Εν αρχή είν' η Παιδεία και οι Δάσκαλοι

Η σύγχρονη εκπαίδευση επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στη δημιουργία εκπαιδευτικών με πλήρη «επάρκεια» σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα, μαθήματα. Ωστόσο, ένας τέτοιος δάσκαλος σε καμία περίπτωση δε μπορεί να θεωρηθεί Παιδαγωγός! Καλός δάσκαλος δεν είναι μόνο αυτός που ξέρει να γοητεύει με την ακρίβεια και τη σαφήνεια του λόγου και της σκέψης του. Είναι, κυρίως, αυτός που προετοιμάζει μεθοδικά το σκηνικό της διδασκαλίας και έπειτα αποτραβιέται, για να επιτρέψει στους μαθητές/τριές να βγουν στη σκηνή και να αναδείξουν όλα τα ταλέντα και τις δημιουργικές τους ικανότητες!
Open Image Modal
NurPhoto via Getty Images

Καθημερινά γινόμαστε αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες μιας ακατάπαυστης προσπάθειας να βρούμε τη βαθύτερη αιτία για το γεγονός ότι στην ελληνική κοινωνία πρυτανεύει σήμερα το άκρον άωτον του παραλογισμού. Η συναγωγή, λοιπόν, στην οποία οδηγούμαστε είναι πως η πηγή του κακού δεν είναι άλλη από την παιδεία και το εκπαιδευτικό μας σύστημα συλλήβδην, αρχής γενομένης από την εκπαιδευτική- πολιτική μεταρρύθμιση που επιχειρήθηκε από τον Κων/νο Καραμανλή το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.

Σε ένα τέτοιο «αναχρονιστικό» εκπαιδευτικό σύστημα, το DNA του οποίου κλωνοποιείται μέχρι και σήμερα από την εκάστοτε κυβέρνηση στην απόπειρά της για εφαρμογή της εκπαιδευτικής της πολιτικής, αναμασιούνται και αναδιατυπώνονται μεταρρυθμίσεις. Οι κυβερνήσεις υιοθετούν στρατηγικές ταξικοκομματικές και διόλου εθνικές, οι οποίες θεμελιώνονται σε εκπαιδευτικές «αντιμεταρρυθμίσεις» και διαφοροποιούνται ακόμα και σε περιπτώσεις αλλαγής υπουργού στην ίδια την κυβέρνηση, χωρίς κανένα νόημα, απλά και μόνο για να αφήσουν τη «σφραγίδα» τους στην ιστορία της εθνικής μας εκπαιδευτικής ταυτότητας.

Εκείνο, όμως που διαφεύγει της προσοχής μας και αποτελεί την κορωνίδα της πληγείσας παιδείας μας, μπορεί να θεωρηθεί το προβαλλόμενο πρότυπο- μοντέλο του/της εκπαιδευτικού, καθώς και η επιμόρφωση του εκπαιδευτικού δυναμικού. Η σύγχρονη εκπαίδευση επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στη δημιουργία εκπαιδευτικών με πλήρη «επάρκεια» σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα, μαθήματα. Ωστόσο, ένας τέτοιος δάσκαλος σε καμία περίπτωση δε μπορεί να θεωρηθεί Παιδαγωγός! Καλός δάσκαλος δεν είναι μόνο αυτός που ξέρει να γοητεύει με την ακρίβεια και τη σαφήνεια του λόγου και της σκέψης του. Είναι, κυρίως, αυτός που προετοιμάζει μεθοδικά το σκηνικό της διδασκαλίας και έπειτα αποτραβιέται, για να επιτρέψει στους μαθητές/τριές να βγουν στη σκηνή και να αναδείξουν όλα τα ταλέντα και τις δημιουργικές τους ικανότητες! Άλλωστε, αυτοί/ες είναι οι πραγματικοί πρωταγωνιστές/τριες της διδασκαλίας!

Στην κατεύθυνση της εκ βάθρων αλλαγής του εκπαιδευτικού μας συστήματος πρόσκειται η σωστή επιμόρφωση του διδακτικού προσωπικού της χώρας μας, η οποία οφείλει να προσηλώνεται στη δημιουργία ενός υγιούς προτύπου εκπαιδευτικού. Στο να μάθει, δηλαδή, στον δάσκαλο/α πώς να καθοδηγήσει το μαθητή/τρια να «μαθαίνει» ουσιαστικά και όχι να γίνεται έρμαιο της κονσερβοποιημένης πληροφοριακής ενημερότητας, της λεγόμενης «παπαγαλίας»• πώς να «δημιουργεί», πώς να «χαίρεται και να απολαμβάνει αυτή του τη δημιουργικότητα», αλλά και πώς να συνδημιουργεί, πάντοτε με κοινό παρονομαστή το σεβασμό στις «ανθρώπινες ρίζες».

Ακόμα, χρειάζεται να τους μάθει να πάψουν να καταχρώνται την «εξουσία» τους στην τάξη, να «ξεριζώσουν» συθέμελα την στερεοτυπική αντίληψη του δασκάλου «αυθεντία», να αποκτήσουν συνείδηση της ευθύνης και της αποστολής τους ως πολίτες και προπαντός ως δάσκαλοι που διδάσκουν, διαπαιδαγωγούν, διακατέχονται από σύμπνοια λόγων και πράξεων και δεν υποτιμούν την παιδική «νοημοσύνη».

Επιπλέον, το αναπαραγόμενο πρότυπο του «σωστού» δασκάλου είναι αδήριτη ανάγκη να ταυτίζεται με εκείνο του ανθρώπου που γνωρίζει πως η διδασκαλία είναι κυρίως δημιουργία και διαπροσωπική επικοινωνία (δάσκαλος - μαθητής/τρια και μαθητές μεταξύ τους) και πως το μεγαλύτερό του στοίχημα είναι να καταφέρει να κερδίσει το μυαλό και την ψυχή των παιδιών•που έχει συνειδητοποιήσει πως η πνευματική απόδοση του παιδιού είναι συνάρτηση τάξης, πειθαρχίας, εργατικότητας όχι, όμως, υπό το καθεστώς του αυταρχισμού.

Ολοκληρώνοντας, το βασικότερο, ίσως, συστατικό για τη συνταγή της επιτυχημένης εκπαιδευτικής πράξης είναι η αγάπη του δασκάλου για τα παιδιά, γεγονός που εξαίρεται στα λεγόμενα του επίτιμου καθηγητή του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής εκπαίδευσης του Α.Π.Θ, Χρήστου Τσολάκη, όταν «πλάθει» με γλαφυρότητα τον ιδανικό δάσκαλο: «Τρεις οι κύριες ιδιότητες του Δασκάλου: να ξέρει το γνωστικό αντικείμενο, να διαθέτει παιδεία, να αγαπά τα παιδιά. Αν αγαπά τα παιδιά και έχει παιδεία, ακόμα και κανένα παιδαγωγικό βιβλίο να μην έχει διαβάσει, θα πετύχει» και βέβαια, σκοπεύοντας να υπογραμμίσει τη δύναμη της αγάπης στην παιδαγωγική διαδικασία αναφέρεται στο Μέγιστο Δάσκαλο της ανθρωπότητας, το Χριστό, ο οποίος δίδασκε πάντοτε με γνώμονα την αγάπη.