δίσκος «Που με φτάσανε οι έρωτες» κυκλοφόρησε αρχές Ιουνίου, μετά από τρία χρόνια προετοιμασίας. Τρία χρόνια στη εποχή των υψηλών ταχυτήτων;
Μέσα στα χρόνια βρήκα τους χρόνους μου και τους τρόπους μου. Καλώς ή κακώς, οι δίσκοι μου πάντα απέχουν χρονικά μεταξύ τους, οπότε υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου να ακούσω τραγούδια. Δεν έχω μία εταιρεία που με πιέζει, ούτε από τη δική μου πλευρά στόχο να βγάζω καινούργιο δίσκο κάθε χρόνο. Και επιπλέον, ξέρω ότι δεν μπορώ κιόλας. Επειδή -συνήθως- κάνω πολυσυλλεκτικούς δίσκους χρειάζεται αρκετός χρόνος και πριν από αυτό χρειάζεται χρόνος αποτοξίνωσης από το υλικό που έχει βγει. Τώρα, δεν μπορώ και δεν έχω διάθεση να ακούσω καινούργια τραγούδια. Είμαι ακόμη δεμένη με το προηγούμενο υλικό. Σιγά σιγά θα αρχίσω, αλλά όχι ακόμα. Από τη στιγμή που ακούω τα τραγούδια μέχρι την ημέρα που υλοποιείται ο δίσκος στο στούντιο, μου παίρνει καιρό να τα συλλέξω και να τα δοκιμάσω. Γιατί, ξέρεις, καμιά φορά ακούς ένα τραγούδι που σου αρέσει κι όταν πας να το πεις, να αρχίσεις να βρίσκεις τον εαυτό σου μέσα σ’ αυτό, δεν «κάθεται». Δεν σημαίνει πως ό,τι μας αρέσει μπορούμε και να το εκφέρουμε και να αποδώσουμε. Οπότε η διαδικασία είναι ακούω, ξανακούω, απορρίπτω, επανέρχομαι, αλλάζουν τα γούστα μου… και μετά όταν επιλέξουμε το μεγαλύτερο μέρος του υλικού περνάμε στο στούντιο… Δεν έχω την τεράστια εμπειρία, το στούντιο ακόμη με κομπλάρει…
-Κρίνοντας από τα live σου, κάνει εντύπωση ότι, το στούντιο, που υποτίθεται ότι είναι πιο προστατευμένο σε κομπλάρει…
Το στούντιο δεν έχει την επαφή και την επικοινωνία, δεν έχει το κοινό. Χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη συγκέντρωση. Είσαι κλεισμένος σε έναν χώρο μόνος σου και δεν έχεις αίσθηση εάν αυτό που παράγεις θα ακουμπήσει στις καρδιές των ανθρώπων. Είναι άλλη διαδικασία. Το live είναι διαφορετικό, υπάρχουν άνθρωποι, τους βλέπεις και σε βλέπουν, απαιτεί άλλου είδους εγρήγορση. Τουλάχιστον, έτσι λειτουργώ εγώ. Στο στούντιο υπάρχει λίγο μεγαλύτερη αμηχανία, οπότε χρειάζεται λίγος περισσότερος χρόνος για να φύγει το τρακ -όχι όλο, είναι ευχάριστο να υπάρχει τρακ, τουλάχιστον για μένα- και να αρχίσεις σαν τα τραγούδια να είναι δικά σου.
-Όταν σου ζητούν να μιλήσεις για τη δουλειά σου, όπως με αφορμή την κυκλοφορία ενός νέου δίσκου (επί της ουσίας, ζητώντας σου να τον αποδομήσεις), υπάρχουν φορές που λες, ακούστε τον δίσκο, δεν χρειάζεται να εξηγήσω ή, λες, εντάξει, θα το κάνω, είναι κι αυτό μέρος του παιχνιδιού;
Κάποια πράγματα δεν εξηγούνται, γιατί αν μπορούσαν όλα να εξηγηθούν θα χανόταν ένα μεγάλο μέρος της μαγείας που εμπεριέχεται σε αυτό που κάνουμε. Εάν μπορώ να εξηγήσω κάτι, το κάνω.
