Το Βατικανό έδωσε την Πέμπτη το πράσινο φως στους Καθολικούς πιστούς να συνεχίσουν να συρρέουν σε ένα χωριό της νότιας Ερζεγοβίνης, όπου παιδιά ανέφεραν ότι είδαν οράματα της Παναγίας, δίνοντας την έγκρισή του για προσκύνημα σε μια από τις πιο αμφισβητούμενες πτυχές της ρωμαιοκαθολικής παράδοσης τα τελευταία χρόνια.
Σε μια λεπτομερή ανάλυση μετά από σχεδόν 15 χρόνια μελέτης, το Δικαστήριον για τη Διδασκαλία της Πίστης (γραφείο δόγματος του Βατικανού) δεν ενστερνίζεται πως οι αναφερόμενες εμφανίσεις της Παναγίας ήταν αυθεντικές ή υπερφυσικής προέλευσης. Επιπλέον επισήμανε τις ανησυχίες σχετικά με τις αντιφάσεις σε ορισμένα από τα «μηνύματα» που οι φερόμενοι οραματιστές ισχυρίζονται ότι έλαβαν όλα αυτά τα χρόνια.
Αλλά σύμφωνα με τα νέα κριτήρια του Βατικανού που τέθηκαν σε ισχύ φέτος, το Δικαστηρίον για τη Διδασκαλία της Πίστης αποφάνθηκε ότι οι «πνευματικοί καρποί» που απορρέουν από την εμπειρία στο Μεντζουγκόριε δικαιολογούν και με το παραπάνω το να επιτρέπεται στους πιστούς να οργανώνουν προσκυνήματα εκεί και δημόσιες πράξεις λατρείας.
Το 1981, έξι παιδιά και έφηβοι ανέφεραν ότι είδαν οράματα της Παναγίας σε ένα λόφο στο χωριό Μεντζουγκόριε, που βρίσκεται στην αμπελουργική περιοχή της νότιας Ερζεγοβίνης. Ορισμένοι από αυτούς τους αρχικούς «οραματιστές» ισχυρίζονται ότι οι εμφανίσεις της Παναγίας συμβαίνουν τακτικά έκτοτε, ακόμη και καθημερινά, και ότι η Παναγία τους στέλνει μηνύματα.
Ως αποτέλεσμα, το Μεντζουγκόριε έχει γίνει ένας σημαντικός ευρωπαϊκός προορισμός προσκυνήματος για τους Καθολικούς πιστούς, προσελκύοντας εκατομμύρια ανθρώπους με την πάροδο των ετών. Μόνο πέρυσι, 1,7 εκατομμύρια όστιες διανεμήθηκαν κατά τη διάρκεια των λειτουργιών και των μεταλήψεων εκεί, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του χώρου του προσκυνήματος.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τα πιο γνωστά και καθιερωμένα καθολικά ιερά στη Φάτιμα της Πορτογαλίας ή στη Λούρδη της Γαλλίας, οι υποτιθέμενες εμφανίσεις στο Μεντζουγκόριε δεν έχουν ποτέ κηρυχθεί αυθεντικές από το Βατικανό.
Mε την πάροδο των ετών, οι τοπικοί επίσκοποι και οι αξιωματούχοι του Βατικανού αμφισβήτησαν την αξιοπιστία και τα κίνητρα των «οραματιστών», εξαιτίας των ανησυχιών ότι τα οικονομικά συμφέροντα ενδεχομένως να κρύβονταν πίσω από τις αναφορές τους για συνεχή οράματα.
Ο θρησκευτικός τουρισμός έχει γίνει ένα σημαντικό μέρος της τοπικής οικονομίας, με μια ολόκληρη βιομηχανία που εξυπηρετεί τους προσκυνητές - ξενοδοχεία, ιδιωτικά καταλύματα, οικογενειακές αγροτικές επιχειρήσεις, ακόμη και αθλητικά συγκροτήματα και κάμπινγκ - να ξεφυτρώνουν γύρω από το Μεντζουγκόριε. Η ανάπτυξή τους έχει συμβάλει στην οικονομική ευημερία του γύρω δήμου μετά τον πόλεμο της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης τη δεκαετία του 1990 που κατέστρεψε την οικονομία της χώρας.
Το 2010, ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ′ διόρισε μια διεθνή επιτροπή θεολόγων και επισκόπων για να διερευνήσει επίσημα τις αναφερόμενες εμφανίσεις, αναθέτοντας στον τοποτηρητή του στη Ρώμη, τον καρδινάλιο Camillo Ruini, να τεθεί επικεφαλής της.
Ο Πάπας Φραγκίσκος έλαβε την έκθεση του Ruini το 2013 ή στις αρχές του 2014. Σε μια κρυφή προεπισκόπηση, ο Φραγκίσκος το 2017 είπε ότι το κλειδί της έρευνας του Βατικανού ήταν να γίνει διάκριση μεταξύ των αρχικών αναφερόμενων οραμάτων το 1981 και των σημερινών ισχυρισμών για συνεχείς εμφανίσεις της Παναγίας, για τις οποίες ο Φραγκίσκος έθεσε υπό αμφισβήτηση.
«Προτιμώ η Παναγία να είναι μια μητέρα, η μητέρα μας, και όχι ένας τηλεγραφητής που στέλνει ένα μήνυμα κάθε μέρα σε μια συγκεκριμένη ώρα», είχε πει τότε. «Αυτή δεν είναι η μητέρα του Ιησού και αυτές οι υποτιθέμενες εμφανίσεις δεν έχουν μεγάλη αξία».
Αλλά σε μια συνέντευξη Τύπου, επιστρέφοντας στην πατρίδα του από τη Φάτιμα, ο Φραγκίσκος πρόσθεσε ότι είναι αναμφισβήτητο ότι άνθρωποι που πηγαίνουν στα Μεντζουγκόριε για προσκύνημα μεταστρέφονται από την αμαρτία. «Δεν πρόκειται γι′ ένα μαγικό ραβδί. Δεν μπορείτε να αρνηθείτε αυτό το πνευματικό και ποιμαντικό γεγονός», είπε.
Ο Φραγκίσκος συνέχισε να διορίζει δύο προσωπικούς απεσταλμένους για να επιβλέπουν το προσκύνημα και τις ανάγκες των πιστών εκεί, ενώ το 2019 επέτρεψε ρητά τα επίσημα εκκλησιαστικά προσκυνήματα, ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι η άδεια αυτή δεν ισοδυναμεί με απόφαση σχετικά με την αυθεντικότητα των αναφερόμενων οραμάτων.