Η δυσκολία διαμόρφωσης ενός κοινώς αποδεκτού ορισμού της «Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης» από τις σύγχρονες οικονομικές μονάδες αποκαλύπτει τον τρόπο ανάπτυξής της. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, η ΕΚΕ έχει τις ρίζες της στην «εταιρική φιλανθρωπία» η οποία επικεντρώθηκε στη γενική κοινωνική βελτίωση. Από την άλλη, πρόκειται για μια πολύ ευρύτερη έννοια η οποία σχετίζεται άμεσα με την αειφόρο ανάπτυξη, όπως ανακοινώθηκε στη συνεδρίαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992.
Σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, «η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη είναι μια έννοια με την οποία οι εταιρείες ενσωματώνουν εθελοντικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και στην αλληλεπίδρασή τους με άλλους ενδιαφερόμενους. (Πράσινη Βίβλος για την προώθηση ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για την εταιρική κοινωνική ευθύνη).
Για μερικούς, η ιδέα της ΕΚΕ υπέχει και νομική ευθύνη. Για ορισμένους λήπτες αποφάσεων, αυτό σημαίνει κοινωνικά υπεύθυνη συμπεριφορά εκ μέρους της οικονομικής μονάδας, με την έννοια της ηθικής. Πολλοί πιστεύουν ότι πρόκειται για κοινωνική συνείδηση. Ανώτατα στελέχη επιχειρήσεων υποστηρίζουν την ΕΚΕ περισσότερο έντονα, αντιμετωπίζοντάς την ως απλό συνώνυμο της νομιμότητας στα πλαίσιο της ιδιοκτησίας και της εγκυρότητας. Άλλοι τη θεωρούν ως «ένα είδος κηδεμόνα στην υποχρέωση, που επιβάλλει υψηλότερα πρότυπα συμπεριφοράς κυρίως στους επιχειρηματίες παρά στους πολίτες γενικά» (Votaw, 1972).
Παρά την έλλειψη ενός αποκλειστικού ορισμού, η κυρίαρχη αντίληψη για την ΕΚΕ επικεντρώνεται στα ακόλουθα χαρακτηριστικά, ενώ
βασίζεται κυρίως σε αρχές και αξίες που απορρέουν από την έννοια της ενεργού και συνειδητής στάσης της επιχείρησης προς την κοινωνία.
1.Η ΕΚΕ είναι μια εθελοντική ενέργεια. Δεν είναι επομένως απαραίτητο ένα αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο, χωρίς αυτό να σημαίνει σε καμία περίπτωση μη σεβασμό στην κείμενη νομοθεσία.
Η κοινωνικά υπεύθυνη επιχείρηση έρχεται σε συνεννόηση με πληθώρα ενδιαφερόμενων μερών είτε εντός του πυρήνα της (μέτοχοι, διοίκηση, εκπρόσωποι εργαζομένων και εργαζόμενοι), είτε εκτός, από το εξωτερικό περιβάλλον (δημόσιες αρχές, τοπική κοινότητα, υπεργολάβοι, προμηθευτές, και καταναλωτές).2.Η ΕΚΕ δεν αφορά έργα τα οποία δεν έχουν άμεση σχέση με τις παραγωγικές δραστηριότητες της οικονομικής μονάδας.
3.Η εταιρική κοινωνική ευθύνη αποτελεί το κύριο συστατικό της επιχειρηματικής στρατηγικής και της καινοτομίας.
Από επιχειρηματική σκοπιά, το σημαντικό όφελος της καινοτόμου εταιρικής κοινωνικής ευθύνης έγκειται στο γεγονός ότι η καινοτομία στον τομέα της ΕΚΕ είναι ευκολότερα προσαρμόσιμη, σε σύγκριση με άλλες μορφές καινοτομίας. Από την άποψη του γενικά επικίνδυνου χαρακτήρα της καινοτομίας, η καινοτόμος εταιρική κοινωνική ευθύνη μπορεί να αποτελέσει πειραματικό έδαφος, με ελεγχόμενους κινδύνους (MacGregor et al., 2010). Εάν το καινοτόμο έργο της ΕΚΕ είναι επιτυχές, τότε η εταιρεία (ή ο οργανισμός) θα ενισχύσει τη νομιμότητά της με την κοινωνία. Επιπλέον, η καινοτόμος ΕΚΕ επικεντρώνεται στις ευκαιρίες για παραγωγή γνώσης, η οποία επιτυγχάνεται μέσω της έμφασης που δίδεται στην καινοτομία (Preuss, 2007). Με τον τρόπο αυτό, η καινοτόμος ΕΚΕ συμβάλει σημαντικά στην ενσωμάτωσή σε όλο το πλέγμα των διαδικασιών, μιας σύγχρονης επιχειρηματικής μονάδας.. Συμπερασματικά, είναι κοινή λογική ότι οι συζητήσεις για την ΕΚΕ και την καινοτομία σπάνια τέμνονται, παρά το γεγονός ότι τα δύο θέματα αντιμετωπίζονται όλο και περισσότερο ως συμπληρώματα της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων (MacGregor et al., 2010).
