Η ΕΕ αλλάζει την πολιτική της σχετικά με την άμυνα και την ασφάλεια αξιοποιώντας δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ (392 δισ. ευρώ) από τα ταμεία συνοχής, αναφέρουν σε αποκλειστικό ρεπορτάζ τους οι Financial Times.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας οι Βρυξέλλες θέλουν να απελευθερώσουν χρήματα από τα λεγόμενα ταμεία συνοχής, τα οποία υπενθυμίζεται ότι αποσκοπούν στη μείωση της οικονομικής ανισότητας μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
Τα κράτη μέλη θα ενημερωθούν τις επόμενες εβδομάδες ότι θα έχουν πλέον μεγαλύτερη ευελιξία βάσει των κανόνων για να ανακατευθύνουν τα κονδύλια συνοχής για να στηρίξουν τις αμυντικές τους βιομηχανίες και τα έργα στρατιωτικής κινητικότητας.
Η συζήτηση για την ενίσχυση του αμυντικού τομέα της ΕΕ διεξάγεται εδώ και καιρό και συγκεκριμένα έπειτα από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ωστόσο εντάθηκε με την επανεκλογή του του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Όλοι στις Βρυξέλλες θεωρούν βέβαιο ότι ο Τραμπ θα έρθει σε κάποιου είδους ρήξη με την ΕΕ. Κανείς δεν ξεχνά ότι νωρίτερα φέτος προειδοποίησε τους συμμάχους του ΝΑΤΟ ότι ως πρόεδρος θα ενθάρρυνε τη Ρωσία να κάνει «ό,τι διάολο θέλει» αν τα μέλη της συμμαχίας δεν επιτύχουν το στόχο τους για τις αμυντικές δαπάνες. Επίσης έχει διαμηνύσει ότι θα αποσύρει τη στήριξή του προς την Ουκρανία.
Βάσει αυτών των εξελίξεων γίνεται σαφές ότι η ΕΕ μπαίνει σε μια νέα εποχή και πρέπει να ανεξαρτητοποιηθεί γι΄αυτό και οι Βρυξέλλες, σύμφωνα με τους FT, αλλάζουν την πολιτική δαπανών τους για να ανακατευθύνουν ενδεχομένως δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ στην άμυνα και την ασφάλεια.
Η αλλαγή πολιτικής θα αφορά περίπου το ένα τρίτο του κοινού προϋπολογισμού του μπλοκ, δηλαδή περίπου 392 δισ. ευρώ από το 2021 έως το 2027, χρήματα που αποσκοπούν στη μείωση της οικονομικής ανισότητας μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
Μόνο το 5% περίπου αυτών των λεγόμενων ταμείων συνοχής έχει δαπανηθεί μέχρι σήμερα, με τους μεγαλύτερους δικαιούχους, συμπεριλαμβανομένης της Πολωνίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας, να έχουν διαθέσει ακόμη λιγότερα.
Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, τα κονδύλια αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αγορά αμυντικού εξοπλισμού ή την άμεση χρηματοδότηση του στρατού, αλλά επιτρέπονται οι επενδύσεις στα λεγόμενα προϊόντα διπλής χρήσης (για πολιτικούς και στρατιωτικούς σκοπούς), όπως για παράδειγμα τα drones.
Οι πρωτεύουσες των κρατών μελών θα ενημερωθούν τις επόμενες εβδομάδες ότι θα έχουν πλέον μεγαλύτερη ευελιξία βάσει των κανόνων για τη διάθεση των κονδυλίων συνοχής για τη στήριξη των αμυντικών τους βιομηχανιών και των έργων στρατιωτικής κινητικότητας, όπως η ενίσχυση δρόμων και γεφυρών για την ασφαλή διέλευση αρμάτων μάχης, σύμφωνα με αξιωματούχους της ΕΕ που επικαλούνται οι FT.
Αυτό θα περιλαμβάνει την άδεια χρηματοδότησης για την ενίσχυση της παραγωγής όπλων και πυρομαχικών, αν και η απαγόρευση της χρήσης κονδυλίων της ΕΕ για την αγορά των εν λόγω όπλων θα παραμείνει.
Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, συνεχίζει το δημοσίευμα, δήλωσε ότι τα κονδύλια συνοχής μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αμυντική βιομηχανία, εφόσον συνεισφέρουν στη ”συνολική αποστολή ενίσχυσης της περιφερειακής ανάπτυξης”, συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικής κινητικότητας.
Η Γερμανία είναι ο άξονας για την ευρωπαϊκή στρατιωτική κινητικότητα λόγω της θέσης της, αλλά οι υποδομές όσων αφορά στις μεταφορές βρίσκονται σε κακή κατάσταση. Το υπουργείο Οικονομίας του Βερολίνου εκτίμησε το 2022 ότι η χώρα πρέπει να δαπανήσει επειγόντως 165 δισ. ευρώ για δρόμους, για τον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρόμου και γέφυρες. Η Γερμανία πρόκειται να λάβει 39 δισ. ευρώ από τα ταμεία συνοχής έως το 2027.
