Η Ευρωπαϊκή Σύνοδος Κορυφής στις 25 και 26 Μαρτίου 2021 αποτελεί ένα σημείο καμπής για την χώρα μας αλλά και για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μετά την συνεχή αναβολή επιβολής κυρώσεων κατά της Τουρκίας για την στάση της έναντι της Ελλάδος και της Κύπρου και για την καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων Κούρδων, αριστερών, διανοούμενων και γενικά κάθε διαφωνούντα με τον «Σουλτάνο» Ερντογάν, μετά τις επιθετικές της κινήσεις σε Λιβύη, Συρία, Ιράκ, Αρμενία, μετά τις συνεχείς δηλώσεις αμφισβήτησης των Διεθνών Συνθηκών, όπως της Λωζάνης και του Δικαίου της Θάλασσας (UNCLOS), ετοιμάζεται μια ευκολοχώνευτη «σούπα», ως μίγμα θετικών και αποτρεπτικών μέτρων. Με την διαφορά, ότι το «καρότο» είναι βασικό συστατικό της σούπας, ενώ το «μαστίγιο» μια μακρινή προοπτική…
Ξεκινώντας από τα διαδικαστικά, στα παρασκήνια της Συνόδου κρύβεται ένα καλά σχεδιασμένο πρόγραμμα άσκησης ψυχολογικής πίεσης της Τουρκίας προς τους Ευρωπαίους:
Η χρονική στιγμή της απομάκρυνσης του Τούρκου Κεντρικού Τραπεζίτη και η παρεπόμενη ειδησεογραφία για «τριγμούς στην Τουρκική οικονομία» και για συνεπαγόμενους κινδύνους για Ευρωπαϊκές Τράπεζες που διακρατούν δάνεια προς Τουρκικές Τράπεζες ασφαλώς δεν είναι τυχαία.
Στην πραγματικότητα, είναι επιθυμητή η συμμετοχή Τούρκων εταίρων στις στρατηγικές επενδύσεις της χώρας, ενώ η πρόσφατη «απαλλοτρίωση» της περιουσίας επιχειρηματιών που κατηγορήθηκαν για ανάμιξη στην οργάνωση FETO, προς όφελος του περιβάλλοντος Ερντογάν, έρχεται σε συνέχεια της επιβολής προστίμου 2,5 δις δολαρίων το 2009 στον όμιλο Dogan, τότε ιδιοκτήτη, μεταξύ άλλων, της παλαιότερα κύριας αντιπολιτευτικής εφημερίδας Cumhuriyet.
Οι πρόσφατες κινήσεις της Τουρκίας εναντίον των Κούρδων, με την καθαίρεση και σύλληψη στην Βουλή ενός από τους ακόμα ελεύθερους βουλευτές του HDP, την δικαστική διερεύνηση της νομιμότητας του τρίτου σε μέγεθος Τουρκικού κόμματός του και τις νέες επιθέσεις στην Βόρεια Συρία, αλλά και την καταγγελία της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης σχετικά με την βία κατά των γυναικών, λειτουργούν κατ’ ουσίαν αποπροσανατολιστικά και στηρίζονται στην πεπατημένη της Ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας για την μη τροποποίηση υπαρχόντων κειμένων-σχεδίων αποφάσεων την τελευταία στιγμή, πολύ περισσότερο που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις το συγκεκριμένο κείμενο της Έκθεσης ήταν ουσιαστικά ήδη προκαθορισμένο και συμφωνημένο με την Τουρκία.
Παράλληλα, η επί πολλές δεκαετίες τάση Ελλάδας και Κύπρου να ικανοποιούνται με διατυπώσεις κειμένων αντί για πράξεις που «στριμώχνουν» ή περιορίζουν την άλλη πλευρά, αντικατοπτρίζεται σε μια Έκθεση (που προοιωνίζει, εκτός απροόπτου, και την μελλοντική Απόφαση της Συνόδου), η οποία σε πολλά σημεία φαίνεται να υιοθετεί την Ελληνική (και λιγότερο την Κυπριακή) επιχειρηματολογία, ουσιαστικά όμως δεν προσφέρει καμία άμεση κύρωση για όσα έχουν συμβεί, ούτε εκτείνεται σε όσα ενδέχεται να συμβούν πέραν του καλοκαιριού.
Παράλληλα, παρατηρούμε την «νεκρανάσταση» θεωριών περί «συνετισμού» της Τουρκίας και των ωφελημάτων της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας αυτής.
