Σκεπτόμαστε με λέξεις και εκφράζουμε τη σκέψη μας με λέξεις”
Η παραπάνω θέση αποτελεί ένα από τα ακαταμάχητα δόγματα της γλωσσολογίας και της ανθρώπινης επικοινωνίας, αφού αποτυπώνει με καθαρότητα την διαλεκτική σχέση Γλώσσας-Λέξης και Σκέψης. Εκείνο, ωστόσο, που η επιστήμη της γλωσσολογίας αδυνατεί να αποφανθεί με βεβαιότητα είναι ποιο θεωρείται πρότερον και ποιο ύστερον ανάμεσα στη Γλώσσα- Λέξη και τη Σκέψη.
Και μην υποτιμήσει κανείς την παραπάνω αδυναμία και την θεωρήσει μία άχρηστη πληροφορία-στις τόσες άλλες-για τη ζωή μας και τις κοινωνικές μας σχέσεις. Κι αυτό γιατί η έγκυρη γνώση για ην προτεραιότητα (πρότερον) (χρονική ή οντολογική) της Γλώσσας- Λέξης ή της Σκέψης θα μάς βοηθούσε πολύ και στην κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και κατά συνέπεια του ανθρώπινου χαρακτήρα.
Ποιο, δηλαδή, θεωρείται ως το «πρώτο κινούν» της ανθρώπινης συμπεριφοράς; Η Γλώσσα-Λέξη ή η Σκέψη; Όσο και αν οι περισσότεροι γλωσσολόγοι θεωρούν τη λέξη ως «Το ένδυμα της Σκέψης» δεν παύουν να υπάρχουν και οι βάσιμες ενστάσεις για το χρονικά πρότερον της Λέξης που γονιμοποιεί τη Σκέψη, αν δεν την διαμορφώνει και απόλυτα.
Αφορμή για όλες τις παραπάνω ανησυχίες και γλωσσικές περιπλανήσεις οι δηλώσεις-απάντηση του Πρωθυπουργού για την αποχώρηση του κ. Τσίπρα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό συνέβη όχι από μία πνευματική διαστροφή και επίμονη ενασχόλησή μου για την δύναμη και το βασίλειο της Γλώσσας-Λέξης, αλλά για να βρω την αιτία και το «πρώτο κινούν» της πρωθυπουργικής απάντησης.
Ήταν μία απάντηση που ξάφνιασε και ενόχλησε πολλούς, ακόμη και τους οπαδούς του. Κι αυτό γιατί ο κ. Μητσοτάκης δεν μάς είχε συνηθίσει σε τέτοιες γλωσσικές απρέπειες και μικροψυχίες. Και το κυριότερο δεν ένιωθε καμία ιδιαίτερη πίεση ή προσβολή που να δικαιολογούν το περιεχόμενο της κρίσης του για την αποχώρηση του απερχόμενου πολιτικού του αντιπάλου. Ούτε ο χώρος (επίσκεψη στο εξωτερικό) ευνοούσε μία τέτοια απάντηση για ένα θέμα καθαρά εσωτερικό και ολίγον προσωπικό.
Σε παρόμοιες στιγμές (παραίτηση του ηττημένου αρχηγού κόμματος) ο νικητής (αδιαμφισβήτητος και κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού) εκφράζει την συμπάθειά του και βρίσκει λόγια επαινετικά για τον αντίπαλο, έστω κι αν δεν τα πιστεύει. Τον ηττημένο τον αφήνεις να φύγει και δεν τον λοιδωρείς, ακόμη κι αν στις πολιτικές διαμάχες υπήρξαν στιγμές έντονες που μπορεί να σε έθιξαν προσωπικά ή πολιτικά.Τον βαριά λαβωμένο αντίπαλο δεν τον πυροβολείς. Είναι συμπεριφορά απάνθρωπη και κτηνώδης.
Ακόμη και στα ζώα υπάρχει ένας μυστικός κώδικας σύμφωνα με τον οποίο ο χαμένος τυγχάνει το σεβασμό του νικητή μετά την πάλη. Στους ανθρώπους γιατί επικρατεί η τάση για απόλυτη ταπείνωση και εξόντωση του ηττημένου:
“Ο ενάρετος άνθρωπος είναι απαιτητικός με τον εαυτό του, ενώ ο μικρόψυχος είναι απαιτητικός με τους άλλους…” (Κομφούκιος΅).
Είναι τεκμήριο «πολιτικού πολιτισμού» και πολιτικής αβροφροσύνης να αποχαιρετάς τον ηττημένο με λόγια κολακευτικά. Δείχνει ανωτερότητα και υψηλό πολιτικό ήθος να βρίσκεις δύο καλά λόγια για τον αντίπαλο την ώρα που αυτός βρίσκεται σε μία πτώση μετά από ένα συντριπτικό αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα. Εξάλλου τώρα δεν συνιστά κίνδυνο για σένα.