Η κίνηση αυτή θα γίνει επίσης δεκτή με ικανοποίηση από τα κράτη στα ανατολικά σύνορα της ΕΕ, τα οποία έχουν αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ενώ ορισμένα υπέστησαν μείωση στις επενδύσεις από το εξωτερικό.
«Πρέπει να επενδύσουμε σε έργα στρατιωτικής κινητικότητας τα οποία είναι δαπανηρά . . . [και] σημαντικά όχι μόνο για μια χώρα, αλλά και για ολόκληρη την περιοχή» δήλωσε η Gintarė Skaistė, υπουργός Οικονομικών της Λιθουανίας.
Ο Τραμπ προειδοποίησε τους συμμάχους του ΝΑΤΟ νωρίτερα φέτος ότι ως πρόεδρος θα ενθάρρυνε τη Ρωσία να κάνει ”ό,τι διάολο θέλει” εάν τα μέλη της συμμαχίας δεν επιτύχουν τον στόχο τους για τις αμυντικές δαπάνες. Η Πολωνία ειδικότερα έχει ασκήσει πιέσεις στην Επιτροπή για να δαπανήσει περισσότερα για την άμυνα. Η Βαρσοβία δαπάνησε φέτος το 4,1% του ΑΕΠ της για την άμυνα, ποσό διπλάσιο από τον στόχο του ΝΑΤΟ, και σχεδιάζει να φτάσει το 4,7% το 2025.
Οι χώρες της ΕΕ έχουν δαπανήσει σχετικά λίγα από τα κονδύλια συνοχής τους μέχρι στιγμής, επειδή έδωσαν προτεραιότητα στα δισεκατομμύρια από το Ταμείο Ανάκαμψης τα οποία διατέθηκαν στον απόηχο της πανδημίας Covid-19 δεδομένου ότι η λήξη της αξιοποίησής τους έχει οριστεί για το 2026. Η Πολωνία έχει τυπικά δαπανήσει σχετικά μεγάλο ποσό από τα ταμεία συνοχής της σε σύγκριση με τους ομολόγους της, αλλά έχει μείνει πίσω στον τρέχοντα κύκλο προϋπολογισμού επειδή δεν μπορούσε να έχει πρόσβαση σε κονδύλια που είχαν παγώσει οι Βρυξέλλες το 2022 εν μέσω ανησυχιών για το κράτος δικαίου.
Τα χρήματα άρχισαν να ρέουν μόνο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του πρωθυπουργού Ντόναλντ Τουσκ τον περασμένο Δεκέμβριο.
Η στροφή στην πολιτική για την ενίσχυση των δαπανών που σχετίζονται με την άμυνα θα είναι επίσης ευπρόσδεκτη από τους «καθαρούς πληρωτές» (σ.μ δηλαδή τους βασικούς χρηματοδότες) στον προϋπολογισμό της ΕΕ, όπως η Γερμανία, οι Κάτω Χώρες και η Σουηδία, οι οποίες θεωρούν τη χρήση των υφιστάμενων κονδυλίων προτιμότερη από την έκδοση κοινού χρέους ή την παροχή περισσότερης χρηματοδότησης από την ΕΕ.
Η μετατόπιση χρημάτων από άλλες προτεραιότητες, όπως η πράσινη και η ψηφιακή υποδομή, προς την αμυντική βιομηχανία θα απαιτούσε την έγκριση της Επιτροπής, δήλωσε ένας αξιωματούχος.
«Το γεγονός ότι πρέπει να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή στην άμυνα δεν σημαίνει ότι πρέπει να ξεχάσουμε την πράσινη μετάβαση ή τη συνοχή» δήλωσε ο Πιοτρ Σεραφίν, ο νέος επίτροπος προϋπολογισμού της ΕΕ, κατά τη διάρκεια της ακρόασης του για την επικύρωσή του από το Ευρωκοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα.
Οι περιφερειακές κυβερνήσεις έχουν ανάμεικτα συναισθήματα σχετικά με την ώθηση προς τις αμυντικές δαπάνες, ανησυχώντας ότι η στροφή αυτή θα μπορούσε να αποβεί εις βάρος της περιφερειακής ανάπτυξης και να συνεπάγεται μια συγκέντρωση της χρηματοδότησης μακριά από τις τοπικές αρχές. Ταυτόχρονα, όμως, εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για τη στήριξη έργων που δεν καταφέρνουν να προσελκύσουν ιδιωτικά κεφάλαια.
Πηγή: Financial Times