Οι λεπτομέρειες της έρευνας του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μάλερ σχετικά με τον ρόλο της Ρωσίας στις εκλογές του 2016 δημοσιοποιήθηκαν την Πέμπτη, υποδεικνύοντας μια σειρά από περιστατικά κατά τα οποία ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προέβη σε ενέργειες με σκοπό την παρεμπόδιση της έρευνας, που εγείρουν ερωτήματα για το αν διέπραξε παρακώλυση δικαιοσύνης.
Η δημοσιοποίηση της πολυαναμενόμενης αναφοράς Μάλερ αποτέλεσε μια σημαντική στιγμή στην ταραχώδη προεδρία Τραμπ. Πριν τη δημοσιοποίηση, ο υπουργός Δικαιοσύνης Ουίλιαμ Μπαρ προέβη σε μια ένθερμη υπεράσπιση του Ρεπουμπλικανού προέδρου και των ενεργειών του, εξοργίζοντας τους Δημοκρατικούς.
Ο Μάλερ δεν κατέληξε σε συμπέρασμα για το αν ο Τραμπ παρεμπόδισε τη δικαιοσύνη, μα ούτε τον απάλλαξε.
Ο Μπαρ, ως εκ τούτου, συμπέρανε ότι ο Τραμπ δεν παραβίασε τον νόμο, μα είπε σε συνέντευξη Τύπου πως ο Μάλερ είχε παρουσιάσει «10 επεισόδια με εμπλοκή του προέδρου, και συζητά πιθανές νομικές θεωρίες για σύνδεση αυτών των πράξεων με στοιχεία του αδικήματος της παρακώλυσης».
Τον Ιούνιο του 2017, ο Τραμπ έδωσε οδηγία στον σύμβουλο του Λευκού Οίκου Ντον ΜακΓκαν να πει στον τότε εκτελούντα χρέη υπουργού Δικαιοσύνης ότι ο Μάλερ είχε σύγκρουση συμφερόντων και θα έπρεπε να απομακρυνθεί, σύμφωνα με την αναφορά.
Επίσης, σημειώνεται ότι υπήρχαν «σημαντικά στοιχεία» πως ο Τραμπ απέλυσε τον Τζέιμς Κόμεϊ από τη θέση του διευθυντή του FBI το 2017, εξαιτίας της «απροθυμίας του να δηλώσει δημόσια πως ο πρόεδρος δεν ήταν προσωπικά υπό διερεύνηση».
Ο Μάλερ επικαλέστηκε «κάποια στοιχεία» που δείχνουν πως ο Τραμπ γνώρισε για τις αμφιλεγόμενες επαφές του πρώην συμβούλου εθνικής ασφαλείας Μάικλ Φλιν με τον Ρώσο πρέσβη πριν ο Τραμπ αναλάβει καθήκοντα, αλλά ήταν «ανεπαρκή» και δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να αποδείξουν πρόθεση παρακώλυσης.
Σύμφωνα με την αναφορά, ο Τραμπ έβαλε τον πρώην μάνατζερ της καμπάνιας, Κόρεϊ Λεβαντόφσκι, να ζητήσει από τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Τζεφ Σέσιονς, να πει πως η έρευνα για τη Ρωσία ήταν «πολύ άδικη».
Πριν τη δημοσιοποίηση της αναφοράς, ο Μπαρ έδωσε συνέντευξη Τύπου στο υπουργείο Δικαιοσύνης, επιδιώκοντας να διαμορφώσει το περιβάλλον σχετικά με τα συμπεράσματα του εγγράφου. Ένα από τα λίγα άτομα που είχαν δει την αναφορά πριν τη δημοσιοποίησή της, ο Μπαρ υπογράμμισε, όπως είχε πει τον προηγούμενο μήνα, ότι ο Μάλερ δεν είχε καταλήξει στο συμπέρασμα πως υπήρξε συνεργασία μεταξύ της καμπάνιας Τραμπ και της Μόσχας.
«Ο πρόεδρος Τραμπ αντιμετώπισε μια κατάσταση άνευ προηγουμένου. Καθώς αναλάμβανε, επιδιώκοντας να κάνει το καθήκον του ως πρόεδρος, ομοσπονδιακοί πράκτορες και εισαγγελείς εξέταζαν τις ενέργειές του πριν και αφού έγινε πρόεδρος, και αυτές κάποιων συνεργατών του» είπε ο Μπαρ.
«Ταυτόχρονα, κυκλοφορούσαν ανηλεώς εικασίες στα ΜΜΕ για την προσωπική υπαιτιότητα του προέδρου. Ωστόσο, όπως είχε πει από την αρχή, δεν υπήρξε συνέργεια» πρόσθεσε ο Μπαρ. Λίγο αργότερα, έστειλε την αναφορά στο Κογκρέσο.
Η αναφορά λέει πως η ομάδα του Μάλερ δεν έβγαλε κλήτευση για να αναγκάσει τον Τραμπ να μιλήσει στον ειδικό εισαγγελέα, επειδή αυτό θα προκαλούσε «σημαντική καθυστέρηση» αργότερα στην έρευνα.
Όπως αναφέρεται, ο Μάλερ αποδέχτηκε την άποψη του υπουργείου Δικαιοσύνης πως δεν μπορούν να απαγγελθούν ποινικές κατηγορίες σε βάρος ενός εν ενεργεία προέδρου.
Ο Τραμπ εξέλαβε τα νέα με εορταστική διάθεση, λέγοντας σε εκδήλωση στον Λευκό Οίκο για τραυματίες στρατιωτικούς πως «είχε μια καλή ημέρα» μετά τη δημοσιοποίηση της αναφοράς, προσθέτοντας πως δεν υπήρξε συνέργεια ή παρακώλυση. Ο ίδιος είχε επανειλημμένα χαρακτηρίσει την έρευνα «κυνήγι μαγισσών».
Σύμφωνα με την αναφορά, όταν ο Τζεφ Σέσιονς, προκάτοχος του Μπαρ, είπε στον Τραμπ τον Μάιο του 2017 ότι ένας ειδικός εισαγγελέας θα αναλάμβανε να διερευνήσει τους ισχυρισμούς περί συνεργασίας με τη Ρωσία, ο Τραμπ είχε γείρει πίσω στην καρέκλα του, λέγοντας «Θεέ μου, αυτό είναι απαίσιο. Αυτό είναι το τέλος της προεδρίας μου. Την έχω γ... (I’m f...)».