Το πιο κοντινό παράδειγμα μιας τέτοιας αποτυχημένης προσέγγισης είναι όσοι μέχρι πριν λίγα χρόνια υποστήριζαν ότι το άνοιγμα της Κίνας στην ελεύθερη οικονομία θα οδηγήσει σε επανάληψη όσων συνέβησαν στην Σοβιετική Ένωση επί Γκορμπατσώφ.
Γεωστρατηγικά, μια προσπάθεια αντικειμενικής καταγραφής των όσων διακυβεύονται από μια χαλαρή αντιμετώπιση της Τουρκίας εκ μέρους της Γερμανίας και άλλων χωρών που επηρεάζονται από αυτή, δείχνει τα εξής:
Η Τουρκία δρα εναντίον των συμφερόντων των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου, εισβάλλοντας στρατιωτικά, πολιτικά ή και πολιτισμικά σε περιοχές της παραδοσιακής σφαίρας επιρροής τους, όπως η Ανατολική Μεσόγειος (Συρία, Λίβανος, Κύπρος) και η Βόρεια Αφρική (Λιβύη, Τυνησία, κλπ). Ορισμένες Ευρωπαϊκές χώρες (όπως η Ιταλία, λόγω του μεταναστευτικού ρεύματος από την Λιβύη) έχουν ήδη καταστεί ευήκοοι στα Τουρκικά αιτήματα, για ευνόητους λόγους
Η Τουρκία αποπειράται να εμποδίσει τις ΗΠΑ να ξαναεμπλακούν σε περιοχές που επί Τραμπ είχαν «παραμεληθεί», όπως η Συρία και το Ιράκ, παράλληλα προσφερόμενη να διαμεσολαβήσει σε περιπτώσεις όπως του Αφγανιστάν. Στην πραγματικότητα, η πολιτική της έναντι της Ρωσίας (μια σχέση, κατά την γνώμη μας, άνισα υπέρ της Τουρκίας) βασίζεται στην προσπάθεια ανεξαρτητοποίησής της σε τομείς όπως τα εξοπλιστικά, κάτι που ενδεχομένως δεν έχει γίνει κατανοητό από Ρωσία και ΗΠΑ, αφού η ενδεχόμενη επιτυχία της θα την μετατρέψει σε μια από τις πιο επικίνδυνες χώρες.
Επίσης, η συμπεριφορά της Τουρκίας στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δικαιολογεί, αν μη τι άλλο, την αμερικανική δυσπιστία, όπως και οι προσπάθειές της για αποδυνάμωση του δολαρίου ως διεθνούς νομίσματος εμπορικών συναλλαγών.
Η σχέση της Τουρκίας με την Κίνα βασίζεται σε βραχυπρόθεσμες πολιτικές (όπως η υπογραφή συμφωνίας για την έκδοση Ουιγούρων που διαμένουν στην Τουρκία, έναντι παροχής εμβολίων και διευκόλυνσης των χερσαίων μεταφορών στον «δρόμο του μεταξιού»).
Η συγκεκριμένη συμφωνία αποτελεί το κύκνειο άσμα της Καγκελαρίου Μέρκελ πριν από τις εκλογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου, όπου όπως έχει δηλώσει, δεν θα συμμετάσχει.
Η Καγκελάριος Μέρκελ αποτελεί αναμφισβήτητα μια χαρισματική πολιτικό, με πρωτοβουλίες όπως το κλείσιμο των πυρηνικών σταθμών στην Γερμανία, που διεμβόλισαν την Γερμανική σοσιαλδημοκρατία, κινούμενες προς την ορθή κατεύθυνση.
Η εξωτερική πολιτική της βασιζόταν στην ρεαλπολιτίκ των προκατόχων της, με μια επιπρόσθετη αίσθηση του χρόνου και της πειθούς, ως μέσων επιβολής της πολιτικής.
Στο μέλλον κάποιοι θα την αναπολούν, οι ιστορικοί όμως αναλυτές ενδέχεται να της προσάψουν ότι ο «οικονομικός πατριωτισμός» της Γερμανίας επί των κυβερνήσεών της μπήκε στον πειρασμό να μετασχηματιστεί σε άκομψη πολιτική ηγεμονία, υπό την σκέπη μιας αποενοχοποιημένης γερμανικής δεξιάς.
