Από την αρχή της ρωσικής εισβολής οι χώρες της Ευρώπης βρέθηκαν αντιμέτωπες με μεγάλη αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου κι συνεπώς και των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας όπως έχουμε εξηγήσει παλιότερα. Από τότε έχουν περάσει 9 μήνες και φαίνεται πως οι χώρες της ΕΕ δεν μπορούν ακόμα να συμφωνήσουν σε μία κοινή φόρμουλα αντιμετώπισης της ενεργειακής ακρίβειας.
Το Σεπτέμβριο είχε δημιουργηθεί η εντύπωση πως παρότι οι ευρωπαϊκές χώρες δεν είχαν καταλήξει ακόμη στην μορφή του προτεινόμενου πλαφόν στο φυσικό αέριο αυτό θα συνέβαινε μέχρι την επόμενη σύνοδο των υπουργών ενέργειας. Τα εμπόδια φαινόντουσαν και τότε αρκετά η ανάγκη όμως καταπολέμησης της ακρίβειας φαινόταν πως θα υπερίσχυε των όποιων διαφορών. Αυτό όμως δεν συνέβη ούτε στην σύνοδο των υπουργών ενέργειας την περασμένη εβδομάδα με την απόφαση να μετατίθεται πλέον για την επόμενη στις 13 Δεκεμβρίου.
Οι διαφορετικές οπτικές για το πλαφόν
Στην ΕΕ έχουν δημιουργηθεί δύο μπλοκ με διαφορετικές οπτικές επί του θέματος. Το ένα, στο οποίο συμμετέχει και η Ελλάδα και απαρτίζεται από την Γαλλία, το Βέλγιο, τις Ιβηρικές και άλλες χώρες επιδιώκει την επιβολή πλαφόν στην τιμή του εισαγόμενου φυσικού αερίου, μέτρο το οποίο όπως υποστηρίζει θα καταπολεμήσει και την αισχροκέρδεια των προμηθευτών που εντείνει περισσότερο την υφιστάμενη ακρίβεια.
Το άλλο μπλοκ, του οποίου ηγείται η Γερμανία και η Ολλανδία στέκεται στο επιχείρημα ότι μία επιβολή πλαφόν θα διατάρασσε τις αγορές ιδιαίτερα την στιγμή που στην ασιατική αγορά υπάρχουν ακόμα υψηλότερες τιμές, ενώ θα ωθούσε και τους καταναλωτές σε μεγαλύτερη κατανάλωση. Για το δεύτερο φέρνει μάλιστα ως παράδειγμα την αύξηση κατανάλωσης στις χώρες της Ιβηρικής. Αυτό αν συνέβαινε σε ευρωπαϊκή κλίμακα θα δυσχέραινε ακόμα περισσότερο το πρόβλημα των προμηθειών.
Η Επιτροπή υπό την ηγεσία της Τσεχίας παίρνοντας υπόψιν της τις δύο διαφορετικές απόψεις κατέθεσε μία μεσοβέζικη λύση για ένα «ευέλικτο» πλαφόν με σκοπό να γεφυρώσει τα δύο στρατόπεδα. Η πρόταση αυτή προέβλεπε επιβολή πλαφόν μόνο εφόσον η τιμή του φυσικού αερίου στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ παρέμενε πάνω από 275 €/μεγαβατώρα για ένα διάστημα δύο εβδομάδων και επιπλέον η τιμή του υγροποιημένου αερίου ήταν μικρότερη κατά τουλάχιστον 58 €/μεγαβατώρα για δέκα μέρες. Συνθήκες οι οποίες δε θα πληρούνταν ούτε τον Αύγουστο όποτε η τιμή είχε φτάσει στο υψηλότερο της σημείο στα 350 €/μεγαβατώρα παρέμεινε όμως άνω του ορίου «μόνο» για μία εβδομάδα.
Όπως ήταν φυσικό το μπλοκ των χωρών του Νότου αντέδρασε έντονα θεωρώντας την πρόταση-γέφυρα της Κομισιόν «αστεία» όπως δήλωσε η Ισπανίδα υπουργός Τερέσα Ριμπέρα. Η Ιταλία και η Ισπανία, μεταξύ άλλων, μπλόκαραν την απόφαση για την δημιουργία κοινής αγοράς φυσικού αερίου και επιτάχυνσης των αδειών για τα φωτοβολταϊκά πάρκα. Οι αποφάσεις αυτές έχουν στην ουσία ήδη συμφωνηθεί όπως διαμηνύουν διπλωματικοί κύκλοι είναι αναγκαίο όμως να υιοθετηθούν μόνο μαζί με το ανώτατο όριο τιμών φυσικού αερίου. Την ίδια άποψη εξέφρασε και η Πολωνή υπουργός Μόσκβα: «Δεν χρειαζόμαστε προτάσεις για ταχύτερες διαδικασίες έγκρισης ή αλληλεγγύης τώρα, αυτό έχει χρόνο μέχρι την άνοιξη, τώρα είναι χειμώνας, χρειαζόμαστε ένα ανώτατο όριο τιμών». Τέλος ο Κώστας Σκρέκας αναφέρθηκε σε οριζόντιο πλαφόν της τάξεως των 150-200 €/μεγαβατώρα.
