Διμέτωπο αγώνα δίνει η κυβέρνηση για να ανταποκριθεί στις αυξημένες προκλήσεις που έφερε ο νέος χρόνος. Από τη μία η επέλαση της μετάλλαξης Όμικρον και η «έκρηξη» των κρουσμάτων και από την άλλη οι συνεχείς ανατιμήσεις στις τιμές ενέργειας και αγαθών, προκαλούν συναγερμό στο κυβερνητικό επιτελείο.
Άπαντες στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν ότι πρόκειται για παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές ανακατατάξεις στο πολιτικό σκηνικό. Για αυτό και τονίζουν διαρκώς στις δημόσιες τοποθετήσεις τους, ότι παρακολουθούν τις εξελίξεις, ζυγίζουν τα δεδομένα και προχωρούν στη λήψη των κατάλληλων αποφάσεων.
Όχι λοκντάουν, μάλλον ναι για υποχρεωτικότητα
Στο μέτωπο της πανδημίας, ήδη από τις παραμονές του νέου χρόνου εφαρμόζονται νέα περιοριστικά μέτρα ενώ όσο καταγράφεται υψηλός αριθμός κρουσμάτων είναι δεδομένο ότι θα ληφθούν κι άλλα, σε μία προσπάθεια περιορισμού της μετάδοσης του κορονοϊού.
Για την ώρα έχει αποκλειστεί το ενδεχόμενο επιβολής νέου καθολικού lockdown, όμως για όλα τα υπόλοιπα η κυβέρνηση είναι έτοιμη να συζητήσει με τους ειδικούς. Ένα από αυτά που αναμένεται να εφαρμοστούν άμεσα, είναι η επέκταση της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού και στην ηλικιακή ομάδα των 50-60 ετών.
Είναι κάτι που δεν απέκλεισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου κατά τη διάρκεια του τελευταίου μπρίφινγκ και το προανήγγειλε ο Στέλιος Πέτσας το πρωί της Παρασκευής (7/1), δηλώνοντας (ΣΚΑΪ) ότι «η απόφαση να μπουν ηλικιακά κριτήρια στην υποχρεωτικότητα του εμβολίου απέδωσε και ενδεχομένως αν χρειαστεί να χαμηλώσουν κι άλλο τα ηλικιακά όρια. Αυτό θα γίνει μέσα στις επόμενες μέρες. Όχι σε επαγγελματικές κατηγορίες, αλλά σε ηλικιακές». Πρόκειται για μία απόφαση που έχουν λάβει και άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Ιταλία).
Κυρίως όμως πρόκειται για μία απόφαση που δεν έχει οικονομικό αντίκτυπο, καθώς στις αποφάσεις της κυβέρνησης βασικό κριτήριο πια, μετά τη σχεδόν διετή περιπέτεια με τον κορονοϊό, είναι και τα κονδύλια που απαιτούνται για την εφαρμογή του οποιουδήποτε μέτρου.
Αυτός εξάλλου είναι και ο βασικός λόγος που δεν προκρίνεται η λύση ενός νέου lockdown. Αν οι συνθήκες το απαιτήσουν, δεν αποκλείεται η αυστηροποίηση των υφιστάμενων μέτρων, όπως να επανασχεδιαστούν τα υγειονομικά πρωτόκολλα για μία σειρά δραστηριοτήτων. Όλα αυτά θα τεθούν επί τάπητος τις επόμενες ημέρες, όταν και θα υπάρχει μια πιο ξεκάθαρη εικόνα και για την πορεία της πανδημίας αλλά και για το κατά πόσο τα μέτρα που έχουν ληφθεί έχουν περιορίσει τη μεταδοτικότητα της Όμικρον.
Αισιοδοξία πάντως προκαλεί το γεγονός ότι μέχρι τώρα η νέα μετάλλαξη δεν έχει επιβαρύνει το Εθνικό Σύστημα Υγείας όπως το έκανε η Δέλτα ενώ επιστήμονες και κυβέρνηση εκτιμούν ότι μετά από λίγες εβδομάδες μπορεί και να αρχίσει η βελτίωση της κατάστασης με λιγότερα κρούσματα και ακόμα λιγότερες εισαγωγές στα νοσοκομεία.
Η ακριβή ενέργεια και η ρευστότητα στην πολιτική σκηνή
Το άλλο μεγάλο «αγκάθι» είναι αυτό των ανατιμήσεων στην ενέργεια. Ο χειμώνας είναι ακόμα στην αρχή του, καταγράφονται ήδη παράπονα –κυρίως από παράγοντες της αγοράς- για τα αυξημένα κόστη σε ενέργεια και προϊόντα και τα δεδομένα δύσκολα θα αλλάξουν για τους επόμενους μήνες.
Οι συσκέψεις σε Υπουργείο Ενέργειας και Μέγαρο Μαξίμου ήταν συνεχείς τις τελευταίες ημέρες και τελικά ανακοινώθηκαν το μεσημέρι της Παρασκευής (7/1) νέα μέτρα στήριξης για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, συνολικού ύψους 400 εκατ. ευρώ με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να προαναγγέλλει και άλλες κυβερνητικές δράσεις που θα έχουν ως στόχο την ανακούφιση όσων πλήττονται από το κύμα ακρίβειας.
Με την προσδοκία ότι θα καταφέρει η κυβέρνηση να ανταποκριθεί στις προκλήσεις μέχρι την άνοιξη –όπου και εκτιμάται ότι θα ξεκινήσει η ομαλοποίηση της κατάστασης και στους δύο κρίσιμους τομείς- παρατηρεί τις εξελίξεις σε Κουμουνδούρου αλλά κυρίως στη Χαριλάου Τρικούπη, εκεί δηλαδή όπου φαίνεται να καταγράφεται σημαντική αύξηση ποσοστών σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων εβδομάδων.
Και στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν καλά ότι οι επιδόσεις στη διαχείριση πανδημίας και ακρίβειας θα καθορίσουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις επόμενες κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα. Από το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών έως την αναζήτηση πιθανών συμμαχιών.
Παρά λοιπόν τα όσα λένε οι μετεωρολόγοι για δριμύ ψύχος το επόμενο διάστημα, το πολιτικό θερμόμετρο αναμένεται να ανέβει πολύ κατά την ίδια περίοδο.