Επιπλέον, υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα υπέρ μιας στρατηγικής προσέγγισης της ΕΚΕ. Πιο συγκεκριμένα, σε αντίθεση με τον αυτόνομο χαρακτήρα της εταιρικής φιλανθρωπίας, οι πρωτοβουλίες ΕΚΕ που έχουν ενσωματωθεί στη στρατηγική της εταιρείας μπορούν να δημιουργήσουν κοινωνικά και εταιρικά οφέλη (Weaver et al., 1999). Ωστόσο, τα εμπειρικά στοιχεία για την επιχειρηματική φιλοσοφία της παραμένουν ασαφή (Griffin & Mahon 1997). Αυτή η στενή ερμηνεία διαφόρων επιχειρηματικών περιπτώσεων αγνοεί το γεγονός ότι οι προϋποθέσεις για την επιτυχία της στρατηγικής ΕΚΕ διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των επιχειρήσεων (Griffin & Mahon, 1997).
Υπό αυτήν την έννοια, ο σκοπός της παρουσίασης της ΕΚΕ ως καινοτόμου ιδέας είναι η υποστήριξη μιας περισσότερο ευέλικτης επιχειρηματικής συμμετοχής σε κοινωνικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις σε σχέση με τη στενά καθορισμένη άποψη των επιχειρηματικών περιπτώσεων. Όπως σημείωσε ο Vogel (2005): «Οι εταιρείες αναζητούν ένα ευρύ φάσμα στρατηγικών ... Η ΕΚΕ δεν διαφέρει. Οι εταιρείες έχουν επιλέξει και συνεχίζουν να επιλέγουν διαφορετικά επίπεδα εταιρικής ευθύνης, ανάλογα με τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που αντιμετωπίζουν». Ευκαιρίες για συμμετοχή σε κοινωνικά και περιβαλλοντικά θέματα αφθονούν σε ορισμένες μονάδες του δευτερογενούς τομέα (βιομηχανία, βιοτεχνία, μεταποίηση). Παρομοίως, οι ευκαιρίες για συνεργασία με βασικούς κοινωνικούς παράγοντες μπορεί ή όχι να είναι ευρέως διαδεδομένες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία για τα οφέλη των υπεύθυνων επιχειρηματικών πρακτικών. Συγκεκριμένα, μέσω τέτοιων πρακτικών, αυξάνεται το μερίδιο αγοράς για τις επιχειρήσεις, βελτιώνονται τα περιθώρια κέρδους και προσελκύονται οι καλύτεροι (εργαζόμενοι και πελάτες).
Υπό τις παρούσες συνθήκες της υγειονομικής κρίσης, η κοινωνία, η οικονομία και το περιβάλλον είναι οι τρεις πυλώνες οι οποίοι αξιολογούν το έργο της επιχείρησης. Το βασικό συμπέρασμα έγκειται στο γεγονός ότι η αυξανόμενη σημασία του κοινωνικού ρόλου των επιχειρήσεων είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα, το οποίο σχετίζεται άμεσα με τη διάδοση του πολιτισμού της ΕΚΕ και την ένταξή της στην ευρύτερη επιχειρηματική πολιτική. Όποιος και αν είναι ο λόγος για την υιοθέτηση των αρχών της, είναι απολύτως σαφές και ξεκάθαρο ότι οι επιχειρήσεις σήμερα δεν μπορούν να αγνοήσουν την Εταιρική Υπευθυνότητα. Οι ειδικοί και οι επιστήμονες παραδέχονται ότι το εταιρικό προφίλ διασφαλίζει την ενσωμάτωση μιας εταιρείας στο κοινωνικό περιβάλλον. Ταυτόχρονα, ενισχύει την εταιρική φήμη, ένα άϋλο περιουσιακό στοιχείο. Όπως αναφέρει το “CSR Network”, ένας από τους ηγέτες στην παροχή καθοδήγησης για την υπεύθυνη επιχείρηση στο Ηνωμένο Βασίλειο, «με τη μη δέσμευσή τους για την εταιρική ευθύνη, οι εταιρείες διαχειρίζονται ανεπαρκώς όχι μόνο τις επιπτώσεις τους στην κοινωνία και το περιβάλλον, αλλά και τις δικές τους χρηματοδοτικές ανάγκες».