Πρόκειται για μια ιστορία που έχει καταγραφεί στα ιατρικά χρονικά ως ένα από τα πιο σκληρά και αδίστακτα ψυχολογικά πειράματα όλων των εποχών.
Ένα τραγικό λάθος σε μια επέμβαση περιτομής, ένας ψυχολόγος που ισχυριζόταν ότι μπορούσε να επαναπροσδιορίσει το φύλο ενός ανθρώπου, καθώς ο σεξουαλικός προσδιορισμός διαμορφώνεται ανάλογα με την ανατροφή, και δύο δίδυμα αδέρφια που καταλήγουν να αυτοκτονήσουν γιατί δεν αντέχουν τον τρόπο που μεγάλωσαν.
Είναι η ιστορία του Ντέιβιντ Ρέιμερ, του αγοριού που μεγάλωσε σαν κορίτσι.
Τον Αύγουστο του 1965 η Τζάνετ και ο Ρον Ρέιμερ από τον Καναδά απέκτησαν δυο δίδυμα αγόρια, τον Μπρους και τον Μπράιαν. Σε ηλικία έξι μηνών εμφάνισαν ένα σχετικά κοινό πρόβλημα, φίμωση του πέου και είχαν προβλήματα στην ούρηση. Έτσι οι γονείς τους αποφάσισαν να τους κάνουν περιτομή.
Δυστυχώς για τον Μπρους, οι γονείς του συμφώνησαν να εφαρμοστεί στο παιδί τους μια νέα μέθοδος που τους πρότειναν οι γιατροί του νοσοκομείου. Περιτομή με καυτηριασμό. Αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα ο Μπρους να υποστεί σοβαρό έγκαυμα στο πέος του και όπως ενημέρωσαν οι γιατροί τους γονείς, το πρόβλημα ήταν ανεπανόρθωτο.
Μετά το τραγικό συμβάν, αποφάσισαν να μην κάνουν την επέμβαση στον Μπράιαν.
Ανήσυχοι ότι το παιδί τους δεν θα μπορέσει να έχει μια υγιή σεξουαλική ζωή, πήγαν στο νοσοκομείο Τζονς Χόπκινς στη Βαλτιμόρη, όπου βρισκόταν ένας ψυχολόγος που είχαν ακούσει, ο Τζον Μάνεϊ. Ο Μάνεϊ ήταν υπέρμαχος της θεωρίας της σεξουαλικής ουδετερότητας, ότι δηλαδή μπορούμε να επαναπροσδιορίσουμε το φύλο ενός ανθρώπου, αφού ο σεξουαλικός προσδιορισμός διαμορφώνεται ανάλογα με την ανατροφή.
Ο Μάνεϊ και άλλοι γιατροί που εξέτασαν το παιδί κατέληξαν ότι το πέος δεν μπορεί να επανέλθει, αλλά μπορεί να αντικατασταθεί με ένα αιδοίο, που θα γινόταν με χειρουργική επέμβαση. Έπεισε τους γονείς ότι αυτή ήταν η καλύτερη λύση ώστε το παιδί τους να έχει μια ευτυχισμένη ζωή, να το μεγαλώσουν δηλδή σααν κορίτσι και τον αδερφό του σαν αγόρι. Για τον Μάνεϊ ήταν και ένα τέλειο case study για να εξετάσει την θεωρεία του περί ανατροφής: δύο δίδυμα αγόρια που μεγαλώνουν με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό.
Οι γονείς του συμφώνησαν και το πείραμα ξεκίνησε. Ο μικρός Μπρους σε ηλικία μόλις 22 μηνών υποβλήθηκε σε εγχείρηση αλλαγής φύλου. Έγινε εκτομή των γεννητικών του οργάνων και δημιούργησαν ένα τεχνητό αιδοίο. Ο Μάνεϊ συμβούλεψε τους γονείς να μην πουν ποτέ την αλήθεια στο παιδία. Έτσι, έκτοτε ο Μπρους μεγάλωνε σαν «Μπρέντα».
Όμως το πείραμα πήρε ακόμη πιο τραγικές διαστάσεις, όχι μόνο για τον Ντέιβιντ (όπως έγινε το όνομά του Μπρους αργότερα) ,αλλά και για τον αδερφό του Μπράιαν. Τα δυο αδέρφια επισκέπτονταν τον γιατρό Μάνεϊ μια φορά τον χρόνο.
