Επιστήμη και Δημόσια Διοίκηση: Προς μία Συγκλίνουσα Πραγματικότητα

Οι ουσιαστικές αλλαγές συμβαίνουν όταν κάποιοι άνθρωποι πιστέψουν ότι μπορούν να κάνουν τη διαφορά, παρά τις αντίξοες συνθήκες.
Open Image Modal
NanoStockk via Getty Images

Ως δημόσιος υπάλληλος που, παράλληλα μελετά και ειδικεύεται στο Δημόσιο Μάνατζμεντ, βρίσκομαι ανάμεσα σε δύο παράλληλα σύμπαντα.

Το πρώτο είναι της Επιστήμης, που εξηγεί πώς είναι το δέον και πώς να διοικήσεις έναν φορέα, έναν δήμο, ένα κράτος, προκειμένου να πετύχεις τον σκοπό τους, που δεν είναι άλλος από το δημόσιο συμφέρον, το κοινό καλό, τη συνολική ευημερία.

Και αυτός ο κόσμος δεν είναι ουτοπία, δεν είναι μόνο θεωρία, αλλά πραγματικότητα, γιατί σε άλλες χώρες εφαρμόζονται τα διδάγματα της επιστήμης και αποδίδουν. Εκεί, οι άνθρωποι ευημερούν και προοδεύουν.

Σε αυτόν τον κόσμο, οι πολίτες υποστηρίζουν και διεκδικούν μια τέτοια πραγματικότητα, γιατί αναγνωρίζουν την ευθύνη τους και κατανοούν ότι το ατομικό όφελος θεμελιώνεται και απορρέει από το συλλογικό όφελος, τη συνολική, κοινωνική ευημερία και ανάπτυξη, τη δημοκρατία.

Από την άλλη, υπάρχει η ελληνική διοικητική πραγματικότητα και κουλτούρα, όπου εφαρμόζεται το ανορθολογικό, το αποτυχημένο, το αδιέξοδο, όπου ακολουθείται ό,τι πιο μακριά όχι μόνο από τις αρχές της διοικητικής επιστήμης αλλά και από την κοινή λογική - συχνά από διοικούντες με μοναδικό προσόν την πολιτική εξάρτηση.

Μια πραγματικότητα, όπου οι αποφάσεις υποκινούνται από το ”όραμα” της προσωπικής επιβίωσης, της συγκέντρωσης ψήφων και της επανεκλογής, με όλα τα γνωστά συμπαρομαρτούντα (κύρος, εξουσία, χρήμα κ.λπ.). Όπου οι ηγεσίες βλέπουν το κράτος ως μέσο διανομής ”λαφύρων” και όχι ως εργαλείο για την υπηρεσία του πολίτη, ενδυναμώνοντας τις πελατειακές σχέσεις, επιβραβεύοντας τις κομματικές ταυτότητες και την αναξιοκρατία και υπονομεύοντας τις ικανότητες και τις προοπτικές ανάπτυξης.

Από κάτω, μια ”θορυβώδης” μειονότητα πολιτών συντηρεί και ενθαρρύνει αυτή την πραγματικότητα, γιατί αντλεί όφελος και βολεύεται. Είναι εκείνοι που προσφέρουν την ψήφο και την εκδούλευσή τους για να εξασφαλίσουν μια αναθεσούλα, μια θεσούλα, μια ευνοϊκή μεταχείριση πάσης φύσεως. Και δίπλα τους, μια σιωπηρή πλειονότητα, που αντιλαμβάνεται τις επιπτώσεις, αλλά αποφεύγει να αντιδράσει, από φόβο, αδιαφορία ή απογοήτευση. Αυτή η σιωπή, όμως, ενισχύει την αναπαραγωγή του υπάρχοντος συστήματος, το οποίο επηρεάζει την καθημερινότητά μας, μπλοκάρει τις αναγκαίες αλλαγές και αναπαράγει τα ίδια λάθη, διατηρώντας αλώβητο το κατεστημένο.

Οι διαπιστώσεις αυτές δεν είναι καινούργιες, βέβαια. Εδώ και χρόνια, σημαντικοί άνθρωποι, με βαθιά γνώση της ελληνικής πραγματικότητας και της επιστήμης, αναδεικνύουν τα προβλήματα του δημόσιου τομέα και προτείνουν μεθοδευμένες λύσεις, με αληθινό νοιάξιμο για ένα καλύτερο αύριο, εις ώτα, όμως, μη ακουόντων.

Αυτή η κατάσταση, ωστόσο, δεν πρέπει να θεωρείται αναπόφευκτη. Το ερώτημα είναι: πώς μπορούμε να αλλάξουμε και να φέρουμε την επιστήμη και την ελληνική δημόσια διοίκηση πιο κοντά;

Η απάντηση, όσο απλή κι αν ακούγεται, ξεκινά από εμάς. Από τη διεκδίκηση της αλλαγής. Από το να αντιδρούμε, να συμμετέχουμε, να απαιτούμε λογοδοσία, αξιοκρατία, δικαιοσύνη, δημοκρατία ένα καλύτερο κράτος, που να σέβεται τον πολίτη, να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του, να προάγει τη δίκαιη και βιώσιμη πρόοδο. Από το να συνειδητοποιήσουμε, ως πρώτο βήμα, ότι το ατομικό μας όφελος εξαρτάται από τη συλλογική ευρωστία.

Προφανώς, η αλλαγή δεν είναι εύκολη, και η ανατροπή του κατεστημένου απαιτεί χρόνο και ενέργεια. Σίγουρα, πάντως, δεν είναι αρκετό να παραπονιόμαστε για την κακή διοίκηση. Όλοι έχουμε δικαίωμα και υποχρέωση σε μια προσπάθεια αλλαγής και πίεσης προς τις αρχές να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να βελτιώσουν τη δημόσια διοίκηση. Ως πολίτες μπορούμε να παίξουμε κρίσιμο ρόλο στην αλλαγή, συμμετέχοντας σε διαβουλεύσεις, καταγγέλλοντας την κακοδιοίκηση και υποστηρίζοντας συλλογικές πρωτοβουλίες.  Ως δημόσιοι υπάλληλοι, να επιμορφωνόμαστε και να επιμένουμε στις αρχές της επιστημονικής και χρηστής διοίκησης. Ως κοινωνία, να ενισχύουμε την εποικοδομητική αντίδραση και την κουλτούρα αλλαγής.

Αυτός ο δρόμος είναι δύσκολος, αλλά όχι αδύνατος. Όπως μας δείχνει η ιστορία, οι ουσιαστικές αλλαγές συμβαίνουν όταν κάποιοι άνθρωποι πιστέψουν ότι μπορούν να κάνουν τη διαφορά, παρά τις αντίξοες συνθήκες. Αν δεν δράσουμε, αν δεν διεκδικήσουμε, θα παραμείνουμε εγκλωβισμένοι στο τέλμα της διοικητικής και πολιτικής ανευθυνότητας. 

Ας ακούσουμε τους επιστήμονες, τους στοχαστές, τους ανθρώπους που έχουν κατανοήσει τις ανάγκες και τις δυνατότητές μας και μάς δείχνουν τον τρόπο. Ας στηρίξουμε τους επαγγελματίες του δημόσιου τομέα που θέλουν να προσφέρουν. Ας ενισχύσουμε την πεποίθηση ότι η αλλαγή δεν είναι ουτοπία. Είναι εφικτή – αν αλλάξουμε εμείς πρώτα, αναλαμβάνοντάς το μερίδιο ευθύνης μας, ατομικά και συλλογικά, για να επιτύχουμε την αλλαγή που αξίζουμε.