Ελληνορωσικά: Το «ξεπάγωμα» και ο ελέφαντας στο δωμάτιο

Η διαρκώς μεταβαλλόμενη κατάσταση στον ευρωμεσογειακό χώρο σε συνδυασμό με τη διεθνή αστάθεια προσφέρει μία ευκαιρία στην Ελλάδα.
|
Open Image Modal
via Associated Press

Σε εκείνη την τηλε-συνάντηση οι δύο ισχυροί άνδρες του πλανήτη συμφώνησαν για άλλη μία φορά ότι διαφωνούν για την Ουκρανία, αν και όχι σε όλα. Το κλίμα υπήρξε αρκετά θερμό, σίγουρα πολύ μακριά από πρόσφατες σκληρές εκφράσεις. Στο πλαίσιο αυτό και με τις περιφερειακές προκλήσεις να κρατούν καλά η ατζέντα Πούτιν – Μητσοτάκη είχε τα πάντα και συνοδεύτηκε από χρήσιμα πολιτικά συμπεράσματα, αλλά και από θετικές συμφωνίες.

Ξεκινώντας από τα τελευταία, σημειώνεται η συμφωνία επιστροφής των Αρχείων των Ισραηλιτικών Κοινοτήτων στην Ελλάδα, τα οποία έχουν ιδιαίτερη αξία για την εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης η οποία εξολοθρεύτηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου από τους Ναζί στη διάρκεια της Κατοχής. Τα αρχεία κλάπηκαν από τους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους από την Ελλάδα το 1944 και μεταφέρθηκαν στη Γερμανία, με προφανή σκοπό να μην ανακαλυφθούν τα ναζιστικά εγκλήματα επί των ζωών και των περιουσιών των Ελλήνων Εβραίων. Τα αρχεία εντοπίστηκαν στο Βερολίνο από τον ρωσικό στρατό το 1945 και μεταφέρθηκαν στη Μόσχα. Από τότε και μέχρι σήμερα βρίσκονταν στα υπόγεια των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών. Στα αρχεία περιλαμβάνονται απτά στοιχεία σχετικά με το Ολοκαύτωμα των Εβραίων. Η επιστροφή τους στην Ελλάδα αναμένεται να συμβάλει έτσι σε μία – μερική φυσικά – αποκατάσταση της ιστορικής μνήμης των χιλιάδων Ελλήνων Εβραίων θυμάτων του ναζισμού.

Ο Ρώσος πρόεδρος υποδέχθηκε τον Έλληνα ομόλογό του στην εξοχική του κατοικία στη Σότσι, στο μέρος δηλαδή όπου υποδέχεται ηγέτες διεθνούς βεληνεκούς - και αυτό είχε τη σημασία του.

Στα αμιγώς πολιτικά, η συνάντηση Πούτιν – Μητσοτάκη συνοδεύτηκε από αρκετές διμερείς συμφωνίες. Στο επίπεδο των συμβολισμών δεν πρέπει να παραβλεφθεί η σημασία του ορισμού του 2021 ως αφιερωματικού έτους Ελλάδας-Ρωσίας, στη διάρκεια του οποίου έλαβαν χώρα εκδηλώσεις ανάδειξης ιστορικών και πολιτιστικών δεδομένων που μοιράζονται οι δύο χώρες και οι λαοί τους. Η σχετική πρωτοβουλία μάλιστα αποφασίστηκε να επεκταθεί έως τα μέσα του 2022.

Περαιτέρω, οι δύο ηγέτες υπέγραψαν μία συμφωνία για τη θέση σε ισχύ ενός προγράμματος διμερούς συνεργασίας για τα έτη 2022-2024 σε διάφορους τομείς, με σημαντικότερη ίσως την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή.

Στον εμπορικό τομέα ο Ρώσος πρόεδρος έσπευσε να εξάρει το γεγονός της κατακόρυφης ανόδου των ελληνορωσικών εμπορικών σχέσεων, οι οποίες – όπως δήλωσε – έχουν αυξηθεί κατά 56% σε σύγκριση με πέρσι και έχουν πλησιάσει τα επίπεδα του 2009.

Στα πλέον σημαντικά, δηλαδή τα γεωπολιτικά, η συζήτηση υπήρξε διεξοδική. Η ρωσική πλευρά επιβεβαίωσε την ταύτιση των θέσεών της με την ελληνική ως προς το Κυπριακό, ενώ ιδιαίτερη συζήτηση έγινε για τη Λιβύη και βεβαίως για την Τουρκία. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρήκε εκ νέου την ευκαιρία να εκθέσει και να καταγγείλει την επιθετικότητα της τελευταίας.

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν με τη σειρά του δεν έκρυψε το γεγονός ότι η Ρωσία εξακολουθεί πάντα να ενδιαφέρεται για την Ουκρανία και την πορεία της ένταξής της στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκεί ήταν και το σημείο μίας ενδιαφέρουσας σύγκλισης μεταξύ των δύο ηγετών.