«Σεξουαλική εκπαίδευση»
Όπως αποκάλυψε αργότερα ο Ντέιβιντ στις συνεδρίες ο Μάνεϊ, τους ανάγκαζε να αναπαράγουν σεξουαλικές στάσεις, συμπεριλαμβανομένων «κινήσεων ώθησης». Έβαζε τον Ντέιβιντ να κάνει την γυναίκα. Έπρεπε ο ίδιος «να είναι στα τέσσερα» και ο αδερφός του πίσω του «με το πέος να ακουμπά τα οπίσθια». Ο Ρέιμερ είπε ότι ο Μάνεϊ τους ζητούσε να αναπαράγουν και άλλη σεξουαλική στάση, με τον ίδιο ανάσκελα με ανοιχτλα τα πόδια και τον αδερφό του από πάνω του. Ανάγκαζε επίσης να βγάζουν τα ρούχα τους και να «εξετάζουν τα σεξουαλικά τους όργανα». Ο Μάρεϊ υποστήριζε ότι αυτό το «σεξουαλικό παιχνίδι» θα βοηθούσε στην «υγιή ανάπτυξη της σεξουαλικής τους ταυτότητας». Από τις συνεδρίες έβγαζε και φωτογραφίες.
Για πολλά χρόνια ο Μάρεϊ δημοσίευε κείμενα για το πείραμά του που το ονόμαζε «υπόθεση Τζον/Τζοαν». Ενώ η «Μπρέντα» έδειχνε από μικρή ηλικία ότι δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στον ρόλο του κοριτσιού (έσκιζε τα φορέματά της, δεν έπαιζε με κούκλες ενώ στο σχολείο την κορόιδευαν ότι περπατά και φέρεται σαν αγόρι») ο Μάνεϊ ισχυριζόταν ότι το πείραμά του είχε στεφθεί με επιτυχία. Έλεγε ότι ο Μπράιαν ήταν ένα ζωηρό αγόρι και η Μπρέντα ένα κορίτσι σαν όλα της ηλικίας της.
Σε ηλικία 13 ετών η Μπρέντα απείλησε τους γονείς της ότι θα αυτοκτονούσε, αν την πήγαιναν πάλι στον γιατρό Μάνεϊ. Τελικά, στις 14 Μαρτίου αποφάσισαν να πουν στο παιδί τους την αλήθεια. «Ξαφνικά κατάλαβα γιατί ένιωθα έτσι. Δεν ήμουν τρελός» δήλωσε αργότερα. Ζήτησε να τον φωνάζουν Ντέιβιντ. Μέχρι το 1987 έκανε πολλές επεμβάσεις για να ανακτήσει τη χαμένη του σεξουαλική ταυτότητα. Ενέσεις τεστοστερόνης, διπλή μαστεκτομή για να αφαιρέσει το στήθος που είχε δημιουργηθεί από τα οιστρογόνα και δύο επεμβάσεις φαλλοπλαστικής.
Όμως, τα ψυχικά τραύματα παρέμεναν. Είχε προσπαθήσει να αυτοκτονήσει δυο φορές.
Τελικά γνώρισε την γυναίκα του, Τζέιν Φοντάνε και το 1990, σε ηλικία 25 ετών την παντρεύτηκε και υιοθέτησαν τρία παιδιά.
Η υπόθεσή του έγινε παγκοσμίως γνωστή το 1997 όταν είπε την ιστορία του στον δρ Μίλτον Ντάιαμοντ, ψυχολόγο στο Πανεπιστήμιο της Χαβάη. Ο Ντάιαμοντ έπεισε τον Ντέιβιντ να δημοσιοποιήσει την ιστορία του για να αποτραπούν άλλοι γιατροί να κάνουν ανάλογα πειράματα σε βρέφη. Ο Τζον Καλοπίντο δημοσιοποίησε την ιστορία του Ντέιβιντ στο Rolling Stone τον Δεκέμβριο του 1997 και κέρδισε το National Magazine Award.
Αργότερα η ιστορία του έγινε βιβλίο, στη βιογραφία με τον τίτλο As Nature Made Him: The Boy Who Was Raised as a Girl, όπου ο Καλοπίντο περιέγραφε με κάθε λεπτομέρεια την τραγική ζωή του Ντέιβιντ.
Οι αυτοκτονίες
Η περιπέτειά του όμως δεν σταματούν εκεί. Τα σεξουαλικά πειράματα και τα δύσκολα παιδικά χρόνια οδήγησαν τον αδερφό του στην κατάθλιψη και στη σχιζοφρένεια. Το Ιούλιο του 2002 πέθανε από υπερβολική δόση αντικαταθλιπτικών χαπιών. Ο θάνατος του αδερφού επιδείνωσε τη ψυχική κατάσταση του Ντέιβιντ. Παράλληλα, ήταν άνεργος και ο γάμος του περνούσε κρίση. Στις 2 Μαΐου 2004 η σύζυγός του του ζήτησε να χωρίσουν. Δυο μέρες αργότερα, ο Ντέιβιντ πήγε σε ένα πάρκινγκ, έστρεψε την καραμπίνα στον κρόταφό του και αυτοκτόνησε. Ήταν 38 ετών.
(Με πληροφορίες από BBC, Guardian, Wikipedia)