Η τίγρη της Τασμανίας, ένα μαρσιποφόρο σαρκοφάγο μεγέθους σκύλου, γνωστό και ως θυλακίνη, κάποτε ζούσε στην Αυστραλία και στα γύρω νησιά: Ένας κορυφαίος θηρευτής που κυνηγούσε καγκουρό και άλλα θηράματα και εξαφανίστηκε λόγω του ανθρώπου- ωστόσο, σε μια σημαντική επιστημονική πρωτιά, ήταν δυνατή η ανάκτηση RNA του από το δέρμα και τους μύες ενός εκπροσώπου του είδους που βρισκόταν από το 1891 σε ένα μουσείο της Στοκχόλμης.
Μέσα στα τελευταία χρόνια επιστήμονες ήταν σε θέση να βγάλουν DNA από αρχαία ζώα και φυτά, σε κάποιες περιπτώσεις ηλικίας άνω των 2 εκατομμυρίων ετών. Ωστόσο, στο πλαίσιο της μελέτης αυτής, ανακτήθηκε για πρώτη φορά RNA- πολύ λιγότερο σταθερό από το DNA- από ένα είδος που έχει εξαφανιστεί.
Αν και δεν ήταν αυτός ο στόχος στον οποίο εστίασε η έρευνα αυτή, η δυνατότητα εξαγωγής, αλληλούχισης και ανάλυσης παλιού RNA θα μπορούσε να βοηθήσει στις προσπάθειες άλλων επιστημόνων για την αναδημιουργία ειδών που έχουν εξαφανιστεί. Η ανάκτηση RNA από παλιούς ιούς θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει στη διαλεύκανση των αιτίων προηγούμενων πανδημιών.
Το DNA και το RNA, βιομοριακά «ξαδέλφια», είναι θεμελιώδη μόρια της κυτταρικής βιολογίας. Το DNA περιλαμβάνει τον γενετικό κώδικα ενός οργανισμού ενώ το RNA μεταφέρει τη γενετική πληροφορία που λαμβάνει από το DNA, την οποία και αξιοποιεί. Το RNA συνθέτει τη «στρατιά» των πρωτεϊνών που χρειάζεται ένας οργανισμός για να ζει και συμβάλλει στη ρύθμιση του μεταβολισμού των κυττάρων.
«Η αλληλούχιση RNA δίνει μια γεύση της πραγματικής βιολογίας και της ρύθμισης μεταβολισμού που λάμβανε χώρα στα κύτταρα και τον ιστό των τίγρεων της Τασμανίας πριν εξαφανιστούν» είπε ο γενετιστής Εμίλιο Μάρμολ Σάντσεζ του Κέντρου Παλαιογενετικής και του SciLifeLab στη Σουηδία και lead author της έρευνας, που δημοσιεύτηκε στο Genome Research.
«Αν θέλουμε να κατανοήσουμε εξαφανισμένα είδη, πρέπει να κατανοήσουμε τα γονιδιακά συμπληρώματα που έχουν και επίσης τι έκαναν τα γονίδια και ποια ήταν ενεργά» είπε ο Μαρκ Φριντλάντερ, γενετιστής του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης και του SciLifeLab και άλλος ένας εκ των ερευνητών.
Υπήρχαν αμφιβολίες σχετικά με το πόσο θα μπορούσε να επιβιώνει το RNA στις συνθήκες υπό τις οποίες ήταν αποθηκευμένο το λείψανο της τίγρης (θερμοκρασία δωματίου, σε ένα ντουλάπι). Τα απομεινάρια του ζώου ήταν σε κατάσταση ημι-μουμιοποίησης, με το δέρμα, τους μύες και τα οστά να διατηρούνται, μα τα εσωτερικά όργανα να έχουν χαθεί.
«Οι πιο πολλοί ερευνητές θεωρούσαν πως το RNA μπορούσε να επιβιώσει μόνο για λίγο καιρό – ημέρες ή εβδομάδες- σε θερμοκρασία δωματίου. Αυτό πιθανώς ισχύει όταν τα δείγματα είναι υγρά, μα προφανώς όχι όταν είναι στεγνά» είπε ο Λαβ Νταλέν, εξελικτικός γενετιστής του Κέντρου Παλαιογενετικής.
Η τίγρη της Τασμανίας θύμιζε λύκο, πέρα από τις λωρίδες που θύμιζαν τίγρη στη ράχη. Η άφιξη του ανθρώπου στην Αυστραλία, περίπου 50.000 χρόνια πριν, προκάλεσε τεράστιες απώλειες πληθυσμού. Η άφιξη των Ευρωπαίων αποίκων τον 18ο αιώνα έφερε το τέλος για τους πληθυσμούς που απέμεναν, οι οποίοι ήταν συγκεντρωμένοι στην Τασμανία- μάλιστα είχαν «επικηρυχθεί», καθώς το εν λόγω ζώο θεωρήθηκε απειλή για την κτηνοτροφία. Η τελευταία γνωστή τίγρη της Τασμανίας πέθανε σε ζωολογικό κήπο της Τασμανίας το 1936.
Ιδιωτικές πρωτοβουλίες για «ανάσταση» ειδών έχουν αρχίζει να εμφανίζονται, αποσκοπώντας στην επαναφορά διαφόρων ειδών, όπως το ντόντο ή το μαλλιαρό μαμούθ «Αν και έχουμε ακόμα αμφιβολίες για την πιθανότητα πραγματικής αναδημιουργίας ενός είδους που έχει εξαφανιστεί χρησιμοποιώντας γενετική τροποποίηση πάνω σε ζωντανά συγγενικά ζώα- και το χρονικό πλαίσιο για να φτάσουμε σε ένα τελικό σημείο μπορεί να υποτιμάται- όντως τασσόμαστε υπέρ των περισσότερων ερευνών πάνω στη βιολογία αυτών των εξαφανισμένων ζώων» είπε ο Μάρμολ.
Με πληροφορίες από Reuters