Ημερομηνίες Ιερές και Ηρωικές

Ο αγώνας που ξεκίνησε το 21 ήταν άνισος.
Open Image Modal
wikimedia commons

Δύο είναι σήμερα οι εθνικές ημερομηνίες για μας τους Έλληνες. Η 25η Μαρτίου και η 28η Οκτωβρίου. Την δεύτερη, του 1940, την έζησα. Την πρώτη, του 1821, δυστυχώς όχι. Αλλά όταν καταλήφθηκε η χώρα μας από τους Χιτλερο-Μουσολινικούς Ναζί, εμείς οι έφηβοι, καμιά δεκαριά στην τάξη μου, μπήκαμε στην Αντίσταση. Και σημαία μας στα συλλαλητήρια ήταν η γαλανόλευκη του 21. Αργότερα, μάθαμε πως ήταν πολλές οι πρώτες αυτοσχέδιες σημαίες.

Η γαλανόλευκη έγινε νομίζω στην Πρώτη Εθνοσυνέλευση, στην Νέα Επίδαυρο, που συνήλθε ένα χρόνο ακριβώς μετά την έναρξη της Επανάστασης. Η σημαία αυτή είχε πρώτα έναν Σταυρό με φόντο το χρώμα του Αιγαίου. Δεν έπρεπε να μπει κανένα χρώμα που να θυμίζει τα τουρκικά τα λάβαρα. Σταυρό γιατί σκλαβωμένη ήταν και η θρησκεία μας. Πρόσφατα προστέθηκαν οι 9 γαλανόλευκες λωρίδες που συμβολίζουν τα 9 γράμματα της λέξης ”Ελευθερία” και τις 9 συλλαβές που έχει το σύνθημα ”Ελευθερία η Θάνατος”. Στην εξέγερση της Μάνης που προηγήθηκε το σύνθημα ήταν ΝΙΚΗ Η ΘΑΝΑΤΟΣ.

Την 25η Μαρτίου, Γιορτή του Ευαγγελισμού, την Επανάσταση ευλόγησε στην Μονή της Αγίας Λαύρας, στα Καλάβρυτα, ο Παλαιών Πατρών επίσκοπος Γερμανός. Ο οποίος μάλιστα την ίδια μέρα γιόρταζε τα γενέθλιά του. Το σύνθημα εκεί, έγινε ”Ελευθερία ή Θάνατος”. Μάλιστα, κατά τους ιστορικούς, (όπως ο Πουκεβίλ, ο γνωστός Γάλλος φιλέλληνας που συνέλεγε τις ομιλίες του Μητροπολίτη Γερμανού) αναφέρει ότι ο Δεσπότης πρότεινε και μια θρησκευτικότερη πολεμική κραυγή ”Θεού Νίκη”, βιβλικό δάνειο, όχι και τόσο φιλελληνικό, από την Επανάσταση των Μακκαβαίων (ή Ελληνικότερα Σφυροκόπων) που αντιστάθηκαν με επιτυχία στην διαδικασία εξελληνισμού των Ιουδαίων της Παλαιστίνης την οποία υποστήριζαν οι Σελευκίδες βασιλείς και μερικές Εβραϊκές κοινότητες. 

Ο αγώνας που ξεκίνησε το 21 ήταν άνισος. Ξεκίνησε με τουρκικές νίκες. Αλλά, παρά τις εσωτερικές διχόνοιες (Έλληνες είμαστε, τι να κάνουμε) σύσσωμος ο ελληνικός λαός, όπου και αν βρίσκονταν, ξεσηκώθηκε. Και το πλήρωσε ακριβά. Με σφαγές και σκλαβοπάζαρα. Από πού ν΄αρχίσουμε; Από τη Χίο, το Μεσολόγγι, μέσα στο οποίο χάθηκε και ο Λόρδος Βύρων; Τον Αθανάσιο Διάκο; Τον Πατριάρχη Γρηγόριο που απαγχονίστηκε; Τους Σουλιώτες. τον τραγικό χορό των γυναικών του Ζαλόγγου; Την εξέγερση στη Μολδοβλαχία; Την Αλαμάνα και τον Αθανάσιο Διάκο που σουβλίστηκε; Τον Ιμπραήμ Πασά που ήρθε από την Αίγυπτο κι΄έκαψε όλη την Πελοπόννησο; Όλα είναι γνωστά, ελπίζω, σε όλους τους Έλληνες.

