Στις γιορτινές ημέρες, μέσα στο κρύο του χειμώνα, είναι ευχάριστο να βγαίνεις, να χώνεσαι σε χαριτωμένα καφέ και να απολαμβάνεις ένα ζεστό ρόφημα ή ένα νόστιμο φαγητό με καλή παρέα. Δημιουργεί μια ωραία ατμόσφαιρα. Μέχρι τη στιγμή που κάποιος ασυνείδητος δίπλα σου θα ανάψει τσιγάρο. Απλά επειδή έτσι θέλει. Και επειδή μπορεί μιας και ο μαγαζάτορας (ή οποιοδήποτε άλλος) απλά το αποδέχεται και δεν λέει κανείς τίποτα. Αν είσαι αντικαπνιστής – ή έστω λιγάκι κρυωμένος, ή με άσθμα – ή απλά με μικρά παιδιά, αυτό σε ενοχλεί. Και θα έπρεπε να πυροδοτεί την αντίδραση κι άλλων.
Υπάρχει νομοθεσία που απαγορεύει το κάπνισμα και η κατανάλωση προϊόντων καπνού σε όλους τους δημόσιους και ιδιωτικούς κλειστούς ή στεγασμένους χώρους. Αλλά κανείς δεν την τηρεί. Οι διαμαρτυρίες είναι απειροελάχιστες και ουδέποτε συνοδεύτηκαν με κινητοποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών για την εφαρμογή της νομοθεσίας.
Γιατί αυτή τη νοοτροπία έχουμε – του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ». Η αλήθεια όμως είναι πως δεν έχει σημασία ποιος είσαι και το πιο πιθανόν είναι ότι κανείς δεν σε ξέρει καν. Δεν είναι το ακριβό αμάξι, το πανάκριβο κινητό ή ρολόι που σε κάνουν κάποιον. Αν δεν έχεις ευγένεια, τρόπους και αρχές, όλα τα άλλα είναι περιττά. Σημασία έχει να είσαι καλός άνθρωπος και δυστυχώς σε αυτή τη χώρα σπανίζουν αυτοί.
Γιατί έχουμε όλοι το υφάκι ότι μας ανήκει ο κόσμος και έτσι κάνουμε ό,τι θέλουμε, όποτε θέλουμε και οπουδήποτε, ανεξάρτητα ποιον ενοχλεί κι αν απαγορεύεται κιόλας.
Τι σημασία έχει για τέτοιους ‘ανθρώπους’ που σε κλειστούς χώρους οι αντικαπνιστές υποφέρουν από το τσιγάρο τους; Σημασία έχει ότι στην Ελλάδα και στην Κύπρο καταγράφονται συνεχώς από τα πιο ψηλά ποσοστά καπνίσματος στην ΕΕ, αλλά και παγκοσμίως.
Υπάρχει μια ρήση του Νίτσε: «και εκείνους που τους είδαν να χορεύουν, τους πέρασαν για τρελούς, αυτοί που δεν μπορούσαν να ακούσουν την μουσική» – κάπως το ίδιο ισχύει και εδώ – οι καπνιστές δεν μπορούν να κατανοήσουν τους μη-καπνιστές, όπως και οι κρεατοφάγοι δεν μπορούν να καταλάβουν τους χορτοφάγους.
Δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Δεν είμαστε όλοι αναίσθητοι. Μερικοί μπορούμε να μπούμε στη θέση του άλλου, κι όσο κι αν δεν τη δεχόμαστε, τουλάχιστον σεβόμαστε το ότι ο καθένας είναι ελεύθερος να έχει την άποψή του.
Υπάρχει λόγος που δημιουργούνται οι νόμοι. Ειδικά αν είναι για θέματα υγείας. Το να τους τηρούμε δεν είναι καταπίεση, είναι θέμα πολιτισμού, αξιών και αρχών. Είναι θέμα ανθρωπιάς και ήθους. Γιατί μόνο στο εξωτερικό είμαστε τύπος και υπογραμμός, αλλά στην ίδια μας τη χώρα κάνει ο καθένας ό,τι γουστάρει γιατί νομίζει πως είναι κάποιος, χρησιμοποιούμε τη δικαιολογία πως «εδώ είναι Ελλάδα», παραπονιόμαστε ότι τίποτα δεν αλλάζει και δεν πάει μπροστά ο τόπος, και έπειτα θιγόμαστε που μας τη λένε οι ξένοι. Τέτοιοι είμαστε. Γιατί περηφανευόμαστε για έναν πολιτισμό που είχαμε κάποτε. Αλλά πλέον τον έχουμε διασύρει και αφανίσει οι ίδιοι. Και δε μας νοιάζει κιόλας.