Το 2011, δύο δεκαετίες μετά τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, μια επιτυχημένη ζωή στη Νέα Υόρκη και έχοντας επισκεφθεί τις περισσότερες χώρες του κόσμου χάρη στο επάγγελμά της, η ταξιδιωτική συντάκτρια Anja Mutic αποφάσισε να επιστρέψει εκεί που γεννήθηκε, σε «μια χώρα που δεν υπάρχει πια». Εφτά χρόνια μετά το ταξίδι της, καταγράφει την εμπειρία της, σε άρθρο της στο BBC.
Η Anja μεγάλωσε στο Ζάγκρεμπ, τη σημερινή πρωτεύουσα της Κροατίας. Η παιδική της ηλικία ήταν όπως ενός οποιουδήποτε κοριτσιού στη ηλικία της. Έπαιζε με barbie, έκανε συλλογή από στρουμφάκια. Στην εφηβεία παρακολουθούσε το Beverly Hills και ήταν ερωτευμένη με τον Dylan. Διάβαζε τα ποιήματα του TS Eliot και άκουγε Smiths.
Μετά ήρθε η κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας, ως αποτέλεσμα του πολέμου που σημάδεψε τη δεκαετία του ’90 και η Anja ένιωσε να χάνει τη γη κάτω από τα πόδια της. Πήρε την απόφαση να φύγει, χωρίς να χαρακτηρίζει τον εαυτό της πρόσφυγα, καθώς όπως λέει αυτοεξορίστηκε το 1993 οικειοθελώς. Όμως, 15 χρόνια μετά την απόφασή της να αφήσει τη χώρα που μεγάλωσε, ένιωσε ένα κενό, την κυρίευσε ένα ερώτημα: πού είναι το σπίτι της τελικά;
Ξεκίνησε λοιπόν το ταξίδι της με ταξιδιωτικούς οδηγούς για καθένα από τα νεοσύστατα κράτη της πρώην Γιουγκοσλαβίας (Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο, Σερβία, πΓΔΜ) και πολλή διάθεση να συναντήσει ανθρώπους και να ακούσει και τις δικές τους ιστορίες.
Ταξίδεψε για περίπου 6 εβδομάδες, σχεδόν μία εβδομάδα σε κάθε κράτος. Στη διάρκεια του ταξιδιού της συνάντησε πολλούς ανθρώπους με τους οποίους ήπιαν καφέ (σημαντική κοινωνική συνήθεια στην πρώην Γιουγκοσλαβία) και συνομίλησαν. Σύντομα κατάλαβε ότι οι ταξιδιωτικοί οδηγοί που είχε πάρει στο σάκο της θα ήταν αχρείαστοι, αφού όσα έψαχνε να βρει υπήρχαν στις διηγήσεις των κατοίκων που γνώρισε.
Πράγματι, οι ιστορίες που άκουσε απεδείχθησαν η ραχοκοκαλιά του ταξιδιού της. Συνομίλησε με περισσότερους από 50 ανθρώπους: στρατιωτικούς, πολιτικούς, ποιητές, ακτιβιστές, καλλιτέχνες, εκπαιδευτικούς, εργαζομένους σε ΜΚΟ.
«Πρέπει να παραδεχτώ ότι η Γιουγκοσλαβία δεν τελείωσε ποτέ για εμένα», της είπε η Danche στα Σκόπια, μία από τις επαφές της και συνέχισε: «Η Γιουγκοσλαβία είναι μέρος της ζωής μου, αυτού που είμαι και θα παραμείνει έτσι». Οι Sabrije Elezi και Usnije Fetahi, επίσης από τα Σκόπια, της είπαν: «Η ζωή ήταν πολύ καλύτερη τότε».
Η Anja έπινε καφέδες και κατέγραφε. Κάποιοι από τους συνομιλητές της είχαν όρεξη για καθαρή πολιτική συζήτηση, υψώνοντας το δάχτυλο και εκφράζοντας τη δική τους θεωρία για την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας. Άλλοι, επικεντρώνονταν σε συγκεκριμένες πτυχές της ζωής τους στο ανύπαρκτο -πλέον κράτος: ένα φίλο από την παιδική ηλικία που δεν είδαν ξανά, ένας συγγενής που έφυγε στο εξωτερικό. Ανάμικτα συναισθήματα οπωσδήποτε: θυμός, μελαγχολία, απογοήτευση, προδοσία και μια γενική αίσθηση ότι όλοι έχασαν κάτι σημαντικό. Ψήγματα απαντήσεων αλλά όχι η μία ολοκληρωμένη απάντηση που η Anja αναζητούσε.
Γυρνώντας στη Νέα Υόρκη και έχοντας βαθιά μέσα στο μυαλό και την καρδιά της αυτή την εμπειρία, η Anja κατέληξε πως μερικές φορές στη ζωή αναζητούμε τη «μεγάλη ιστορία». Στην αρχή του ταξιδιού της ήλπιζε να βρει τις ρίζες της και εκείνη την αόριστη αίσθηση του «ανήκειν». Ωστόσο, επέστρεψε πιστεύοντας ότι η έννοια του «σπιτιού» είναι εύπλαστη και πως η γη που τη μεγάλωσε είναι μια φανταστική χώρα που δεν υπάρχει πια, πέρα από τη συλλογική μνήμη των ανθρώπων που την έζησαν. Και πως, κάποιες φορές, ένα ταξίδι είναι ακριβώς αυτό: ένα ταξίδι πίσω απ′ όπου ξεκίνησες.