Από την άλλη μεριά ο Ολλανδός υπουργός Ρομπ Γέτεν ανέφερε ότι μόνο από την ανακοίνωση του πλαφόν δημιουργήθηκε αποσταθεροποίηση των αγορών και οι τιμές αυξήθηκαν. Στο ίδιο κλίμα ήταν και οι δηλώσεις της Γερμανίδας υφυπουργού Σβεν Γκίγκολντ: «Η διοικητική ρύθμιση των τιμών δεν οδηγεί σε χαμηλότερες τιμές, αλλά αν γίνει πολύ επιθετικά, μπορεί να οδηγήσει σε έλλειψη φυσικού αερίου». Ο Τσέχος υπουργός βιομηχανίας Γιόζεφ Σίκελα που ηγείται και των συνομιλιών φάνηκε πάντως καθησυχαστικός «Δεν ανοίγουμε ακόμη τη σαμπάνια, αλλά θα βάλουμε το μπουκάλι στο ψυγείο» δήλωσε.
Πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο;
Ένα άλλο θέμα που συζητήθηκε από τους μόνιμους αντιπροσώπους των «27» στις Βρυξέλλες ήταν η επιβολή πλαφόν και στο ρωσικό πετρέλαιο που μεταφέρεται μέσω θαλάσσιων οδών. Για το μέτρο αυτό η ΕΕ δουλεύει από κοινού με τους G7 ως όγδοος εταίρος ώστε να ασκήσει πίεση στην ρωσική οικονομία. Στην Ευρώπη το πλαφόν αναμένεται να συνδυαστεί μαζί με την παύση σχεδόν όλων των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου. Γι’ αυτό είχε προσυμφωνηθεί ως ημερομηνία η 5η Δεκεμβρίου χωρίς όμως να έχει επικυρωθεί κάτι μέχρι και σήμερα.
Στις συνομιλίες των ευρωπαϊκών χωρών φάνηκαν γι’ ακόμα μία φορά οι διαφορές που επικρατούν, με τα κράτη να αδυνατούν να συμφωνήσουν σε μία τιμή. Η Κομισιόν κατέθεσε πρόταση στα 65 $/βαρέλι, με την πλειονότητα των χωρών να συμφωνεί σε μια τιμή ανάμεσα στα 65 με 70 $/βαρέλι (στα επίπεδα δηλαδή της σημερινής τιμής του). Ελλάδα και Μάλτα αντιπρότειναν 70 $/βαρέλι, με την Πολωνία ακολουθούμενη από τις Βαλτικές χώρες να κάνει λόγο για 30 $/βαρέλι και να μπλοκάρει την λήψη της απόφασης! Στόχος είναι να ορισθεί μία τιμή ώστε να καταπολεμηθεί η ενεργειακή ακρίβεια αλλά και να μην μειωθεί η ρωσική παραγωγή και ως εκ τούτου αυξηθούν οι παγκόσμιες τιμές και εντείνουν περεταίρω την ενεργειακή κρίση.
Οι κυβερνήσεις των χωρών της ΕΕ βρέθηκαν από τον περασμένο Φλεβάρη σε μία πρωτόγνωρη κατάσταση. Η απεξάρτηση μας από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα δεν είναι εύκολο έργο, απαιτεί λεπτούς χειρισμούς. Σίγουρα όμως η αναποφασιστικότητα και οι διαφωνίες που κυριαρχούν τους τελευταίους μήνες σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως προς την διαχείριση της κατάστασης μόνο δυσχεραίνουν τα δεδομένα. Η συνεχής αναβολή στην λήψη αποφάσεων δίνει περισσότερο έδαφος στην Ρωσία να συνεχίσει τον πόλεμο. Οι επόμενες εβδομάδες θα είναι κρίσιμες καθώς οι όποιες αποφάσεις θα διαμορφώσουν τον ενεργειακό χάρτη τουλάχιστον του επόμενου έτους.