-Δεκαπέντε δημιουργούς, 15 υπογραφές μετράει ο τελευταίος σου δίσκος. Πόσο δύσκολο ήταν ως διαδικασία;
Όπως είπα, οι περισσότεροι –όλοι, μάλλον- οι δίσκοι μου είναι πολυσυλλεκτικοί, εκτός από έναν…
-… Τον προηγούμενο.
Ακριβώς. Οπότε, είμαι λίγο μυημένη στη διαδικασία. Παρόλα αυτά και το έχω πει πολλές φορές, χρωστάω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Μίνω (Μάτσα) και στην Ελένη (Φωτάκη), με τους οποίους έκανα τον προηγούμενο δίσκο, διότι η επαφή μου μαζί τους στη δημιουργία ενός μη πολυσυλλεκτικού δίσκου με έκανε να συνειδητοποιήσω πολλά. Οπότε όταν ήρθα ξανά σε επαφή με πολλούς ανθρώπους, είχα πια την εμπειρία, τη γνώση και προσπάθησα να αντλήσω από αυτούς τους ανθρώπους στοιχεία σαν να δούλευα μαζί τους αποκλειστικά. Την προηγούμενη φορά δεν το είχα κάνει. Μπήκα πολύ πιο συνειδητά σ’ αυτή τη δουλειά, πιο οργανωμένη, θέλησα να έρθω σε πιο ουσιαστική επαφή με τους δημιουργούς, τους συνθέτες και τους στιχουργούς, τους άφησα να με παρασύρουν, να με διδάξουν, προσπάθησα να μάθω από αυτούς, έτσι ώστε να είναι μεν πολυσυλλεκτική, αλλά πιο συγκεντρωμένη δουλειά. Τώρα, ως προς τη δυσκολία (παρότι δεν θα διάλεγα τη λέξη «δυσκολία»), είναι ότι, η επικοινωνία με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους φέρνει ευχάριστα και σταματήματα. Ένας άνθρωπος τους ενώνει, εντοπίζει και παίρνει τα κοινά τους χαρακτηριστικά και αυτό έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Και το απολαμβάνω… Έχει έκθεση -όταν πρέπει να ανοίξεις την ψυχή σου σε διαφορετικούς ανθρώπους- έχει και στρες, αλλά είναι πολύ όμορφο.
-Τώρα που η καριέρα σου έχει αποκτήσει ένα στίγμα, συζητάς με τους γονείς σου για τη δουλειά σου; Όταν ξεκινούσες είχες ζητήσει τη συμβουλή τους;
Είμαι ένας άνθρωπος που ακούω και δέχομαι τις γνώμες των ανθρώπων, σε βαθμό που, πολλές φορές μπερδεύομαι και χάνω χρόνο. Θέλω να πω δεν είναι πάντοτε πολύ ευχάριστο, ούτε είσαι πάντα διαθέσιμος απέναντι στις γνώμες. Θέλεις να μείνεις λίγο μόνος για να δεις ποιό είναι το σωστό για σένα. Θα ήταν απίστευτο να μην λαμβάνω τη γνώμη των γονιών μου, όχι επειδή είναι στον χώρο της μουσικής, αλλά επειδή είναι δίπλα στη ζωή μου με πολύ σεβασμό και αγάπη. Από κει και πέρα, όπως προσπαθώ να φιλτράρω τις γνώμες όλων των ανθρώπων, το ίδιο κάνω και με την οικογένεια μου. Δέχομαι τη γνώμη τους και την ακούω. Κάποιες φορές που βλέπω ότι είναι φανερά βοηθητική, την ακολουθώ. Άλλες, που έχω την αίσθηση ότι ίσως να μην είναι και για μένα αυτό, απλά, ακούω προσπερνάω.
-Τον χειμώνα;
Θα παρουσιάσω τη νέα δουλειά μέσα σε ένα πρόγραμμα, Οκτώβρη, Νοέμβρη, Δεκέμβρη στο Hotel Ερμού.
