Ένα ατιμώρητο έγκλημα: Η κατεδάφιση του Ενετικού ναού του Σωτήρος ή Βαλιδέ Τζαμί στο Ηράκλειο

Επειδή ίσως είμαι από τους τελευταίους επιζώντες θα διηγηθώ την ιστορία όπως την έζησα για τη διάσωση της ιστορικής μνήμης.
|
Open Image Modal
.
youtube

Τα μνημεία αποτελούν πρωτογενή στοιχεία συγκρότησης του πολιτισμού και δημιουργούν μια πολιτιστική σχέση που πρέπει να εξετάζεται μέσα από τις επί μέρους θεματικές της θρησκείας, της μυθολογίας, της ιστορίας, της γραπτής και προφορικής παράδοσης, της λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας, της πολιτικής, της αρχιτεκτονικής, γλυπτικής και ζωγραφικής. Τα μνημεία είναι οι ιχνηλάτες της ιστορίας, γίνονται γέφυρες, που ενώνουν το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον και είναι συνεχιστές συλλογικών αξιών, ηθών και εθίμων. Οι εκκλησίες οποιουδήποτε δόγματος αποτελούν κατ’ εξοχή πολιτιστικά μνημεία.

Το 1204 οι σταυροφόροι της Δ΄ Σταυροφορίας, που τους μετέφερε με τα πλοία της η Ενετία κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη και σε αντάλλαγμα η Ενετία κατέλαβε τη Κρήτη, ίδρυσε το δουκάτο της Κρήτης με πρωτεύουσα τον Χάνδακα ή Μεγάλο Κάστρο το σημερινό Ηράκλειο και παρέμεινε στο νησί μέχρι το 1667, που το κατέλαβαν οι Οθωμανοί Τούρκοι .

Το Μεγάλο Κάστρο και γενικότερα η Κρήτη γνώρισε επί ενετοκρατίας μεγάλη οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη με εγκατάσταση εκεί πολλών καθολικών μεταξύ των οποίων και το τάγμα των Αυγουσινιανών μοναχών, οι οποίοι στις αρχές του 13ου αιώνα έκτισαν τον μοναδικό στη Κρήτη γοτθικού ρυθμού ναό του Σωτήρος –Σαν Σαλβαντόρ.

Ήταν μονόκλιτη ξυλόστεγη γοτθική βασιλική διαστάσεων 40 Χ17 μέτρα και στέγαζε και τον ναό της Αγίας Ιουστίνης και το τάγμα των μοναχών. Όταν η πόλη καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς μετατράπηκε σε τζαμί αφιερωμένο στη μητέρα του Σουλτάνου τη Βαλιδέ και έκτοτε ονομάζετο Βαλιντέ Τζαμί, ονομασία που διατήρησε και μετά την απελευθέρωση της Κρήτης και ένωση με την Ελλάδα το 1912.

Το κτίριο μετά από μετατροπές διαμορφώθηκε σε σχολείο και στέγασε το Γυμνάσιο Θηλέων (1925-1963), έκτοτε έμεινε αχρησιμοποίητο, ενώ είχε κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο.

Τον Μάρτιο 1969 ξεκίνησε μια εκστρατεία για τη κατεδάφιση του μνημείου με πρωτοσέλιδο άρθρο τοπικής εφημερίδας προσκείμενης στη Χούντα με τίτλο « Επικίνδυνο -ετοιμόρροπο», που προκάλεσε απόφαση της τοπικής Πολεοδομικής Υπηρεσίας και η οποία διέταξε τη κατεδάφιση του ως επικινδύνου ετοιμόρροπου χωρίς να λάβει υπόψη της ότι είχε κηρυχθεί ως διατηρητέο μνημείο.

Η είδηση προκάλεσε την αντίδραση και διαμαρτυρίες πολλών διανοουμένων και Ηρακλειωτών, αλλά με προσωπική επέμβαση του τότε αντιπροέδρου της κυβέρνησης Σ. Παττακού ο ναός κατεδαφίσθηκε και στη θέση του δημιουργήθηκε η σημερινή πλατεία Κορνάρου. Ωστόσο διασώθηκαν η κρήνη Μπέμπο με τον Κουμπέ.