Εγώ τουλάχιστο, όσο και αν φαίνεται πρωτότυπο, έχω ονομάσει, άθελά μου, μια από τις επαναστατημένες πόλεις ”Ηρωική”. Την Νάουσα. Και αμφιβάλλω αν αυτό το γνωρίζουν οι Ναουσαίοι. Αυτό που γνωρίζουν είναι ότι στις 22 Απριλίου του 1822, είχε υποστεί μεγάλες σφαγές και καταστροφές η πόλη τους. Οι γυναίκες με τα παιδιά τους πέφταν στον καταρράκτη της Ανά-πιτσας για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων.

Το 1954 με 55 κάνω την στρατιωτική θητεία μου στο Γραφείο Πρωθυπουργού, όπου με στείλαν επειδή είχα σπουδάσει στην Αμερική και ήξερα καλά αγγλικά. Μια μέρα μου λέει ο Πρωθυπουργός ”Γίνονται αύριο τα εγκαίνια Σιδηροδρομικού Σταθμού στη Νάουσα. Κάνε μου ένα χαιρετιστήριο τηλεγράφημα να το στείλω στους Ναουσαίους”. Ενημερώνομαι για το τι είχε συμβεί εκεί στην Επανάσταση και, στο κείμενο που ετοίμασα, αναφέρομαι στην Ιερή Πόλη της Ναούσης. Μας απαντάει ο Δήμαρχος και παρακαλεί να ονομαστεί και επίσημα Ἰερή. Ο Πρωθυπουργός μου λέει συνεννοήσου με το Υπουργείο Εσωτερικών. Το Υπουργείο μου λέει ”Ιερή” δεν γίνεται γιατί ισχύει μόνο για το Μεσολόγγι. Ε, τότε ας την ονομάσουμε ”Ηρωική” λέω. Έτσι και έγινε. Η Νάουσα είναι τώρα η μόνη πόλη που φέρει τον τίτλο ”Ηρωική”.

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, η Ευρώπη της Ιεράς Συμμαχίας του Αυστριακού Μέτερνιχ, αρνείται να βοηθήσει τους επαναστατημένους Έλληνες. Μόνο Ευρωπαίοι ουμανιστές συγκινήθηκαν από το δράμα της Ελλάδας. Αυτής που τους έφερε την Αναγέννηση. Ένα ποίημα του Βίκτωρος Ουγκώ, με τίτλο ”Κανάρης”, γράφει για την δολοφονική αδιαφορία των Μεγάλων Δυνάμεων:

″Κρίμα Ελλάδα,

Οι λαοί μονάχα τόσα χρόνια σε θρηνούνε.

Δεν σου μένει πια πνοή απ′ τις πυρκαγιές

και τις σφαγές!

Κάθε μέρα λιώνεις.

Κουφοί οι βασιλιάδες μας.

Κουφοί και οι άμβωνες στις εκκλησιές μας.

Για τα δεινά σου, Ελλάδα,

μονάχα οι ποιητές πονούνε”.

Είναι αλήθεια πολλοί Φιλέλληνες καλλιτέχνες και διανοούμενοι, ιδιαίτερα στη Γαλλία, κινητοποιήθηκαν. Έχουμε πίνακες της εποχής, εικόνες των Aρματωλών-Kλεφτών, των μαχών και των σφαγών, από πολλούς ζωγράφους, κι′ ανάμεσά τους βἐβαια τον Ντελακρουά. Για τη μεγάλη νίκη στην Ναυμαχία του Ναυαρίνου. Των στόλων Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας, ο Ουγκώ γράφει γεμάτος χαρά: ”Επιτέλους! Νάτην, ήρθε η Ευρώπη επιτέλους ! Ο Κανάρης θα λυπάται που δεν πήρε μέρος στη νικηφόρα Ναυμαχία”. Και γιορτάζει τα βυθισμένα πλοία του Σουλτάνου με δυο στίχους από τους ”Πέρσες” του Αισχύλου οι οποίοι κλαίνε στη Βαβυλώνα τον χαμό των πλοίων τους στην Σαλαμίνας:

″Αλλοίμονο! Αλλοίμονο!

