1971.Βρίσκομαι στη Νέα Υόρκη για να γυρίσω την ταινία για τα Μπλουζ. Μάλιστα δύο ταινίες. Την Ιστορία τω Μπλουζ («Διασχίζοντας τον Μισισιπή») για το νέο κανάλι, το Τρίτο (France 3), που ετοιμάζεται να ξεκινήσει σε ένα χρόνο. Και μια ιστορία που εξελίσσεται στο Χάρλεμ («Μπλουζ με σφιγμένα δόντια») για τον κινηματογράφο. Και βέβαια δεν μπορεί να λείπει ο Λούις Άρμστρονγκ.
Τον παίρνω στο τηλέφωνο. Αναγνωρίζω τη βραχνή φωνή του. Λίγο πιο βραχνή από τότε που τον άκουσα μια συναυλία στο στο Χάρλεμ. Του λέω ποιο είναι το σχέδιο μου και του ζητάω να πάρει μέρος στην ταινία.
Με άκουσε προσεχτικά και στο τέλος είπε: Δεν ακούς τη φωνή μου; Δεν είμαι καλά...
Πράγματι, μιλούσε με δυσκολία. Σε δυο μήνες απεβίωσε.
Ο Άρμστρονγκ τοποθετούσε την τρομπέτα στα χείλη του με τέτοιο τρόπο, ώστε μετά από αρκετή ώρα σχηματιζόταν ένα μικρό βαθούλωμα πάνω στο χείλος του. Για ένα διάστημα δεν ήταν δυνατό να παίζει τρομπέτα, αργότερα τροποποίησε τον τρόπο παιξίματός του ώστε να συνεχίσει.
Υπάρχουν διάφορες ιστορίες για την παιδική και εφηβική ηλικία του Λούις, όταν έπαιζε στα σοκάκια της Νέας Ορλεάνης. Τ΄αγόρια χόρευαν στο δρόμο για μερικές δεκάρες που τους έριχναν οι τουρίστες. Αυτή η συνήθεια υπάρχει ακόμα. Έχω κινηματογραφήσει αγόρια Μαύρων να χορεύουν έξω από νυχτερινά κέντρα στο Storyville, την «Γαλλική συνοικία», για την ταινία μου για τα μπλουζ.
Ο Άρμστρονγκ έβγαζε τα νομίσματα από το δρόμο και τα κολλούσε στο στόμα του για να μην του τα κλέψουν τα μεγαλύτερα παιδιά. Γι΄αυτό και τον φώναζαν ”στόμα σαν σακούλα”. Από όπου του βγήκε το ψευδώνυμο “Satchelmouth” και τα πιο συντομευσμένα Satchmo και “Satch”.
Ο Λούις ανατράφηκε μέσα στα μπλουζ και στο rag time, στις αρχές του 20ού αιώνα, στην καρδιά της Νέας Ορλεάνης. Στην «Γαλλική συνοικία» που ήταν γεμάτη από νυχτερινά κέντρα με ορχήστρες τζαζ στο ισόγειο και ιερόδουλες στο άνω πάτωμα.
Πέρα από τα μπλουζ, και τη λαϊκή λατινοαμερικάνικη παράδοση, η τζαζ ενσωμάτωσε και στοιχεία από τις κλασικές συμφωνίες και την όπερα. Ας μην ξεχνάμε ότι η τζαζ προήλθε μεν από φωνές Μαύρων τραγουδιστών αλλά πολλά από τα μουσικά της όργανα ήταν ευρωπαϊκά. Οι φωνές όμως αυτές των Μαύρων της Δυτικής Αφρικής έχουν δώσει τον αισθησιακό χαρακτήρα της τζαζ. Άλλωστε, όλοι οι μουσικοί της τζαζ γνωρίζουν την ετυμολογία της λέξης. Που είναι εντελώς άσεμνη, για να πει ο Άρμστρονγκ «οι ρίζα της λέξης τζαζ δεν μπορεί να ειπωθεί μπροστά σε κυρίες».
Ο Louis Armstrong ανατράφηκε από τη γιαγιά του μέχρι την ηλικία των πέντε ετών. Έζησε ως παιδί σε συνθήκες φτώχειας. Σε μια επικίνδυνη γειτονιά γνωστή ως «Πεδίο Μάχης». Η ζωή στο σπίτι ήταν σπαρτιατική. Τα στρώματα απουσίαζαν. Τα γεύματα ήταν συχνά λίγο περισσότερο από ψωμί και μελάσα. Στα έξι του τον γράψανε στο σχολείο αρρένων. Αρρένων Μαύρων. Οι φυλετικές διακρίσεις ήταν στο φόρτε τους στη Νέα Ορλεάνη.
Τον πήρε υπό την προστασία της μια οικογένεια Λιθουανών Εβραίων για την οποία έκανε δουλειές του ποδαριού. Ο Λούις θα πει αργότερα «ανακάλυψα ότι και αυτή η οικογένεια, αν και λευκή, δοκίμαζε κι’αυτή φυλετικές διακρίσεις. Από άλλους λευκούς που θεωρούσαν ότι ήταν καλύτεροι από τους Εβραίους! Ήμουν μόλις επτά ετών –θα πει- αλλά μου ήταν εύκολο να δω την ασεβή μεταχείριση της φτωχής αυτής εβραϊκής οικογένειας από τους λευκούς».