Φράσεις του τύπου “…ταυτίστηκε με την τοξικότητα, με τον διχαστικό λόγο και την εκκωφαντική αναποτελεσματικότητα όταν τελικά κλήθηκε να διαχειριστεί τις τύχες του τόπου” μπορεί για τον πρωθυπουργό να συνιστούν μία αλήθεια, αλλά δεν λέγονται την ώρα που ο αντίπαλος με την αποχώρησή του περίλυπος προσπαθεί να συγκεντρώσει τα συντρίμμια του.
Η κατοπινή δήλωση του πρωθυπουργού “θα τεθεί στην κρίση της ιστορίας” κινήθηκε στο σωστό δρόμο, όταν ρωτήθηκε να σχολιάσει την παραίτηση του κ.Τσίπρα. Τα πρώτα λόγια ήταν δείγμα μικροψυχίας και τοξικότητας από τον νικητή και δεν χρειαζόταν ένας τέτοιος αποχαιρετισμός. Εξάλλου πρέπει να αναγνωριστεί και η γενναιότητα του κ. Τσίπρα που έδωσε έναν άνισο αγώνα στις δεύτερες εκλογές (25 Ιουνίου 2023) όντας βέβαιος πως θα τις χάσει και με το φόβο πάντα η διαφορά να είναι μεγαλύτερη.
Οι ”Νέκυιες Ωδές” είναι ηθικά διαβλητές και η αρχή του ”Αντιπεπονθότος”(Ζάλευκος) δεν ταιριάζει στον νομικό πολιτισμό μας και στην αρετή της Ενσυναίσθησης που πρέπει να κοσμεί κάθε δημόσιο πρόσωπο.
Παλιότερα ο κ. Τσίπρας απευθυνόμενος στον κ. Μητσοτάκη είχε πει πως «το πρόβλημα δεν είναι οι λέξεις, αλλά οι πράξεις, οι δικές σας πράξεις» (υπόθεση Λιγνάδη).
Να, όμως, και ποιος θα το περίμενε πως το πρόβλημα είναι και οι λέξεις, όπως προείπαμε για τη σχέση Γλώσσας-Λέξης με τη Σκέψη. Κι αυτό γιατί εκείνο που εξέθεσε τον κ. Μητσοτάκη με τις δηλώσεις του δεν ήταν μόνο οι λέξεις, αλλά και οι ενδόμυχες σκέψεις του για τον ηττημένο και συντετριμμένο αντίπαλό του. Οι λέξεις τις περισσότερες φορές μάς εκθέτουν ανεπανόρθωτα γιατί αποκαλύπτουν στους άλλους τις μύχιες σκέψεις και τα παράγωγα αυτών συναισθήματα.
Κι ας μην ξεχνάμε πως «Ο ανώτερος άνθρωπος κρίνει τον εαυτό του. Ο κατώτερος τους άλλους».
*Τελικά είχε δίκιο ο γκουρού της επικοινωνίας Μάρσαλ Μακ Λούαν όταν έλεγε πως ”Το μέσο είναι το Μήνυμα” , στο βαθμό που η ποιότητα του Μέσου διαμορφώνει και νοηματοδοτεί το περιεχόμενο και τα σημαινόμενα του Μηνύματος. Οι αναλογίες με τη δήλωση του κ. Πρωθυπουργού είναι πασιφανείς, αφού κάθε λέξη που εκφέρεται από τα πρωθυπουργικά χείλη αποκτά και το ιδιαίτερο περιεχόμενο ως μήνυμα.
Ο Μπρετόν φαίνεται να δικαιώνεται, όταν διακήρυξε πως:
” Μια λέξη και όλα σώζονται και μια λέξη και όλα χάνονται ”.
☆☆ Απορία Ψάλτου...Βηξ: Αλήθεια προς τι οι ύβρεις-ένθεν και ένθεν-τόσο για την αποχώρηση-παραίτηση του κ.Τσίπρα όσο και για τη δήλωση του κ.Μητσοτάκη; Προσθέτουν κάτι στην ποιότητα της Γλώσσας και της Επικοινωνίας; Εξάλλου είναι παγκοίνως γνωστό και αποδεκτό πως οι χυδαίες κρίσεις και λέξεις περισσότερο χαρακτηρίζουν τον ”Πομπό” και λιγότερο τον ”Δέκτη”. Η γνωστή χυδαία βρισιά προς τον κ. Μητσοτάκη ”Μητσοτάκη γα@...αι” μάλλον τού έδωσε ψήφους...
* ”Ύβρις: Η βρισιά, αλλά και η αλαζονεία με την αρχαιοελληνική σημασία. Ο Ηράκλειτος είχε από παλιά προειδοποιήσει: ”Ύβριν χρη σβεννύναι μάλλον ή πυρκαιήν”(Προτιμότερο να σβήνεις την αλαζονεία, παρά την πυρκαγιά).