Τα πλοία μας, τα πλοία μας!

Αλλοίμονο χαθήκαν !”

Αλλά το καλύτερο από αυτά τα ποιήματα του Ουγκώ είναι βέβαια ”LEnfant -ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ”. Για τις Σφαγές της Χίου. 25.000 οι σφαγμένοι, 45.000 πάρθηκαν σκλάβοι.

Τον Μάρτιο του 1822 η Χίος επαναστάτησε. Μόνο που, απέναντι, ήταν πολύ κοντά ο Τσεσμές, πόλη με τουλάχιστον 20.000 Έλληνες κατοίκους τότε. Όταν γύριζα την μεταχουντική ταινία μου, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μου είπε πως, μετά την τουρκική απόβαση στην Κύπρο 3 φορές κινδυνέψαμε πόλεμο με την γείτονα. Πήγα σε δύο σύνορα, στον Εβρο και στη Χίο.

Στη Χίο, ανέβηκα στο γυναικείο μοναστήρι, απέναντι απ′ τον Τσεσμέ. Οι μοναχές μου έδειξαν τα αντίγραφα που είχαν από τον πίνακα του Ντελακρουά «Η Σφαγή της Χίου». Ύστερα κατέβηκα στο λιμάνι. Στο καφενείο, είδα να κάθονται πρόσφυγες του 22 και να κοιτούν, γεμάτοι συγκίνηση, ώρες πολλές, απέναντι, τα φώτα του Τσεσμέ, της πόλης όπου γεννήθηκαν.

Η Σφαγή έγινε στις 30 Μαρτίου του 1822. Ιδού και το ”Ελληνόπουλο” του Ουγκώ.* Ξεκινάει πάλι με έναν στίχο του Σαίξπηρ από τον Μάκμπεθ:

″Ω, τι Φρίκη! Τι Φρίκη!” 

Τούρκοι διαβήκαν. Χαλασμός,

Θάνατος πέρα ως πέρα

Η Χίος, τ′ όμορφο νησί, μαύρη απομένει, ξέρα,

Με τα κρασιά, με τα δεντριά

Χίος αρχοντονήσι,

που στη θάλασσα καθρέφτιζες βουνά

και σπίτια και λαγκάδια.

Ερημιά παντού. Μα κοίταξε

απάνω εκεί στο βράχο.

Στου κάστρου τα χαλάσματα,

Ενα παιδί, ελληνόπουλο,

μονάχο κάθεται,

Με σκυμμένο το κεφάλι του, ταπεινωμένο.

Στήριγμα και σκέπη του

μιαν άσπρη αγράμπελη

που του απομένει μόνο

Ένα λουλούδι σαν κι΄ αυτόν,

στον όλεθρο μέσα ξεχασμένο.

Ε, φτωχό παιδί, που κάθεσαι ξυπόλητο,

πάνω στις κοφτερές τις πέτρες

και κλαις και κλαις…

Τι θα θελες νάχεις, πές μου

τα θαλασσιά ματάκια σου να δω

ν′ αστράψουν σαν αστέρια πάλι.

Και να σηκώσεις χαρωπά,

σαν πρώτα, το κεφάλι.

Τι θέλεις άτυχο παιδί;

Τι θα μπορούσε, να σου διώξει τάχα το μαράζι;

Ένα χαμόγελο να δω.

Θες εκείνο το πουλί

που κελαηδάει στο δάσος νύχτα μέρα,

έτσι γλυκά που ξεπερνάει και ντέφι και φλογέρα;
Τι θέλεις; Πες!

-Ε, Διαβάτη!

Μου κράζει από κει πάνω το Ελληνόπουλο με τα γαλάζια μάτια:-

-Τι θέλω; Βόλια και Μπαρούτι! Να τι θέλω!

* Mεταφράζω με τη βοήθεια του Κωστή Παλαμά



Open Image Modal
Η αναπαράσταση της σημαίας των επαναστατών της Μάνης
Commons wikimedia