Όταν άρχισε να κάνει μεταφορές σε πορνεία και αίθουσες χορού της Στόρυβιλ, είδε κάποιο γκρουπ που έπαιζε ρυθμική μουσική χτυπώντας οικιακά αντικείμενα. Κατσαρόλες, τηγάνια, λεκάνες. Οτιδήποτε μπορούσε να κρατήσει την ίδια ηχητική γκάμα.
Τον τενεκέ που γίνεται εκπληκτικό όργανο τον άκουσα και στην έρημο της Υεμένης, σ’ενα αντίσκηνο που ήταν το σπίτι μιας οικογένειας, όταν γύρισα την ταινία «Από τα «Ύψη της Αραβίας».
Στα πορνεία της «Στόρυβιλ» άκουσε ο Λούις και τους πρώτους ήχους τζαζ, μια εξέλιξη των Μπλουζ, του Ράγκταϊμ, του εκκλησιαστικού Γκόσπελ και των Τραγουδιών της δουλείας των σκλάβων, όπως τα Worksongs που γύρισα σε μια φυλακή του Τέξας. Οι ρίζες της τζαζ είναι βέβαια στη Δυτική Αφρική. Από κει που προήλθαν οι περισσότεροι σκλάβοι. Από την εποχή της σκλαβιάς τα μουσικά όργανα ήταν απαγορευτικά για τους Μαύρους. Όταν αργότερα άρχισαν να τα παίρνουν σιγά-σιγά στα χέρια τους θα παίξουν «αμερικανική μουσική», δηλαδή ευρωπαϊκή. Όπως στις στρατιωτικές και δημοτικές μπάντες που άκουγαν συνέχεια.
Και είναι φυσικό στις μπάντες να επικρατούν όργανα με τα οποία μπορείς να περπατάς. Όπως το τύμπανο και η τρομπέτα. Ο Άρμστρονγκ άρχισε να παίζει σ΄ αυτές τις περπατητές μπάντες της γειτονιάς, τις λεγόμενες «παρελάσεις». Είναι κι’ αυτή μια από τις παραδόσεις της Νέας Ορλεάνης.
Kάποτε άρχισε να παίζει στην ορχήστρα ενός ποταμόπλοιου που ανεβοκατέβαινε τον Μισισιπή. Έχω πάρει αυτό το αρχαίο ποταμόπλοιο που έδωσε τον τίτλο σε μια από τις ταινίες μου για την ιστορία των μπλουζ («Ανεβαίνοντας τον Μισισιπή»). Με αυτήν έκανε εγκαίνια το 3ο κανάλι της Γαλλικής δημόσιας Τηλεόρασης.
Ο Άρμστρονγκ παρομοίαζε την περίοδο που έπαιζε στο ποταμόπλοιο του Μισισιπή με «φοίτηση σε πανεπιστήμιο» Γιατί εκεί αποκόμισε σημαντικές εμπειρίες και γνώσεις για την τζαζ. Και απέκτησε ένα πρωτοφανές ταλέντο να παίζει στην τρομπέτα μελωδικoύς αυτοσχεδιασμούς. Σε βαθμό που μέσα από αυτό το παιχνίδι η τρομπέτα έγινε το κύριο σόλο όργανο της jazz.
Όταν έπαιζε σε ένα κακόφημο μπαρ της Στόρυβιλ, σε ηλικία 16 χρονών, ο Armstrong γνώρισε την Daisy Parker, μια τοπική πόρνη. Ξεκίνησε την υπόθεση ως πελάτης. Επέστρεφε συχνά στο μπαρ για να την επισκεφτεί. Μια μέρα αποφάσισε να αναζητήσει το σπίτι της για να την δει «εκτός εργασίας». Ανακάλυψε ότι είχε έναν σύντροφο που μπαινοέβγαινε στη φυλακή.
Παρά το φιάσκο, η Parker πήγε να βρει τον δεκαεξάρχονο Armstrong και τον πήγε να περάσουν το βράδυ σ’ένα ξενοδοχείο. Την επομένη, ο Armstrong και η Parker παντρεύτηκαν στο Δημαρχείο! Ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ.
Λούις ή Λούι; Τον ενοχλούσε τον Άρμστρονγκ να τον φωνάζουν Λούι, που ήταν πιο κοντά στη γαλλική προφορά που συνηθίζεται στη Λουιζιάνα, πρώην γαλλική αποικία.
«Όλοι οι λευκοί με αποκαλούν Louie» έλεγε, «τι τους έπιασε;».
Με την εμπειρία του με το ποταμόπλοιο, η μουσική του Armstrong άρχισε να ωριμάζει και να επεκτείνεται. Στα είκοσι του χρόνια μπόρεσε επιτέλους να διαβάζει τη μουσική! Είναι δε ίσως ο πρώτος μουσικός της τζαζ που εισήγαγε τα παρατεταμένα σόλο τρομπέτας μ’ένα ιδιαίτερο και απρόοπτο στυλ εντελώς προσωπικό, μεσ΄τη μέση ενός κομματιού. Συνήθως με αυτοσχέδιες σύντομες φράσεις σαν κραυγές, όπως «Δώστου να καταλάβει Μις Λίλυ!»
Ή «Ωχ τι σου είναι αυτή η τρομπέτα!». Συχνά με άναρθρους φθόγγους, ανάμεσα σε λόγια. Το scat singing όπως το αποκάλεσαν. Δηλαδή «τραγούδι χωρίς λόγια», πράγμα που ενθουσίαζε το ακροατήριό του.
Ο Bing Crosby θα πει: «Είναι η αρχή και το τέλος της μουσικής στην Αμερική».
Είμαι ακόμα περήφανος που είχα κουβεντιάσει με έναν αθάνατο.