Ο μεν Πούτιν φόρεσε το «ευρωπαϊκό» του κοστούμι και δήλωσε θετικός στην προοπτική ένταξης των γειτόνων της Ρωσίας στους ευρωατλαντικούς συσχετισμούς, αρκεί να μην τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια της Ρωσίας. Δεν έκρυψε και πάλι την «ανησυχία» του για το ενδεχόμενο εγκατάστασης νατοϊκών όπλων στα ανατολικά σύνορα της Ουκρανίας, σημειώνοντας παράλληλα ότι η Ελλάδα μπορεί να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στο θέμα καθώς τηρεί ισορροπημένη στάση μεταξύ ΕΕ, ΝΑΤΟ και Ρωσίας.

Ο δε Μητσοτάκης εξέφρασε την ανησυχία του για το ουκρανικό, προσθέτοντας σε αυτήν το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους Έλληνες του Ντονμπάς.

Από τη ρωσική τοποθέτηση μπορεί να εξαχθεί το σημαντικότερο ίσως πολιτικό συμπέρασμα της ημέρας. Η επιστροφή της Ελλάδας στη ρωσική ατζέντα με τον ρόλο του «έντιμου τρίτου». Πρόκειται για ένα ρόλο ο οποίος διασαλεύτηκε αρκετά κατά τα προηγούμενα χρόνια εξαιτίας διαφόρων γεγονότων, όπως οι απελάσεις Ρώσων διπλωματών από την Αθήνα επί υπουργίας Κοτζιά ή η αναγνώριση του αυτοκεφάλου της ουκρανικής Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο πιο πρόσφατα. 

Πλέον, ενόψει και της ανατολικής επέκτασης του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα θα κληθεί να παίξει εκ νέου το ρόλο αυτό και η προαναφερθείσα ρωσική δήλωση μαρτυρά το επίσημο «ξεπάγωμα» των διμερών σχέσεων.

Βεβαίως ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν θα μπορούσε παρά να δηλώσει το αυτονόητο: «Εμείς ξέρουμε πού ανήκουμε, αλλά ταυτόχρονα αναπτύσσουμε τη σχέση που έχουμε με τη Ρωσία, με την οποία έχουμε μία ευρεία ατζέντα θεμάτων, τα οποία είναι αμιγώς διμερή και δεν επηρεάζονται κατ′ ανάγκη από τα προβλήματα στις ευρωρωσικές σχέσεις ή τις σχέσεις του NATO με τη Ρωσία. Πάντα εντός της ΕΕ και του NATO, θα επιδιώκουμε αποκλιμάκωση και όχι μια ρητορική έντασης».

Ακολούθως όμως και ως επιστέγασμα της καλής συνάντησης ήρθαν τα θετικά λόγια για την ενεργειακή συνεργασία:

«Η Ρωσία έχει διαχρονικά αποδειχθεί αξιόπιστος προμηθευτής φυσικού αερίου καθώς και ότι η Ελλάδα έχει αποδειχτεί αξιόπιστος εταίρος. Είναι σημαντικό οι όποιες μεταβολές να μην παρεκκλίνουν των όρων της συμφωνίας»

Δεν έλειψε, τέλος, η αναφορά στους παραδοσιακούς ελληνορωσικούς δεσμούς:

«Η Ελλάδα παραμένει παρούσα στη Ρωσία, όχι μόνο με τους δεκάδες χιλιάδες Ρώσους πολίτες ελληνικής καταγωγής, που διακρίνονται, αλλά υπάρχει και μέσα από τους δεκάδες νέους που σπουδάζουν την ελληνική γλώσσα. Η σχέση Ελλήνων και Ρώσων είναι μια διαδρομή συνεχής και διαρκής, γι′ αυτό δεν έχει μόνο παρελθόν και παρόν αλλά και μέλλον».

Σε ένα γενικότερο πολιτικό συμπέρασμα θα μπορούσε κανείς να υπογραμμίσει ότι η διαρκώς μεταβαλλόμενη κατάσταση στον ευρωμεσογειακό χώρο σε συνδυασμό με τη διεθνή αστάθεια προσφέρει μία ευκαιρία στην Ελλάδα. Μία ευκαιρία ενός νέου καλού «πλασαρίσματος» στην περιοχή. Αυτό φαίνεται ότι έχει γίνει αντιληπτό από την Αθήνα. Το γεγονός της διμερούς επικοινωνίας Μπάιντεν – Πούτιν, ακόμα κι αν αυτή περιλαμβάνει ενίοτε… αχρείαστους χαρακτηρισμούς, κάνει τα πράγματα σαφώς ευκολότερα για τις ελληνορωσικές σχέσεις. 

Εν τέλει, η αμερικανορωσική επικοινωνία και η ελληνορωσική επαναπροσέγγιση μαρτυρούν αυτό που επί μήνες αναφέρεται δημοσίως. Ο ψυχρός πόλεμος είναι παρελθόν. Κι αν στο μυαλό ορισμένων δεν είναι έτσι, οι μεγάλες και ασύμμετρες σύγχρονες προκλήσεις (βλ. πανδημία, ανερχόμενος ρόλος Κίνας, εσωτερικοί τριγμοί-εξωτερική επιθετικότητα Τουρκίας) είναι εκείνες που καθημερινά αποκαλύπτουν τον ελέφαντα στο δωμάτιο.