Η ουκρανική κρίση, ήδη από την έναρξή της, έχει δημιουργήσει ένα ντόμινο επιπτώσεων όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά παγκοσμίως. Το ζήτημα του επισιτισμού, η συνεχώς αυξανόμενη τιμή της ενέργειας αλλά και η κλιματική κρίση που βρίσκεται εν εξελίξει ήδη από τις προηγούμενες δεκαετίες έχουν οδηγήσει σε μια πιο γενικευμένη ανισορροπία στο διεθνές σύστημα, η οποία με τη σειρά της γεννά ανασφάλεια στα κράτη, ιδίως σε εκείνα της Ευρώπης και της Μεσογείου που εξαρτιόνταν σχεδόν πλήρως από το ρωσικό αέριο μέχρι πρότινος.
Η πλειονότητα των κρατών διεθνώς αναζητά τη σταθερότητα μέσω σύναψης συμφωνιών και προσχώρησης σε περιφερειακές συμμαχίες αλλά και ενεργότερης συμμετοχής σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς.
Αντίστοιχη περίπτωση αποτελεί και αυτή της Συμφωνίας Ισραήλ – Λιβάνου για οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών τους και συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου που ανακαλύφθηκαν προσφάτως στα συνορεύοντα ύδατα των δύο κρατών.
Οι δύο χώρες βρίσκονται για δεκαετίες σε πόλεμο, με σχεδόν ανύπαρκτες διπλωματικές σχέσεις, αφού ο Λίβανος δεν έχει αναγνωρίσει επίσημα το κράτος του Ισραήλ, ενώ φιλοξενεί στα εδάφη του τεράστιο πληθυσμό Παλαιστίνιων προσφύγων ήδη από το 1948. Παράλληλα, πέραν της επίσημης κυβέρνησης του λιβανικού κράτους, υπάρχει και η Χεζμπολάχ, η οποία αποτελεί κόμμα αλλά και ισλαμιστική παραστρατιωτική οργάνωση που είναι φύσει και θέσει ενάντια στο κράτος του Ισραήλ από την ίδρυσή της. Προκαλεί λοιπόν τρομερό ενδιαφέρον το γεγονός ότι έχει δρομολογηθεί μια τέτοια συμφωνία, αν αναλογιστεί κανείς τα προαναφερθέντα δεδομένα, καθώς επίσης και το γεγονός ότι ο Λίβανος έχει πολλά και σημαντικά εσωτερικά προβλήματα.
Από τη μία, ο Λίβανος ήρθε προσφάτως αντιμέτωπος με μια τεράστια εσωτερική κρίση σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, με μεγάλες διαδηλώσεις, ραγδαία άνοδο της ανεργίας, κατακόρυφη πτώση της λιβανικής λίρας και αύξηση του πληθωρισμού, με τον κρατικό μηχανισμό να παραλύει και τα χρηματοπιστωτικά συστήματα να καταρρέουν. Εντέλει, έπειτα από δεκατρείς περίπου μήνες, κατάφερε να σχηματίσει κυβέρνηση και να ξεπεράσει την κρίση αυτή, χωρίς όμως να βγει αλώβητος.
Από την άλλη, το κράτος του Ισραήλ, με μια σαφώς πιο υγιή οικονομία και μια εξαιρετικά ισχυρή στρατιωτική μηχανή και πολεμική βιομηχανία, αναζητά ενεργειακή διέξοδο και σταθερότητα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Η παραδοσιακή και ιδιαίτερη σχέση με τις ΗΠΑ ήταν και το μέσο για την προώθηση της ιδέας συνθηκολόγησης με τη χώρα των κέδρων.
Η πρόταση για την οριοθέτηση των λιβανοϊσραηλινών θαλάσσιων συνόρων ήρθε από τις ΗΠΑ ως μια ικανοποιητική λύση και για τα δύο κράτη (συνεκμετάλλευση) αλλά και ως ένα σημαντικό βήμα για την εξομάλυνση των μεταξύ τους σχέσεων και, κατ’ επέκταση, για τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η ενδεχόμενη αυθαίρετη εκμετάλλευση των κοιτασμάτων εκ μέρους του Ισραήλ, το οποίο έχει την οικονομική δυνατότητα και την τεχνογνωσία για να το κάνει, θα «έσπρωχνε» τον Λίβανο στην αγκαλιά του ενεργειακά ισχυρού Ιράν, με το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένη η Χεζμπολάχ, και αυτό είναι κάτι που η Ουάσιγκτον δεν θα ήθελε.
Συνεπώς, τα οφέλη αυτής της συμφωνίας για τη Δύση θα είναι πολλά. Καταρχάς, δύο φιλικά προσκείμενα προς εκείνη κράτη θα αποκτήσουν πρόσβαση στο αέριο και ενδέχεται να κάνουν το όνειρο του EastMed να αναβιώσει.
Κατά δεύτερον, η εγγύτητα που θα προκύψει θα αποτελέσει εύφορο έδαφος για την περαιτέρω συνθηκολόγηση και διευθέτηση των διαφορών των δύο κρατών.
Κατά τρίτον, θα απομακρυνθεί ο Λίβανος από το Ιράν, το οποίο λόγω εσωτερικής κρίσης δεν είναι σε θέση να αντιδράσει, και θα εισχωρήσει βαθύτερα στην αγκαλιά της Δύσης, ενισχύοντας έτσι και τη θέση της Γαλλίας στη Μεσόγειο, η οποία διατηρεί αρκετά στενές σχέσεις με τον Λίβανο ήδη από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας του. Κατά τέταρτον, θα δοθεί το «καλό παράδειγμα» και για άλλες δυσλειτουργικές σχέσεις, όπως οι ελληνοτουρκικές λχ.
Με αυτό το σκεπτικό οι ΗΠΑ προώθησαν την ιδέα της συμφωνίας Ισραήλ – Λιβάνου, η οποία εγκρίθηκε από τις κυβερνήσεις των δύο κρατών και πρόκειται να υπογραφεί τις επόμενες μέρες. Η Χεζμπολάχ προέβη σε περιορισμένο αριθμό δηλώσεων, τηρώντας μετριοπαθή στάση και δίνοντας το πράσινο φως, υπό τον όρο ότι τα δικαιώματα του Λιβάνου δεν θα καταπατηθούν. Ωστόσο, δεν άφησε το περιθώριο να εννοηθεί ότι θα εμποδίσει την εν λόγω συμφωνία.
Μένει λοιπόν να δούμε στην πράξη τι ακριβώς θα υπογραφεί και κατά πόσο η συμφωνία αυτή θα παραγάγει τα επιθυμητά για τη Δύση αποτελέσματα. Η κίνηση αυτή των ΗΠΑ είναι μια προσπάθεια ανασύνταξης και ανασυγκρότησης των δυνάμεών τους, μια προσπάθεια να συγκρατήσουν τους φίλους και τους συμμάχους τους, καθώς, από ό,τι όλα δείχνουν, δεν είναι παντοδύναμες πια, δεν είναι η μόνη υπερδύναμη και δεν κατέχει όλο το ταμπλό, αλλά μόνο μερικά πιόνια. Οπότε, πρέπει να προσέξει και να μελετήσει τις κινήσεις της, αν δεν θέλει να χάσει αυτή την παρτίδα.
***
Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 9ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