Η προσπάθεια της Τουρκίας να εξισώσει τις πτήσεις τουρκικών πολεμικών αεροσκαφών που παραβιάζουν την εθνική κυριαρχία της Ελλάδας με τις επιχειρήσεις αναγνώρισης και αναχαίτισης στις οποίες προβαίνει η ελληνική πολεμική αεροπορία υπερασπιζόμενη την εθνική κυριαρχία, είναι απολύτως απαράδεκτη.
Αυτό τονίζει το υπουργείο Εξωτερικών, απαντώντας στα όσα είπε ο Τούρκος πρόεδρος σε συνέντευξή του σε τρία τουρκικά τηλεοπτικά δίκτυα την Πέμπτη.
Ο κ. Ερντογάν δήλωσε ότι όσο συνεχίζουν να πετούν τα ελληνικά αεροσκάφη στο Αιγαίο, θα συνεχίσουν να πετούν και τα τουρκικά.
«Όταν κάπου-κάπου τα αεροσκάφη μας απογειώνονται στο Αιγαίο, βλέπετε πως απογειώνονται και τα αεροσκάφη από την Ελλάδα» είπε στη συνέντευξή του ο Τούρκος πρόεδρος. «Όμως όταν απογειωθούν τα αεροσκάφη της Ελλάδας και απογειώσουμε και τα δικά μας τότε λένε ’″γιατί τα απογειώσατε″! Τι σημαίνει δηλαδή; Αυτά δεν είναι τουριστικά αεροπλάνα. Όταν εσύ απογειώνεις, τότε θα απογειωθεί και το δικό μου. Αυτή η υπόθεση δεν έχει συγχώρεση. Αν συμβεί κάτι άλλο τι θα γίνει; Aς δέσουμε τον γάιδαρο μας σε γερό κοντάρι και μετά έχει ο Θεός...»
Στην ανακοίνωση του υπουργείο Εξωτερικών τονίζεται ότι «στρατιωτικά αεροσκάφη της Τουρκίας πραγματοποιούν σχεδόν καθημερινά παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου, συμπεριλαμβανομένων και πτήσεων σε χαμηλό ύψος άνωθεν κατοικημένων ελληνικών νησιών. Πρακτική την οποία η Ελλάδα καταδικάζει και καταγγέλλει συστηματικά, τόσο διμερώς όσο και στα αρμόδια διεθνή όργανα.
«Η τουρκική ηγεσία θα πρέπει να αντιληφθεί ότι το διεθνές δίκαιο πρέπει να γίνεται σεβαστό από όλους και στο σύνολό του. Η επιλεκτική εφαρμογή των προνοιών του δεν εκθέτει παρά μόνον την ίδια την Τουρκία, ενώ παράλληλα υπονομεύει την περιφερειακή ασφάλεια και τη σταθερότητα. Ως προς το Αιγαίο ειδικότερα, επαναλαμβάνουμε ότι το νομικό καθεστώς του είναι σαφές και πλήρως κατοχυρωμένο από το Διεθνές Δίκαιο, χωρίς περιθώρια αμφισβήτησής του.
«Η Τουρκία, σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και υποψήφια χώρα προς ένταξη στην ΕΕ, θα πρέπει να υιοθετήσει τη νηφάλια, σύννομη και υπεύθυνη στάση της Ελλάδος, προάγοντας τις σχέσεις καλής γειτονίας, προς όφελος της ιδίας, αλλά και της περιοχής ευρύτερα.»