Πρόσφατα αποβίωσε ο αρχιτέκτονας Αργύρης Πετρονώτης, που σε αποχαιρετιστήριο άρθρο στην εφημερίδα « Κ» ο δημοσιογράφος Ν.Β. ανάφερε τις έντονες διαμαρτυρίες του για τη κατεδάφιση ,που προκάλεσαν την ποινική του δίωξη από τη Χούντα, τη δίκη και την αθώωση του.

Ο καθηγητής Θεοδόσης Τάσιος με επιστολή του στη ίδια εφημερίδα συμπλήρωσε το άρθρο με εξιστόρηση της δικιάς του συμμετοχής στη αντίσταση των διανοουμένων για να μη κατεδαφιστεί.

Επειδή ίσως είμαι από τους τελευταίους επιζώντες θα διηγηθώ την ιστορία όπως την έζησα για τη διάσωση της ιστορικής μνήμης και παραδείγματος προς μίμηση.

Το 1970 υπηρετούσα ως πρωτοδίκης στο Πρωτοδικείο Ηρακλείου, όταν ο αείμνηστος Μανώλης Μπορμπουδάκης, τότε Έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Κρήτης, ζήτησε τη βοήθεια μου για τη διάσωση του Βαλιντέ Τζαμί (όπως ήταν γνωστό), που με απόφαση της Πολεοδομίας Ηρακλείου είχε κριθεί ετοιμόρροπο και κατεδαφιστέο για την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων με τη δημιουργία στη θέση του πλατείας.

Τον έφερα σε επαφή με τον τότε Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ηρακλείου αείμνηστο Δημήτρη Τσεβά (γνωστό από το πόρισμα του για το Πολυτεχνείο), που με πρωτοφανή γενναιότητα άσκησε αμέσως ποινική δίωξη κατά των υπαλλήλων της Πολεοδομίας που υπόγραψαν την απόφαση κατεδάφισης για ψευδή βεβαίωση και παράβαση καθήκοντος και με τον εξάδελφο μου αείμνηστο Στέφανο Κουμανούδη, αρχαιολόγο, τότε Διευθυντή Αρχαιοτήτων στο Υπουργείο Παιδείας.

Τότε ο ενδιαφερόμενος για τη κατεδάφιση εκδότης τοπικής εφημερίδας επιστράτευσε τον φίλο του και ομοϊδεάτη Υπουργό Εσωτερικών Σ. Παττακό, που αφίχθηκε επί τούτου στο Ηράκλειο και σε ειδική σύσκεψη στο γραφείο του Εισαγγελέως μας απείλησε όλους, ότι θα μας συλλάβει, αλλά ο Εισαγγελεύς Δ.Τσεβάς με θάρρος του απάντησε, ότι «στη περιφέρεια μου μόνο εγώ συλλαμβάνω», γεγονός που προκάλεσε τη δυσμενή μετάθεση του στο Πρωτοδικείο Αμαλιάδας.

Τελικά με απόφαση της επιτροπής εμπειρογνωμόνων , από την οποία ο πρόεδρος της Θ. Τάσιος, που είχε αποφανθεί εγγράφως ότι το μνημείο δεν πάσχει στατικώς, παραιτήθηκε σε ένδειξη διαμαρτυρίας, το ιστορικό μνημείο κρίθηκε ετοιμόρροπο και κατεδαφίστηκε, γεγονός που προκάλεσε επίσης τη παραίτηση του Σ. Κουμανούδη και θύελλα αντιδράσεων.

Η κατεδάφιση αποδείχθηκε πολύ δύσκολη, απόδειξη ότι δεν ήταν ετοιμόρροπο, τα δε δοκάρια της οροφής, που ήταν από κέδρους του Λιβάνου μύριζαν ακόμα σαν φρέσκα.

Αυτό ήταν ένα έγκλημα χωρίς τιμωρία, αλλά προκάλεσε την ίδρυση από φωτισμένους ανθρώπους της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) που προσέφερε σημαντικό έργο στη διάσωση της Πλάκας και στη προστασία του περιβάλλοντος και πολιτισμού.

 ***

Λέανδρος Τ.Ρακιντζής- Αρεοπαγίτης ε.τ.