Απέναντι σε αυτόν τον συσχετισμό δυνάμεων, η Ελλάδα έχει να αντιπαρατάξει ουσιαστικά επιχειρήματα. Επιγραμματικά:
Αν οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν σταματήσουν τώρα την Τουρκία, θα έχουν μεγαλύτερο πρόβλημα μετά.
Το πολιτικό μέλλον του Ερντογάν και του ακροδεξιού συμμάχου του ευνοούνται από την Συμφωνία.
Η Τουρκία είναι η μόνη χώρα που ανερυθρίαστα ζητάει αλλαγή των διεθνών συνθηκών.
Είναι οι μόνοι που χρησιμοποιούν την απειλή χρήσης βίας και δεν αναγνωρίζουν το διεθνές δίκαιο.
Στο μεταναστευτικό, συνέβαλαν στο πρόβλημα, για να το λύσουν μετά, εισπράττοντας χρήματα.
Τα χρήματα για το μεταναστευτικό θα καταλήξουν σε εξοπλισμούς και πολέμους, όπως έγινε μέχρι τώρα.
Τα ανθρώπινα δικαιώματα αριστερών, Κούρδων, γυναικών, συνδικαλιστών και άλλων, διαγράφονται.
Σε περίπτωση επιτυχίας των Τουρκικών σχεδίων για την Κύπρο, η Τουρκία θα έχει λόγο και ρόλο στην Ε.Ε..
Ένα επεισόδιο Ελλάδας - Τουρκίας (που η Συμφωνία ουσιαστικά δεν αποτρέπει) έρχεται πιο κοντά.
Η αποδοχή του ρόλου της Τουρκίας στην Αν. Μεσόγειο διαιωνίζει την ενεργειακή εξάρτηση της Ε.Ε..
Η επέκταση της Τελωνειακής Σύμβασης αποτελεί ευθεία απειλή για τις αντίστοιχες επιχειρήσεις της Ε.Ε..
Οι αρχές της Ε.Ε., οικοδομημένες στην βάση του Ευρωπαϊκού Δικαίου και της αλληλεγγύης, αγνοούνται.
Τα όποια γκρίζα σημεία της Συμφωνίας, θα παρερμηνευτούν από την Τουρκία, όπως και στο παρελθόν.
Μετά την ατελή εφαρμογή της Συμφωνίας για το μεταναστευτικό, η μη επιβολή κυρώσεων παγιοποιεί την μη τήρηση των συμφωνηθέντων.
Η Τουρκία εκμεταλλεύεται τις τουρκικές παροικίες και επιδιώκει να επηρεάσει τις ισλαμικές κοινότητες, ενώ η προπαγανδιστική παρουσία της στην Ε.Ε. θα ενισχυθεί με την κατάργηση της βίζας Τούρκων πολιτών.
Γενικότερα, για το μέλλον της Ε.Ε. προβάλλεται ένα μοντέλο χωρίς ελευθερία, χωρίς ισότητα, με κράτη υποταγμένα οικονομικά, πολιτικά και πολιτισμικά σε ανεξέλεγκτους παράγοντες.
Η Ελλάδα, για να ενισχύσει την θέση της απέναντι στην νεοοθωμανική λαίλαπα, θα πρέπει να πείσει ότι μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα, όχι απλά «σημείο σταθερότητας».
Παράλληλα, έχει κάθε λόγο για μια πιο σκληρή στάση:
Θα πρέπει να δείξει εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ που πιέζουν την Τουρκία αλλά και τον ίδιο τον Ερντογάν (με την ευκαιρία, τί απέγινε το επιχείρημα της Συνόδου του Δεκεμβρίου, περί αναβολής της επιβολής κυρώσεων, ώστε να υπάρξει σύμπλευση με τις ΗΠΑ;)
Θα πρέπει να δείξει υπομονή απέναντι στους Γερμανούς και άλλους Ευρωπαίους πολίτες που αναμένεται να αναδείξουν ηγεσίες με πολιτική μηδενικής ανοχής στην καταπίεση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Θα πρέπει να δείξει αλληλεγγύη σε αγωνιζόμενους λαούς και πίστη στις δημοκρατικές αρχές που γαλούχησαν τους Έλληνες στην ιστορική τους πορεία.
Θα πρέπει να δώσει ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει στο μέλλον σε Ελλάδα και Κύπρο, αρκεί να τους δοθεί πίστωση αντί για πίεση χρόνου.