Για όσους τρελαινόμαστε για γαστρονομικό τουρισμό, κάθε γεύμα στον προορισμό της επιλογής μας είναι πολύτιμο. Μάλιστα, για κάποιους, ένα καλό δείπνο, μπορεί να είναι το πιο αξιομνημόνευτο σημείο ενός ταξιδιού.
Ως εκ τούτου, στις διακοπές δεν υπάρχει χώρος για μέτριο φαγητό. Κι όμως είναι τόσο εύκολο να πέσουμε στην παγίδα ενός τουριστικού εστιατορίου «της κακιάς ώρας». Και ακόμα πιο εύκολο είναι να μας έρθει και ο κούκος αηδόνι από πάνω.
Και δηλαδή, τι θα πει εστιατόριο-παγίδα;
Σύμφωνα με μελέτη του PhotoAiD, τα τρία κορυφαία κριτήρια που καθιστούν ένα εστιατόριο τουριστική παγίδα είναι η τιμή άνω του μέσου όρου, οι ανέσεις που είναι προσαρμοσμένες στους τουρίστες και η έλλειψη πολιτιστικής αυθεντικότητας.
Αλλά αυτά τα χαρακτηριστικά δεν είναι πάντα εμφανή με γυμνό μάτι. Γι′ αυτό στη HuffPost ζητήσαμε από μια ομάδα επαγγελματιών του τουρισμού να μας βοηθήσουν να αναγνωρίσουμε τα μαγαζιά-απάτη, ακόμα κι αν βρισκόμαστε για πρώτη φορά σε ένα τουριστικό θέρετρο.
Η επίλεκτη ομάδα κατέληξε σε 6 κόκκινες σημαίες που αν τις αντικρίσουμε, θα πρέπει να το βάλουμε στα πόδια.
1. Οι «κράχτες» που επιμένουν να καθίσουμε
Και οι έξι εμπειρογνώμονες με τους οποίους μίλησε η HuffPost το ανέφεραν ως την υπ′ αριθμόν ένα προειδοποίησή τους: Προσοχή στο υπερβολικό καλωσόρισμα, το ίδιο και στην θεαματική κιτς διακόσμηση.
Ο Οκάν Κιζιλμπαγίρ, σεφ από την Τουρκία εξηγεί ότι «Στην πατρίδα μου υπάρχουν ”πορτιέρηδες” που σου την έχουν στυμμένη με το μενού στο χέρι και σου προτείνουν πακέτα με μεγάλη έκπτωση. Το βέβαιο στα μαγαζιά με αυτή την πολιτική, είναι ότι αφενός δεν θα φας καλά και αφετέρου θα πληρώσεις ακριβά»
Ο Τζάρεντ Χακς, σεφ-ιδιοκτήτης του The Alden, στην Ατλάντα, συμφωνεί, ενώ ο ίδιος αποφεύγει οποιοδήποτε μαγαζί βάζει τους εργαζόμενους να δελεάζουν ταξιδιώτες με πλαστικοποιημένα μενού, κακομεταφρασμένα σε ένα σωρό γλώσσες.
2. Ένα μαγαζί που βρίσκεται πολύ κοντά σε κάποιο πολύ διάσημο αξιοθέατο
Είναι πράγματι δύσκολο να αντισταθούμε στην ευκολία της εγγύτητας. Ειδικά όταν περπατάμε όλη μέρα και το στομάχι μας γουργουρίζει. Όμως, τα μαγαζιά που βρίσκονται κοντά σε σημαντικά αξιοθέατα, δέχονται δεκάδες χιλιάδες επισκέπτες την εβδομάδα.
Ως εκ τούτου, στην πλειοψηφία τους, προσφέρουν προπαρασκευσμένα φαγητά και είναι πολύ πιθανό να κάνουν έκπτωση στην ποιότητα, αλλά και στην υγιεινή.
3. Το μενού: Εδώ το μέγεθος έχει σημασία... αλλά από την ανάποδη
Ένα πελώριο μενού με ατελείωτα πιάτα από πάρα πολλές περιοχές του κόσμου - πίτσα, σουβλάκι, κρέπες, μακαρονάδα και για το φινάλε σούσι - είναι κακό σημάδι. Το ίδιο και τα υπερβολικά πολλά τηγανητά ορεκτικά στον κατάλογο. Όλα αυτά σημαίνουν ότι το εστιατόριο έχει δώσει προτεραιότητα στα κατεψυγμένα, φθηνά, γρήγορα και εύκολα φαγητά.
4. Μακριά από τα προβλέψιμα επιδόρπια
Μαγαζιά που έχουν στον κατάλογό τους το κλασικό αμερικανικό τσιζκέικ ή σουφλέ σοκολάτας και το πασίγνωστο «lava» κέικ, σημαίνει ότι σερβίρουν έτοιμα κατεψυγμένα αρτοσκευάσματα. Κι αν προσφέρουν τυποποιημένα γλυκά, γιατί να δίνουν προτεραιότητα στο φρέσκο φαγητό και τις ποιοτικές πρώτες ύλες;
Και πώς θα ξεχωρίσουμε ένα τυποποιημένο γλυκό; Από τα υπερβολικά τέλεια κομμένα κομμάτια κέικ και τσιζκέικ και από τις ολοστρόγγυλες τάρτες ή σουφλέ.
5. H πελατεία
Ο Κιζιλμπαγίρ συνιστά να κρατάμε αποστάσεις από εστιατόρια που ειδικεύονται στην εξυπηρέτηση γκρουπ εκδρομέων. Οι τουρίστες καταφθάνουν στην πόλη, αρχίζουν να πεινάνε και στη συνέχεια, ο ξεναγός τους οδηγεί με το πούλμαν σε ένα μέρος, που με την πρώτη ματιά φαίνεται ελκυστικό.
Αλλά, όπως υποστηρίζει ο σεφ, δεν γίνεται ένα εστιατόριο να προσφέρει καλής ποιότητας φαγητό σε τόσους πολλούς ανθρώπους ταυτόχρονα. Επομένως, θα φάμε μέτρια προς κακά πιάτα, ενώ στην τιμή, δεν θα δούμε καμία σημαντική έκπτωση.
Γι′ αυτό, κατά τη διάρκεια των διακοπών μας, αναζητάμε τα μέρη που συχνάζουν οι ντόπιοι. Δηλαδή; Δηλαδή εστιατόρια όπου οι παρέες δείχνουν «κατατοπισμένες» μιλούν τη γλώσσα της χώρας και δεν ακούμε διάφορες πολύγλωσσες φλυαρίες.
«Όταν τρώω τάπας σε ένα εστιατόριο στην Ισπανία, θέλω να ακούω το τραπέζι δίπλα μου να μιλάει ισπανικά. Ψάχνω πάντοτε να βρώ πού τρώνε οι ντόπ. Αυτοί ξέρουν καλύτερα», καταλήγει ο Κιζιλμπαγίρ.