-Στις 21 Αυγούστου η Ελλάδα βγήκε από τη στενωπό των μνημονίων. Πώς είδες αυτή τη νέα αφετηρία;
Έχουν δυσκολέψει όλα και δεν εννοώ μόνο το πρακτικό κομμάτι, ότι χρειάζεται συνέχεια να αλλάζεις και να αναζητάς τρόπους να υπάρχεις και να επαναπροσδιορίζεσαι, εννοώ και τις σχέσεις -είναι όλοι πολύ επικριτικοί. Δεν μου αρέσει να μιλάω, γιατί θεωρώ ότι, οι άνθρωποι δεν έχουν διάθεση να ακούσουν τη γνώμη μου, έχουν διάθεση να ξεσκίσουν, οπότε κι εγώ απέχω πια από το απαντώ στο πώς αισθάνομαι για τέτοιου είδους θέματα, επειδή δεν θέλω να επιτρέπω σε οποιονδήποτε δεν έχει τι να κάνει να σχολιάζει τη γνώμη μου. Έχω πει πολλές φορές ότι, δεν μιλάω έχοντας γνώση ότι, μιλάω ως ένας απλός πολίτης που αντιλαμβάνεται τα πράγματα με τον τρόπο που τα αντιλαμβάνεται -κάποια με τον λάθος τρόπο, κάποια με τον σωστό, κάποια με τον ανώριμο και άλλα με ώριμο. Όμως, χρειάζεται και ο ακροατής, ο αναγνώστης να είναι ώριμος όταν ακούει μια γνώμη, και επειδή έχουν υποστεί πάρα πολλοί άνθρωποι κριτική -όχι κριτική, μιλάμε για κακία, μένος και μίσος και φθόνο επειδή τόλμησαν να εκφράσουν τη γνώμη τους- δεν θα συμμετέχω άλλο σε αυτό το παιχνίδι. Θα συνεχίσω να μιλάω με τους δικούς μου ανθρώπους, πάντα είναι χρήσιμο να μιλάς και να ανταλλάσσεις απόψεις, μπορείς να μεταμορφωθείς συζητώντας, αλλά δεν θέλω να γίνομαι βορά σε ανθρώπους που ψάχνουν απλά για να με κατηγορήσουν για κάτι. Το λέω πολύ συνειδητά, θέλω να απέχω από αυτό το ξέσκισμα της ψυχής μου, από ανθρώπους που δεν τους αφορά ούτε αυτό που κάνω, ούτε αυτό που είμαι… Παρόλα αυτά, είμαι αισιόδοξος άνθρωπος. Επειδή ακριβώς είμαι πολύ ενεργή και θέλω να δημιουργώ, όσα απαισιόδοξα και να νιώθω, κάποιες ώρες της ημέρας, προσπαθώ να πιστέψω. Και να είμαι αισιόδοξη.
Info
Ελεωνόρα Ζουγανέλη
Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2018
Τεχνόπολη Δήμου Αθηνααίων
Έναρξη: 21.00
Τιμές εισιτηρίων: Τα πρώτα εισιτήρια και για περιορισμένο αριθμό: 10 ευρώ.
Στη συνέχεια: 13 ευρώ προπώληση, 15 ευρώ ταμείο, 10 ευρώ ΑμΕΑ – ανέργων
Μαζί της επί σκηνής οι συνεργάτες της μουσικοί: Bαχάν Γκαλστιάν - κλαρίνο, φλογέρα, ντουντούκ και ζουρνάς, Μιχάλης Καπηλίδης – Ντραμς, Δημήτρης Μπαρμπαγάλας – ακουστική και ηλεκτρική Κιθάρα, Γιάννης Οικονομίδης – Τρομπέτα, πιάνο, Νίκος Πασσαλίδης - Μπουζούκι, λαούτο, μαντολίνο, ακουστική κιθάρα, Βασίλης Νησόπουλος - Μπάσο και Ντίνος Χατζηιορδάνου - Ακορντεόν.
Υπεύθυνος ενορχηστρώσεων: Δημήτρης Μπαρμπαγάλας
Υπεύθυνοι ήχου είναι οι: Brian Coon και Δημήτρης Σαμαράς.
Φωτισμοί: Περικλής Μαθιέλλης, Φίλιππος Τρέπας.